Απολογισμός του 26ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ
Πάει ένα ακόμη φεστιβάλ. Σαν μετρητής του καιρού που περνά. Και αλλάζει. Του Κώστα Καρδερίνη
Τρία τα χαρακτηριστικά της 26ης έκδοσης του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
1ον ότι η συμπερίληψη έγινε συστημική όχι μόνον στην πολιτική αλλά και στα ντοκιμαντέρ, γεγονός όχι οπωσδήποτε δυσάρεστο αφού μπορεί βραχυπρόθεσμα να αποτελέσει αυτό βαλβίδα αποσυμπίεσης. Στο σύνολο του προγράμματος υπήρξαν δυσανάλογα πολλά ντοκιμαντέρ με θέματα προδήλως λεσβιακά, τόσα που να προκαλούν κορεσμό και να αποθαρρύνουν ενδεχομένως ακόμη και το δυνητικά ενδιαφερόμενο κοινό που αποσκοπούσαν να προσελκύσουν.
2ον υπήρξαν αρκετά ντοκιμαντέρ που διέθεταν χιούμορ, άλλοτε πανάλαφρο [Τι κάνει η Κλαίρη;] και υποδόριο στα όρια της ειρωνείας [Ο παράγοντας της ευτυχίας] κι άλλοτε μαύρο, μακάβριο και σκοτεινό [Ναβάλνι, Πανελλήνιον]. Το εύρος και το πλάτος ή, αν προτιμάτε, το εμβαδόν του χιούμορ είναι ευθέως ανάλογο των νέων αντιλήψεων παρατήρησης και απόδοσης της υποκειμενικής πραγματικότητας, είτε του παρατηρητή είτε του θέματος είτε ακόμη και της διάστασης των δύο μεταξύ των [Ποτήρι μισογεμάτη ζωή, Δύο άγνωστοι προσπαθούν να μην αλληλοφαγωθούν, Τι κάνει η Κλαίρη;].
3ον ως θετική καταχωρίστηκε/εισπράχθηκε η απελευθέρωση φόρμας και η ευρεία γκάμα μέσων καταγραφής και αποτύπωσης, από το κινούμενο σχέδιο ως την υβριδική δραματοποίηση και τα οπτικά εφέ [Ο Τοντ και η Σούπερ-Στέλλα] κι από την αυτο-παρατήρηση [Από τον Αμπντούλ στην Λεϊλά, Ποτήρι μισογεμάτη ζωή] και την ψυχοσωματική αυθυποβολή ως την υπερπαραγωγή και τη σειριακή επεισοδιακή υπερέκταση [διάρκειας από 4 μέχρι και 14 ώρες]. Η παλέτα των ντοκιμαντεριστών επεκτάθηκε ακόμη και στο φάσμα του μη ορατού [Λάσπη, το μέρος που κοιμόμασταν, Πουθενά] και η φαρέτρα τους, εν γένει, οπλίστηκε με ηράκλεια βέλη που μπορούν να πλήξουν θανάσιμα [Ναβάλνι, Αδέσποτα κορμιά, Σάουντρακ για ένα πραξικόπημα].
Τρεις και οι ειδικές εκδόσεις του Φεστιβάλ.
Ένα πολύπτυχο-αφίσα αφιερωμένο στον, τιμητικά βραβευμένο με Χρυσό Αλέξανδρο, Φερνάντο Τρουέμπα και στο τρίπτυχο σκηνοθετικό περί αυτού μίνι-αφιέρωμα, συγγραφικά συνταγμένο και επιμελημένο από τον Δημήτρη Κερκινό [Fernando Trueba: Αφιέρωμα/Spotlight]. Δεύτερη έκδοση ο 176σέλιδος Α/Κατάλογος που αναφέρεται στο κεντρικό θέμα-αφιέρωμα του Φεστιβάλ, Citizen Queer. Περιλαμβάνει πλούσιο φωτογραφικό υλικό, κείμενα, τις ταινίες του αφιερώματος και βιογραφικά των σκηνοθετών και των αρθρογράφων / συντελεστών. Το διπλό εξώφυλλό της ξεδιπλώνει και γίνεται αφίσα, όπως και το πολύπτυχο του Τρουέμπα.
Και τρίτο -το σπουδαιότερο πιστεύω- τα 310 σελίδων Manifestos: Είκοσι τέσσερα μανιφέστα για το σινεμά, σε συντονισμό της Γκέλυς Μαδεμλή, όπως και το προηγούμενο, Citizen Queer. Μανιφέστα περί κινηματογράφου που υπογράφουν τρανταχτά ονόματα από διαφορετικές περιόδους και «σχολές»: Τζίγκα Βερτόφ, Τζον Γκρίερσον, Σταύρος Τορνές, Σάλι Πότερ, Βίκτορ Κοσακόφσκι, Βίταλι Μάνσκι, Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, Λαρς φον Τρίερ & Τόμας Βίντερμπεργκ, Πίτερ Ουϊντόνικ, Άλμπερτ Μέιζλς, Μαρκ Κάζινς, Βέρνερ Χέρτζοκ, Γκρέγκορι Μαρκόπουλος, Κατερίνα Θωμαδάκη & Μαρία Κλωνάρη κ.ά. Αυτή η πολύ σημαντική έκδοση είχε επίσης τα οπτικοακουστικά τεκμήριά της, ήτοι πέντε ντοκιμαντέρ των Γκι Ντεμπόρ, Βερτόφ, φον Τρίερ & Γιόργκεν Λεθ, Ιζιντόρ Ιζού και Ουϊντόνικ.
Τέλος, εντύπωση μου έκανε ότι στο σύνολο των προβεβλημένων ντοκιμαντέρ μόνο πέντε ήταν βαλκανικά. Στο παρελθόν του Φεστιβάλ και του Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ η βαλκανική μας γειτονιά σχημάτιζε έναν από τους σημαντικότερους πόλους, αν όχι τον σημαντικότερο πόλο έλξης του προγράμματος. Η αγορά είχε αρκετά περισσότερα βαλκανικά ντοκιμαντέρ, κάποια εξ αυτών άξια να τα δει το κοινό του Φεστιβάλ, ακόμη και σε κάποιο μεμονωμένο βαλκανικό αφιέρωμα.
Ακολουθεί μια 20άδα τίτλων που ξεχώρισα ως αγαπημένα μου. Και έπεται μια 15άδα ακόμη με χιούμορ όλων των κατηγοριών. Είθε το χιούμορ να ανθεί και στα επόμενα Φεστιβάλ. Το ντοκιμαντέρ Πανελλήνιον απέσπασε το βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου... για τον τρόπο που συμπυκνώνει το άσπρο της ζωής και το μαύρο του θανάτου στον κλειστό χώρο ενός καφενείου ερασιτεχνών σκακιστών. Εκεί, οι βασανισμένοι θαμώνες του αναζητούν το δικό τους λυτρωτικό γκρίζο, προσπαθώντας να ξεφύγουν από την καθημερινή σταύρωσή τους.
