Φαντάζιο
Μάκης Πανώριος (επιμ.) - Το Ελληνικό Φανταστικό Διήγημα. Τόμος ΣΤ΄
Αριστερά, σκεπασμένα με πλαστικό κάλυμμα, μια στοίβα κόκαλα τοποθετημένα έτσι ώστε να σχηματίζουν μια πανύψηλη ντάνα. Στηθοκόκαλα, κλείδες, σπόνδυλοι, ισχιακά, ανώνυμα, ιερά: σκελετοί ξεκοκαλιασμένοι. Ανήκαν στους φίλους και συμμαθητές του. Μόνο που είχαν απωλέσει το σαρκίον τους μαζί με την ψυχή τους. Όταν άρχισαν να χάνονται αιφνιδίως, χωρίς καν να γερνάνε, άρχισε να καταρρέει και το πρόγραμμα. Τους είχανε φέρει για να διεκδικήσουν την [ΑΙΣΑΝΑΘΑ], μια εργαστηριακή πνευματική διεργασία επέκτασης της ζωής, κι εκείνοι αποδεκατίζονταν μήνα με τον μήνα ... γράφει ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης ["Το νησί του αείποτε", σ. 62], περιγράφοντας με τις λέξεις του την αποτυχία ενός φιλόδοξου πειράματος "Παλαιάς Γνώσης" και "Κυβερνογνώσης", αποτυχία προδιαγεγραμμένη από ένα σκεπτικό καθόλου ανθρωπιστικό.
Ένα άλλο επιστημονικό πείραμα, αυτή τη φορά απόλυτα πραγματικό, τεμαχισμένα σε κείμενα του Χρήστου Χρυσόπουλου διαβάζει παράλληλα τον εγκλεισμό αστροναυτών και εθελοντών επί 520 ημέρες σε εικονικό διαστημόπλοιο ως προετοιμασία για το ταξίδι στον Άρη [Πείραμα Mars500, 2007] και το Πείραμα του Στάνφορντ [1971], με τον περίφημο εγκλεισμό είκοσι τεσσάρων εθελοντών σε σωφρονιστικό κατάστημα μοιράζοντας τους ρόλους του φύλακα και του κρατούμενου. Εδώ οι δεκάδες διαφορετικές φωνές οδηγούνται από ξεχωριστούς δρόμους στην ίδια εφιαλτική κατάληξη του ψυχοσωματικού πνιγμού, καταγεγραμμένου επίσημα ως "ανικανότητα του πληρώματος". Τόσο οι δημιουργοί των εγκλεισμών όσο και όλοι οι ενορχηστρωτές των υπερφιλόδοξων προγραμμάτων αγνοούν την αναφερόμενη από τον Χ.Χ. φράση του Πεσσόα από την "Αγωγή του στωικού", πως υπάρχει κάτι το απεχθώς εγωιστικό στην υπόθεση πως όλο το σύμπαν κατά βάθος εξαρτάται από εμάς, ή ότι είμαστε κατά κάποιον τρόπο το κέντρο, η σύνοψη ή το σύμβολο ολόκληρου του σύμπαντος.
Με τον πέμπτο τόμο της σειράς "Το Ελληνικό Φανταστικό Διήγημα από τα πρώτα μεταβυζαντινά χρόνια μέχρι σήμερα" (2004) δόθηκε η εντύπωση ότι έκλεισε ο κύκλος διερεύνησης του φανταστικού στο σώμα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, γράφει ο ανθολόγος Μάκης Πανώριος στην αναλυτική, έξι μεγάλων σελίδων εισαγωγή του τόμου. Όμως οι σύγχρονοι έλληνες λογοτέχνες εξακολουθούν να γράφουν και να προβληματίζονται πάνω στα θέματα της Φαντασίας και της ανθρώπινης υπαρξιακής πορείας εντός της κοσμικής δημιουργίας και ταυτόχρονα να ιχνηλατούν το Άγνωστο και το Απίθανο` επικράτειες που απλώνονται τόσο πέρα όσο και μέσα στον άνθρωπο, σύμφωνα και κατά τις φράσεις του Τζ. Γκ. Μπάλαρντ: Πριν διερευνήσουμε και κατακτήσουμε το Εξωτερικό Διάστημα, πρέπει να εξερευνήσουμε το Εσωτερικό Ανθρώπινο Διάστημα.
