Εμμανιέλ Πιερά, Μαρκ Άξελροντ
Εμμανιέλ Πιερά - Βιομηχανία του σεξ και του τηγανητού ψαριού
Δύο δεκαοχτάχρονες δίδυμες αδελφές, η Γκαέλ και η Γκουεναέλ, ναυτικοί σε ψαροχώρι της Βρετάνης αναπτύσσουν ένα εντονότατο ερωτικό αισθητήριο πλημμυρισμένο περιέργεια και φιλομάθεια. Όμως το περιβάλλον όπου ζουν είναι το πλέον ακατάλληλο για την ικανοποίηση της ακόρεστης δίψας τους για μόρφωση. Η μύησή τους στον κόσμο του σεξ γίνεται από άθλια πρόσωπα με ακόμα πιο άθλιους τρόπους (βιασμός ανάμεσα σε ψαροκασέλες ή αυνανισμός με ένα μουγκρί) και οι ταχυδρομικές παραγγελίες των σεξουαλικών γκάτζετς τίποτα, τις αφήνουν ανικανοποίητες (οι πολλαπλές μπίλιες της γκέισας ερμάτιζαν το δίχτυ για τον μπακαλιάρο, το λιπαντικό κατέληξε να λιπαίνει την τροχαλία της τράτας). Έχοντας εντρυφήσει στις απείρως παραλλασσόμενες μεθόδους αναπαραγωγής των θαλάσσιων ειδών, περιμένουν κάτι τουλάχιστον εξίσου συναρπαστικό.
Αποκαρδιωμένες (ή καλύτερα αποσωματισμένες) από την αντιστοιχία σπέρματος και εγκεφάλου των διαθέσιμων ανδρών της παραθαλάσσιας βρετονικής πανίδας, οι νεαρές αυνανίστριες εγκαταλείπουν το άνυδρο ερωτικά υδάτινο περιβάλλον τους και αναχωρούν για την πόλη του φωτός, και ερωτικού όπως ελπίζουν. Αν στα ψάρια ασκούνται όλα τα είδη σεξουαλικότητας όπως έχουν δει και μελετήσει, τότε το Παρίσι θα είναι ο δικός τους ωκεανός οργίων, ο τόπος όπου η πλούσια θεωρητική τους κατάρτιση θα συμπληρωθεί όπως πρέπει από την πρακτική της ολοκλήρωση. Εκεί τις περιμένει ο εξάδελφος Γιαν, ιδιοκτήτης sex shop (ενδιαφέρουσα η σύνδεση των πωλούμενων items με την νοσταλγία του γενέθλιου τόπου) και μέντορας πρόθυμος να αραδιάσει μπροστά τους ολόκληρο τον χάρτη του έκλυτου Παρισιού και των απανταχού λαγνότοπών του.
Εκεί θα δοκιμάσουν ή θα πλησιάσουν σε απόσταση οργασμού "ανωμαλίες" και "παρεκκλίσεις" όπως την επιδειξιομανία κατ' οίκον (στο μπαλκόνι ή σε ντελιβεράδες πίτσας, υδραυλικούς και πυροσβέστες) αλλά και σε μοναστήρια, το μπανιστήρι και την ουρο-κοπρο-λαγνεία. Σειρά έχουν η ζωοφιλία, η νεκροφιλία, η αιμομιξία, η αμφιφυλία, ο σαπφισμός και φυσικά ο φετιχισμός, ο σαδομαζοχισμός, οι πληρωμένοι έρωτες και τα ομαδικά όργια. Θα εξαντλήσουν την λίστα πασών των δυνατοτήτων σεξουαλικής συνεύρεσης; Αν όμως το κανονικό και το φυσιολογικό είναι βαρετά και προβλέψιμα, όπως φοβούνται, ποιος εγγυάται πως δεν θα ακολουθήσουν και τα άλλα;
Πρόκειται για το τρίτο μυθιστόρημα του σαραντάχρονου ... δικηγόρου Εμμανιέλ Πιερά, ειδικού των πνευματικών δικαιωμάτων, μελετητή της ιστορίας των ηθών και της λογοκρισίας (αξιοσημείωτα έργα του: Le sexe et la loi (Το σεξ και ο νόμος), Le Livre des livres erotiques (Η βίβλος των ερωτικών βιβλίων), Le Livre noir de la censure (Η μαύρη βίβλος της λογοκρισίας) αλλά και αφοσιωμένου ερωτογράφου και επιμελητή δυσεύρετων έργων παρόμοιας φύσης.
