Μαθήματα Ζωγραφικής, Χίος 1981
Με αφορμή την έκδοση αυτή, ο Αναστάσιος Μπαμπατζιάς εκδηλώνει την αγάπη και τον θαυμασμό του για έναν σπουδαίο (και ίσως παρεξηγημένο) ζωγράφο
Σαφώς έχουμε να κάνουμε με ένα εξαιρετικό βιβλίο που κυκλοφόρησε πρόσφατα. Μιλώντας για αυτό έχουμε μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να πούμε δυο λόγια για τον πολύ σημαντικό ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη.
Ο Γιάννης Τσαρούχης, τουλάχιστον ως όνομα, είναι γνωστός σχεδόν σε όλους. Είναι πια κατά κάποιο τρόπο ένα σύμβολο, ένα αρχέτυπο της νεοελληνικής ζωγραφικής. Εκτός όμως από το όνομα δεν θα ήταν καθόλου άσχημο να γνωρίζουμε, να έχουμε όλοι μια κάποια εμπειρία του έργου του και τι σημαίνει αυτό το έργο για την σύγχρονη τέχνη στην Ελλάδα (και όχι μόνο στην Ελλάδα).
Ο Γιάννης Τσαρούχης είχε και έχει φανατικούς θαυμαστές αλλά και «εχθρούς». Και στις δύο κατηγορίες (κυρίως βέβαια στη δεύτερη) συναντούμε περιπτώσεις που ουσιαστικά δεν κατάλαβαν με τι έχουν να κάνουν. Οι θαυμαστές του είναι πολλοί. Δεν είναι όμως πολλοί αυτοί που καταλαβαίνουν γιατί τον θαυμάζουν. Τους περισσότερους κυρίως τους φτάνει αυτή η φιλολογία περί ελληνικότητας. Ένας όρος που επίσης δεν είναι και πολύ κατανοητός. Θα έλεγα ότι είναι παρεξηγημένος. Οι «εχθροί» του σαφώς και δεν τον καταλαβαίνουν γιατί αλλιώς θα ήταν αδύνατον να μην τον εκτιμούν τουλάχιστον. Αυτοί είναι κυρίως υπέρμαχοι μιας πρωτοπορίας που δεν αποδέχεται χαρακτηριστικά εντοπιότητας και που θέλει μια τέχνη με το στανιό ενιαία και παγκόσμια. Έλα όμως που η τέχνη γίνεται πραγματικά παγκόσμια, αφορά δηλαδή τους πάντες, όταν αποδέχεται, όταν κυρίως αντιλαμβάνεται, τις ρίζες της. Η τέχνη δεν γεννιέται από το μηδέν, δεν ξεπετάγεται ξαφνικά μέσα από ένα λάχανο, είναι συσσώρευση γνώσης πάμπολλων ανθρώπων και γενεών. Αφορά τους πάντες όταν είναι πραγματικά σπουδαία, όταν υπερβαίνει τις προσωπικές φιλοδοξίες. Όταν αντλεί αξίες και ποιότητες από τα βάθη, με κόπο, πίστη και θέρμη. Από που θα αντλήσει λοιπόν ο καλλιτέχνης αν απαξιώνει το παρελθόν (μερικές φορές με συγκατάβαση-ακόμα χειρότερο αυτό) και αποστρέφεται την καταγωγή της τέχνης;
Τα θυμίζει αυτά ο Τσαρούχης χωρίς ποτέ να μασάει τα λόγια του και χαλάει τη ζαχαρένια πολλών υπέρμαχων της ψευδοπρωτοπορίας που αγοράζεται και πωλείται και που είναι πιο ακαδημαϊκή σήμερα και από την πιο «συντηρητική» ζωγραφική. Μάλιστα λέει κάτι πολύ έξυπνο με το αδίστακτο χιούμορ του. «Η μοντέρνα τέχνη ξεχνά να είναι τέχνη και είναι μόνο μοντέρνα»!
Ότι και να λέμε, η ποιότητα του έργου του είναι πραγματικά υψηλή. Και το λέω αυτό με σιγουριά και ειλικρίνεια. Εδώ το υψηλή σημαίνει στ’ αλήθεια αυτό που σημαίνει. Ο Τσαρούχης αγάπησε την τέχνη της ζωγραφικής και την υπηρέτησε μέχρι την τελευταία ανάσα. Είχε μεγάλους δασκάλους αλλά δίδασκε και ο ίδιος τον εαυτό του εφ’ όρου ζωής. Μάθαινε με πάθος ότι μπορούσε να βρει και να απορροφήσει που αφορούσε την ιστορία της ζωγραφικής και τις πρακτικές της. Και αυτή η αναζήτηση τον οδήγησε στην ελληνική ζωγραφική και το απώτατο παρελθόν της. Κάπου λέει μέσα σε τούτο το βιβλίο ότι δεν τον ενδιαφέρει το ελληνικό αλλά το καλό. Το καλό όμως τον οδηγεί στο ελληνικό. Τώρα τι είναι αυτό το ελληνικό βέβαια είναι μια τεράστια συζήτηση. Και μέσα από τα μαθήματα που παραδίδει ο Τσαρούχης εδώ αυτή η συζήτηση και γίνεται και απαντήσεις δίδονται.
Αυτά τα μαθήματα είναι ουσιαστικά μια ιστορική αναδρομή η οποία ξεκινά από τις απαρχές, από τα πρώτα δείγματα που έχουμε της ζωγραφικής που έγινε σε αυτόν τον τόπο που ζούμε πριν από πάνω 3000 χρόνια και ολοκληρώνεται σχεδόν στο σήμερα με τον Θεόφιλο και τις αναφορές που γίνονται στον Πικιώνη ο οποίος είναι και ο εισηγητής του νέου πνεύματος του 20ου αιώνα στην Ελλάδα, αλλά έτσι όπως αυτός το χώνεψε και το συνέδεσε επιτυχώς με το ελληνικό στοιχείο θέτοντας βάσεις στιβαρές για μια νέα ελληνική τέχνη.
Ότι διαβάζουμε έχει τη ζωντάνια, την ομορφιά και τις χαριτωμένες απροσεξίες του προφορικού λόγου, αφού τέτοιος είναι. Το κείμενο είναι απολύτως ακριβές σε σχέση με τις διαλέξεις και τις συζητήσεις που έγιναν με μαθητές από τις οποίες και απομαγνητοφωνήθηκε. Αυτό το κάνει να έχει μια χάρη ιδιαίτερη γιατί σχεδόν δημιουργείται η αίσθηση ότι ο Τσαρούχης μας απευθύνεται άμεσα, μιλάει μαζί μας.
Και μιλάει με όρεξη. Χαίρεται για αυτό που κάνει κυρίως γιατί ενθουσιάζεται με τη ζωγραφική και την ειδική ομορφιά της την οποία θέλει να την αναδείξει, να μας την αποκαλύψει. Μια ομορφιά που δεν είναι εύκολο να την προσεγγίσει κανείς χωρίς να έχει έναν οδηγό ικανό που θα μας παρασύρει σε αυτήν. Χρειάζεται μύηση. Και ο Τσαρούχης είναι οδηγός, μύστης και ιερέας της θρησκείας της ζωγραφικής.