44ο ΦΚΘ, Τρ 25/11/2003
Αύριο αναμένεται η αντεπίθεση της Εταιρίας Ελλήνων Σκηνοθετών στην απογευματινή συνέντευξή τους. Θα καταφερθούν εναντίον της πολυπραγμοσύνης του Φεστιβάλ που αποδυναμώνει την ποιότητα και υποβαθμίζει το ελληνικό πανόραμα. Θα επιτεθούν και προσωπικά στον διευθυντή ή στην Λουκία Ρικάκη; Θα κάνουν μήπως και κάποιο σχόλιο για την αυτοϋποβάθμιση των ίδιων των δημιουργών με τις ταινίες που παράγουν; Ίδωμεν.
Σήμερα είδα ουκ ολίγες καλές ταινίες και δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω. Ο "Σάνσα" είναι ένα σπιντάτο τριπ, οι "Παραστρατημένοι άγγελοι" απογειώνονται ιδανικά, οι "Μνήμες εγκλημάτων" παρωδούν με χιούμορ τα αστυνομικά φιλμ, ενώ οι δυο αυστριακές, η "Επιβίωση" και η ταινία με τον ολότελα άσχετο ελληνικό τίτλο "Σχεδόν νεκρή", αναδεικνύουν την πολύπλευρη Μπάρμπαρα Άλμπερτ και ψυχογραφούν την άκρως συντηρητική χώρα προέλευσής των.
08.30 Όταν χορέψουμε μαζί... (2003, 100') του Αδριανού Γεωργαντά
Επιεικώς εξωφρενικό. Δραματουργία των οπισθίων.
10.10 Βαρέα ανθυγιεινά (2003, 95') του Αντώνη Παπαδόπουλου
Ωραίο θέμα - αν και κάπως παλιομοδίτικο - αλλά το εγχείρημα στραβώνει στην εκτέλεση. Κι επειδή εγώ δεν την είδα όλη την ταινία σας μεταφέρω την άποψη ενός φίλου που την είδε: δυστυχώς έχει ξεχάσει πως γίνεται το σινεμά, είναι απροπόνητος και ντεφορμέ. Γιατί ο κινηματογράφος δεν είναι ποδήλατο.
11.00 Μην κλαις (Jylama, Καζακστάν/Ιαπωνία, 2003, 80') του Amir Karakulov
Τρεις γυναίκες, μια πιτσιρίκα, μια γιαγιά και μια 'μάνα'. Μια τραγωδία που μοιάζει ντοκιμαντέρ. Ένα μυθόδραμα που τελειώνει με μια άρια. Ένα έλασσον ποίημα ζωής και τέχνης. Ένα άστρο της στέπας που λάμπει αχνά αλλά δεν σβήνει.
13.00 Σάνσα (Sansa, Γαλλία, 2003, 115') του Siegfried
Ο Σάνσα [Roschdy Zem] είναι ο Κέρουακ του 21ου, ένας τσιγγάνος που καταργεί τα σύνορα [και νομοτελειακά]. Η χάρη του ξεκινά απ' την Γαλλία και σαρώνει τρεις ηπείρους: Ισπανία, Ιταλία, Ουγγαρία, Ρωσία, Ιαπωνία, Ινδία, Αίγυπτο, Γκάνα, Μπουργκίνα Φάσο και Πορτογαλία. Στις πόλεις που πάει συναντά ξανά και ξανά τον μαέστρο Κλικ [Ivry Gitlis]. Συναντά όμως και αιθέριες υπάρξεις τις οποίες και ερωτεύεται αστραπιαία. Δεν κολλάει όμως πουθενά. Η όρεξη του ανανεώνεται από τα γυναικεία πρόσωπα κι εξιτάρεται από την τέχνη τους.
Η χαοτική αυτή διαδρομή κινηματογραφείται κυριολεκτικά "στο δρόμο" από τον Ζίγκφριντ, έναν πολυτάλαντο, πολυτεχνίτη πολυμάστορα, που υπογράφει και τη μουσική της ως Sig Zag [με τις βοήθειες του Gitlis και του Steve Lacy]. Το κάδρο πάλλεται και τρεμουλιάζει εξακολουθητικά καθώς προσπαθεί να χωρέσει την φρενήρη πορεία του πλάνητα αστυ-νομάδα. Εντύπωση προκαλεί η σταθερά υψηλή ποιότητα και η ομοιογένεια της εικόνας, που οφείελται στον ίδιο τον Siegfried και στον διευθυντή φωτογραφίας Vincent Buron.