Ο ερωτογράφος μας με κομψευόμενο τρόπο και έξυπνα λογοπαίγνια τολμά μια εκ όψεως πρωτότυπη συσχέτιση: η ερήμωση των βυθών εξαιτίας της τρομακτικής βιομηχανοποίησης της αλιείας, με πλοία - εργοστάσια έξω από τα χωρικά ύδατα και πάνω από τα κοπάδια των ψαριών να αποθηκεύουν χιλιάδες τόνους ψάρια, καθαρισμένα, πακεταρισμένα κι έτοιμα για κατανάλωση, δεν έχει και μεγάλες διαφορές από την αντίστοιχη εξάπλωση της πορνοβιομηχανίας. Και εδώ η λίμπιντο συσκευάζεται, η ερωτική επιθυμία καταναλώνεται μηχανικά και μαζικά, οι αισθήσεις περνούν σε τέταρτη μοίρα. Στους ναούς της ερωτικής βιομηχανίας (από τα νυχτερινά κέντρα ως το διαδίκτυο) τα πάντα προσφέρονται από επαγγελματίες, αρκεί να πληρώσεις. Στο τέλος τρως άγευστο ψάρι και κάνεις άψυχο σεξ.
Από την άλλη, αν τέλος πάντων το σεξ έχει ήδη λογοτεχνηθεί, τότε κάποιος πρέπει να σχεδιάσει και την σύγχρονη γεωχαρτογραφία βίτσιων, εμπορευμάτων και γηπέδων του έρωτα αλλά και να ξεγυμνώσει (τι ειρωνεία) την κατάντια της. Υπάρχει και μια ακόμα πικρότερη αλήθεια: οι φαντασιώσεις συχνά αποδεικνύονται κατώτερες των προσδοκιών, η λαγνεία δεν είναι πάντα όπως την περιγράφουν οι ερωτομανείς συγγραφείς, ο πόθος είναι ισχυρότερος από την πραγματοποίησή του. Βέβαια στο τέλος οι αδελφές θα την βρουν τη λύση, αλλά νωρίτερα θα έχουν πει: υπήρχε μια απόσταση ανάμεσα σ' αυτό που διεγείρει στο χαρτί και αυτό που απογοητεύει στην πραγματικότητα. (σ. 49). Emmanuel Pierrat - L' industrie du sexe et du poisson pane, 2004 / Εκδόσεις Άγρα, 2008, μετφ. Νατάσσα Χασιώτη, σελ. 169.
Μαρκ Άξελροντ - Το γκαράζ του Χέμινγουεϊ
Ο Καμύ έφτιαξε κονιάκ με το όνομά του, ο Πόε, ο Κάφκα, ο Στρίντμπεργκ, η Μπλίξεν άνοιξαν καφέ, η Γουλφ εστιατόριο, ο Κίπλινγκ μαγαζί με είδη κάμπινγκ, ο Χ.Κ. Άντερσεν παραμυθένιο ντελικατέσεν στην Κοπεγχάγη. Ο Καζανόβα των (σ)εξαιρετικών κατορθωμάτων άφησε ρητή εντολή στη διαθήκη του να μετατραπεί το σπίτι του σε εστιατόριο για "στιχοπλόκους και για κείνους που τα χείλη τους έχουν ανάγκη τα απομεινάρια από χαυνωτικές μέρες που πέρασαν στο κρεβάτι". Η Κολέτ και η συμβία της άνοιξαν φαγάδικο στη Μινεσότα για "να βρουν λύτρωση στην πολυτέλεια των ευρείων αντιλήψεων", μακριά από τις κακές παριζιάνικες γλώσσες. Το εστιατόριο του Φελίνι στη Ρώμη μοιάζει με σκηνικό των ταινιών του, οι δε γυμνές σερβιτόρες επιθεωρούνται επισταμένα από τον Μ. Μαστρογιάννι.
Το πιστέψατε; Αποκλείετε το ενδεχόμενο όλα αυτά να μην συνέβησαν ποτέ αλλά να μπορούσαν κάλλιστα να έχουν συμβεί; Τι σημασία έχει εφόσον το ερώτημα παραμένει: Τι θα ωθούσε τους συγκεκριμένους συγγραφείς να φτιάξουν τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις, αν το αποφάσιζαν; Γιατί οι συγκεκριμένες επωνυμίες καταστημάτων, φαγητών, ποτών, αξεσουάρ με ονόματα συγγραφέων, καλλιτεχνών και άλλων φημισμένων όντως υπάρχουν ανά τον κόσμο και για του λόγου το αληθές περιλαμβάνεται η σχετική φωτογραφία και αναφέρεται η ακριβής τους τοποθεσία.
