Μαριάννα Κορομηλά, Νέα Συντέλεια
Μαριάννα Κορομηλά - Η Μαρία των Μογγόλων
Η τοιχογραφία μιας γονατισμένης γυναίκας που υπάρχει εδώ και αιώνες στον εσωνάρθηκα ενός κωνσταντινοπολίτικου καθολικού προσέλκυσε με 1977 το βλέμμα και τις εμμονές της Κορομηλά, που έκτοτε βούτηξε στον Άξενο Πόντο για την πιο εύξεινη δεκαπενταετία της ζωής της. Η Μαρία Κομνηνή Παλαιολογίνα, κόρη (πιθανώς νόθα) στρατηγού και μετέπειτα βυζαντινού αυτοκράτορα, στάλθηκε δωδεκάχρονη νύφη στον Μεγάλο Χαν της Μογγολικής αυτοκρατορίας για ευνόητους διπλωματικούς σκοπούς. Επέστρεψε τριαντάχρονη χήρα στην Κωνσταντινούπολη και μόνασε σε μικρό μοναστήρι.
Αντιλαμβάνομαι τα θέλγητρα που διέγειραν την ούτως ή άλλως αεικίνητη ερευνητική ταξιδευτική καρδιά της Κορομηλά: από τη μια ένα ολοκληρωτικά αφανές πρόσωπο της Ιστορίας με έμμεσο πολιτικό ρόλο, από την άλλη η συλλογική μορφή της βυζαντινής κορασίδος σε όλη την Ιστορία: Μαρίες - Ιφιγένειες, δέσμιες της διπλωματίας, ακούσιες πρέσβειρες σε ολόξενους τόπους. Πρόσωπα τριτεύοντα ή απόμερα από την επίσημη ιστορία, εξόριστα στην σκληρότερη ετερότητα. Η Μαρία έζησε πάνω στο πέρασμα της βυζαντιακής παρακμής και της μογγολικής υποχώρησης προς την οθωμανική άνοδο και τον νέο ελληνισμό, που αφορά δραστικά και την σημερινή γεωπολιτική κατάσταση της Νοτιανατολικής Ευρώπης. Το έζησε ως απόλυτα ξένη στον ακίνητο χρόνο και στις απελπιστικές καυκάσιες και μογγολικές ερημιές.
Η συγγραφέας τήρησε την ολόδική της ερευνητική στρατηγική: Μακριά από τα γνωστά άλλοθι των παραπομπών, αντιπαθώντας τα ανιαρά και τυποποιημένα συγγράμματα της βυζαντινής ιστορίας "που μοιάζουν με λογιστικά φύλλα ή απογραφή μιας αποθήκης", αρνείται πως τα χωράφια αυτά είναι υπόθεση των ειδικών. Το πεδίο της είναι οι τόποι και οι άνθρωποι: τους αναζητά πίσω από τα ονόματα, τα αξιώματα, τα φλάμπουρα, τα τείχη και τα μνημεία, ψάχνει να αφουγκραστεί την ανάσα των κεκοιμημένων. Η ζύμη του εργαστηρίου της έχει υλικά ιστορικής αφήγησης, ψυχολογικής, ταξιδιογραφίας, αυτοβιογραφικών εξομολογήσεων, ερευνητικών περιπετειών, στοχασμών, σημειώσεων που κρατούσε παντού (στα Καρέλια άφιλτρα ή σε λογαριασμούς της ΔΕΗ), νηπιακών σκίτσων. Τα εξαίσια ταξίδια - η μεγάλη φυγή. Αλλιώς δεν ξέρω πώς θα μεταμορφώνονταν οι μελέτες σε βίωμα και πώς το παρελθόν θα αποκτούσε τη δυναμική του παρόντος. Δεν ξέρω ποιος καλός δαίμονας με έβγαλε από τα βιβλία και με πέταξε στους πέντε δρόμους.
