Et in Iraq ego ή ο πόλεμος συνεχίζεται
- σε επιμέλεια Βαρβάρας Παπαδοπούλου [Πλέθρον, 2004]
Ήμουν κι εγώ στο Ιράκ, φωνάζουν οι συμμετέχοντες του περίεργου αυτού εργαστηρίου προβληματισμού και δημιουργίας στο οποίο οφείλεται η παρούσα έκδοση. Όλα ξεκίνησαν από μια γενική επιστράτευση, όπως μας αποκαλύπτει η επιμελήτρια:
Η χρονική απόσταση επιτρέπει στην κριτική συνείδηση να θέσει ερωτήματα που στην συγχρονία είναι αδύνατο να εγερθούν, να επαναπροσδιορίσει το μέγεθος της σημασίας των γεγονότων και να προβεί σε αναλύσεις πιο σύνθετες, οι οποίες περιλαμβάνουν παραμέτρους και στοιχεία που πιθανόν διαφεύγουν μιας πρώτης ματιάς.
Μέσα από αυτό το σκεπτικό και ως ένα είδος συνέχειας στη δράση Γενική Επιστράτευση, που οργανώθηκε πέρυσι στον Σταθμό Άλφα κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων στο Ιράκ, προέκυψε ένα project αναστοχασμού του γεγονότος.
Με βάση την παραπάνω τοποθέτηση, το βιβλίο μπορεί να εκληφθεί ως η έκδοση των πεπραγμένων του εν λόγω workshop. Καλλιτέχνες, θεωρητικοί, καθηγητές, μελετητές, παρατηρητές αρχιτέκτονες και στοχαστές συστρατεύονται, συγχρωτίζονται, συμμερίζονται, συνδιαλέγονται, συζητούν και συνεισφέρουν αμοιβαία σ' αυτό το μαύρο λεύκωμα, κείμενα, έργα και ντοκουμέντα ως παρατηρήσεις και αντίδραση στη δράση του παράλογου πολέμου και των μέσων που τον αναμεταδίδουν [κανάλια, διαδίκτυο, εφημερίδες, έντυπα].
Μια άλλη θεώρηση του παρόντος είναι ότι μπορεί να εκληφθεί ως κατάλογος έργων αντιπολεμικής τέχνης. Αν και στα περιεχόμενα υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός [κείμενα, έργα, ντοκουμέντα], στο σώμα του βιβλίου όλα είναι συνυφασμένα ή εναλλάσσονται δημιουργώντας εκπλήξεις και ως προς τη φόρμα και ως προς το περιεχόμενο και ως προς την αλληλουχία. Έτσι το κείμενο μπορεί να λειτουργεί ως εισαγωγή, τυπωμένο πάνω στην εικόνα, ή ως ανοιχτός επίλογος, ή μπορεί να μας αναγκάσει να ξεδιπλώσουμε ένα πολύπτυχο και να το διαβάσουμε καθέτως. Μπορεί να είναι αυτόνομο αλλά και να ανακληθεί σε ανύποπτο χρόνο από ένα άλλο έργο που απαρτίζεται από εικόνες δίχως λόγια.
Μπορεί όμως, το βιβλίο αυτό, να θεωρηθεί και το ίδιο ως έργο τέχνης. Όσο πιο βαθιά και σφαιρικά προσπαθούμε να δούμε το θέμα, τόσο δένουν ή επικάθονται πιότερο τα σπαράγματα αυτού του ιδιότυπου κολάζ. Η παραμορφωτική οπτική και τακτική των μέσων γίνεται δημιουργός του τυχαίου, η λογικοφανής προσέγγιση γεννά ένα θέατρο του παραλόγου, ένα θέρετρο και καταφύγιο αντίστασης, αναδίπλωσης, ανασκουμπώματος και αντεπίθεσης στην συρροή εικόνων, κειμένων και σεναρίων εξόντωσης του εχθρού.
Όμως κάλλιστα μπορεί ν' αποτελέσει κι ένα εγχειρίδιο ανησυχίας, ένα μανιφέστο προβληματισμού και αντίδρασης σε όσα μας σερβίρουν σωρηδόν τα μμε, προσπαθώντας μας μπουκώσουν και να ξεφουσκώσουν το θέμα. Τον εσωτερικό του εχθρό καλείται να αντιμετωπίσει ο καθείς μας, αυτόν τον επαναπαυμένο, τον εφησυχασμένο θεατή του καναπέ. Κι αν θέλουμε να βρούμε το απολεσθέν μέτρο, δεν αρκεί μόνον η επίπλαστη απόσταση της τηλεόρασης. Χρειάζεται πραγματική τηλε-όραση, τηλε-όσφρηση και τηλε-ακοή, ήτοι χρειάζεται να καλλιεργήσουμε και ν' αναπτύξουμε τις τηλεματικές μας αισθήσεις, ώστε να δουν-ακούσουν-μυριστούν το βάθος στον πάτο του πηγαδιού.
Τότε "Η τέχνη στον Γ' παγκόσμιο" του Μάνου Στεφανίδη θα αποκτήσει ειδικό βάρος. Το ίδιο και οι "θάλαμοι-κουτιά επικοινωνίας με την πατρίδα" στο βίντεο της Εύας Στεφανή. Ή η "έκκληση για την επανίδρυση του ορίζοντα, της προοπτικής και του μέλλοντος" του μόνιμα ανήσυχου ζεύγους Κατσιάνη - Χονδρού. Και τότε "η αμηχανία του θεατή" μπορεί να αιτιολογήσει "το ύστατο έργο τέχνης" της παράλογης εποχής μας, όπως εφιαλτικά εξέφρασε ο Θανάσης Μουτσόπουλος δια στόματος Στοκχάουζεν.
ΥΓ: Κάποτε είχανε λυσσάξει άπαντες με τις προφητείες του Νοστράδαμου. Τώρα, που είναι επίκαιρες κάποιες εξ αυτών, γιατί δεν ασχολείται κανείς;