Αρχαία ελληνικά λυρικά ποιήματα
[2η έκδοση, Μπιλιέτο, 2005]
Μεταφράσεις του Ντίνου Χριστιανόπουλου
Ποιός γλύπτης πήγε κι έστησε τον Έρωτα στην κρήνη;
Δεν ήξερε πώς με νερό τούτη η φωτιά δε σβήνει;
- Ζηνόδοτος
Ερωτοτροπών νατουραλισμός και άμεση συνάφεια με τα ερωτικά δημοτικά τραγούδια. Μάλλον η μετάφραση ερωτοτροπεί με την δημοτική μας παράδοση. Ο Ντίνος είχε πάντοτε μια δική του οπτική γωνία για τα πράγματα. Και πάντα του άρεσε και του αρέσει να ιντριγκάρει, να προβοκάρει, να προκαλεί το λεγόμενο "κοινό αίσθημα". Χώρια που μας δίνει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να έρθουμε σε έμμεση επαφή με διαβάσματά που τον επηρέασαν αφότου παράτησε τα κατηχητικά και εντρύφησε στα φιλολογικά που απελευθέρωσαν την ερωτική του φύση κι απενοχοποίησαν έστω και προσωρινά - τρόπος του λέγειν - τα ερωτικά του παραστρατήματα στα σοκάκια του Βαρδαρίου.
Είδα μεσημεριάτικα τον Άλεξι στο δρόμο
κι αρχίσαν να με πυρπολούν δύο λογιών ακτίνες:
οι ακτίνες απ' τα μάτια του κι οι ακτίνες απ' τον ήλιο.
Του ήλιου, η νύχτα μονομιάς τις κοίμισε / μα οι άλλες,
απ' της μορφής του το είδωλο, θεριέψαν στο όνειρό μου.
- Μελέαγρος
Από τη σταχυολόγηση δε λείπουν ούτε ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος ούτε κι ο Πέτρος ο Δαμασκηνός. Η συλλογή κινείται από τα φυσικά στα μεταφυσικά με χρονολογική σειρά. Έρως, ανάταση, πόθος, πάθος, απογοήτευση, παρακμή, μετάσταση και μεταρσίωση, αλλά και μια βλάσφημη θέωση που επιτυγχάνεται μέσα από τον πόνο της μη ανταπόκρισης και της εκούσιας στέρησης. Φυσικά δε θα μπορούσε να απουσιάζει η Σαπφώ που ήταν μανούλα στο να υμνεί κάτι τέτοιες δύσκολες καταστάσεις, αριστοτεχνικά προκεκαλυμμένες:
Γλυκιά μου μάνα, δε μπορώ στον αργαλειό να υφάνω πια.
Ωραίο αγόρι αγάπησα και με παιδεύει ο πόθος.
Κι είναι πασίδηλο πόσο συμπάσχει ο ποιητής της "Νεκρής Πιάτσας" και πόσο ταυτίζεται με τους ως άνω ατυχήσαντες συναδέλφους από το μακρινό παρελθόν. Είναι εξίσου οφθαλμοφανές πόσο πανάρχαιες είναι ανάλογες ερωτικές ιδιαιτερότητες και πόση παρηγορία σταλάζουν στην τόσο ταλαιπωρημένη ψυχή του. Το πλέον κοντινότερο όλων προς εμάς είναι αυτή η γλυκιά ανάλαφρη μελαγχολία που αναδύουν, σα να 'ναι τωρινά και συνάμα προαιώνια. Σα να ίπτανται κατά τι από το έδαφος. Σα να οδηγούν το χέρι μας ν' αγγίξει τις πληγές τους.