Όσο κι αν ένας Φαροφύλακας αναζητά μια ανύπαρκτη Εδέμ (Βασίλης Κυριλλίδης) ή ένα οργανικό γρανάζι του νέου κόσμου επιζητεί την αναβάθμισή του με την βοήθεια ενός Οδηγητή Ψυχοσώστη (Δημήτρης Καπετανάκης), το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: μηδέν. Πιθανότερο είναι οι περιπλανώμενοι του εφιαλτικού πια κόσμου να συναντήσουν τους ήρωες που τον προ-έζησαν, όπως ο χαρακτήρας του Χρήστου Αστερίου, που συναπαντιέται με έναν καφκικό ήρωα από το τότε δυστοπικό μέλλον και τώρα απολύτως πραγματικό παρόν. Σε αυτούς τους κόσμους περιλαμβάνονται διάφορες εκδοχές της Κόλασης (Αλέξανδρος Ασωνίτης), τα δέντρα αποδρούν σε λιγότερο βαρβαρικό περιβάλλον (Σπύρος Καρυδάκης) και οι γυναίκες έχουν εξωτερική εμφάνιση, με το εσωτερικό τους κούφιο και σαπισμένο (Αντώνης Νικολής).
Στο χαώδες Βιβλιοπωλείο ενός κοντινού κόσμου όλα τα βιβλία έχουν μόνο τη λέξη Τέλος (Χρύσα Μπαχά), ενώ ακόμα και οι πιο πολύτιμες βιβλιοθήκες αποδεικνύονται άχρηστες: οι εντός των βιβλίων γνώσεις και λύσεις ακυρώνονται από την εξωτερική πραγματικότητα (Σταύρος Σταυρίδης). Και από τα αντικείμενα καθημερινής χρήσης, ένα Υπαρξιακό Ωρολόγιο θα μετράει δραματικά τον υπολογισμένο μέχρι τον θάνατο χρόνο (Κωσταντίνος Μίσσιος) κι ένα υπερφυσικό Ψυγείο δεν θα αποτελεί παρά την "υπερτέλεια" τεχνολογική αντανάκλαση του αποτυχημένου κατασκευαστή του (Σοφία Νικολαΐδου).
Η φανταστική λογοτεχνία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου - αυτό μόνο μπορεί να κάνει, και είναι ουσιώδες. Αν ακουστεί ο παράλογος, εξωφρενικός ήχος της, αν αποκρυπτογραφηθούν οι φαντασμαγορικές δυσοίωνες συλλήψεις της περί του τέλους του πλανήτη, τότε μπορεί ακόμη και την ύστατη στιγμή, ακόμη και στο χείλος τα γκρεμού, η καταστροφική πορεία να αλλάξει κατεύθυνση Διαφορετικά, το μήνυμά της θα παραμείνει νεκρή κραυγή σε νεκρή έρημο ...γράφει ο ανθολόγος και ταξινομητής για δεκαετίες ενός είδους που αγνοήθηκε, υποτιμήθηκε, χλευάστηκε και εξορίστηκε από την επικράτεια της Λογοτεχνίας, ενώ ήταν και είναι το μόνο που εξακολουθεί συνολικά να εκφράζει ταυτόχρονα τους τεχνολογικούς ή μελλοντολογικούς τρόμους αλλά και την οριστική αδυναμία των ανθρώπινων υπάρξεων μπροστά σε οτιδήποτε τους περιβάλλει.
