Οδηγοί ανάγνωσης (Μαραγκόπουλος, Κουτσί, Γερμανοί)
Άρης Μαραγκόπουλος - Διαφθορείς, Εραστές, Παραβάτες. Κείμενα για την Ανα-θεώρηση της Νεοελληνικής Πεζογραφίας
Λογοτέχνης, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, κριτικός, ξεναγός μας στα χωράφια του Τζέιμς Τζόις και στο Αγαπημένο Βρωμοδουβλίνο, εκδότης των Τόπος
και πάνω απ' όλα λογοτέχνης (με πιο πρόσφατη εσοδεία δυο πολύ δυνατά βιβλία - Η μανία με την άνοιξη και True Love) ο Α. Μαραγκόπουλος (Αθήνα, 1948) συντάσσει ευφυώς εδώ μια Νεωτερική Γεωγραφία της Νεοελληνικής Πεζογραφίας σε ένα πρελούδιο, 5 τμήματα κι ένα επίμετρο. Ξεκινώντας με έναν ευφυή παραλληλισμό του Μοντέρνου στη λογοτεχνία με το Ροκ και του Μεταμοντέρνου με το Ρεμίξ και παρουσιάζοντας τις ειδοποιούς διαφορές των δύο διαμετρικά αντίθετων αυτών περιοχών (που συχνά συγχέονται), επιχειρεί μια νέα ανάγνωση νεοελληνικών κειμένων που ορίζει ως παραβατικά.
Αν η κατάκτηση της νεωτερικής λογοτεχνίας τον 20ο αιώνα ήταν να την δει ο αναγνώστης ως αυθύπαρκτο σώμα (εφόσον οι μοντερνιστές συγγραφείς - Τζέιμς, Κάφκα, Γουλφ - επέμειναν στην δική τους δυνάμει πραγματικότητα, αργότερα δε - Μπόρχες, Τζόις, Μπέκετ, Μπροχ, Πίντσον - υποκατέστησαν τον Δημιουργό, και το κείμενό τους το Σύμπαν), η νεωτερική κριτική οφείλει να αντιμετωπίσει την Λογοτεχνία ως Πόρνη, ως αυθύπαρκτο ζωντανό σώμα που (φαντάζεται πως) εισέρχεται κάποιος για πρώτη φορά. Εκεί που ο μέσος αναγνώστης την αντιμετωπίζει με τρόμο, σαν το σώμα λιπόθυμης γυναίκας, ο νεωτερικός αναγνώστης πρέπει ν' ανακαλύπτει ίχνη άλλων εραστών - συγγραφέων και αναγνωστών, ο δε νεωτερικός κριτικός να γνωρίζει πως στο χέρι του είναι να αναστηθεί, να φιλήσει το συφιλιδικό της στόμα, κι όταν εκείνη αφυπνιστεί να μην φοβάται την ασύστολη γλώσσα της, την αδιαντροπιά της, τα ανοίκεια κουνήματα και την διασάλευση των κανόνων. Κάθε φορά είναι μια καινούργια φορά.
Στη χώρα μας η λογοτεχνία από την αρχή της φορτώθηκε με μια σειρά ιδεολογημάτων. Έγινε μηχανισμός εξασφάλισης εθνικής ταυτότητας, παράγοντας πατριδογνωσίας, της κόλλησαν την ετικέτα της ηθογραφίας αρχικά, την αριστερή θέση της "στρατευμενης" ανάγνωσης αργότερα. Έπρεπε να αποδείξει την ελληνικότητά της (έννοια ευρύτερη από εκείνη του "ελληνοκεντρισμού"), να καλύψει την απώλεια της ιστορικής συνέχειας, του χρόνου, της γλώσσας. Σπάνια εκτιμήθηκαν η αισθητική, η καθεαυτό λογοτεχνική αξία, η λογοτεχνικότητα. Γι' αυτό και μας λείπει ένας χάρτης της νεοελληνικής λογοτεχνικότητας, του ύφους, του στιλ, των τεχνικών.
Σήμερα, μετά την εμπειρία του μοντερνισμού, μπορούμε να διαβάσουμε διαφορετικά και να καταλάβουμε αυτή την πεζογραφία που ως τώρα ήταν χαντακωμένη μέσα στα παραπάνω ιδεολογήματα ή παρέμενε άγνωστη και περιθωριοποιημένη. Η νεωτερική/ παραβατική λογοτεχνία κατά τον Α.Μ. διαβάζει όλη την προηγηθείσα απλώς υπό νέα οπτική και ενδιαφέρεται για κάθε λογοτεχνία που παρεκκλίνει από τον συμβατικό κανόνα και μιλά μιαν άλλη φωνή. Εδώ απόψεις του τύπου "Μοντέρνοι υπήρξαν μόνο ο Σκαρίμπας κι ο Πεντζίκης άντε κι ο Καχτίτσης, μοντερνισμός ουδέποτε υπήρξε στην Ελλάδα, αν υπήρξε περιορίστηκε στην Γενιά του Τριάντα και δεν έχει σχέση με την παράδοση, ένα έργο για να θεωρείται νεωτερικό αρκεί να έχει νεωτερικούς αφηγηματικούς τρόπους" καταβαραθρώνονται.
