Η μεταμόρφωσή της
'Ο Κάφκα συναντά την Τζούντιθ Μπάτλερ' θα ήταν μια τυπικά... μουσικογραφιάδικη προσέγγιση. Ο Μιχάλης Βαρνάς όμως το παίρνει αλλιώς...
Το ζήτημα με τα βιβλία είναι αν θες να μπεις στο μυαλό του συγγραφέα κατά το πρότυπο της σχολικής διδασκαλίας και την ερώτηση «τι ήθελε να πει ο ποιητής» ή αν θα μπεις στο δικό σου μυαλό. Όσοι προσπάθησαν να μπουν στο μυαλό του συγγραφέα, από το δημοτικό ακόμη, οδηγήθηκαν είτε σε μεγάλη πλάνη είτε αρκέστηκαν στα αθλητικά της Δευτέρας, όπου τα περιθώρια πλάνης και παρεξήγησης ελαχιστοποιούνται. Μπορείς βέβαια να ξεψαχνίσεις έναν συγγραφέα τόσο όσο δεν το έχει κάνει ο ίδιος και να φτάσεις σε υψηλά και με ακρίβεια συμπεράσματα. Νομίζω πως οι συγγραφείς κι οι ποιητές σε πολλές περιπτώσεις θα τρομάζουν από την ανάλυση των έργων τους διότι τα συμπεράσματα που αναδύονται έρχονται σε πλήρη αντιδιαστολή με όσα οι ίδιοι σκέφτηκαν ή οραματίστηκαν. Σε αυτή τη περίπτωση ο συγγραφέας θα πρέπει να αναλύσει σε βάθος τον αναλυτή του για να μπορέσει να ανακαλύψει εκ νέου τον εαυτό του. Υπέροχη κωμωδία δεν νομίζετε;
Η δεύτερη εκδοχή ανάγνωσης είναι εκείνη που διακινεί τα βιβλία, τη ζωγραφική, την ποίηση, την μουσική. Η προσωπική μας ανάγνωση. Όχι τι ερμήνευσαν άλλοι για λογαριασμό μας. Τι καταλάβαμε, τι νιώσαμε, γιατί χανόμαστε κάποιες ώρες από το ίνσταγκραμ και το φέισμπουκ, γιατί είμαστε χαρούμενοι, γιατί μιλάμε στους φίλους μας για τον Τζέυ Γκάτσμπυ σαν να είναι κοινός μας γνωστός; Τα συναισθήματα μας, το γέλιο μας στα καλά καθούμενα μέσα στη νύχτα ακόμη και τα δάκρυα ή η τσαντίλα κι ο προβληματισμός είναι η εμπειρία μας από την ανάγνωση, όσα εξηγήσαμε κι όσα μας μπέρδεψαν ή τα βαρεθήκαμε και τα αφήσαμε στη μέση.
Τώρα θα σας μιλήσω για την ‘Μεταμόρφωση’ της Αμάντας Μιχαλοπούλου. Δράττομαι της ευκαιρίας να σημειώσω πως δεν έχω διαβάσει την ‘Μεταμόρφωση’ του Κάφκα όπως και τις ‘Μεταμορφώσεις’ του Οβιδίου. Η μόνη σχέση με τον Κάφκα είναι το ‘Δάσος Σκοτεινό’ της Nicole Krauss (μτφρ. Ιωάννα Ηλιάδη, εκδ. Μεταίχμιο), οι ραδιοφωνικές εκπομπές της Kafka στον Νόστο και το τουριστικό δισκάκι σουβενίρ από την Πράγα με σχέδιο τον Κάφκα. Η ίδια η συγγραφέας στις διευκρινίσεις της στο τέλος του βιβλίου γράφει πως η ‘Μεταμόρφωση’ του Κάφκα είναι προγιαγιά της Μεταμόρφωσης της κι αναφέρει δύο ομοιότητες του βιβλίου της με το κλασσικό του Κάφκα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει οι ομοιότητες σταματούν εκεί.
Κουράγιο Μιχάλη, τουλάχιστον δεν λέει τίποτα για τις ‘Μεταμορφώσεις’ του Οβιδίου.
