Υποδιοικητής Μάρκος - Οι άλλες ιστορίες
Όταν ο Αντόνιο ονειρεύεται ότι η γη που δουλεύει του ανήκει, ότι ο ιδρώτας του πληρώνεται με δικαιοσύνη και αλήθεια, ότι υπάρχει σχολείο για να γιατρέψει την άγνοια, ότι το σπίτι του φωτίζεται και το τραπέζι του γεμίζει, ότι η γη του είναι ελεύθερη και ότι είναι θέμα του λαού να κυβερνά και να κυβερνιέται, όταν ο Αντόνιο ονειρεύεται πως είναι εντάξει με τον ίδιο του τον εαυτό και με τον κόσμο, τότε δεν είμαστε απλώς στις πρώτες γραμμές μια ιστορίας του Υποδιοικητή Μάρκος αλλά και στην αρχή, στο πρώτο βήμα για έναν καλύτερο, απόλυτα εφικτό κόσμο.
Κάτι του λέει πως η επιθυμία του είναι επιθυμία πολλών και πάει να τους βρει.
Την ίδια στιγμή που ο Αντόνιο και οι αναρίθμητοι πολλοί με τις κοινές επιθυμίες ονειρεύονται, οι βασιλείς και αντιβασιλείς αυτού του κόσμου έχουν άλλου είδους όνειρα: ότι τούς παίρνουν πίσω αυτό που έκλεψαν, ότι το βασίλειό τους καταρρέει, ότι η ινδιάνικη μαγεία θα καταπολεμηθεί με περισσότερα φυλάκια και φυλακές.
Σε αυτή τη χώρα όλοι ονειρεύονται. Πλησιάζει πια η ώρα του ξυπνήματος.
Έχουμε ήδη διαβάσει ιστορίες του Μάρκος και τις έχουμε προτείνει ως αφηγήσεις που μας αφορούν περισσότερο από οποιεσδήποτε άλλες πολιτικές αναλύσεις. Επτά από εκείνες τις Ιστορίες του γερο-Αντόνιο [εκδ. Ροές, Β΄ έκδ. 2004] αναδημοσιεύονται εδώ μαζί με άλλες πέντε, συνολικά ένα μικρό αλλά επαρκές μέρος από τις εκατοντάδες ιστορίες που έχει γράψει και μεταγράψει ο ταπεινός εκπρόσωπος των εξεγερμένων ιθαγενικών κοινοτήτων, ο έφιππος συγγραφέας του. Το ύφος των ιστοριών είναι αυτό που περιγράψαμε εκεί: αποστάγματα σοφίας, γοητευτικές ιστορίες και μικρά πολιτικά παραμύθια που δεν είναι καθόλου παραμύθια, ευφυείς παραβολές που συμπυκνώνουν σε λίγες σελίδες αυτό που μας τρώει και αυτό που μας περιμένει για να αλλάξει. Όπως για παράδειγμα η ιστορία με το λιοντάρι που σκοτώνει κοιτάζοντας. Το θήραμα που κοκαλώνει και ετοιμάζεται να φαγωθεί από το λιοντάρι δεν βλέπει τον ίδιο του τον εαυτό, βλέπει αυτό που βλέπει το λιοντάρι, βλέπει την εικόνα του στη ματιά του λιονταριού, ότι στα μάτια του είναι μικρό και αδύναμο, βλέπει το φόβο.
Και βλέποντας ότι το βλέπουν, το ζώο πείθεται, από μόνο του, ότι είναι μικρό και αδύναμο.
Όταν έρχεται ο ξένος να μας επιβάλει με βιαιότητα άλλο τρόπο, άλλο λόγο, άλλη πίστη, άλλο θεό και άλλη δικαιοσύνη, τότε οι μνήμονες της κοινότητας αφηγούνται την ιστορία του σπαθιού, του δέντρου, της πέτρας και του νερού. Υπάρχουν φορές που πρέπει να παλέψουμε σαν να ήμασταν σπαθί ενάντια στο ζώο, άλλες ως δέντρο απέναντι στην καταιγίδα, άλλοτε σαν πέτρα ενάντια στον χρόνο, και κάποιες φορές όπως το νερό που αντιστέκεται στα πιο άγρια χτυπήματα του σπαθιού. Γιατί το σπαθί του ισχυρού με τον καιρό παλιώνει και σκουριάζει. Και ο νικητής αναρωτιέται για ποιο λόγο, αν και νίκησε, αισθάνεται χαμένος.