Ενθουσιάζεται από την μικρογεωγραφία και συνδιαλέγεται με το φυσικό περιβάλλον, τα ορεινά μονοπάτια, τα απέραντα βοσκοτόπια και βαλτοτόπια, ακόμα και τα βαρετά τοπία. Διανυκτερεύει σε δασικές καλύβες, πομάκικα κονάκια - χαλάλι λέει, τα μίζερα πανδοχεία και τα φρικώδη χάνια με τους μεθυσμένους φορτηγατζήδες και τα χρησιμοποιημένα σεντόνια. Περιφέρεται στα χαλκουργεία, στα βαφεία, στις πηλόχτιστες γειτονιές των Προσφύγων, σε δημόσια λουτρά και κουρεία, στους αρχαίους δρόμους που αντέχουν πολύ περισσότερο απ' ό,τι οι κρατικές οντότητες και οι πολιτικές εξουσίες. Οδοιπορεί στις πολλαπλές Θράκες, στην απαγορευμένη χώρα της σιωπής πέρα από τον Νέστο και στις ακαλλιέργητες ερημιές της ευρωπαϊκής τουρκίας με τις αγριεμένες αγέλες και τις ασθένειες των ζώων. Φτάνει ν' αγαπήσει ακόμα και τις άδενδρες πεδιάδες που θυμίζουν έργα πολωνικού κινηματογράφου (έφηβη ονειρευόταν σπουδές μοντάζ στα εκεί εργαστήρια) και τις εκτάσεις "όπου όλα συμβαίνουν ψιθυριστά". Δεν νοιώθει ξένη πουθενά. Εξακολουθώ να αναρωτιέμαι τι καινό βάλαμε στη θέση του κενού. Με τι αντικαταστήσαμε τους αδειασμένους χάρτες.
Αντιμετωπίζει διαφορετικά τον κτιστό και άκτιστο κόσμο. Ξεκινά από την μυρωδιά και τα συστατικά ενός τόπου, από ποια γωνιά ξεμυτίζει ο ήλιος την κάθε εποχή και καταλήγει στις γεω-κτηνοτροφικές και γεωγραφικές συντεταγμένες, εντοπίζοντας ακόμα και τότε τον κυρίαρχο ρόλο της γεωμορφολογίας και της γεωπολιτικής. Δηλώνει ωτακουστής και λεπτομερειομανής, μαθαίνει να ακούει τις ερμηνείες και τις βεβαιότητες των άλλων, μακριά από τον καταναγκασμό της φωτογραφικής μηχανής που σε ωθεί να κυνηγάς τα στιγμιότυπα και να χάνεις το άφεμα του βλέμματος και της μνήμης. Η ανταμοιβή της είναι "η βιωμένη εμπειρία τους, ο προφορικός τους λόγος, η ακατάγραφη μαρτυρία", η κατανόηση των γηγενών. Εξερευνώντας τους τόπους, βρίσκει τους ανθρώπους. Και αντίστροφα, θα προσθέσω.
Τα μεγάλα ταξίδια δεν ήταν για μένα η μεγάλη φυγή, όπως πίστευα παλαιότερα. Ήταν η ευεργετική διαδικασία της επιστροφής. Στα λησμονημένα μέρη της συλλογικής εμπειρίας ξανάβρισκα ένα κομμάτι του εαυτού μου και, αφήνοντας τους άλλους να μιλήσουν, έγραφα από την αρχή τα στοιχεία της ταυτότητάς μου... Τα απολαυστικότερα ταξίδια γίνονται όταν τα προετοιμάζω και όταν τα επαναφέρω στη μνήμη μου. Γι' αυτό κάθε ταξίδι διαρκεί χρόνια. (σ. 99)
Φάκελος φιλοξενούμενου: Αθήνα, 1949. Ξεναγός, παραγωγός ραδιοφώνου, ιστορικός, ταξιδεύτρια, συγγραφέας πολλών εξαιρετικών πολυτονικών βιβλίων Θράκης, Ρωμυλίας, Ιωνίας, Μαύρης Θάλασσας, Μείζονος Ελληνισμού και Διάπλατου Οικουμενισμού. Συντεταγμένες: Εκδ. Πατάκης, 2008, [Η κουζίνα του ιστορικού, αρ. 7], σελ. 336 συν 12σέλιδο φωτογραφιών.
