Τα τριαντάφυλλα ανθίζουν πια, όλες τις εποχές του χρόνου
Ο αισιόδοξος αλλά και γεμάτος αυτοπεποίθηση τίτλος του άρθρου μου, αναφέρεται στην παρουσίαση της τελευταίας ποιητικής συλλογής της Μαρίας Αρχιμανδρίτου "H κατίσχυση των ρόδων" από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη, που κυκλοφόρησε τον Δεκέμβρη του 2002. Πρόκειται για μια πολύ ώριμη δουλειά που μυρίζει πάθος, ζωντάνια, έρωτα και δίψα για ζωή, θαλερή και γεμάτη ευωδιές. Σκοπός αυτού του κειμένου είναι να σταχυολογήσει τις εποχές και τους μήνες του χρόνου, όπως αυτοί/ές παρουσιάζονται - πραγματικά ή συμβολικά - μέσα από τους στίχους των ποιημάτων της προαναφερθείσας συλλογής.
Θα περιμένατε βέβαια σ' ένα τέτοιο μπουκέτο από περιφραστικά τριαντάφυλλα να κυριαρχεί απερίφραστα η άνοιξη. Λάθος! Ο χειμώνας έχει κατισχύσει επί των άλλων εποχών. Ολοκληρωτικά ή σχεδόν...
Σαν χιόνι στο χειμώνα υπάκουο
στέκει ο καιρός στα χέρια μας
κι έξω η βροχή ξεσπάει την οργή της στο Δεκέμβρη.
Μια μεταμέλεια τα βήματα μαζεύει απ' τα σκαλιά,
το χρόνο.
Η επικυριαρχία και η ανωτερότητα του βασιλέα των εποχών είναι απαραίτητη για τη φύση και την συνέχιση των κύκλων της ζωής. Καίτοι θαρρούμε πως όλα συρρικνώνονται και μαζεύονται το χειμώνα, εντούτοις απλώς κουκουλιάζουν, ανασυντάσσονται, μαζεύουν υπομονετικά τους χυμούς τους για να τους ξοδέψουν αφειδώς στις αποχές που ακολουθούν. Η φύση ναρκώνεται, οικονομεί από το θάλπος της, και ονειρεύεται το επερχόμενο θάμβος της.
Σοφός από βροχές χειμώνας που στη μνήμη ενδίδει
ποιος ύπνος στα όνειρά σου ανθίζει να ρωτώ...
[από τις Χειμέριες έλξεις]
Η σωφροσύνη και η εμπειρία του χειμώνα πέρασε ως κληρονομιά και στο ανθρώπινο είδος. Που πάντ' ακολουθεί με βήμ' αργό.
Καιρός πολύς χειμώνιασε στη σκέψη τους
Ώσπου να μάθουν οι άνθρωποι
Πως στη ζωή τους να υπακούουν όφειλαν
Και τέτοια προσταγή ν' αδειάζουν από πράξη.
[από την Προσταγή αυτοκτόνο ή Η βυζαντινή προέλευση της αράς "άι τσακίσου"]
Και να που έρχεται η άνοιξη και όλα δικαιώνονται υποχρεωτικά. Κυοφορούνται υποχρεωτικά. Ανθίζουν υποχρεωτικά. Θάλλουν δε θάλλουν, θέλουν δε θέλουν.
Μα αν είναι ο Απρίλης δέσμιος της άνθισης
Δηξίθυμον έρωτος άνθος
Με τα λογάκια αμάραντα μιλά
Τον κίνδυνο τεντώνοντας ώσπου να σπάσει...
[από το Εύφημον ήμαρ]
Όμως η φύση και πάλι νοσταλγεί κι αναπολεί τις μέρες του χειμώνα. Το άστατον των καιρικών φαινομένων δεν είναι προϊόν βομβαρδισμών και ληγμένων ραδιενεργών ουσιών. Είναι μια μετάλλαξη που συντελείται αυθαίρετα. Ποιητική αδεία.
Από το Μάιο κατάγομαι
κι έξω ο καιρός
διστακτικά δανείζει μέρες στο Δεκέμβρη
[από την Πρόζα με happy end]
... όμως να το ξηλώνει το αλίμονο ο καιρός μπορεί
και μεις γι' αυτό το Μάιο αθετούμε...