Φανταστείτε! Ο Μαραγκόπουλος διαπιστώνει ψήγματα μιας παραβατικότητας ήδη από την πρώιμη μεταπελευθερωτική πεζογραφία, που αργότερα γίνονται ολοφάνερα στους πρωτοπόρους Μητσάκη, Βιζυηνό, Ροΐδη, Παπαδιαμάντη. Πρόδρομοι παραβάτες όλοι, που συγκροτούν την προϊστορία ενός αυτόχθονος μοντερνισμού, όπως και οι Ραμπελέ, Στερν, Φίλντινγκ, Ντεφό, Σουίφτ, Ντιντερό, Φλομπέρ, Ισμάν, Τζέιμς, Γουλφ κ.ά. που συγκρότησαν το αντίστοιχο ευρωπαϊκό κεφάλαιο! Μετά έσπειραν οι Ροδοκανάκης, Χατζόπουλος, Θεοτόκης, Καρυωτάκης, οι κατεξοχήν παραβατικοί Αξιώτη, Σκαρίμπας, Χάκκας, Μπεράτης, Καχτίτσης, Πεντζίκης, η Σχολή της Θεσσαλονίκης (Γιαννόπουλος, Σπανδωνίδης), οι του '30, οι "κατοχυρωμένοι" νεωτερικοί (Χειμωνάς, Γονατάς, Σχινάς, Βαλαωρίτης), κι άλλοι ανένταχτοι, από τον Χάκκα ως τον Αριστοτέλη Νικολαΐδη.
Σε ειδικότερα κεφάλαια ξαναδιαβάζονται οι πρωτομοντερνικές περιπτώσεις των Βιζυηνού και Παπαδιαμάντη, οι Αριστεροί Μοντερνιστές (ο κατάμαυρος Βουτυράς, ο υπογράφων ως ποιητής, διαγνωστικός, πολεμικός Νικόλας Κάλας, τραγικά προχωρημένος για την εποχή του, οι Τσίρκας, Αλεξάνδρου, Ρίτσος) και οι Ευρωκεντρικούς Μοντερνιστές (Καΐμη, Σεφέρης, Εμπειρίκος, Υπερρεαλιστές). Βαθειά νερά, φλογερή γραφή, ευανάγνωστες παραπομπές, σύντομα μικρά κομμάτια που βοηθούν στην κατανόηση και αποστάζουν όλη την ουσία. Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2005, σελ. 379.
Τζων Μ. Κουτσί - Ξένα ακρογιάλια. Κριτικά δοκίμια 1986-1999
Ο επιδραστικότατος νοτιοαφρικανός συγγραφέας, μια από τις μοντέρνες και ριζοσπαστικές λογοτεχνικές φωνές, αφήνει στην άκρη τις δικές του λευκές σελίδες για να ασχοληθεί με τις τυπωμένες των άλλων. Εξασκημένος σε εξαιρετικά ενδιαφέροντα δοκίμια (ενδεικτικά: Μίασμα της πορνογραφίας, Λογοκρισία στη Νότιο Αφρική, Δομές της επιθυμίας στη διαφήμιση), εδώ εκθέτει τις ερεθιστικότατες λογοτεχνικές κριτικές του, αποτελώντας την εξαίρεση στον κανόνα που θέλει τους συγγραφείς να αποφεύγουν να κρίνουν δημόσια τα έργα των συναδέλφων τους ή να τα εκθειάζουν συντεχνιακώς.
Ποιους επιλέγει; Μερικούς μοντερνιστές του 20ού - Κάφκα, Μιούζιλ, Ρίλκε (άλλωστε μαζί με τον Μπέκετ οι βασικότερες δεδηλωμένες επιρροές του), Μπόρχες-, λιγότερους κλασικούς (Ντηφόου - μην ξεχνάμε, ο Κουτσί επανέγραψε την ιστορία του Ροβινσώνα από την γυναικεία πλευρά (Μια γυναίκα στο νησί του Ροβινσώνα/Foe, 1996), Ντοστογέφσκι - που χρησιμοποίησε ως ήρωα στον Άρχοντα της Πετρούπολης, 1994) και περισσότερους σύγχρονους, ενεργούς "ανταγωνιστές" πεζογράφους: Α.Σ. Μπάιατ, Σάλμαν Ράσντι, Άμος Όζ, Ναγκίμπ Μαφχουζ, Ντόρις Λέσινγκ. Διαβάζει τα Ημερολόγια του Μιούζιλ ως συγκινησιακή αυτοβιογραφία αλλά και ως δυνάμει λογοτεχνία και την μνημειώδη 1500σέλιδη Κλαρίσσα του Ρίτσαρντσον για να ξαναμιλήσει ακόμα και αιρετικά ή ανορθόδοξα (σε πολλά εισαγωγικά οι όροι) για τα προσφιλή του θέματα του βιασμού και της παρθενίας που την διαπερνούσαν.