Περιοδικό Νέα Συντέλεια, τεύχος 8-9-10 (2008)
Οφείλω ... να κοιτάζω τον κόσμο μ' ένα διαφορετικό μάτι, οφείλω να προσπαθώ να διευσδύσω σ' αυτόν, από ασυνήθιστους δρόμους... Κάνω στ' αλήθεια μεγάλη προσπάθεια για να βρω αφηγηματικές μορφές που να μην είναι εκείνες του παρελθόντος... ομολογούσε ο Μικελάντζελο Αντονιόνι - και ο (ποιητής και ιστορικός κινηματογράφου) Αντρέας Παγουλάτος αναζητά την επίτευξη του ευσεβούς πόθου σε ένα κείμενο για την Κόκκινη Έρημο του σκηνοθέτη.
Εδώ διαδραματίζεται μια Συντέλεια Αφιερωμάτων: Αρχικά, στο εκατόφυλλο συνοδευτικό βιβλιαράκι, μια μύηση στην σύγχρονη βραζιλιάνικη λογοτεχνία και δη του μοντερνισμού και των πρωτοποριών με 6 διηγήματα των Joao Guimaraes Rosa, Graciliano Ramos και της υπέροχης Clarice Lispector, ενώ από την ανάποδη πλευρά εισερχόμαστε στην χυμώδη ποίηση του Lawrence Ferlinghetti, ακόμα και στην ανέκδοτη. Στο κυρίως τεύχος, πλήρεις σελίδες για τον Νίκο Εγγονόπουλο αλλά και για τον και από τον Νάνο Βαλαωρίτη: κείμενα, εξομολόγηση στην Ιουλία Ραλλίδη για τα έργα και τις ημέρες του στα πανεπιστήμια του ψυχεδελικού Σαν Φραντσίσκο του 1969 αλλά και το θυελλωδέστερο γραπτό εδώ (Για μια Οικολογία της Ποιητικής Γραφής): μια Βαλαωρίτεια Κοσμογονία της Ποίησης (από τον Όμηρο και τους Συμβολιστές, τους Νταντά και τους Φουτουριστές, στους Υπερρεαλιστές, το Νέο Γαλλικό και τους Καταστασιακούς, κι από τον Ζήνωνα, τον Τρισμέγιστο, τον άλλον, τον παλαιότερο (Α.) Βαλαωρίτη στην Joyce Mansour και τον Dylan Thomas), ένα εμβάπτισμα - ποταμός και ταυτόχρονα μια άτακτη εξομολόγηση επιλογών: Διαβάζω το Paradis του Σολέρς και αφήνομαι στο ρεύμα της γλώσσας...Είναι ένα λουτρό ελεύθερης κολύμπησης στα νερά των φράσεων που παφλάζουν γύρω μου.
Οι γνωριμίες με τις άγνωστες λογογωνίες συνεχίζονται σε διπλή κατεύθυνση: αφενός σε ένα δεκαεξάπτυχο για ποιητές και συγγραφείς της Λατινικής Αμερικής (Vicente Huidobro, Gonzalo Rojas, Virgilio Pinera), σε ποίηση και πρόζες από την Πορτογαλίδα Sophia de Mello Breyner Andresen και τον Ρουμάνο Sebastian Reichman και αφετέρου σε ανέκδοτες γραφές των Ρεμπώ, Εμπειρίκου, Βαρβιτσιώτη, και ξανά των αεικίνητων Βαλαωρίτη και Παγουλάτου. Πίνακες, σχέδια και φωτογραφίες εικονογραφούν ορισμένες από τις 184 μεγαλοσελίδες, ενώ στο τρίτο νεοσυντελειακό cd ο Ν. Βαλαωρίτης απαγγέλλει ποιήματά του, ενώ ποίηση Εμπειρίκου, Beckett, Σαπφούς κ.ά. ενδύεται μουσικά από Σάκη Παπαδημητρίου, Αναστασία Παπαδημητρίου, Θάνο Μικρούτσικο κ.ά. και φωνητικά από Γεωργία Συλλαίου, Λιζέτα Καλημέρη, Δημήτρη Νικολούδη, Βάνα Βερούτη κ.ά.
Ιδανικός επίλογος οι Εμπειρίκιοι στίχοι από το ποίημα βρέθηκε στην αποθήκη του αθηναϊκού του διαμερίσματός το 2006: Είμαστε τα εργοστάσια της ζωής αφού είμαστε τα εργοστάσια των ερώτων / Κ' είναι πολύ δική μας η φωτιά που μας κινεί αφού υπάρχει εντός μας. [Εκδόσεις Άγκυρα]