Φιλία 5 - 68
Ολιβιέ Ρολέν - Χάρτινη τίγρη
Το κείμενο του παρελθόντος στη μνήμη μου είναι εντελώς παραμορφωμένο, τσαλακωμένο. [σ. 37]
Ένα αυτοκίνητο διασχίζει μέσα στη νύχτα τον περιφερειακό του Παρισιού. Εκφράσεις και σύμπλοκα συντροφεύουν την μεταφερόμενη προς εμάς εικόνα: περιφερειακή ροή ομαλή ροή` διαφημίσεις την καταφωτίζουν: ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ, PEUGEOT, ΠΡΑΤΗΡΙΟ ΒΕΝΖΙΝΗΣ, Α4-Α104, CANON, VOLVO, ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ, ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ ΕΙΔΗ, ΘΕΡΑΠΕΙΑ, SECURITAS. Ο αφηγητής απευθύνεται στη Μαρί, κόρη του Δεκατρία, αλλοτινό του σύντροφο σ' ένα άλλο Παρίσι, στον συναρπαστικότερο Μάιο της Ιστορίας του. Γνωρίζει καλά πως "νιώθουμε την επιθυμία να ακούσουμε να μιλούν για πράγματα μόνο όταν οι φωνές που θα μπορούσαν να μας τα μάθουν έχουν σωπάσει" και τώρα που ο πατέρας της δεν βρίσκεται στη ζωή αναλαμβάνει να της διηγηθεί όλα όσα έζησαν` στην ουσία να φέρει μαζί της κι ερήμην της εις πέρας "ένα πειραματικό πρόγραμμα σχετικά με τη μνήμη σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας". Θα ξετυλίξουμε όλη ετούτη την ιστορία σαν μια μολυβένια σφαίρα στην άκρη μιας σφενδόνας που πετά μακριά. ΛΟΓΙΣΜΙΚΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ, JVC, FORMULE 1, INN, ΕΤΟΙΜΟΠΑΡΑΔΟΤΑ ΦΑΓΗΤΑ, ΚΡΕΟΠΩΛΕΙΟ, ΠΤΥΣΣΟΜΕΝΟΙ ΚΑΝΑΠΕΔΕΣ, ΑΣΙΑΤΙΚΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟ... Τότε το σύνορο ανάμεσα στην πόλη και την περιφέρεια ήταν ακόμα έτσι όπως το είχαν περιγράψει ο Σελίν κι ο Σαντράρ, τώρα το ορίζουν οι νέον επιγραφές.
Πώς ξεκίνησαν όλα; Από την αποστροφή για τους επιφανείς την δυσπιστία για τους πιο επιφανείς, ακόμα κι απ' την πλευρά των διανοούμενων. Ενάντια στην ανανδρία όλων. Η Αντίσταση με τα κανόνα έμοιαζε πιο άξια σεβασμού και πιο χρήσιμη από εκείνες του Σαρτρ, του Μπρετόν και του Αραγκόν. Η μνήμη μειγνύει τα πάντα: τις συνομιλίες με τους κατοίκους των συνοικιών για τον "λαϊκό αγώνα", τις βραδινές φιλοτεχνήσεις των πολύχρωμων αφισών και τα ελαφρά μαστουρώματα από την μυρωδιά της κόλλας, τις νυχτερινές εξορμήσεις για αφισοκόλληση, με την αίσθηση ότι έκαναν περιπολία στο Πέτρογκραντ το 1917, ως Οι Δώδεκα του Αλεξάντρ Μπλοκ. Ο πατέρας της παραμένει φίλος του (εφόσον ο φίλος είναι αιώνιος), κι αμφότεροι ήταν οι τελευταίοι στον κόσμο δονικχώτες που ενδιαφέρονταν για την αιωνιότητα.
