Εμίρ Κουστούριτσα, ο βαλκάνιος παραμυθάς
Τα Βαλκάνια είναι ένα καζάνι που κοχλάζει εδώ και δεκαετίες. Απ' αυτήν την εκρηκτική μαρμίτα, μες απ' την καρδιά του Σαράγιεβο, ξεπήδησε ένας σύγχρονος Αίσωπος, ο Emir Kusturica. Έμαθε να μαγειρεύει θεσπέσια βαλκανικά παραμύθια, γεμάτα μαύρο χιούμορ, σατιρικά σχόλια και δράση, εξόχως ενορχηστρωμένα με την ντόπια μουσική παράδοση. Βραβευμένος δις με τον χρυσό φοίνικα (Ο μπαμπάς λείπει σε ταξίδι για δουλειές, Underground) και άπαξ με το βραβείο σκηνοθεσίας των Κανών (Ο καιρός των τσιγγάνων). Έχει στη συλλογή του ένα χρυσό (Θυμάσαι την Ντόλυ Μπελ;) κι ένα αργυρό λιοντάρι (Μαύρη γάτα Άσπρος γάτος) από την βενετσιάνικη Μόστρα, αλλά και μια αργυρή άρκτο (Arizona dream) από το Βερολίνο. Αν προσθέσουμε σ' αυτά και την οσκαρική υποψηφιότητα (για τον Μπαμπά), αλλά και τα ουκ ολίγα βραβεία των κριτικών, το άθροισμα κάνει σίγουρα τον πιο σπουδαίο ευρωπαίο δημιουργό της γενιάς του.
Κι όχι μόνο. O Κούστα, όπως τον αποκαλούν οι φίλοι του, αποδείχθηκε ο πιο 'διαβασμένος' και δημοφιλής μαθητής της Ακαδημίας Κινηματογράφου της Πράγας (FAMU). Το πτυχιακό του φιλμάκι "Gernika" (1978), βασισμένο σε διήγημα του Antonie Isakovic, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο φεστιβάλ σπουδαστικών ταινιών του Karlovy-Vany. Μετά την αποφοίτησή του επέστρεψε στην γενέτειρα και ξεκίνησε να εργάζεται στο κανάλι TV Sarajevo. Η πρώτη του τηλεταινία "Nevjeste dolaze" (Έρχονται οι γέφυρες, 1979) προκάλεσε αντιφατικά σχόλια και τελικά αποπέμφθηκε, κυρίως για τον ακραίο τρόπο που χειρίζεται τα σεξουαλικά ταμπού. Η επόμενή του όμως, "Bife Titanik" (Καφέ-μπαρ ο Τιτανικός, 1980), που βασίστηκε σε μια ιστορία του νομπελίστα Ivo Andric, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο φεστιβάλ τηλεταινιών του Portoroz (στη Σλοβενία).
Το 1981 γυρίζει την πρώτη του ταινία "Θυμάσαι την Ντόλυ Μπελ;" (Sjecas li se, Dolly Bell) κι αμέσως αναγνωρίζεται στη γείτονα Ιταλία, αλλά και στην πατρίδα του αφού θριαμβεύει στο κρατικό φεστιβάλ της κροατικής πόλης Pula (και όχι πούλα-πούλα). Το σενάριο είναι του Αμπνταλά Ζιντράν και αναφέρεται στο Σαράγιεβο των αρχών του '60, όπου κυριαρχεί η ιταλική ροκ-ποπ μουσική και κάνει μεγάλο σουξέ ο Αντριάνο Τσελεντάνο. Το χιτ του "24.000 φιλιά" (γνωστό και στη χώρα μας) αποτελεί το σήμα κατατεθέν της ταινίας αλλά και της εποχής. Τα εφηβικά χρόνια, γεμάτα σκανταλιές και πιπεράτα περιστατικά, σκιαγραφούνται με απόλυτη πειστικότητα και απαράμιλλη ζωντάνια. Το φιλμ ξεφεύγει από τον χαρακτηρισμό 'Γρανίτα από Σαράγιεβο' αφού περιγράφει μια κανονική μουσική επανάσταση της τοπικής νεολαίας και την διαμόρφωση μιας νέας κουλτούρας, πιο δυτικοευρωπαϊκής, στην μεταπολεμική Γιουγκοσλαβία.
Ο Abdulah Sidran υπογράφει σεναριακά και τον επόμενο κινηματογραφικό σταθμό του Κούστα. "Ο μπαμπάς λείπει σε ταξίδι για δουλειές" (Otac na sluzbenom putu, 1985) είναι μεθυστικό αριστούργημα, σαν ένα κρασί παλαίωσης σε δρύινο βαρέλι. Επιστρέφει δέκα χρόνια πίσω και μας μεταφέρει με γλυκόπικρη νοσταλγία τις δυσκολίες μιας οικογένειας στις αρχές του κομμουνισμού, τότε που ο στρατάρχης Τίτο έκανε το βίο αβίωτο στους διανοούμενους διαφωνούντες με το καθεστώς του. Εδώ φαίνεται ότι ο μπαμπάς απομακρύνεται όχι μόνο λόγω των πεποιθήσεών του, αλλά και γιατί κάποιος άρχων έχει βάλει στο μάτι τη γυναίκα του. Όλ' αυτά τα παρακολουθούμε μέσα από τα παιδικά μάτια του εξάχρονου βενιαμίν της οικογένειας. Η ταινία σήμερα διαθέτει ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα λόγω της διάσπασης της χώρας. Το συνεργείο των γυρισμάτων ήταν πολυφυλετικό, ως μια ύστατη προσπάθεια του σκηνοθέτη να κρατήσει κάποιες ισορροπίες. Εκτός των προαναφερομένων, η ταινία τιμήθηκε και με πέντε κρατικά βραβεία Golden Arena.