Είναι ενδιαφέρουσα η κριτική του στους ολλανδούς Χάρρυ Μούλις και Σες Νότεμπομ που τους γνωρίζουμε κι εδώ από πολλά μεταφρασμένα τους βιβλία. Στην περίπτωση δε του δεύτερου θίγει ένα γενικότερα συζητήσιμο θέμα και παίρνει σαφή θέση: αν αποκαλύπτεις στους αναγνώστες τους τελευταίους απομονωμένους ειδυλλιακούς ταξιδιωτικούς προορισμούς, τότε γίνεσαι ο ίδιος μέρος της τουριστικής βιομηχανίας! Σε αντίστοιχα ακάνθινο θέμα (καθαρή συγγραφική συνείδηση συγγραφή ή πολιτική στράτευση;) περιλαμβάνει την συντοπίτισσα Ναντίν Γκόρντιμερ.
Μην περιμένετε εδώ δυσανάγνωστα κομμάτια. Ο Κ. φωτίζει κάπως αφώτιστες όψεις του έργου ή και του χαρακτήρα των συγγραφέων, γράφει απλά, διηγείται πλοκές, περιγράφει χαρακτήρες, εκφράζεται αυτοβιογραφικά. Κάθε του κομμάτι είναι προσιτό κι ενδιαφέρον. Στο κατεξοχήν δε αυτοβιογραφικό του δοκίμιο για το "Τι είναι κλασικό;" εκθέτει τη δική του προσωπική εξομολογητική άποψη για την έννοια αλλά και την ανιχνεύει μέσω του "κανόνα" της ...μουσικής του Μπαχ! Εκδ. Μεταίχμιο, 2007, μτφ. Αθηνά Δημητριάδου, πρόλογος - επιμέλεια: Άρης Μπερλής, σελ. 366 (J.M. (John Mawell) Coetzee, Stranger shores: Essays 1986-1999, εκδ. 2001). Με πρόλογο του συγγραφέα για την ελληνική έκδοση.
Περιοδικό Διαβάζω, τεύχος 496, Μάιος 2009
Η νέα, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πορεία της σύγχρονης γερμανικής λογοτεχνίας κατά την τελευταία εικοσαετία, μετά την Πτώση του Τείχους δηλαδή, αποτελεί το αντικείμενο του εξαιρετικού μηνιάτικου αφιερώματος. Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της σαφώς αφορά τα βιώματα των πρώην Ανατολικογερμανών πριν και μετά την επανένωση. Ποιοι συγγραφείς κατάφεραν να μυθοπλάσουν την νέα κατάσταση, ποιοι επιμένουν στην ατομική ή συλλογική ευθύνη, ποια βιβλία μίλησαν ανοιχτά για τραύματα ή συμβιβασμούς; Τι συνεχίζουν να γράφουν οι προηγούμενες γενιές, οι άλλοτε ριζοσπάστες της γραφής; Πώς χειρίστηκαν το θέμα οι γνωστοί μας Χάινερ Μύλερ, Κρίστα Βολφ, Ίνγκο Σούλτσε και τι προσθέτουν οι νέες τάσεις, όπως η "Ποπ 2" ή οι εκεί μετανάστες συγγραφείς ή οι τρεις "καταραμένοι" πρωτοπόροι Vesper, Brinkmann, Kippenberger; Εκτός από τρία χορταστικά κείμενα, οι νεαρές κυρίες Σιμπίλε Μπεργκ και Τζέννυ Έρπενμπεκ, φρέσκο αίμα της γερμανικής λογοτεχνίας αλλά και ο "παλιός" Μάρτιν Βάλζερ απαντούν σε σχετικές ερωτήσεις.
Ένα δεύτερο άβατο κι αγκαθωτό χωράφι εξερευνάται στον φάκελο "Νεότερη ελληνική ιστορία και ιστοριογραφία". Με ποιους νέους οδηγούς επιτέλους μπορούμε να "διαβάσουμε" το 1821; Για ποιους λόγους παρατηρούμε ερευνητική αποσιώπηση της περιόδου; Ποιες εκδόσεις έχουν ανοιχτεί σε απάτητα χωράφια; Ποια νέα βιβλία είδαν με άλλα βλέμματα τις θανατηφόρες περιόδους του μεσοπολέμου και του εμφυλίου; Στις πίσω σελίδες, ο Barry Kitson, δοσμένος ολοκληρωτικά στα κόμικς της Marvel. Να δούμε κι αυτός τι νέο θα κομίσει στην αυτοκρατορία τους.