Καίτη Βροχίδου [1951-2011], μια άγνωστη ποιήτρια
Όλα άρχισαν σε κείνες τις περίεργες βραδιές του Jazz on the Hill και των Μουσικών του Κόσμου. Σίγουρα βοήθησε και ο Δημήτρης Κοπαράνης με τις λιχουδιές του και ο Γυμνός Βασιλιάς της Ερατεινής Πιερίας που ήπιαμε οι τέσσερις, κάνοντας μεταμεσονύχτιο πικ-νικ στο παγκάκι, μπροστά στο γυάλινο φωταγωγημένο θερμοκήπιο του Βαρώτσου.
Το πρώτο μήνυμά της [29/07/2011] είχε τίτλο "αργώ αλλά δεν ξεχνώ" κι ως εξιλέωση για την καθυστέρηση, αφιέρωσε τους παρακάτω στίχους του Ομάρ Καγιάμ από το έργο του Ρουμπαγιάτ:
"Με χρώμα και ροδόσταμο, πλανεύτρα, αστραφτερή,
έφτιαξ' ο Πλάστης-μάστορας την όμορφη ζωή!
Κι έρχονται τώρα και σου λεν "μακριά απ' τις ηδονές".
Κρατάς την κούπα ξέχειλη χωρίς να πιεις κρασί;"
Ακολούθησε μια δική της "Μνήμη νυχτερινή απ' τη Σκόπελο" [05/09/2011], ανάμνηση από μια ορεινή σκοτεινή διαδρομή στο όρος Δέλφη λίγο μετά τα Σεντούκια, κάνοντας μοτοκρός μ' ένα σκούτερ. Ήταν μια έκπληξη, ένα δώρο αναπάντεχο...
Η Νυχτερίδα
Εψές τη νύχτα πέταξε μπροστά μας μια νυχτερίδα
κουβαλώντας μαζί της λίγα αστέρια,
ένα κομμάτι βελούδινη νύχτα,
δυο φύλλα μουριάς
και το ελάχιστο τιτίβισμα ενός πουλιού,
την ώρα που τα σπουργίτια αναστενάζουν στον ύπνο τους.
Μπορεί και ν' αφουγκράστηκα κείνο που είδα μπρος μου.
Μπορεί και να φοβήθηκα
το μακρινό, το ωραίο, το άγνωστο...
Τόσα πολλά που γίναν μέσα μου...
Ντρέπομαι μη και με δει κανείς
να περπατώ στους δρόμους σαν πουλί.
Ντρέπομαι γι' αυτή την παιδική μου ελαφρότητα.
Λοιπόν δε χόρτασα.
Ξεχνιέμαι κοιτώντας ένα σύννεφο στη Δύση...
Δε μ' αφήνει να σοβαρευτώ,
παρ' ότι αισθάνομαι τον ερχομό της νύχτας
πίσω απ' όλες τις λάμψεις,
παρ' ότι είναι μια γεύση διάχυτη στον αέρα
από γαλαζόπετρα και τριμμένη κανέλα.
Τι δύσκολα που 'ναι τα λόγια, δε νομίζεις;
Ο σωστός μας λόγος
μονάχα στον εαυτό μας απευθύνεται
ή τουλάχιστον μονάχα ο εαυτός μας τον ακούει σωστά.
Όλα τ' άλλα μικρές ή μεγάλες προφάσεις,
παζαρέματα, μεταμφιέσεις...
Όλα αποσύρονται με τον καιρό...
Σαν τα ποντίκια, σαν τους αυλοκόλακες ή σαν τα κύματα.
Μόνο μια μυρωδιά από αλάτι απομένει.
Το αλάτι στο ψωμί, στο νερό, στον αέρα.
Αυτό που λέμε ελευθερία, χωρίς να ξέρουμε
τι είναι και τι ζητάμε.
Νά 'τανε λες η νυχτερίδα εκείνη ελεύθερη;
Ήτανε, έπρεπε να τό 'χα καταλάβει εξαρχής.
Ας μπορούσα λίγα να πάρω από το πέταγμά της...
Μετά ήρθε ένα δεύτερο κύμα [11/09/2011] παλιρροιακό. Από μια σεπτεμβριάτικη πανσέληνο [σχεδόν] στην παραδείσια ακτή πριν τη Νέα Φώκαια. Το έξυπνο κινητό να παίζει "δε χωράς πουθενά", "ώσπου να θυμηθώ, θα περιμένω" κι άλλα παρόμοια.
Άγγιγμα...
Κι αν ήμουνα σαν το αποδημητικό πουλί
που σε μιαν άνοιξη μπορεί
να ταξιδέψει τις Ινδίες, την Αίγυπτο και την Ελλάδα,
κι αν συμμαζεμένη στον εαυτό μου
ετοιμαζόμουνα να ταξιδέψω
πιο πέρα απ' όλους τους κλειστούς ρυθμούς του κόσμου,
το μερτικό μου να γυρέψω απ' τα σκοτάδια,
τάχα γιατί να αναβάλω το μεγάλο βήμα;
Τώρα πια δε φεύγω από κοντά σου,
γιατί έχω κάνει απ' την καρδιά μου ένα αλώνι
και με κλειστά τα βλέφαρα σε αγναντεύω
και σε κοιτάω με σφαλισμένα μάτια
και δε χορταίνω να σε βλέπω
ολοένα να χορεύεις πάνω στην καρδιά μου.
Από κοντά σου πια δε φεύγω
κι ας πάρω το μερτικό μου
από τ' αστέρια μόνο...
Κι ύστερα η άβυσσος, η ψυχή και το χάος... Οι πειρατές του Αιγαίου, οι καββαδίες των ωκεανών, οι ιθάκες των Σποράδων...
Αυταπάτη...
Όπως από ρωγμή αιφνίδια
μπαίνει το κύμα στο καράβι
κι ολοένα βουλιάζει,
έτσι έμπαινε, θαρρώ, αδόκητα
ο ήλιος στην καρδιά μου
σ' εκείνο το πράσινο νησί.
Και κάθε φορά μες στα νερά του
έπνιγα την μέσα μου βοή
και τράβαγα έξω απ' το χρόνο,
μακριά από μορφές του παρελθόντος,
με πεταμένες, δίχως θόρυβο, στη γη τις αλυσίδες.
Και ταξιδέψαμε το νου και το κορμί
καθένας μας στη δική του αρμονία ζυγιασμένος.
Κι έζησα το όνειρο...
μέχρι που ο ήλιος πύρωσε στο βασίλεμά του...
Τρελή Αυταπάτη.
Ε, και;
Δεν έχει και.
Τώρα η ψυχή βουβή, σκόρπια,
μετράει τα βήματά της
έτοιμη το φόρο της να δώσει.
[08/10/2011]
Δεν ξέρω τι άλλο να πω. Διάλεξα αυτήν την ημέρα που είναι η παγκόσμια γιορτή της ποίησης και εαρινή ισημερία για να σας παρουσιάσω την άγνωστη αυτήν πλευρά της Καίτης Βροχίδου [1951-2011]. "Περιουσία μας είναι ό,τι έχουμε χάσει" δια χειρός Γιάννη Βαρβέρη.