Με ποιο τρόπο όμως ετούτος ο συλλέκτης εμπορικών επωνυμιών φτιάχνει τις μικρές του τρισέλιδες ή τετρασέλιδες ιστορίες; Με οδηγό την φαντασία του, τα στοιχεία που γνωρίζουμε για τους τιμώμενους ή μήπως με βάση του πώς τους σκεφτόμαστε σήμερα; Ο καλλιτέχνης είναι το έργο του ή το αποτύπωμά του στην εκάστοτε συγκυρία; Όλοι αυτοί οι καταδικασμένοι σε τέχνη και γραφή πίστευαν πως θα σωθούν αποκτώντας συνηθέστερο επάγγελμα και καθημερινή πελατεία; Μήπως στην πραγματικότητα όλοι τους αποδείχτηκαν ακατάλληλοι έως αποτυχημένοι επιχειρηματίες (γιατί όντως υπήρξαν κάποιοι που το δοκίμασαν), πιθανώς σύμφωνα με κάποιον άγραφο κανόνα; Σε τελευταία ανάλυση, τόσο εκείνοι όσο κι εμείς που τους διαβάσαμε το ίδιο αδύναμοι και άβουλοι είμαστε απέναντι στο αδιανόητο της ζωής και των συστατικών της, έτσι δεν είναι;
Φυσικά ο Άξελροντ δεν κατασκευάζει απλώς εκ του μηδενός αυτές τις εξωφρενικές, ξεκαρδιστικές και πέρα για πέρα πειστικές ιστορίες. Ως καθηγητής Αγγλικής και Συγκριτικής Φιλολογίας σε Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας και μαέστρος του Κέντρου Δημιουργικής Γραφής Τζον Φάουλς έχει τη δυνατότητα να τις πλάθει με στοιχεία αληθινά ή αληθοφανή αλλά και με υπόγειες αναφορές πολλές από τις οποίες ως απλοί αναγνώστες ίσως χάνουμε αλλά ενίοτε μυριζόμαστε. Σκαρώνει 44 ψευδο-δοκιμιακές, διηγηματικές και φαντασιακές βινιέτες με αυτοσαρκαστική αμερικάνικη γραφή να θυμίζει από Φίλιπ Ροθ μέχρι ... Γούντι Άλεν, με στοιχεία μαύρης σάτιρας, nonsense και σκληρής κοροϊδίας για την εμπορευματική μας στάση απέναντι σε κάθε πολιτιστικό προϊόν. Και ο Μπόρχες, εκτός από την διεύθυνση του γραφείου ταξιδίων που του παραχωρείται, χαμογελάει πίσω από την πόρτα γιατί βλέπει πως ένας ακόμα επίγονος τον βγάζει λευκοπρόσωπο.
Ας ξεκινήσει λοιπόν το παιχνίδι! Ποιοι βρήκαν την γαλήνη από τα γράμματα σε αμπελώνες, βιβλιοπωλεία, φούρνους ή εταιρείες ντέτεκτιβ; Ποιοι παραμένουν σήμερα καλοφάγωτοι, έχοντας δώσει όνομα σε μπισκότα, σοκολάτες και πάστες; Πώς φαντάζεστε το Στέκι του Ιησού στις Βρυξέλλες; Τι μπορεί να περιλαμβάνει μια αποθήκη ονόματι Μπέκετ κάπου στο Νόργουιτς; Τι μαγαζί θα έφτιαχναν οι Μπουκόφσκι και Τουλούζ Λωτρέκ για να συναναστρέφονται συνεχώς με τις αγαπημένες τους γυναίκες; (Αν σκεφτήκατε κατάστημα εσωρούχων χάσατε.)
Στο τέλος ο ίδιος ο συγγραφέας προσφέρει στον εαυτό του μια ανάλογη εναλλακτική. Και όπως καταλαβαίνετε, η επιχείρηση "Παιχνίδια Άξελροντ" είναι η δική του απωλεσθείσα Εδέμ. Να μια σύμπτωση συγγραφέα και κοινού θνητού: στα μονοψήφια χρόνια μου ονειρευόμουν κι εγώ να έχω ένα μεγάλο κατάστημα παιχνιδιών αλλά να είχε κι εκείνες τις τράπουλες με τα χαρακτηριστικά αυτοκινήτων, φορτηγών και τρένων. Υπέρ Ατού!
Ο Αμερικανός συγγραφέας και σεναριογράφος Μαρκ Άξελροντ έχει ήδη 4 μυθιστορήματα, 1 συλλογή διηγημάτων και 3 βιβλία κριτικής. Mark Axelrod - Borges' Travel, Heminqway's Garage - Secret Stories, 2004. / Το γκαράζ του Χέμινγουεϊ - Απόκρυφες ιστορίες, μετφ. Παντελής Ανδρικόπουλος, Εκδόσεις Νάρκισσος, 2005, σελ. 222.