Τότε η επανάσταση ήταν "ένας τρόπος για να μάθει κανείς να πεθαίνει παρά προετοιμασία για την κατάληψη της εξουσίας". Εκείνες τις μέρες θεωρούσαν τον ύπνο επινόηση της αστικής τάξης, άρα οι νύχτες έμεναν ξάγρυπνες- συνήθεια που διατήρησε ως σήμερα, και την ώρα που οι ηλεκτρινές λυχνίες και οι φωτεινές διαφημίσεις στην κορυφή των πολυκατοικιών αναβοσβήνουν, όπως κι όλοι οι κάτοικοι, αυτός αρχίζει να διαβάζει, να μείνει ζωντανός. Τότε σταμάτησαν να πηγαίνουν στον κινηματογράφο γιατί η Επανάσταση δεν είχε καιρό για χάσιμο, ζούσαν σαν σε ταινία έστω και μικρού προϋπολογισμού. Μέσα στον αχό της αναταραγμένης πόλης οι δυο φίλοι έζησαν στο έπακρο την διαπλοκή αλλά και την αιώνια συμπλοκή έρωτα και επανάστασης - ενός έρωτα που άλλοτε άνθιζε στα οδοφράγματα κι άλλοτε σε τραβούσε μακριά απ' τις μάχες να προλάβεις να τον χαρείς:
Αριστερά σου, μετά από ένα τμήμα της βιβλιοθήκης όπου εκτείνεται ακατάστατα μια ολόκληρη ανθολογία βιβλίων σχετικά με τον πόλεμο στην Ισπανία, την Αντίσταση, την Κούβα, την Οκτωβριανή Επανάσταση, τους εξεγερμένους της Μαύρης Θάλασσας, τον πόλεμο στην Αλγερία, την Κίνα, το Βιετνάμ, τον αναρχοσυνδικαλισμό και άλλα τονωτικά θέματα, λοιπόν, μετά από αυτό το πολύ ταιριαστό προοίμιο ή προθάλαμο υπάρχει μια ανοιχτή πόρτα όπου εγγράφεται διαγωνίως το μισό μέρος ενός κρεβατιού πάνω στο οποίο διακρίνονται οι γυμνές γάμπες της Κλοέ, όχι το υπόλοιπο κορμί της. Και αυτές οι γάμπες κινούνται [...] Διπλώνονται, ξεδιπλώνονται, γλιστρούν, τρίβονται η μία πάνω στην άλλη. Όσο ηλίθιος κι αν είσαι, δεν σου διαφεύγει ότι αυτές οι γάμπες μιλάνε, και πιο συγκεκριμένα ότι μιλάνε σε σένα: και μάλιστα με αρκετή ειλικρίνεια. Δεν μιλούν με την ξύλινη γλώσσα των "συγκεντρώσεων" ούτε εκείνη στην οποία γράφεις το προπαγανδιστικό σου φυλλάδιο. [σ. 39]
Αυτή τη φορά ο Ρολέν διαλέγει έναν ακόμα πιο δαιδαλωτό αφηγηματικό τρόπο: απευθύνεται στην κόρη τού "13", γράφοντας όμως δευτεροπρόσωπα. Έτσι σε πλέκει ήδη σε μια συνεχή εγρήγορση, να μην ξεχνάς δηλαδή πως όσα θέλει να γράψει για το 68 κι όσα θέλει να πει στον φίλο του, πρώτα τα μεταφέρει στην κόρη εκείνου, της τα εμπιστεύεται ως παρακαταθήκη, κι ύστερα όλη αυτή την οδυνηρή και καθαρτήρια διαδικασία μάς την μεταφέρει μιλώντας στον ...εαυτό του. Η αυτοκίνητη πλοήγηση στο υπερμοντέρνο πια Παρίσι δημιουργεί την αίσθηση της ζάλης, η ίδια η γραφή γίνεται ζαλιστική, με πλάνα πάντα κινηματογραφικά, όπως άλλωστε και η ίδια η ζωή των τυχερών companieros - κάποια στιγμή ο αφηγητής μονολογεί πως θα του καλάρεσε να δει τον "ρόλο" του να παίζεται από τον Τρεντινιάν.
Κι έτσι η ιστορία της σχέσης των δυο αντρών φιλίας είναι και ιστορία μιας εποχής, μιας επανάστασης κι ενός ονείρου που δεν ήταν απλά χειροπιαστό αλλά κατοικούσε στα χαρακώματα των αστικών δρόμων, στα καφενεία, στις ταραχώδεις συνελεύσεις, στις διαδηλώσεις, στα διαβάσματα, στις εξάψεις για την Κόκκινη Ανατολή και τη Ρεαλιστική Ουτοπία και πάνω απ' όλα στην ιστορία μιας φιλίας, όχι μόνο του Μαρτέν και του Δεκατρία αλλά και της υπόλοιπης παρέας, της Ζυντίν, της Κλοέ, του Βέλγου, το Ζυλό και των υπολοίπων. Όλοι τους αφιέρωσαν της νεότητά τους εναντίον της ιμπεριαλιστικής τίγρης, μια τίγρη που έβλεπαν χάρτινη κι ίσως γι' αυτό κρατούσαν μόνο ψαλίδια.
ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ, ΚΑΖΙΝΟ, COMPUTERS, INTERNET, ΣΤΕΡΕΟΦΩΝΙΚΑ, NOKIA, ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ, ΤΡΑΠΕΖΑ, ....
Εκδ. Άγρα, 2005, μτφ. Άννα Τσέα, σελ. 302 [Olivier Rolin, Tigre en papier, 2002]