Mark Simpson - Ο άγιος Morrissey
(Εκδόσεις 'Γοργώ')
Αγόρασα το βιβλίο πιστεύοντας ότι μάλλον θα πρόκειται για ένα λατρευτικό παραλήρημα στα trivialities του μορισεϊκού μικρόκοσμου. Να που όμως το περιεχόμενό του με διέψευσε ευχάριστα. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε ένα βιβλίο 300 σελίδων και βάλε να γεμίσει μόνο με μονοσήμαντες και ανούσιες αγιοποιήσεις. Αντίθετα, ο Mark Simpson -δηλωμένος αμετανόητος φαν- καταπιάνεται με ευσυνειδησία σε μια ακριβέστατη σκιαγράφηση και ερμηνεία του 'φαινομένου' Morrissey, από τα γεννοφάσκια του μέχρι τα zero's years. Και μαζί με αυτόν καρατόμησε με το νυστέρι όλη την ψυχοκοινωνική παθογένεια της παρακμάζουσας αγγλικής εργατικής τάξης, αλλά και της παρακμάζουσας εν γένει 'βρετανικής αυτοκρατορίας'.
Τι οιδιπόδεια -και κόντρα 'αρνητικά' οιδιπόδεια συμπλέγματα- τι σαδιστικά εκπαιδευτικά συστήματα, τι μεταβιομηχανικά τοπία κατάθλιψης, όλες οι δοκιμασμένες θεωρίες αποτυχίας και απόρριψης επιστρατεύονται για να εξηγήσουν την ιδιόρρυθμη διαδρομή του. Που δεν θα ήταν όμως τίποτα χωρίς την pulp υποκουλτούρα μιας λαϊκής τάξης που έπαιρνε τον κατήφορο, ρουφώντας τον μαζί της στο γλυκόπικρο ψευτο-γκλαμ κόσμο των ορκισμένων losers, σαν σκοτεινή καταδίκη μα και γλυκιά εκδίκηση.
Τα χαμένα νιάτα στις άσημες ταινίες αγγλικού νεορεαλισμού, η άξεστη προκλητικότητα των New York Dolls, το υπερβατικό φάντασμα του Όσκαρ Ουάιλντ, η ναρκισσιστική μαγκιά του μακαρίτη James Dean. Καταλύτες που δεν άφησαν τον Morrissey να αποχαιρετήσει το no future τοπίο του Μάντσεστερ πλέκοντας κερτικές αγχόνες, μα να αποχωρήσει από τα εγκόσμια με έναν πιο ευχάριστο και πιο επώδυνο συνάμα τρόπο: Κλείστηκε δια παντός στο καβούκι του, απολαμβάνοντας την ειρωνεία τού να βιώνει την πιο σκληρή μοναξιά, την ίδια στιγμή που λατρεύεται παράφορα από χιλιάδες φαν, παραμένοντας όμως απρόσιτος κι ερμητικά κλειστός. 'Μου στερήσατε τα πάντα, θα σας στερήσω λοιπόν κι εγώ τον εαυτό μου', η τελεσίδικη ετυμηγορία του.
Ασυμβίβαστος με τις πιο βασικές συμβάσεις, ο Morrissey δε διστάζει να θυσιάσει την ίδια του τη σεξουαλικότητα προκειμένου να μην περιχαρακώσει εαυτόν σε ερωτικές πεπατημένες, είτε με το αντίθετο ή και με το ίδιο φύλο - αφού και οι πιο 'ακραίες' συμπεριφορές έχουν πλέον αλωθεί από στερεότυπα. Με τις προτιμήσεις του να ρέπουν αναμφίβολα στο ανδρικό φύλο - τα ανδροπρεπή τσογλάνια ήταν πάντα το άπιαστο φετίχ του (ειδικά σε αυτό το σημείο, συγγραφέας και μεταφραστής υπερέβαλαν εαυτούς σε μια gay σημειολογία που πιθανώς να ξενίσει τους ανεξοικείωτους), ο Morrissey τελικά δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να προστατεύει, μα και να στερεί συνάμα από τον εαυτό του τον κίνδυνο της ένωσης με έναν άλλο άνθρωπο - παραμένοντας εγκλωβισμένος στο μοναχικό κλουβί της αυτολατρείας κι αυτοαπόρριψης.
Μοναδική επαφή που επέτρεψε στον ίδιο και στους οπαδούς του, τα ξεροκόμματα των θεσπέσιων στίχων του, χολερή κοινωνία αγιάτρευτης θλίψης και ιδιοφυούς σαρκασμού.
Κάπως έτσι κι ακόμα καλύτερα φωτίζει ο Mark Simpson, με επιστημονική θα 'λεγες συνέπεια, τα μορισεϊκά σκοτάδια, με εμπεριστατωμένες απόψεις και γοητευτικές λεπτομέρειες - χωρίς να περιορίζεται στον αγαπημένο του τραγουδοποιό, μα σχολιάζοντας με πλούσιες γνώσεις και περίσσια αυτοπεποίθηση το σύνολο της αγγλικής μουσικής σκηνής. Κι όλα αυτά με έναν λόγο αιχμηρό και χειμαρρώδη, που ώρες ώρες γίνεται πραγματικά απολαυστικός.
Όλα αυτά όμως θα ήταν σαν την τούρτα χωρίς το κερασάκι, αν ο συγγραφέας δε φρόντιζε να διανθίζει τις διηγήσεις του με συνεχείς αναφορές στους στίχους του και στις δηλητηριώδεις ατάκες του στον τύπο. Έτσι η πεζή μορισεϊκή καθημερινότητα ανυψώνεται σε πηγή έμπνευσης της περίφημης στιχουργίας του, γεγονός που αρκεί από μόνο του για να παίξεις όλη τη δισκογραφία των Smiths και του Morrissey στη σειρά: Αντί για τη γνώριμη συγκίνηση της ταύτισης με προσωπικά ανομολόγητα βιώματα, για πρώτη φορά έχεις την ευκαιρία να αφουγκραστείς τα δικά του, προσωπικά νοήματα.
Και να περιπλανηθείς σε αυτήν την άκρως διεισδυτική διαδρομή, του 'συνηθισμένου' προβληματικού εφήβου που μετατράπηκε σε λατρεμένο έκπτωτο άγγελο, εστεμμένο επάξια με το πιο λαμπερό -αγκάθινο- στεφάνι της ποπ μουσικής.