ΑΝΤΙΔΟΤΟ
(τεύχος 01, ΑΝΟΙΞΗ 09/ τεύχος 02 ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 09, τιμή 3 ευρώ)
Να ξεκαθαρίσω δύο πράγματα εξ αρχής. Πρωταρχικός λόγος για τον οποίο παρουσιάζεται το ΑΝΤΙΔΟΤΟ είναι το ότι περιέχει κάποια από τα πιο ουσιαστικά, ευρηματικά, πρωτότυπα και παθιασμένα άρθρα που διάβασα γύρω από τη μουσική εδώ και... αιώνες. Αυτό δεν σημαίνει ότι παραγνωρίζω το ότι προέρχεται από τον αναρχικό/ αντιεξουσιαστικό χώρο και μουσικά ταυτίζεται με τον χώρο του (πραγματικού/ βλέπε και παρακάτω) Do It Yourself. Μάλιστα με χαρά διαπίστωσα μια τάση απομάκρυνσης από τις τακτικές απομονωτισμού, που παλιότερα διέκρινε ανάλογες προσπάθειες, τουλάχιστον στο επίπεδο του να μην αποκλειστούν, αλλά αντίθετα να ενημερωθούν επαρκώς και οι "απέξω". Προτεραιότητα μου όμως -καλώς ή κακώς- είναι η μουσική. Και βέβαια τυχαίνει να μην ανήκω στον εν λόγω χώρο. Και πάλι καλώς ή κακώς.
Το δεύτερο είναι ότι πρώτος εγώ σπεύδω να θυμηθώ ότι τα δύο προηγούμενα fanzine για τα οποία έγραψα στο Mic αποτελούν... ήδη παρελθόν (ναι ξέρω, θα σας έρθω την πρωτοχρονιά για ποδαρικό) και επομένως να ευχηθώ να μην τριτώσει το κακό. Ούτε το Sense βέβαια, ούτε το Muzine, μπορούν να συνδεθούν άμεσα, με τους σκοπούς μιας έκδοσης όπως το Αντίδοτο, οι βαθύτερες ανάγκες και των τριών όμως πιστεύω ότι είναι κοινές (οι ανάγκες προηγούνται και κατά βάση υπερτερούν των σκοπών).
Θα ξεκινήσω ανάποδα όμως και όχι από τη μουσική. Χωρίς να το καταλάβουμε υπάρχει κιόλας εκεί έξω μία -ίσως και περισσότερες- γενιές πιτσιρικάδων που την τελευταία εφταετία έχει διαμορφώσει την όποια σκέψη της σε ζητήματα όπως η μουσική, το βιβλίο, το στυλ (δεν είναι κακό πράγμα, μην το καταδικάζουμε a priori), ακόμη και η πολιτική και η διασκέδαση (ούτε αυτό είναι κακό) μέσα από τις σελίδες, τις προσταγές και τις επί πληρωμή "απόψεις" προς ύπνωση των free press.
Εκεί βρήκε τον Κωστή Παπαγιώργη και την Σώτη Τριανταφύλλου (που είτε εξαργύρωσαν, είτε εξαργυρώθηκαν, τελικά δεν απέφυγαν το να απογοητεύσουν), εκεί "του γνώρισαν γενναιόδωρα" την πόλη του, εκεί έμαθε που έχει καλό μπιφτέκι και ποιος παίζει καλή κιθάρα, πως (δεν) θα πηδήξει και πώς θα τον πηδήξουν κ.λ.π. γνωστά. Τα free press βρήκαν άφθονο χώρο για να δράσουν και παρότι τελικά έσπασε γρήγορα τούτο το παραμύθι, κάποτε μας παρουσιάστηκαν ως η διάδοχη κατάσταση των fanzine, που ούτως ή άλλως στην έντυπη μορφή τους γνώρισαν και γνωρίζουν μία κρίση. Ως δήθεν ανεξάρτητα έντυπα, μακριά από τους μεγαλοεκδότες (όχι όμως και τους διαφημιστές), που κατάφεραν να εδραιώσουν την μέχρι χθες εναλλακτική κουλτούρα και να την καταστήσουν κατάκτηση του κυρίως ρεύματος.
