Dennis Hopper: ξένοιαστος παλαβιάρης [1936-2010]
"Θα 'πρεπε να 'χω πεθάνει τουλάχιστον δέκα φορές ως τώρα... Πιστεύω στα θαύματα. Είμαι ζωντανός και είναι θάμα..." έλεγε κάποτε ο ηθοποιός, σκηνοθέτης, σεναριογράφος, φωτογράφος και συλλέκτης. "Όπως κάθε καλλιτέχνης θέλω κι εγώ να ξεγελώ το χρόνο για ν' αφήσω κάτι καλό στους επόμενους". Μέγας πότης, μέγας ναρκοπότης, "τρομερό παιδί" στα νιάτα, ψηφοφόρος του Ρίγκαν και των δύο Μπους στα μεσοκοπήματα, προσευχήθηκε υπέρ της εκλογής Ομπάμα στα ξεμωράματα.
Πάντα απρόβλεπτος μετά από πέντε γάμους, τεσσεράμισι διαζύγια και τέσσερα παιδιά. Τη δεύτερη σύζυγο μάλιστα, Michelle Phillips, τη νυμφεύθηκε μόνο για 8,5 μέρες. Τόσο κράτησε η ντόπα μαζί της ["οι επτά πρώτες ήταν καλές", θυμάται]. Μετά ξενέρωσε και... χωρίσανε.
Η έφεσή του σε ρόλους κακών και σκοταδόψυχων φάνηκε σχεδόν αμέσως. Πριν κλείσει εικοσαετία ζωής είχε ήδη κοντράρει τον Τζέιμς Ντιν δυο φορές: Επαναστάτης Χωρίς Αιτία [1955] και Ο Γίγας [1956]. "Ο Τζίμι ήταν πολύ ταλαντούχος και πρωτότυπος. Ήτανε και αντάρτης κόντρα σε κάθε περιορισμό της ευαισθησίας του. Τράβηξε μαχαίρι κάποτε κι απείλησε το σκηνοθέτη. Τον μιμήθηκα και στη ζωή και στην τέχνη κι αυτό μ' έβαλε σε πολλούς μπελάδες..."
Ακολούθησε το γουέστερν Gunfight at the O.K. Corral [Αίμα στον πράσινο βάλτο] όπου ήταν αρχισυμμορίτης και η κοφτή φωνή του ακούστηκε στο αντιπολεμικό δράμα Sayonara [1957]. Ενδιάμεσα σίριαλ, τηλεσόου και μετριότητες, μέχρι το "Μεγάλο Δραπέτη" Πολ Νιούμαν [Cool Hand Luke, 1967] και τον προφήτη στο άνθεμ του Eastwood "Κρεμάστε τους ψηλά" [1968]. Ύστερα ήρθε η απογείωση με τον Easy Rider [Ξένοιαστος καβαλάρης, 1969]. Χίπις, τζάνκια, τσοπεράδες και ψυχεδελικοί φυγάδες των δρόμων ταυτίστηκαν. Και καπάκι μυστηριακή "Η άλλη πλευρά του ανέμου" του Orson Welles που μυστηριωδώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Δεν του άρεσε ποτέ να αναπολεί γιατί τα μεθύσια του ήτανε άγρια. Έπινε τόσο πολύ που γινότανε λιώμα κι έπειτα ρουφούσε λίγη κόκα για να ξεμεθά και να συνεχίζει να πίνει. Θυμάται νοσταλγικά μόνο εκείνο το οργιώδες μπάνιο αφρώδους οίνου με τη Natalie Wood. "Γεμίσαμε τη μπανιέρα σαμπάνια, η Νατ γδύθηκε κι έκατσε μέσα στη μπανιέρα, κι άρχισε να τσιρίζει μέχρι που την πήγαμε στο νοσοκομείο".
Κι ίσως ακόμη να θυμάται σαν ανάμνηση τα λιγοστά εφηβικά μαθήματα ζωγραφικής με δάσκαλο τον Thomas Hart Benton που του 'λεγε εμφατικά: Μια μέρα θα μάθεις να σφίγγεσαι περισσότερο και να ζωγραφίζεις χαλαρότερα.
Δεύτερος σταθμός "Ο Αμερικάνος Φίλος" [Der amerikanische Freund, 1977] του Wenders, ο Ρίπλεϊ του Samuel Fuller, του Nicholas Ray και του Jean Eustache. Κι ύστερα ήρθε ο Coppola: φωτογράφος στο εκτυφλωτικό "Αποκάλυψη Τώρα" [1979] και πατέρας στον "Αταίριαστο" [Rumble Fish, 1983]. Σκηνοθέτησε δε, τους "Ξεγραμμένους" [Out of the Blue, 1980] φτάνοντας μέχρι τις Κάννες.
Εκεί κάπου, "η αρρώστια έγινε συνήθεια". Sam Peckinpah και The Osterman Weekend [Όστερμαν, το 48ωρο των κατασκόπων, 1983], Tobe Hooper και καλτ The Texas Chainsaw Massacre 2 [Σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι 2], και το απαύγασμα όλων Blue Velvet [Το Μπλε Βελούδο 1986]. Και είχε πει στον Lynch τότε: Ντέιβιντ, άσε με να παίξω τον Φρανκ Μπουθ γιατί ο Φρανκ είμαι εγώ.
Ακολούθησε η "Μαύρη Χήρα" και το κωμικό μεταγουέστερν Straight to Hell [Καλωσήρθατε στη Κόλαση, 1987]. Η σκηνοθεσία στα "Χρώματα της Βίας" [Colors, 1988] και η παταγώδης απογοήτευση του παράδοξου Catchfire/Backtrack [1990] που το αποκήρυξε και το κληροδότησε άδοξα στον πάντα πρόθυμο Alan Smithee. Ξαναγύρισε στη βολική κακία του "Μισαλλόδοξου" [Paris Trout], στον "Ινδιάνο Δρομέα" [1991], σε πολλαπλές τυποποιήσεις κακών, με ευχάριστο διάλειμμα τον βιογραφικό Basquiat [1996]. Και, πολύ πολύ εσχάτως, ο τελευταίος Φρανκ, στις "Φωτογραφίες στο Παλέρμο" [Palermo Shooting, 2008] του Βέντερς.
Έκλεισε τα 74 και έφυγε από την επάρατο του προστάτη, ανυπεράσπιστος. Από την πρώτη εμφάνιση στον Johnny Guitar του Ρέι [1954], με την Joan Crawford να σπέρνει μεθυσμένη τα κοστούμια της αντιζήλου Mercedes McCambridge στη λεωφόρο. Μέχρι το τελευταίο ανιμέισιον με τον σημαδιακό τίτλο Alpha and Omega [2010]. Ανυπεράσπιστος.
"Σ' έναν κόσμο όπου οι νεκροί επανέρχονται στη ζωή, η λέξη πρόβλημα χάνει το νόημά της..." λέει με διφορούμενο, θυμόσοφο και περιπαιχτικό ύφος στη "Χώρα των Νεκρών" [Land of the Dead, 2005] του Romero.