Γιώργος Χρονάς - Μια στιγμή Πιέρ Πάολο Παζολίνι
Ένας ποιητής που τον γνωρίζει καλά έχει μερικά ακόμα λόγια να του πει. Του Λάμπρου Σκουζ
«Καταβροχθίζω την ύπαρξή μου με μια βουλιμία άπληστη…»
Συγγραφέας, ποιητής, κινηματογραφιστής, θεωρητικός, δημοσιογράφος, πολιτικός, με μια διαγραφή από το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα και πολίτης με τριάντα τρεις δικαστικές διώξεις, ο Παζολίνι υπήρξε ένας πολλαπλώς αιρετικός δημιουργός και μια ασυμβίβαστη, θυελλώδης προσωπικότητα· ένας τραγικός που, αιώνες μετά τους αρχαίους τραγικούς, ετοιμαζόταν να γυρίσει την Ορέστεια στην Αφρική με χορό τους γηγενείς της. Η έκδοση περιέχει πολλά είδη κειμένων – πεζά και ποιήματα του Γιώργου Χρονά, σύντομα γραπτά άλλων πάνω στον Παζολίνι και σύντομες λογοτεχνικές και δοκιμιακές καταθέσεις του ίδιου του Παζολίνι.
Ο Παζολίνι δημιούργησε μια εντελώς καινούργια κινηματογραφική γλώσσα. Τα παγκόσμια θύματα της βιαστικής αισθητικής δεν μπορούν εδώ να πάρουν την δόση τους, γράφει ο Χρονάς. Οι Θρύλοι του Καντέρμπουρυ, οι Χίλιες και μια Νύχτες, το Δεκαήμερο, η Μήδεια ήταν «όστιες τέχνης» για όλους έτσι ώστε το Σαλό ή Οι 120 μέρες των Σοδόμων να είναι το οριστικό τέλος του ονείρου. Το φθινόπωρο του 1975 τελείωσε το γύρισμα και άρχισαν οι απαγορεύσεις της προβολής, λίγο πριν την άγρια δολοφονία του στο λιμάνι της Όστιας, σ’ ένα τοπίο όπως στις ταινίες του· «ένα βιαστικό σκηνικό του τέλους». Κανείς δεν πίστευε πως πραγματικά δολοφονήθηκε από έναν δεκαεφτάχρονο νεαρό. Οι κυριακάτικες εφημερίδες είχαν ήδη τυπωθεί, κι έτσι η είδηση περίμενε τον τύπο της Δευτέρας. Ο επίσημος δολοφόνος του είπε πως έσωσε την Ρώμη από ένα περίεργο και χυδαίο υποκείμενο· ο χωροφύλακας που σκότωσε τον Λόρκα στα χωράφια της Γρανάδας λέγεται πως είπε σκότωσα τον ομοφυλόφιλο ποιητή· το ίδιο και οι δολοφόνοι του αρχαίου ποιητή Ίβυκου στην Κόρινθο, το ίδιο και το γκαρσόνι που σκότωσε τον αρχαιολόγο Βίνκελμαν.
Ο Χρονάς επιστρέφει στο Ακατόνε - πρώτη του ταινία αλλά και συνοικία όπου έζησε, καθώς η μουσική του Μπαχ σκεπάζει τα πλινθοκεραμένια σπίτια. Βλέπει τριγύρω παντού μικρά παιδιά, ενώ στις αρχαίες τραγωδίες μόνο στον Ευρυπίδη ο μικρός Αστυάναξ στις Τρωάδες και τα παιδιά της Μήδειας εμφανίζονται στην σκηνή. Εδώ κυριαρχούν παντού. Ο Ακατόνε ιερουργεί μέσα στην καταστροφή του χαμόσπιτου. Όταν ο Παζολίνι έφτιαξε την ταινία ήταν ήδη ένας συγγραφέας πολλών ποιητικών συλλογών και ενός πεζού. Κι αν η Μάμα Ρόμα είναι η Μεγάλη Παρασκευή, ο Ακατόνε είναι η Μεγάλη Πέμπτη του.
