Αντρέι Ταρκόφσκι, μέρος κύκνειον
Σε προέκταση του πρώτου μου άρθρου για τον μέγα λευκορώσο δημιουργό, θα ήθελα ν' αναφερθώ στις μουσικές που επιλέγει για να επενδύσει τις εικόνες του. Όντας φοιτητής στο VGIK αρχίζει η γνωριμία του με τον Vyacheslav Ovchinnikov. Κοινή συνισταμένη τους το πάθος με την κλασική μουσική. Ο Οβτσινίκοφ συνθέτει κλασικά έργα και διευθύνει ενίοτε την συμφωνική ορχήστρα στο σπουδαστικό "Το βιολί και ο οδοστρωτήρας" και στα έπη του "Ιβάν" και του "Ρουμπλιόφ". Μουσική του θα χρησιμοποιήσει ο Ταρκόφσκι και στο "Σολάρις". Εκεί όμως έχει πια αρχίσει μια ακόμη πιο γόνιμη και θρυλική συνεργασία, αυτή με τον Ένβαρτ Αρτέμιεφ.
Την εποχή που ο Ταρκόφσκι κάνει την πρώτη συνεργασία με τον Οβτσινίκοφ, ο Eduard Artemyev είναι 22 χρονών και έχει μόλις αποφοιτήσει από το κονσερβατουάρ της Μόσχας (1960). Έχει την σπάνια τύχη να συναντήσει τον τρελό επιστήμονα [μηχανικό, εφευρέτη και μαθηματικό] Γεβγκένι Μουρτζίν, ο οποίος έχει κατασκευάσει ένα πρότυπο συνθεσάιζερ [ANS] και ψάχνει κάποιον μουσικό με όρεξη που να μπορέσει να το χρησιμοποιήσει. Ο Αρτέμιεφ δίνεται στο ANS ψυχή τε και σώματι. Διαθέτει τις απαραίτητες γνώσεις, διαθέτει όμως και μια αχαλίνωτη φαντασία που τον οδηγεί σε νέα απάτητα μουσικά μονοπάτια. Πολύ γρήγορα καταφέρνει να εξερευνήσει τις νέες δυνατότητες του οργάνου, να το κατακτήσει, να μάθει τα μυστικά του και να βοηθήσει στην εξέλιξή του.
Όταν συναντάται με τον Ταρκόφσκι είναι πια ένας ώριμος συνθέτης και έμπειρος χειριστής συνθετητών. Ο σκηνοθέτης ενθουσιάζεται με τον επικείμενο συνδυασμό ηλεκτρονικής και κλασικής μουσικής. Ψάχνει για μια 'νέα μουσική διαφορετική, όχι δύσκολη ούτε εξεζητημένη' που να στέκει επάξια και να περιβάλλει τα μέλλοντα παρα-ποιητικά του πονήματα. Ο Αρτέμιεφ επενδύει όλη του τη μαεστρία στην ηλεκτρονική μουσική και προσφέρει απλόχερα και πλουσιοπάροχα ένα επιβλητικό μουσικό σκηνικό στο τρίπτυχο "Σολάρις", "Καθρέφτης" και "Στάλκερ". Οι μουσικές του 'θάλασσες' αρμενίζουν μέσα στις 'σκληρές' και κάποτε 'παγερές' εικόνες, περιβρέχοντας και μαλακώνοντάς τες, προσφέροντας τέλεια αισθητική ταύτιση με τα 'βρώμικα όνειρά' τους.
Ο Ταρκόφσκι έχει βέβαια χρησιμοποιήσει και πολλά κομμάτια κλασικής μουσικής στις ταινίες του. Μπαχ, Περγκολέζι, Πουρσέλ, Ραβέλ, Μπετόβεν, Βέρντι, Shuso. Του προσέφεραν κι αυτά ένα πολύτιμο και απαραίτητο στήριγμα, ένα εύκολα αναγνωρίσιμο σημείο αναφοράς, στην υλοποίηση των σύνθετων και δυσκίνητων - πολλές φορές - οραμάτων του. Τον βοήθησαν έμμεσα να δημιουργήσει ένα 'δύσκολο κινηματογραφικό έργο για απλούς θεατές'.
Ακολουθώντας την παρουσίαση ταινιών όπως και στο πρώτο μέρος, σας δίνω τη συνέχεια.