Η Φαντασία - Επιστημονική και Μη - παρέμεινε αγνοημένη και φυσικά κανείς δεν υπολόγισε ποτέ τα πορίσματά της. Αλλά σήμερα ένα μεγάλο μέρος των κειμένων της αφορά το εφιαλτικό παρόν που δεν είναι πια μέλλον κι ένα "άλλο" εξακολουθεί να φωνάζει σιωπηλά για όσα περιμένουν να μας καταπιούν οριστικά, Τα κείμενα δεν είναι αισιόδοξα, γιατί εκ φύσεως το είδος δεν μπορεί να είναι ευτυχές.
Γιάννης Αντάμης, Νίκος Βλαντής, Καίτη Βασιλάκου, Κώστας Κατσουλάρης, Παναγιώτης Κούστας, Ηρώ Νικοπούλου, Σταύρος Ντίλιος, Γιώργος Ξενάριος, Δημήτρης Οικονόμου, Αλέκος Παπαδόπουλος, Δημήτρης Πετσετίδης, Σάκης Σερέφας, Χρύσα Σπυροπούλου, Αλέξης Σταμάτης, Δημήτρης Σωτάκης, Πάνος Τσίρος, Κώστας Χαρίτος και Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης συμπληρώνουν την ευφάνταστη, φαντασμιακή, φαντασιώδη και φαντασμαγορική συλλογή. / Εκδ. Αίολος, 2012, σελ. 254.
Yoko Ogawa - Ο παράμεσος
Η αφηγήτρια εργάζεται σ' ένα εργοστάσιο δειγμάτων εδώ κι ένα χρόνο. Προηγουμένως εργαζόταν σε εργοστάσιο αναψυκτικών ενός εξοχικού χωριού. Οι μέρες της ήταν ανέφελες, "λουσμένες στο γλυκό άρωμα της γκαζόζας" μέχρι την στιγμή που το δάχτυλό της πιάστηκε ανάμεσα στη δεξαμενή του αναψυκτικού και τον ιμάντα μεταφοράς. Η σιωπή κυριάρχησε παντού και το ανθρακούχο νερό βάφτηκε ρόδινο. Ο σοβαρός τραυματισμός αποφεύχθηκε αλλά μια λεπτή ισορροπία είχε για πάντα διαταραχτεί: το ακραίο κομμάτι σάρκας του παραμέσου δαχτύλου της είχε χαθεί. Έμενε μόνο η εικόνα της μαλακής, σαν φλούδα από κεράσι, σάρκας που χανόταν σε αργή κίνηση μέσα στον χυμό του αναψυκτικού, ανάμεσα στις φυσαλίδες. Η νεαρή γυναίκα έπαψε να πίνει αεριούχα ποτά και σταμάτησε την δουλειά της στο εργοστάσιο.
Η περιπλάνησή της στην πόλη την οδηγεί σ ένα παλιό και ερημωμένο κτίριο, σαν έτοιμο για κατεδάφιση και στο χαρτί της εισόδου: "Ζητείται υπάλληλος γραφείου. Βοηθός στην παραγωγή δειγμάτων". Ο κύριος Ντεσιμάρου την ξεναγεί στο εσωτερικό με τα αμέτρητα μικρά δωμάτια και τον εσωτερικό κήπο. Το αλλοτινό οικοτροφείο κοριτσιών έχει μετατραπεί σε εργαστήριο ταρίχευσης αναμνήσεων, που εσωκλείονται σε μπουκάλια με σκοπό την ασφαλή τους διατήρηση αλλά και την πλήρη απαλλαγή του μνήμονος. Το νόημα των δειγμάτων, λέει ο κύριος Ν., είναι να σφραγίζουν, να χωρίζουν και να δίνουν ένα τέλος.