Και πώς βρέθηκε ο Παζολίνι στην Θεσσαλονίκη; Σε ένα όνειρο του Χρονά, την εποχή του μεγάλου σεισμού, έμειναν μόνοι να ανεβαίνουν στα κάστρα κι εκείνος του είπε καλύτερα να ήμουνα δάσκαλος σε κάποιο άγνωστο χωριό, στα περίχωρα της Πεσκάρας. Μόνος, σ’ ένα γυμνό ενοικιαζόμενο δωμάτιο με Πλάτωνα κι Αριστοτέλη στο κομοδίνο και Δάντη στο πάτωμα. Όταν έφτασαν στον Όσιο Δαυίδ του εξομολογήθηκε ότι πολλοί τον αγάπησαν αλλά κανείς δεν τον κατάλαβε. Του είπε κι άλλα και στο τέλος του ζήτησε έναν «ειδικό» κινηματογράφο· άλλωστε οι πεθαμένοι δεν θέλουν πολυτέλειες.
Σε άλλο κεφάλαιο επανέρχεται στον θάνατό του, μια υψηλής ποιότητας ταινία φρίκης. Από μια άποψη, έπεσε θύμα ενός από τους χαρακτήρες που δραματοποίησε στις ταινίες του, είπε ο Αντονιόνι, για την «τέλεια τραγωδία». Για τον Ίταλο Καλβίνο η δολοφονία ήταν η επιβεβαίωση της νέας και χωρίς οίκτο βίας που ο Παζολίνι έβλεπε στα μάτια της νέας γενιάς. Λίγο αργότερα ανοίγουμε τις μεγάλες σελίδες της μιας Παέζε Σέρα του 1962. Ο Παζολίνι συνομιλεί με την Άννα Μανιάνι· για τα πλάνα που την δυσκόλεψαν, για την πλάσιμό της στα χέρια του σκηνοθέτη· του εξομολογείται ότι στο Μάμα Ρόμα ένιωσε σαν μια καινούργια ηθοποιός που όμως έχασε την ισορροπία της. Εκείνος επιμένει για μια σκηνή: δεν ήθελα να υπάρχει, πριν εκραγεί η τραγωδία σου, η παραμικρή θλίψη ή μελαγχολία στο γέλιο σου.
«Η ιδεολογική διαθήκη» του Παζολίνι είναι η ομιλία που θα έκανε στο Συνέδριο του ιταλικού Ριζοσπαστικού Κόμματος στην Φλωρεντία, ένα κείμενο που έγραψε στην γραφομηχανή του λίγες ώρες πριν δολοφονηθεί, μια συνοπτική παρουσίαση όλων των θαρραλέων μαχών που έδωσε από πολλές διαφορετικές επάλξεις - και από τις σελίδες των περιοδικών και των εφημερίδων. Περιλαμβάνονται ακόμα άλλα δυο κείμενά του (Ναρκωτικά και κουλτούρα, Μια κραυγή που θα διαταράξει και θα ερεθίσει). Η Sandra Petrignani γράφει για το Petrolio, το τελευταίο μυθιστόρημα του Pier Paolo Pazolini, ένα μεγαλειώδες σχέδιο δύο χιλιάδων σελίδων όπου άφηνε ξέχειλη την οργή του για τις παρεκκλίσεις της εξουσίας και τα καταστρεπτικά λάθη μιας εκφυλισμένης χώρας. Η αποφυγή της μεταθανάτιας έκδοσης κρίθηκε ότι θα συγκέντρωνε όλη την προσοχή κι αφήνει ακόμα ανοιχτό ερώτημα τι θα μπορούσε να ήταν στα χρόνια του ’70 αυτό το βιβλίο. Και ο Σέρτζιο Τσίτι δακτυλογραφεί για την «ευρηματικότητα του Παζολίνι, που κάποτε είπε «καταβροχθίζω την ύπαρξή μου με μια βουλιμία άπληστη…».
