Μαρία Αρχιμανδρίτου : Νησώδης μνήμη
Νησώδης Μνήμη: απόσπασμα από το πεζο-ποίημα της Μαρίας Αρχιμανδρίτου σε πρώτη δημοσίευση
ΝΗΣΩΔΗΣ ΜΝΗΜΗ Ι
Φυσάει στο Σικάγο και μέσα μου ο Βαρδάρης τα κύματα σηκώνει. Η λίμνη μουρμουρίζει περιπέτειες του γλυκού νερού καθώς αλήτης ο Θερμαϊκός μια βάρκα βασανίζει. Τους προσφιλείς ανέμους μου ευχάριστα φροντίζω. Εκείνον τον τραχύ και βιαστικό στη Σαμοθράκη τον φωνάζω Β-Ουρρρ, χρόνια δεν συναντιόμαστε μα ξέρω με θυμάται. Φυσάει στο Σικάγο κι αυτό το gospel στ' αυτί μου εύχεται μ' εξαίσια φωνή. Χορεύει το μετάξι στο πουκάμισο μια γλυκειά θλίψη ανάλαφρη σαν ξεχασμένη από μιαν άλλη άνοιξη δική μου πεταλούδα. Φυσάει και σηκώνονται ψηλά φαρδιά φουστάνια αισθήματα, ενώ της θέλησης τα πόδια στα βήματα επιμένουν. Από ένα ποίημα ξεκολλούν τα φύλλα ενός φθινοπώρου και ψάχνουν μες στις λέξεις μου το δάσος. Συχνά επιμένω να ξεχνώ καθώς ο Vattimo στην transparent society επιμένει. Φυσάει στο Σικάγο και πάνω απ' τις μεταμοντέρνες βεβαιότητες, το εφήμερο ανυψώνει...
ΝΗΣΩΔΗΣ ΜΝΗΜΗ ΙΙ
Ένα βράδυ γεννήθηκε ένα όνειρο τρομακτικό: η πραγματικότητα είχε γίνει ένας απόκρημνος βράχος που πάνω του ήταν αλυσοδεμένοι οι άνθρωποι. Ένας γύπας κάθε πρωί τους έτρωγε τη μνήμη: δίχως το βάρος του χθες άρχιζαν εύκολα την κάθε ημέρα και μπορούσαν στη χαρά να αφήνονται. Δίχως τη γνώση του χθες κόπιαζαν κάθε φορά από την αρχή στη λύπη. Τη νύχτα το φεγγάρι τους ξανάτρεφε τη μνήμη. Έρχονταν λέξεις εύθυμες όπως και λέξεις του θυμού, της απορίας, της ντροπής και γνώση της ζωής, διαβάζονταν τα λάθη... ώσπου ο γύπας ελευθέρωνε απ' τον πόνο και τιμωρούσε απ' την αρχή με νέα λάθη. Ξύπνησα ιδρωμένη. Όλη τη μέρα έσκαβα στη μνήμη χαμένα ονόματα και απωλεσμένους τόπους. Όλη τη νύχτα λύπες επούλωνα.
Μαρία Αρχιμανδρίτου