Οι επισκέπτες ζητούν την δημιουργία δειγμάτων κάθε είδους μνήμης, φέρνοντας μια απεριόριστη ποικιλία πραγμάτων. Ένα δεκαεξάχρονο κορίτσι φέρνει μύκητες από τα ερείπια αποτεφρωμένου σπιτιού, για να σφραγίσει σ' έναν δοκιμαστικό σωλήνα όλα όσα χάθηκαν στη φωτιά. Μια άλλη γυναίκα ζητά να φυλακιστεί η μουσική από μια παρτιτούρα του πρώην εραστή της, ώστε να ξεχάσει οριστικά τον ήχο της. Η νεαρή γυναίκα φέρνει εις πέρας το έργο της υποδοχής των επισκεπτών, της παραλαβής των στοιχείων και καταγραφής των δειγμάτων.
Ένα απόγευμα ο κύριος Ν. οδηγεί την υπάλληλό του στην αίθουσα των λουτρών που βρίσκεται στα κατάβαθα του ισογείου. Εκεί της δωρίζει ένα ζευγάρι μαύρα δερμάτινα παπούτσια με μια κομψή καμπύλη στο μπροστινό μέρος κι ένα καλαίσθητο μαύρο λουράκι. Της βγάζει ο ίδιος τα παπούτσια, της τα φοράει με σχεδόν τελετουργικές κινήσεις, της ζητάει να φοράει τα καινούργια κάθε μέρα, συνέχεια, στον ηλεκτρικό και στη δουλειά, παντού, είτε την βλέπει είτε όχι. Αλλά οι φετιχιστικές του επιθυμίες δεν σταματούν εδώ: την κατεβάζει στην απόστεγνη μπανιέρα και την βάζει να περπατάει πάνω κάτω. Το ραντεβού τους στο δωμάτιο του μπάνιου γίνεται πλέον τακτικό. Όταν σκοτεινιάζει, ο αδύναμος πορτοκαλής φωτισμός τους βρίσκει αγκαλιασμένους στον πυθμένα της μπανιέρας. Ο αποπνικτικός του εναγκαλισμός την κάνει να αισθάνεται πως έχει γίνει κι εκείνη "ένα δείγμα, μέσα σ' εκείνον". Αδυνατεί να παραμείνει στο δικό της πόστο υποδοχής του εργαστηρίου` είναι θέμα χρόνου η εισχώρησή της στα έγκατά του, όσο και η σφοδρή της επιθυμία να αφεθεί στα χέρια του κυρίου Ν., να αποτελέσει η ίδια το δείγμα του.
Στην υποβλητική, χαμηλότονη γραφή της Ogawa, γνώριμη, ιδίως από το Ξενοδοχείο Ίρις κυριαρχεί ο ερωτισμός της υποταγής και η λίμπιντο της αβουλίας. Ξανά ένα ζεύγος μεγάλης ηλικιακής διαφοράς αφήνεται στα αδιόρατα συμφραζόμενα μιας σχέσης που κάποιοι ονομάζουν νοσηρή και άλλοι διεστραμμένη - όταν μια μέρα η ιαπωνική γραφομηχανή πέφτει από τα χέρια της γυναίκας και τα ιδεογράμματα σκορπίζονται στο πάτωμα, εκείνος, αδιόρατα υπεύθυνος για το ατύχημα, την αφήνει ταπεινωμένη να τα αναζητά "σαν γκρίζα έντομα που είχαν χάσει το δρόμο τους". Όμως πέρα από τις σαδομαζοχιστικές διακλαδώσεις η συγγραφέας αναζητά στο ημίφως των σιωπηλών ιστοριών της ακριβώς ιδεογράμματα για τον υποσυνείδητο ερωτισμό, τον βαθύτερο ψυχισμό και τα διανοητικά δεσμά που υφαίνονται και στην πιο απρόσμενη σχέση. / Εκδ. Άγρα, 2000, 2011, μτφ. από τα Ιαπωνικά: Παναγιώτης Ευαγγελίδης, σελ. 122 [Kusuriyubi No Hyohon, 1994].