Ανδρέας Βουτσινάς, αιώνιο παιδί της Θεατρικής Τέχνης
Μέγας θεατράνθρωπος και δάσκαλος. Μέγας σκηνοθέτης, ιδανικός σουρεαλιστικός ηθοποιός, τολμηρός, καινοτόμος και διορατικός αλλά και χιουμορίστας μέχρις εσχάτων. Τελευταία του επιθυμία, σύμφωνα με τα λεγόμενα του γιου του, Μάριου, ήταν να αποτεφρωθεί και οι στάχτες του να σκορπιστούν στα σαραντάμερα στην Επίδαυρο, ώστε "οι κακοί ηθοποιοί που πηγαίνουν στον ιερό χώρο... να φτερνίζονται".
Γεννήθηκε το 1931 [ή 1932;] στην πρωτεύουσα του Σουδάν, το Χαρτούμ. Σπούδασε στο Λονδίνο ενδυματολογία και υποκριτική στη σχολή του θεάτρου Old Vic και στη Σχολή Δράματος και Άσματος του Webber Douglas. Συνέχισε ακάθεκτος στο νεοϋορκέζικο σχολείο υποκριτικής του Lee Strasberg και έγινε μέλος των Actors' Studio το 1957. Από τότε άρχισε να διδάσκει σε νέους ηθοποιούς μεταξύ των οποίων και η Jane Fonda, με αποκορύφωμα το ρόλο της στην Barbarella [1968]. Τη μέθοδο Στράσμπεργκ δίδαξε αργότερα και στο Παρίσι, μέσα από το workshop του Theatre Des Cinquante.
Την ίδια εποχή γνώρισε και την Anne Bancroft η οποία τον πρότεινε στον Mel Brooks για τον εξτραβαγκάντζα ρόλο του Carmen Ghia στη σατιρική κωμωδία "Αυτοί οι τρελοί τρελοί παραγωγοί" [Producers, 1968].
Ο Μπρουκς χρειάστηκε τις πολύτιμες υπηρεσίες του σε άλλες δυο σάτιρες: "Οι δώδεκα καρέκλες" [The twelve chairs, 1970] και "Η πιο τρελή ιστορία του κόσμου" [History of the World: Part I, 1981]. Ενδιάμεσα συνεργάστηκε με τη Μελίνα και τον Jules Dassin στην "Κραυγή γυναικών" [A Dream of Passion, 1978] και έπαιξε σε αρκετές γαλλικές παραγωγές με κατακλείδα το "Απέραντο γαλάζιο" [Le grand bleu, 1988] του Luc Besson.
Εκεί όμως που έδρεψε δάφνες και διθυραμβικά σχόλια, ήταν η θεατρική σκηνοθεσία, με άνω των 130 ανεβασμένων έργων στο ενεργητικό του στο εξωτερικό [Λονδίνο, Νέα Υόρκη, Παρίσι, Καναδά] και στη χώρα μας. Στην Ελλάδα δούλεψε με πάμπολλους ηθοποιούς τριών και βάλε γενεών, μέσα από τις τάξεις του Εθνικού, του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδας, της Πειραματικής Σκηνής της Τέχνης, του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, του Θεσσαλικού Θεάτρου, του ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας κ.α.
Οι δεσμοί του με το Κ.Θ.Β.Ε. ήταν μακρόχρονοι. Δεκαετίες επιτυχημένων έργων, με τελευταίο [2008] τον "Ερρίκο Δ'" του Luigi Pirandello. Στη μνήμη μου μένει χαραγμένη η θερινή παράσταση "Η νύχτα της Ιγκουάνα" [1991] του Tennessee Williams στο Θέατρο Δάσους, που μου προκαλούσε απανωτές εκπλήξεις με τα απλά του ευρήματα και την ιδανική διαχείριση του φυσικού χώρου [κερκίδες, το τοπίο ως φόντο, το αυγουστιάτικο φεγγάρι, η κίνηση των ηθοποιών μέσα από αυτά].
Υπήρξε όμως και σοφός δάσκαλος για ένα μεγάλο διάστημα στη Δραματική Σχολή του Κ.Θ.Β.Ε. [από το 2002] αλλά και ιδρυτής της δικής του εν Θεσσαλονίκη Πρότυπης Σχολής Θεάτρου, Ανώτερης Δραματικής Σχολής και Πρότυπης Σχολής Θεάτρου για Παιδιά & Εφήβους [στη Λέοντος Σοφού].
Μετά το βαρύ εγκεφαλικό οι γιατροί του συνέστησαν ηρεμία και ήσυχη ζωή αλλά αυτός αρνήθηκε να εγκαταλείψει την Τέχνη και την διδασκαλία της. Τελευταία παράσταση "Το επάγγελμα της κυρίας Γουόρεν" του George Bernard Shaw με τη Βάσια Παναγοπούλου τον περασμένο χειμώνα στον "Ορφέα", του οποίου η σκηνή πήρε τιμητικά το όνομά του.
Αναχώρησε για τα Ηλύσια Πεδία την περασμένη Τρίτη 8 Ιουνίου. Το σώμα του δεν άντεξε τις ταλαιπωρίες μετά από μια εγχείρηση λόγω ατυχήματος στο πόδι.
Οι γάλλοι τον έχουν τιμήσει με δύο τίτλους γραμμάτων και τεχνών: Commandeur des Arts et des Lettres και Chevalier de Merite. Εμείς πάλι μετά θάνατον;