Με αυτά τα δεδομένα ένα έντυπο όπως το Αντίδοτο είναι επιτακτική ανάγκη και να υπάρχει και να εδραιώνεται και να διαδίδεται πέρα από το μέτρο του αρχικά φαινόμενου ως δυνατό. Για να δοθεί - αν δοθεί- η ευκαιρία σε αυτή τη νεότερη γενιά "φρηπιεσμένων" να συνειδητοποιήσουν ότι εναλλακτική σκέψη, άποψη και αισθητική στα χέρια των αποτυχημένων του εκδοτικού συστήματος και της ανταλλακτικής σκέψης (πόσα επιτυχημένα περιοδικά επί αντιτίμω έβγαλε ο Τσαγκαρουσιάνος μετά το 01;) δεν υπάρχει. Και μην θεωρηθεί ότι το Αντίδοτο λειτουργεί μόνο ως αρνητικό αντίβαρο. Κάθε άλλο. Η πολιτική και αισθητική του διάσταση είναι αυτόνομα ικανή, τα κείμενα του ακόμη και όταν αναφέρονται σε ζητήματα αμιγώς αναρχικά-αντιεξουσιαστικά, αφουγκράζονται το τι γίνεται παρά έξω. Το κριτικάρουν σκληρά και επιτυχημένα και στο τέλος το διαλύουν. Όχι απλά το διαλύουν. Το στέλνουν στο διάολο. Εκεί που του πρέπει δηλαδή.
Για να το πω ξεκάθαρα. Δεν είναι ένα έντυπο που αφορά μόνο τους θαμώνες των καταλήψεων και των στεκιών ανά τη χώρα. Ίσα ίσα που αφορά περισσότερους τους από έξω. Άρθρα όπως το απόλυτα πειστικό "όχι στην διαφήμιση με χρηματικό αντίτιμο" που αποτελεί και ιδεολογική βάση του εντύπου (επικροτώ, κατά βάθος και - αν και γνωρίζω ότι αυτό αποτελεί πρόβλημα- χαίρομαι κι εγώ που το mic ποτέ δεν κατέστη ελκυστικό για τους διαφημιστές, κάτι λέει αυτό...), αλλά και αυτό περί της προσπάθειας του κυρίαρχου lifestyle να οικειοποιηθεί τις καταλήψεις ως μέρος αυτού κ.λ.π. δίνουν -επιτέλους και κυρίως ψύχραιμα και όχι μονολιθικά και δογματικά- μία διάσταση-έξοδο, σε ζητήματα για τα οποία χρόνια τώρα ακούμε και διαβάζουμε τις ίδιες και τις ίδιες αηδίες...
Σε ορισμένα θέματα το Αντίδοτο πιάνει το νήμα από την αρχή. Και πολύ καλά κάνει γιατί με όλους τους ανωτέρω επιτήδειους να κυριαρχούν τα τελευταία χρόνια, η αρχή κάπου είχε ξεχαστεί. Στο πολυσέλιδο αφιέρωμα γύρω από το Do It Yourself εξηγείται άκρως αναλυτικά και πειστικά τι πραγματικά είναι και κυρίως τι ΔΕΝ είναι το Do It Yourself. Δίνεται επιτέλους μια αποστομωτική απάντηση στον -εσχάτως και περιοδεύοντα- θίασο τσαρλατάνων που οικειοποιήθηκε την ιδέα του DIY, πολύ απλά για να δικαιολογήσει το ότι παίζει μουσική χωρίς να έχει το ελάχιστο ταλέντο για αυτό. DIY με χορηγίες και εμπορική διαμεσολάβηση δεν νοείται. Ούτε με στολές καρναβαλιού και με σκηνικό την παράγκα του σούπερ-καραγκιόζη. Νέτα- σκέτα. Και το μόνο Do It Yourself στοιχείο που υπάρχει στο έργο των ατάλαντων είναι αυτό του καλλιτεχνικού αυνανισμού, που τους χαρακτηρίζει και το πλασάρουν ως ιδέα και άποψη.