"Καθρέφτης" (Zerkalo, 1975, 106'). Έγχρωμο δράμα. Σενάριο των Aleksandr Misharin και Andrei Tarkovsky. Μουσική του Eduard Artemyev αλλά και κομμάτια των Johann Sebastian Bach, Giovanni Battista Pergolesi και Henry Purcell. Φωτογραφία Georgi Rerberg. Μοντάζ Lyudmila Feiginova. Σχεδιασμός παραγωγής Nikolai Dvigubsky. Παραγωγή Erik Waisberg. Παίζουν: Margarita Terekhova, Ignat Daniltsev, Larisa Tarkovskaya, Alla Demidova, Anatoli Solonitsyn, Tamara Ogorodnikova, Yuri Nazarov, Oleg Yankovsky, Filipp Yankovsky, S. Sventikov, Tamara Reshetnikova. Αφήγηση Innokenti Smoktunovsky, Arseni Tarkovsky.
Υπερβατική, αυτοβιογραφική, αυτό-ψυχαναλυτική, γεμάτη προσωπικές αποκαλύψεις για μια χαμένη αθωότητα και την επερχόμενη συναισθηματική εγκατάλειψη. Η δομή του φιλμ είναι πολυσύνθετη [δυο ιστορίες, ταυτόχρονα αναπτυσσόμενες, μέγα χρονικό χάσμα μεταξύ τους, ξαφνικές χρονικές μεταβάσεις στο παρελθόν και στο μέλλον που προσδιορίζονται με ανάλογες μετατοπίσεις του χρωματικού φάσματος]. Προσωπικές μνήμες, αρχειακό υλικό εποχής, αξεδιάλυτα όνειρα, ένας κύκλος ζωής γεμάτος αναζητήσεις που στοιχειώνουν τον δημιουργό: η χαμένη πνευματικότητα, η απώλεια ανθρώπινης επαφής και η υπέρτατη αλήθεια [αν υπάρχει] που καθρεφτίζεται μέσα στις ατελείς, συχνά μονότονες και βαρετές ζωές μας.
"Στάλκερ" (Stalker, 1979, 160'). Μαυρόασπρο αλλά και έγχρωμο. Σενάριο των Boris Strugatsky, Arkady Strugatsky [από τη νουβέλα τους The Roadside Picnic] και Andrei Tarkovsky. Μουσική του Eduard Artemyev αλλά και κομμάτια των Maurice Ravel και Ludwig van Beethoven. Φωτογραφία Aleksandr Knyazhinsky. Μοντάζ Lyudmila Feiginova. Σχεδιασμός παραγωγής Andrei Tarkovsky. Παραγωγή Aleksandra Demidova. Παίζουν: Aleksandr Kajdanovsky, Nikolai Grinko, Anatoli Solonitsyn, Alice Friendlich, Natasha Abramova, F. Yurma, E. Kostin, R. Rendi και Oleg Fyodorov.
Ένα από τα πιο σκοτεινά και συμβολιστικά διηγήματα γυρισμένο σε άπλετο και εκτυφλωτικό φως. Ο επιτυχημένος συγγραφέας που αναζητάει την έμπνευση και την περιπέτεια κι ο επιστήμων που ψάχνει την αλήθεια, μισθώνουν τον ριψοκίνδυνο ιχνηλάτη του τίτλου να τους μπάσει στην Απαγορευμένη Ζώνη και στο Δωμάτιο των πιο βαθιών επιθυμιών τους, εκεί που η αβεβαιότητα πρυτανεύει. Ο υπέρτατος τρόμος, μην τυχόν και βρουν αυτό που ψάχνουν, τους οδηγεί στην αποκάλυψη και την ανακάλυψη του ίδιου τους του άγνωστου εαυτού. Μια αλληγορία που μοιάζει με θελκτική και επικίνδυνη σειρήνα, και μας καλεί εκ μεταφοράς στην κατάδυση εντός μας. Η χρωματική 'διαφορά' της Ζώνης και του έξω κόσμου είναι η διάσταση ανάμεσα στην πραγματικότητα και το υποσυνείδητο. Η αναζήτηση της πνευματικότητας είναι κι εδώ μια διέξοδος απ' την ιδεολογική μας μιζέρια. Το ταξίδι είναι που μετράει.
"Νοσταλγία" (Νostalghia, 1983, 125') Μαυρόασπρο αλλά και έγχρωμο. Σενάριο των Tonino Guerra και Andrei Tarkovsky. Μουσική των Giuseppe Verdi και Ludwig van Beethoven. Φωτογραφία Giuseppe Lanci. Μοντάζ Erminia Marani και Amedeo Salfa. Σχεδιασμός παραγωγής Andrea Crisanti. Παραγωγή Manolo Bolognini, Franco Casati και Renzo Rossellini. Παίζουν: Oleg Yankovsky, Erland Josephson, Domiziana Giordano, Patrizia Terreno, Laura De Marchi, Delia Boccardo, Milena Vukotic, Raffaele Di Mario, Rate Furlan, Livio Galassi, Elena Magoia, Piero Vida.