Το αποτέλεσμα είναι υβριδικό, ένα trance-εικονικό ντελίριο που διαγράφει μικρούς εσωτερικούς κύκλους ενώ ταυτόχρονα ακολουθεί δορυφορική πορεία στην γήινη επιφάνεια. Λειτουργεί απόλυτα ως ένα ερωτικό ταξιδιάρικο ζάπινγκ, ως ακόμη ένα σημείο των καιρών της απόλυτης ταχύτητας. Κι ως τέτοιο θα μπορούσε αυτομάτως ν' αποτελέσει τον φευγάτο 'ύμνο' της επερχόμενης γενιάς.
15.30 Παραστρατημένοι άγγελοι (Falling angels, Καναδάς, 2003, 109') του Scott Smith
Δράματα συμβαίνουν κι απ' άλλη πλευρά του Νιαγάρα, στον ήπιο Καναδά. Οικογένειες παραπαίουν κι εκεί. Κρίματα βαραίνουν, αμαρτίες τρελαίνουν, τυραννίες τσακίζουν, μίση σιγοβράζουν. Υπάρχει όμως και κάποια αξιοπρέπεια. Η ισορροπία επανέρχεται με το ανάλογο τίμημα. Ο Σκοτ Σμιθ διαθέτει ωριμότητα, σενάριο και αξιόλογους ηθοποιούς. Το ιστορικό υπόβαθρο [1969-70] διαποτίζει και ενισχύει την μυθοπλασία του, δημιουργώντας τον απαραίτητο αντιπερισπασμό προς αποφυγήν του μελό.
18.00 Επιβίωση (Struggle, Αυστρία, 2003, 74') της Ruth Mader
Ο σεναριακός κατακερματισμός που εν κατακλείδι ανασυντίθεται ανατρεπτικά με την καταλυτική βοήθεια της Μπάρμπαρα Άλμπερτ, δεν είναι προνόμιο μόνο του Εγκογιάν ή του Χάνεκε. Η εκμετάλλευση της διαστροφής είναι μια μορφή επιβίωσης κι ένας αθέμιτος τρόπος 'κοινωνικής επανένταξης', όταν έχουν σωθεί τα ψυχικά και οικονομικά αποθέματα. Η μετανάστις είναι αντι-κείμενο ηδονής και λυτρώνει προσωρινά μια ολάκερη χώρα από την ανία και την τρέλα. Η μαλθακότητα των αστών αναστρέφει τα βίτσια και ρομποτοποιεί τις κρύφιες επιθυμίες τους. Το ψυχολογικό τους έλλειμμα και το ανισόρροπο παραδοσιακό υπόβαθρο της καταρρέουσας κοινωνίας τους, μετατρέπει μια ηδονοβλεπτική παρτούζα σε ιεροτελεστία, σε ψυχοθεραπευτική συνεδρία. Η ταινία είναι σκληρή γιατί αγγίζει τα καρφιά στο πληγωμένο της σαρκίο.
20.30 Μνήμες εγκλημάτων (San-lin-eui chu-eok, Κορέα, 2003, 127') του Bong Joon-Ho
Ποιος νάναι άραγε ο σήριαλ κίλερ της βροχής; Γιατί οι ντετέκτιβς τα κάνουν θάλασσα; Πως γίνεται οι μάρτυρες να θεωρούνται ύποπτοι; Μπορεί ο υπερβάλλων ζήλος επί του καθήκοντος να μετεξελιχθεί σε τυφλή κατασκευή πειστηρίων; Η οφθαλμοσκόπηση είναι ένα τεστ ειλικρινείας ή μήπως έπαψαν τα μάτια να είναι ο καθρέφτης της ψυχής; Μην νομίζετε ότι θα λάβετε μονοσήμαντη απάντηση ή έστω μιαν κάποια απάντηση. Θα κρυφογελάσετε όμως με καταστάσεις τραγικές, θα σας κυκλώσει ένα χιούμορ μαύρο κι άραχνο, που απαλύνει ή καταλύει το σασπένς, που λύνει τα μέλη και μετεωρίζει το ατελέσφορο των ερευνών. Ή απαλλάσσει μέχρις αποδείξεως του εναντίου.