Στα της μουσικής τώρα, που όπως προείπα μας ενδιαφέρουν και περισσότερο. Και εδώ τα πράγματα τα πιάνουν από το πρώτο βήμα τα παιδιά του Αντίδοτο. Τυπικό, αλλά πληροφοριακά γεμάτο, άρθρο γύρω από το πως ξεκίνησε το πανκ, τι ήταν και τι θα μπορούσε να είναι το πανκ και τελικά πώς άμεσα χρησιμοποιήθηκε για να "σωθεί" η -και τότε σε κρίση- μουσική βιομηχανία. Άμεσα πιο ενδιαφέρον και το σχετικό άρθρο γύρω από τους Crass και την άμεση ρήξη στην οποία ήρθαν με το παραδοσιακό πανκ τους εκπροσώπους του και τις τακτικές του. Φιλοξενείται μάλιστα και η αντίθετη άποψη, ενώ επαρκώς εξηγείται επιτέλους το γιατί και πώς ενώ οι Crass παραδοσιακά μνημονεύονται ως ένα πανκ συγκρότημα, η μουσική τους και ο ήχος του με εμμονή απέχουν από ότι γνωρίζουμε και γνωρίζαμε ως πανκ.
Το δεύτερο τεύχος του fanzine ξεκινάει με ένα ακαδημαϊκό -στην κυριολεξία αφού αποτελεί μετάφραση (όχι και τόσο επιμελημένα δουλεμένη, ας μου επιτραπεί να σημειώσω...) πανεπιστημιακής εργασίας- άρθρο γύρω από το Riot Grrrl κίνημα, όπως αυτό άνθησε και άμεσα παρήκμασε το πρώτο μισό της δεκαετίας του '90.
Το Αντίδοτο δεν αγνοεί την ελληνική πανκ σκηνή. Αντίθετα την επαναφέρει στο προσκήνιο, τόσο αυτή του παρελθόντος, όσο και αυτή του ενεργού παρόντος. Το άρθρο γύρω από τις συλλογές της Διατάραξης (Κοινής Ησυχίας, Οικιακής Ειρήνης, Κοινής Συνείδησης) που με συστηματική περιοδικότητα κυκλοφορούν κάθε ... 9 χρόνια περίπου τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, υπογραμμίζει την ουσιαστική συνέχεια της αληθινής πανκ δημιουργίας, όπως αυτή μάλιστα καταφέρνει και ξεπερνάει τα μουσικά στεγανά και εμφανίζεται κύρια ως έργο ανθρώπων που έρχονται να κάνουν και να πουν κάτι το πραγματικά διαφορετικό και εναλλακτικό. Που έρχονται όντως να διαταράξουν. Το άρθρο είναι εκπληκτικά πολυδιάστατο καθώς επιλέγει να περιγράψει μαζί με το περιεχόμενο της κάθε συλλογής, το γενικότερο κοινωνικό- πολιτικό zeitgeist της εποχής που αυτή κυκλοφόρησε. Κάτι διαφορετικό θα ήταν απολύτως ελλιπές, μιας και μιλάμε για μουσική με σαφή πολιτική στάση. Μεγάλο μπράβο στον συντάκτη αυτού.
Για χρόνια άκουγα σχετικές ιστορίες, αλλά ποτέ δεν έτυχε να γνωρίσω κάποιον από το Αγρίνιο. Στο δεύτερο τεύχος του Αντίδοτο λύθηκαν σε μεγάλο ποσοστό. Συνέντευξη με τους βασικούς εκπροσώπους του σήμερα και αφιέρωμα στην πανκ σκηνή της απομονωμένης για εμάς πόλης, αναφορές στην ιστορία του αντιεξουσιαστικού/ αναρχικού χώρου στο Αγρίνιο, που πάντοτε ήτανε ενεργός και στον τομέα της μουσικής. Αλλά και συγκλονιστική αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο για τα όσα συνέβησαν προ ετών με τους τζάμπα μάγκες του Καρατζαφέρη και τις συνήθεις πλάτες της αστυνομίας.