Εγκεφαλική, συμβολιστικά ιδιόρρυθμη, η "Νοσταλγία" είναι μια κινηματογραφική σπουδή πάνω στην έννοια της πνευματικής πείνας και του ανικανοποίητου αυτής. Το αόριστο προσκυνηματικό ταξίδι του Αντρέι [τον υποδύεται ο Όλεγκ Γιανκόβσκι] και η τελική, ακατανόητη πράξη του Δομίνικου [Έρλαντ Γιόζεφσον] διακηρύττουν περίτρανα την πελώρια λαχτάρα για πνευματική ολοκλήρωση. Η τελική σκηνή, όπου το τρεμάμενο κερί φιλοξενείται κάτω από το παλτό του Αντρέι, δεν είναι παρά μια επι-φώτιση της ψυχής του μ' ένα φως πνευματικό που τον εξαγνίζει και τον λυτρώνει. Η ταινία είναι αφιερωμένη στη μνήμη της μητέρας του σκηνοθέτη και φαντάζει ως ένας θρήνος για το χαμένο παρελθόν [χαμένη πατρίδα;] και το αβέβαιο μέλλον.
"Θυσία" (Offret, 1986, 145'). Έγχρωμο. Σενάριο Andrei Tarkovsky. Μουσική Johann Sebastian Bach, Watazumido Shuso. Φωτογραφία Sven Nykvist. Μοντάζ Henri Colpi, Andrei Tarkovsky, Michal Leszczylowski. Σχεδιασμός παραγωγής Anna Asp. Παίζουν: Erland Josephson, Susan Fleetwood, Valerie Mairesse, Allan Edwall, Gudrun Gisladottir, Sven Wollter, Filippa Franzen, Tommy Kjellqvist, Per Kallman, Tommy Nordahl.
Η τελική πράξη της ζωής ενός ανθρώπου είναι συχνά μια "Θυσία". Ο Ταρκόφσκι ξέρει πια ότι ο καρκίνος τον κατατρώει. Τα πλάνα του είναι απόμακρα και η ανησυχία του για τον περιβάλλοντα κόσμο, προφανής. Βιώνει τραυματικά τον πυρηνικό όλεθρο αλλά και την αδιαφορία και το πνευματικό έλλειμμα που οδήγησαν σ' αυτόν. Το πάθος της δημιουργίας και η επιβεβαίωση της ύπαρξης και του νοήματος αυτής τον κρατούν ακόμα ζωντανό. Υποφέρει εν σιωπή, αντιστέκεται στο τρόμο του κενού και την χρεοκοπία του πνεύματος. Τις συνηθισμένες του τεχνικές δεν τις ξέχασε ούτε στην Σουηδία. Το χρώμα έχει πάντα συμβολικές διαστάσεις: ανεμικό τοπίο, ξεπλυμένα και μουντά χρώματα του αγρού που αναμειγνύονται με τις γκρι αποχρώσεις του πολέμου. Ο κόσμος που αφήνει είναι πιο άρρωστος απ' αυτόν.
Ταρκόφσκιοι Ου-Τόποι
Αντρέι Ταρκόφσκι, μέρος πρώτον
Όλος ο Tarkovsky σε μια ιστοσελίδα
Νοσταλγία: ένας επι-ταρκόφσκιος παραδεισό-τόπος
ΥΓ1: Αλέξανδρος λέγεται ο ήρωας που υποδύεται ο Έρλαντ Γιόζεφσον στη "Θυσία". Αλέξανδρος = αυτός που αποκρούει τους άνδρες στη μάχη. Λέτε να κόλλησε απ' τον Αγγελόπουλο;
ΥΓ2: Εκείνος ο Βιτάλι Κανιέφσκι του "Κοκάλωσε, πέθανε, αναστήσου" (Zamri, umri, voskresni!, 1989) και της "Μιας ανεξάρτητης ζωής" (Samostoyatelnaya zhizn, 1992), τι απέγινε; Κάτι ντοκιμαντέρ γύρισε και μετά;
ΥΓ3: "Το βιολί και ο οδοστρωτήρας" διαπνέεται από μια νατουραλιστική διάθεση με επιρροές από τον ιταλικό νεορεαλισμό [Ντε Σίκα] και μια ιδεαλιστική αθωότητα με παράλληλες νεοκυματικές αναζητήσεις τύπου νουβέλ βαγκ. Η ιστορία μοιάζει παιδική αλλά προσπαθεί πολύ διακριτικά να εξερευνήσει πιο απρόσιτους χώρους. Ψάχνεται και περιφέρεται όπως ο μικρούλης βιολιστής που μαθαίνει να εκτιμάει την τέχνη και τον μόχθο του απλού εργάτη. Αλλά και αντίστροφα: όπως ο απλός εργάτης γοητεύεται από το ωραίο παίξιμο του μικρού.