[από το Έμοιαζε με ταξίδι]
Η άνοιξη τελειώνει κι ο απολογισμός είναι οικτρός. Σκέτη τραγωδία. Μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, μέγεθος εχούσης, χωρίς εκάστω των ειδών εν τοις μορίοις, δρώντων και ου δι' απαγγελίας, δι' ελέου και φόβου περαίνουσα, την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν.
Τι αποτυχία παταγώδης
Μια άνοιξη που προσπαθεί να μιμηθεί
τον εαυτό της
λέξη λέξη!
...
Μια υπερόπτης επανάληψη της άνθισης
μίμηση ασφαλώς επιτυχής
μα ωστόσο ζωοφόρος αυταπάτη
που ευγενικά θωπεύει η εύνοια
του κάθε επελθόντος Ιουλίου... [από την Αειθαλή μίμηση]
Το καλοκαιράκι χαίρεται απλά την αγρανάπαυση και το μέστωμα των καρπών μεσουρανεί. Η έπαρσις έχει και πληθυντικό αριθμό. Οι επάρσεις, άρσεις και εξάρσεις.
Γεωγραφία ημερών πολυπληθών το καλοκαίρι σου... [από την Άννα σαν φεγγαρόπετρα ή Μουσική κινδύνου]
Αν δικαιώθηκε το θέρος είναι γιατί ευθαρσώς ωρίμασε [από το De lege ferenda υπέρ του θέρους]
Ξαπλωμένοι στο γρασίδι, κοιτάμε νωχελικά τα φορτωμένα κλαριά με φόντο το στερέωμα. Κλείνουμε τα μάτια και περιμένουμε να μας βαρέσει κατακούτελα ένα φρούτο. Τα όνειρά μας κάνουνε φλας μπακ αντί για φλας φόργουορντ.
Στιγμές απόγονοι του θέρους
έναν καινούργιο Αύγουστο ενθαρρύνουν.
...
Όμως το τώρα θα το πω με λόγια ξαφνικά
και τον Απρίλη σου θα τον τρομάξω
με μια ανθοφορία απρόσμενη
που γιασεμί θα λέω και παράφορα θ' ανθίζει...
[από το Ως μέλλον υπόσχεται / της Κατερίνας]
Και να που η Τροία πάλι καίγεται. Η Ρώμη μόνο στ' όνειρό σου βασιλεύει. Ο χινόπωρος καταφτάνει, ξεσκονίζει και ξεσκαρτάρει τις φύρες, προετοιμάζοντας τον ερχομό του νέου βασιλιά. Οι εφιάλτες καραδοκούν.
Βαθαίνει το φθινόπωρο στη λήθη που πονεί
και μες στο ύπνο τα όνειρα παλεύω [από Το τραγούδι της λήθης]
Ο Νοέμβριος είναι το κατώφλιο της νέας ζωής. Διαθέτει κάτι από την πρώιμη σοφία του χειμώνα, αλλά στέκει ανάμεσα στις εποχές ανήμπορος να πάρει θέση υπέρ της μιας ή της άλλης. Είν' εκεί και δεν είναι. Θά 'θελε νά 'ναι παρακεί και δε θά 'θελε.
Όταν ο χρόνος ωριμάζει το Νοέμβρη
και σκύβει ο κέδρος απ' τη μέρα να περάσει... [από το Μεταλλάσσω]
Άδικος μήνας ο Νοέμβρης,
και η ζωή χλωμή σαν απορία
τον πυρετό σου καίει στο μέτωπο. [από τον Στρατιώτη Ματίας Ροτ]
Η χειμωνιάτικη μελαγχολία είναι αιώνια όσο και προσωρινή. Η φύση υποκάτω οργιάζει και μηχανορραφεί υπέρ της παγίωσης της δικτατορίας των ροδοπέταλων θάμνων. Οι χαμένοι παράδεισοι μας περιμένουν. Vinceremos δις.
Έπεσε έξω από τη μέρα
Και δεν πρόλαβε το φως.
Στα σκοτεινά ευδαιμονεί
Στα σκοτεινά λυπάται. [Paradise Lost]
Χαμένα στη νύχτα, δεν κυλιούνται πια τα ρόδα στα σκυλάδικα. Οι χαρτοπετσέτες είναι υπερήφανες που τα εκτόπισαν.