Σε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον κείμενο [Π. Π. Παζολίνι: Η Πολιτική (θεωρία) της Αίρεσης] ο Ανδρέας Βελισσαρόπουλος εστιάζει στο επεισόδιο της επίσκεψής του Παζολίνι στο Πανεπιστήμιο Βενσέν (1974), το οποίο ενσάρκωνε τις αξίες του Μάη του 1968. Εκεί ο συγγραφέας αντιμετώπισε την αισχρή συμπεριφορά των μαοϊκών, όταν τόλμησε να υπενθυμίσει ότι ο φασισμός υπάρχουν παντού, υπάρχει ακόμα, υπάρχει σε όλους. Εκείνο που ενοχλούσε γενικότερα ήταν η απόλυτη «αιρετικότητά» του. Στο πρόσωπό του συνυπήρχαν τέσσερις αιρέσεις: η αποκάλυψη των φασισμού και νεοφασισμού του τότε παρόντος, η καταδίκη της εθνικιστικής καταδίκης των τοπικών ιταλικών διαλέκτων προς όφελος μιας «εθνικής» τηλεοπτικής γλώσσας, η θρησκευτική του ελευθερία, ο κομμουνισμός του που διαλογιζόταν μόνο με την σκέψη του Αντόνιο Γκράμσι.
Από άλλη σκοπιά, ο ψυχαναλυτής Ροζέ Νταντούν ξεχώρισε τρεις χώρους αίρεσης στην ζωή και το έργο του Παζολίνι: την πολιτική (πρώτα την εγγραφή του στο κόμμα, ύστερα την κριτική του στάση και το πλησίασμα του αναρχισμού κ.ά.), την σεξουαλική (η σεξουαλικότητα είναι αφ’ εαυτής αίρεση, πόσο μάλλον η ομοφυλοφιλία) και την καλλιτεχνική αίρεση (η ίδια η τέχνη του, με την εκρηκτική παρουσία του σώματος, τις τοπικές διαλέκτους, την κουλτούρα των ορίων και του ερωτισμού). Σε κάθε περίπτωση φαίνεται πως οτιδήποτε νέο και διαφοροποιό φέρει αναγκαστικά την σφραγίδα της αίρεσης
Ο Παζολίνι δεν έπαυε να ενοχλεί και τότε και μετά τον θάνατό του. Ο συγγραφέας Φιλίπ Σολλέρς θεωρεί ότι η ιταλική κοινωνία ήταν συνυπεύθυνη για το μεταθανάτιο λιντσάρισμα του Παζολίνι: το εξογκωμένο πτώμα του χρησιμοποιήθηκε στα μέσα ενημέρωσης. Όταν μια κοινωνία δίνει στον εαυτό της την αναπαράσταση ενός από τους μεγαλύτερους ποιητές της σαν υπερεκτεθειμένο πτώμα, υποστηρίζει, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε πάνω στην συμβολική εκδίκηση που αυτό αντιπροσωπεύει….Τριάντα έτη μετά την δολοφονία του ο φάκελος Παζολίνι άνοιξε ξανά. Η περίπτωσή του παρουσιάστηκε επισήμως ως «υπόθεσις ηθών» αλλά δεν αποκλείστηκε και το ενδεχόμενο πολιτικού εγκλήματος: λίγο καιρό πριν δολοφονηθεί είχε δεχτεί απειλές από την άκρα Δεξιά για τον Σαλό, όπου κατήγγειλε με σφοδρότητα τον ιταλικό φασισμό στην τελευταία φάση του (1943 – 45)
Ο Χρονάς είναι από τους ελάχιστους που «δικαιούται» να μιλά και να γράφει για τον Αφρικανό και ανατολίτη Ιταλό, όπως ονομάζει τον Παζολίνι· και το κάνει με τον απόλυτα δικό του αισθαντικό και απροκάλυπτο τρόπο, με την τρυφερότητα ενός φίλου, την γραφή ενός ποιητή και την σκληρότητα ενός φίλου, την άγρια κατανόηση ενός μακρινού συγγενή. Γράφει πεζά σαν ποίηση και αφήγηση σαν ρεπορτάζ. Άλλωστε από τις δικές του εκδόσεις τον πρωτοδιαβάσαμε, δεκαετίες πριν. Τώρα τον αποχαιρετά για άλλη μια φορά με ένα πολύ ιδιαίτερο ποίημα (Ο Παζολίνι στη Ραφήνα). Το βιβλίο κλείνει με το κινηματογραφικό και λογοτεχνικό του έργο.
Εκδ. Οδός Πανός, 2016, B΄ έκδ. με προσθήκες, αλλαγές, διορθώσεις [Α΄ έκδ. Μπιλιέτο, 2004], σ. 143.