23.00 Σχεδόν νεκρή (Bose zellen, Αυστρία, 2003, 120') της Barbara Albert
Ο πρωτότυπος τίτλος σημαίνει 'κακά κύτταρα'. Αναφέρεται στις εν δυνάμει καρκινογόνες μονάδες που αναπτύσσουν υπερφυσική κινητικότητα και σουλατσάρουν στο ανθρώπινο σώμα, υποδαυλίζουσες όγκους και μεταστάσεις. Ως ιλαροτραγική μεταφορά υπονοεί τις πολλαπλές ψυχοσωματικές μεταπτώσεις, την παρακμή και τον συντηρητισμό μιας ανίατης πιθανώς κοινωνίας. Ένα καρκίνωμα που έχει απλωθεί επιθετικά, που έχει γαλουχηθεί και καλλιεργηθεί με αυτοκαταστροφική μονομανία. Το κίνητρο της σκηνοθέτιδος και σεναριογράφου είναι ο φόβος ενός υποτιθέμενου αιφνίδιου θανάτου. Η προβληματική της κινείται μεν στον άξονα της "Επιβίωσης", αναπτύσσεται δε εκτενέστερα και πληρέστερα.
Η αρχική αντιμετώπιση της ταινίας είναι μάλλον απωθητική. Προσπαθεί να εφαρμόσει κοντροσόλ στο χάος. Η ψηφιακή πεταλούδα που ρίχνει αεροπλάνο και τα γυρίσματα της ατυχίας που επαναλαμβάνονται πανομοιότυπα σαν κακοανεπτυγμένα φράκταλς, σιγοντάρουν τον πεσιμισμό της. Η σχεδόν καταπιεστική επαναδιατύπωση του ίδιου και καυτού ερωτήματος περί ξαφνικού θανάτου, υποβάλλει σε αναζήτηση απαντήσεων και υπερτονίζει την αδυναμία διατύπωσής τους. Προσπαθεί να διασκεδάσει την ανάγκη μιας ολόκληρης χώρας για άμεση διαρκή ψυχοθεραπεία. Προσπαθεί να απελευθερώσει τους χαρακτήρες από τον συντηρητισμό τους μέσω της μουσικής [από ντίσκο μέχρι θρησκευτικά χορωδιακά].
Ωστόσο υπάρχει μια υποβόσκουσα αισιοδοξία που διαγράφεται κυρίως μέσω των δύο ανένταχτων κοινωνικά χαρακτήρων. Της μικρής ορφανής που [ως άλλη Πονέτ] αρνείται να ενσωματωθεί στον παράλογο κόσμο των 'μεγάλων'. Και της θείας της που λειτουργεί ως απρόσμενο αντίβαρο στον ίδιο ανισόρροπο και ανερμάτιστο κόσμο. Η τελική σκηνή του χορού της θείας στην βροχή, με πρώτο πλάνο το παιχνίδι της ανιψιάς, αφήνει ορθάνοιχτες τις πόρτες για ένα καλύτερο μέλλον. Έχει διαφανεί όμως και η υπό όρους λύτρωση των υπολοίπων, μέσω των ιδιόμορφων ζευγαριών που δημιούργησε ως αντί-δραση η ίδια η αδιέξοδη ζωή τους.
Όσοι είχατε δει τις οριζόντιες "Μακρινές γειτονιές" (Nordrand, 1999) θα εκπλαγείτε πόσο πολύ ωρίμασε και προχώρησε θεματικά η νέα κι αυτοδύναμη Μπάρμπαρα Άλμπερτ [γεννήθηκε το 1970]. Μένει να δούμε αν θα της αναγνωρίσει το ταλέντο και η κριτική επιτροπή.
Παρα-πομπές 5
Ο Σάνσα ταξιδεύει δικτυακά
Οι έκπτωτοι άγγελοι επίσης
Κορεάτικες μνήμες εγκλημάτων
Επιβίωση στην χώρα των ταινιών
Νεκρά κύτταρα εν διαδράσει