Claude Chabrol: σοκολατένια πάθη
Παρότι έχει υπερβεί το εβδομηκοστό έτος της ηλικίας του, ο Κλοντ Σαμπρόλ εξακολουθεί να εκπλήσσει ευχάριστα. Συνεχίζει να υπηρετεί το αστυνομικό θρίλερ με αυταπάρνηση και εμμονή, ανάλογη με την προσκόλληση του Rohmer στις ηθογραφικές ιστορίες. Παρόλα αυτά κάθε νέα του ταινία είναι περίεργη κι ενδιαφέρουσα, τόσο εγκληματολογικά όσο και κινηματογραφικά. Έχοντας εξαντλήσει τις υποκριτικές δυνάμεις της συζύγου του Stephane Audran, βρήκε στο πρόσωπο της Isabelle Huppert μια νέα ιδανική ερμηνεύτρια (Violette Noziere, 1978, Une Affaire De Femmes, 1988, Madame Bovary, 1991, La Ceremonie, 1995, Rien Ne Va Plus, 1997). Της εμπιστεύεται και πάλι έναν ιντριγκαδόρικο ρόλο στην τελευταία του δουλειά "Merci Pour La Chocolat" (Ευχαριστώ για την σοκολάτα, 2000). Και της αποσπά μια καταλυτική ερμηνεία, εφάμιλλη της "Πιανίστριας" (2001) του Michael Haneke.
Ο Σαμπρόλ, ανήκει επίσης στην γενιά των θεωρητικών και κριτικών των Καγιέ ντε Σινεμά (Τρυφώ, Γκοντάρ, Ρομέρ, Ριβέτ και σία), που στην δεκαετία του '50 αποφάσισαν ν' αλλάξουν τον ρου των εικόνων διαμέσου των κειμένων. Παρότι υπογράφει σκηνοθετικά την πρώτη ταινία του νέου κύματος (Le Beau Serge, 1958) και συμμετέχει καθοριστικά στο "Με κομμένη την ανάσα" (A Bout De Souffle, 1959) του Godard, ακολουθεί παράλληλη κι ασύμβατη πορεία με τους υπόλοιπους νεοκυματικούς. Ήδη με τις δυο επόμενες δουλειές του (Les Cousins, 1958, A Double Tour, 1959) δείχνει να βρίσκει την αγαπημένη του θεματική: μια φαινομενικά στιβαρή κοινωνική δομή υποσκάπτεται βραδυφλεγώς από κάποιον στυγερό φόνο, που παραμένει θαμμένος για να αποκαλυφθεί εντέλει φιλμικά προς χάριν και τέρψιν των θεατών του. Μια λεπτή ειρωνεία που ελλοχεύει και υπονομεύει τις αποκαλύψεις, μια κεκαλυμμένη παραβολική αφήγηση που θέλει να ταρακουνήσει τον εφησυχασμένο και ψιλοβολεμένο αστό.
Φανατικός λάτρης του Hitchcock, συνυπέγραψε με τον Ρομέρ μια μονογραφία για τον μεγάλο μαιτρ του σασπένς (1957). Έχει σκηνοθετήσει στο παρελθόν και μια χιτσκοκική τριλογία: "Cop Au Vin" (Poulet Au Vinaigre, 1984), "Inspecteur Lavardin" (1985) και "Masques" (1986). Στο "Merci Pour La Chocolat" ξαναθυμάται εκείνη την τριπλέτα, αλλά βάζει και πάλι στο παιχνίδι την ατμόσφαιρα της Patricia Highsmith, που μας είχε ενθουσιάσει στην "Κραυγή της κουκουβάγιας" (Le Cri Du Hibou, 1987). Αυτή τη φορά βέβαια, το σενάριό του είναι βασισμένο στο βιβλίο "The Chocolate Cobweb" της Charlotte Armstrong. Η Μίκα (Υπέρ) είναι κληρονόμος μιας ελβετικής σοκολατοβιοτεχνίας και δεύτερη σύζυγος του φημισμένου πιανίστα Αντρέ (Jacques Dutronc), ο οποίος έχει κι έναν γιο από τον πρώτο του γάμο. Στο 'ήσυχο' σπιτικό τους εισβάλει μια νεαρή μαθητευόμενη πιανίστα και ορφανή (Anna Mouglalis), που χαίρει της εκτιμήσεως του Αντρέ, αλλά ταυτόχρονα ερευνά και την πιθανότητα να είναι κόρη του.
Αινιγματικό μυστήριο, σαρδόνια ατμοσφαιρική φρεσκάδα, υπέροχη Υπέρ, η νεαρά πολλά υποσχόμενη Anna Mouglalis, οι πένθιμες μουσικές του Liszt (αλλά και Chopin, Schubert, Mahler, Debussy και Σκριάμπιν), οι διόμορφες μελωδίες του υιού Matthieu Chabrol, το μοντάζ της Monique Fardoulis κι ένα ασίγαστο πάθος για την σοκολάτα. Έχω κάθε λόγο να θέλω να δω την νέα πρόταση του αειθαλούς ακροβάτη της μεγάλης οθόνης. Αλλά πάλι, Χίτσκοκ χωρίς σασπένς γίνεται; Και Χάισμιθ στα ελβετικά σαλέ; Λίγο οξύμωρα μου φαίνονται όλ' αυτά.
Πηγές
Μια βιογραφία του Σαμπρόλ
και μια φιλμογραφία
Μια σοκολάτα μέσα κι έξω
Κι άλλη μια πλουσιότερη
Ο Chabrol στο 38ο Φεστιβάλ Κιν/φου Θεσσαλονίκης
ΥΓ: Το 38ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου είχε παρουσιάσει ένα εκτενές αφιέρωμα στον μεγάλο γάλλο δημιουργό, όπου είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε και να μελετήσουμε την εξέλιξη της θεματικής του.
ΥΓ2: Την προηγούμενη δουλειά του "Au Coeur du Mensonge" (1999) δεν την είδαμε ακόμα.
ΥΓ3: Ο Chabrol έχει για διορθώτρια των σεναρίων του, την κόρη του Aurore.