Μην νομίσετε όμως ότι το Αντίδοτο είναι ένα βαρύ και βαρετό fanzine γεμάτο από ιδεολογικά κωλύματα και τακτικές περιχάραξης αισθητικής. Τα fanzine έχουν μακρά παράδοση στο καλό χιούμορ. Στην θεμιτή πλάκα. Με αυτό το πρίσμα γράφεται ένα -κατά τα λοιπά μουσικά απόλυτα εύστοχο άρθρο- γύρω από τις "φασολάδες". Δηλαδή τα ποπ και ροκ τραγούδια που επιμένουν να χρησιμοποιούν αποκλειστικά την αρχέτυπη συγχορδία φα-σολ-λα μινόρε... Επιτέλους γίνεται το ξεκαθάρισμα. Διαολοστέλνονται οι Πυξ Λαξ και οι Blue Oyster Cult, και στο θρόνο ανεβαίνουν οι Δράκατορ και οι Χαοτική Διάσταση. Επικών διαστάσεων άρθρο, απόλυτα απολαυστικό. Από κοντά και το σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες, δια του οποίου οι Γενιά του Χάους περνιέται από πολλές περισσότερες από 14 γενιές. Είχα την σχετική εντύπωση, αλλά στις σελίδες του Αντίδοτο το επιβεβαίωσα. Η ρήξη της Γενιάς με τους τωρινούς εκπροσώπους του χώρου από τον οποίο προήλθε είναι οριστική.
Εξαναγκάζω τη Ροζίτα να διαβάσει σε ένα Σ/Κ μέσα και τα δύο τεύχη του Αντίδοτο και τελικά... μου την φέρνει. Τα παιδιά που γράφουν εδώ --μου λέει- σε αρκετές περιπτώσεις δεν βάζουν το ονοματεπώνυμο τους, όχι για να γράψουν ανώνυμα, αλλά γιατί ακριβώς δεν χρησιμοποιούν την υπογραφή τους στο fanzine ως μέσο αυτοπροβολής και μελλοντικής εξαργύρωσης. Εσύ...- μου λέει- παντού μας κοτσάρεις φαρδιά-πλατιά το όνομα σου, μην τυχόν και σε μπερδέψουμε με κάποιον άλλον. Δεν αντιλέγω. Προσέχω μάλιστα ότι τα άρθρα άποψη-επίθεση είναι ενυπόγραφα -όπως θα έπρεπε να είναι-, ενώ όπου απουσιάζει η υπογραφή θα ήταν πραγματικά μέσο αυτοπροβολής και μόνο. Και η αυτοπροβολή απουσιάζει από το Αντίδοτο.
Σε κάποιο σημείο του άρθρου γύρω από το DIY ο συντάκτης -ενυπόγραφα και επώνυμα- υπογραμμίζει: "αυτό που λείπει και αφήνει το πεδίο ελεύθερο σε κάθε παπάρα ή αποτυχημένο wanna be δημοσιογράφο να λέει ό,τι θέλει είναι ότι δυστυχώς δεν υπάρχει συνεπής και οργανωμένος από τη δική μας πλευρά (αντί) λογος την πλευρά όλων αυτών που θέλουμε και μαχόμαστε για μία αυτοοργανωμένη σκηνή, δημιουργική και ανατρεπτική". Τίποτε περισσότερο δεν μένει να ειπωθεί. Όσο υπάρχουν -και πάντα θα υπάρχουν- fanzine με το ιδεολογικό, γνωστικό και ψυχικό υπόβαθρο που έχει το ΑΝΤΙΔΟΤΟ, ο καθένας που επιλέγει να ενημερώνεται, να εξαγριώνεται και να καθοδηγείται από τους δημοσιογραφίσκους των πληρωμένων γευμάτων σε trendy ταβέρνες, της τζάμπα συναυλίας και του "στείλε-μου-το-cd-σπίτι-να-γράψω-και-μετά-να-το-πουλήσω-στον-Ζαχαρία" είναι άξιος της κακής του της μοίρας.
Άργησα να ανακαλύψω αυτά τα δύο πρώτα τεύχη και άρα να τα παρουσιάσω. Ουδόλως ανεπίκαιρα όμως είναι. Κάθε άλλο. Διαπιστώστε το. Περιμένω με περισσή αγωνία το τρίτο τεύχος.