Ένα κορίτσι είκοσι χρονών, η Σάσα -ο ήρωας του Κάφκα είναι ο Σάμσα-, ξυπνάει και έχει μεταμορφωθεί σε αγόρι. Το περιβάλλον που συμβαίνει αυτό είναι το δυστοπικό ενός βιβλικού κατακλυσμού που έχει αλλάξει τον κόσμο. Η συγγραφέας δεν καταπιάνεται με την ανάγκη της σωματικής αλλαγής αλλά με το αποτέλεσμα της αλλαγής για όποιον λόγο κι αν συνέβη. Το σκηνικό της ‘Μεταμόρφωσης’ είναι ονειρικό. Η φοιτητική εστία με τους σωλήνες που στάζουν, ηλεκτρικές συσκευές που δεν λειτουργούν και έχουν μεταμορφωθεί και αυτές. Το ψυγείο χώρος για τις τσάντες, ο φούρνος για τα εσώρουχα και τις κάλτσες. Έξω ο κόσμος πηγαίνει στις δουλειές του με ατμόπλοια, με τα πόδια φορώντας γαλότσες ή με το μετρό. Δεν μιλάει για τη Θεσσαλονίκη. Η Σάσα έχει ονειρευτεί πολλές φορές πως θα ήταν ως αγόρι. Πως η ζωή των αγοριών ίσως είναι λίγο πιο εύκολη ή η ζωή είναι σκηνοθετημένη για να πρωταγωνιστούν οι άντρες. Έχω σκεφτεί ή ονειρευτεί επίσης τη ζωή μου ως γυναίκα. Και την έχω απορρίψει χωρίς δεύτερες σκέψεις λόγω της περιόδου κι επειδή φοβάμαι πως θα ήμουν άσχημη. Ο κόσμος ή αλλιώς η κοινωνία δηλαδή εμείς οι ίδιοι είμαστε φοβικοί απέναντι στις μεταμορφώσεις. Φοβόμαστε τον εαυτό μας. Ότι αυτό που νομίζαμε για μας μια μέρα παύει να ισχύει. Επιμένουμε σε απόψεις που πολλές φορές προέρχονται από την οικογενειακή παρακαταθήκη, τον δεσποτισμό της εκκλησίας και την κοινωνική συνθήκη που μας θέλει όλους παρόμοιους.
Ο κατακλυσμός δεν αλλάζει τα δεδομένα. Δε γινόμαστε ούτε χειρότεροι ούτε καλύτεροι άνθρωποι. Οι όποιες αλλαγές είναι προς στιγμήν. Έπειτα συμμορφωνόμαστε άριστα στα καινούρια δεδομένα. Παραμένουμε σκληροί με τους άλλους, νοιαζόμαστε για τη γνώμη των άλλων. Ερωτευόμαστε όμως, αγαπάμε, ψάχνουμε την ομορφιά μέσα στον βούρκο. Μέχρι κι εγώ εντόπισα στη ‘Μεταμόρφωση’ της Αμάντας Μιχαλοπούλου τον παραλληλισμό με την περίοδο της πανδημίας και των καραντινών.
Η Σάσα ερωτεύεται μία γυναίκα που όπως και αυτή έχει μεταμορφωθεί. Ήταν άντρας στο παρελθόν. Το γράμμα που στέλνει η γυναίκα στη Σάσα –η Σάσα παραμένει ως Σάσα– είναι από τα πιο όμορφα ερωτικά γράμματα που έχω συναντήσει στη λογοτεχνία. Γράφει σε ένα σημείο: Αν η αγάπη μας έχει μελθόν δεν θα τη τσακίσει ο χρόνος (και μη κοροϊδεύεις που γράφω σαν ερωτευμένη γυναίκα). Δεν συμβαδίζει η ελπίδα με τη σύνεση, η μέθοδος με το ρομαντισμό; Δεν γίνεται –δεν αξίζει;- να οραματιστούμε μια σχέση αληθινής αγάπης, όπου κανείς δε θα κυνηγάει κανέναν;
Η ανακάλυψη της λέξης «μελθόν» είναι επίσης ένα σπουδαίο εύρημα της Μιχαλοπούλου. Σύνθετη λέξη που αποτελείται από το μέλλον και το παρελθόν. Με τα λόγια της: Μελθόν, μέλλον που κυλούσε προς το παρελθόν σαν βάρκα στο ρεύμα.
Θα μπορούσε να έχει γραφτεί ένα βιβλίο κι όχι νουβέλα, αλλά τότε ίσως θα χάναμε τον ρυθμό, την μυρωδιά και την ομορφιά της Μεταμόρφωσης όπως τελικά παρουσιάζεται.