Ο αφηγητής της Ιστορίας των κοιταγμάτων, με τον βαθμό του υπολοχαγού του πεζικού των ανταρτών, κατά τον ζαπατίστικο σαρκασμό, εφόσον η ομάδα αριθμούσε τέσσερις companeros, μεταδίδει την παλαιά ιστορία των ανθρώπων, τότε που οι θεοί δεν τους ξεκαθάρισαν τον σκοπό και το γιατί του κάθε πράγματος, κι έτσι περπατούσαν σκοντάφτοντας, χτυπώντας και πέφτοντας ο ένας πάνω στον άλλον, πιάνοντας πράγματα που δεν ήθελαν και μη πιάνοντας πράγματα που ήθελαν. Έτσι όπως από μόνος του κάνει πολύς κόσμος τώρα, που παίρνει αυτό που δε θέλει και του κάνει κακό και σταματά να παίρνει αυτό που χρειάζεται και τον κάνει καλύτερο, και προχωρά τρακάροντας και πέφτοντας ο ένας πάνω στον άλλο. Και δεν μένει παρά να βρεθούν σε μια γιορτή για να συνειδητοποιήσουν τις τυφλές τους συγκρούσεις, να δουν γιατί δεν κοιτάζονται μεταξύ τους και ποιος ευτυχεί από αυτό, να μάθουν να κοιτάζουν ο ένας τον άλλον και μετά τον εαυτό τους.
Από τα πρώτα χρόνια της εξέγερσής τους οι Ζαπατίστας διεκδίκησαν την ανεξαρτησία τους, δημιούργησαν αυτόνομες κοινότητες, σχολεία, παραγωγικούς συνεταιρισμούς, κέντρα υγείας, χώρους καθημερινού διαλόγου. Σήμερα οι ιθαγενικοί πληθυσμοί των Τσιάπας συνεχίζουν τον πόλεμο ενάντια στη λήθη, άλλωστε έτσι αναφέρουν την χρονολογία στα κείμενά τους. Φέτος, λοιπόν, 20ο έτος από την έναρξη του πολέμου ενάντια στη λήθη", ο Υποδιοικητής Μάρκος μπέρδεψε για άλλη μια φορά τους εχθρούς του και τα φιλικά τους μέσα. Από τη μία ανακοίνωσε με το γνωστό του κρυπτικό τρόπο την αποχώρησή του, από την άλλη απεκδύθηκε το όνομά του και βαφτίστηκε ως εξεγερμένος Γκαλεάνο. Πρόκειται για το ψευδώνυμο (εμπνευσμένο, όλοι υποθέτουμε, από ποιον) του καθηγητή Jose Luis Solis L?pez, που δολοφονήθηκε σε ενέδρα λίγο έξω από Caracol της La Realidad, σε μία από τις πέντε έδρες των Συμβουλίων Καλής Διακυβέρνησης των Ζαπατίστας ενώ υπερασπιζόταν το τοπικό δημοτικό σχολείο. Περιττό να γραφτεί ότι οι δολοφόνοι ήταν μέλη της παραστρατιωτικής οργάνωσης CIOAC - Historica, δηλαδή απαραίτητα συμπληρώματα της μεξικανικής κυβέρνησης.
Μόνο που η βλακώδης άγνοια όσων χάρηκαν με την είδηση είναι προφανής: πιστοί στο τυπικό δυτικό προσωπολατρικό σύστημα, θεωρούν ότι το κίνημα είναι ο Μάρκος και ο Μάρκος είναι το κίνημα. Αγνοούν ότι ο μασκοφόρος ειρωνευτής τους δεν ήταν παρά η μεσολαβητική φωνή ενός ολόκληρου κόσμου, που πλέον έμαθε να ζει αυτόνομα, ελεύθερα και δίκαια. Τους διαφεύγει ακόμα ότι στους κόσμους που τιμούν την ιστορία τους, τα ονοματεπώνυμα δεν είναι ιδιοκτησίες αλλά σημασίες. Αν λοιπόν ο Γκαλεάνο ζει στην σκέψη όλων, τότε κάποιον παίρνει το όνομά του ώστε να συνεχίζει να ακούγεται και στα αυτιά όλων. Αν ο Μάρκος τώρα ονομάζεται Γκαλεάνο, όπως άλλωστε ως τώρα ο ίδιος είχε πάρει το όνομα ενός άλλου Μάρκος για να συνεχίσει τον αγώνα του, όπως κάποτε έπραξε και ο ίδιος ο Πάντσο Βίγια, αυτό σημαίνει ότι ο αγώνας για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια δεν σταματάει ποτέ. Αυτή είναι και μια ακόμα, ίσως η ύστατη διαφορά με τους άλλους: αυτοί οι αγωνιστές δεν χρειάζονται ούτε ηγέτες, ούτε ονόματα. Δεν είναι ένας, αλλά όλοι.
Εκδόσεις των συναδέλφων, 2014, μτφ. Γιώργος Καρατζάς, 53 σελ. [Subcommandante Marcos - Los otros cuentos, έκδοση του Δικτύου Αλληλεγγύης με την Τσιάπας, Μπουένος Άιρες]. Περιλαμβάνει σχέδια, ζωγραφιές και φωτογραφίες. Από κάθε αντίτυπο που θα πωλείται, ένα ευρώ θα πηγαίνει ως ενίσχυση στον EZLN.