Στα 1989 ο Εμίρ κάνει πια την μεγάλη του εκτίναξη ως τα πέρατα της οικουμένης. Γυρίζει μια ακόμη πιο τραγική, πιο σκληρή και πιο τρυφερή ταινία, τον "Καιρό των τσιγγάνων" (Dom za vesanje). Ένα σύγχρονο νομαδικό παραμύθι, γεμάτο μαγικά ανεξήγητα φαινόμενα, ξέχειλο από ποίηση και λυρισμό, με ερασιτέχνες τσιγγάνους που μιλάνε ρομ και τραγουδάνε ασταμάτητα λύπες και χαρές. Ο χαρακτηρισμός της ταινίας ως καλτ είναι μάλλον αυτονόητος και καταντάει μάλιστα περιοριστικός. Ο ήρωας Πέρχανε (Davor Dujmovic) έχει μονίμως βουλωμένο το ένα του μάτι γιατί βλέπει περίεργα οράματα και βολτάρει πέρα δώθε αγκαλιά με την αγαπημένη του γαλοπούλα. Ο θείος Μέρτζαν (Husnija Hasimovic) τον θεωρεί μπούφο και χαϊβάνι και του σκαρώνει συνεχώς λαχτάρες. Επουδενί δεν διανοείται την ξέφρενη πορεία του στον κόσμο, ούτε κι η μικρή του αγαπημένη.
Η γιαγιά του (Ljubica Adzovic), μια τσαούσα αντρογυναίκα, ονειρεύεται να δει τον εγγονό της μεγάλο και τρανό. Τα σημάδια των καιρών και οι πίκρες της ζωής έχουν αυλακώσει το πρόσωπό της, που μοιάζει με χάρτα επιβίωσης. Το βλέμμα της, γαλήνιο αλλά ταυτόχρονα σπαραχτικό, φανερώνει μια σοφία τραγική, μια γνώση του κόσμου απ' την ανάποδή του πλευρά. Η εκπληκτική μουσική του Γκόραν Μπρέγκοβιτς ένα απαραίτητο συμπλήρωμα σ' αυτό το γήινο σουρεαλιστικό σκηνικό. Η καθημερινότητα φαντάζει αστεία σ' έναν τόπο άθλιο, σε μια 'οικογένεια' που προσπαθεί να περισώσει τα συντρίμμια μιας ζωής, άγνωστης και αθέατης σε μας τους περίεργους 'περίοικους'. Το ξένοιαστο γέλιο του πρώτου μέρους παραχωρεί τη θέση του σε μια στυφή και πικρή αίσθηση, μια αλήθεια θριαμβευτικά δραματική, βέβαιη και σίγουρη όσο πλησιάζουμε προς το τέλος.
Αν ο "Μπαμπάς" είναι τα αθώα παιδικά χρόνια κι η "Ντόλυ Μπελ" το πέρασμα στην πολλά υποσχόμενη εφηβεία, ο "Καιρός των τσιγγάνων" είναι η χειραφέτηση του ήρωα, που ανδρώνεται, ωριμάζει σαν άγριο φρούτο μέσα στ' αγκάθια και καίγεται σαν σούπερ νόβα, μετά από μια σύντομη αστραφτερή πορεία στο ουράνιο στερέωμα. Ο πρωταγωνιστής Davor Dujmovic (1969-1999) που υποδύεται (υποδύεται άραγε;) τον Πέρχαν είναι μια εξίσου τραγική φιγούρα. Ένας γνήσιος ιδανικός αυτόχειρ, που πρόλαβε να παίξει άλλο έναν σπουδαίο ρόλο-κλειδί στο "Underground" πριν χαθεί στην αιωνιότητα και επιστρέψει για πάντα στην σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού. Κι όλα μοιάζουν πια τόσο σοφά συνυφασμένα, τόσο εξαίσια μέσα στην βρώμικη και άγρια ομορφιά τους, ώστε δεν έχει σημασία πια τι είναι αληθινό και τι μυθικό, τι φανταστικό και τι ρεαλιστικό, τι παραμένει και σαπίζει και τι ανθεί στα σκουπίδια.
Η φήμη του σκηνοθέτη, από καθηγητή στη σχολή υποκριτικής τέχνης του Σαράγιεβο, τον φέρνει διδάκτορα σκηνοθεσίας στο πανεπιστήμιο της Κολούμπια. Ένας μαθητής του, ο David Atkins, του πασάρει ένα σενάριο, το οποίο και απετέλεσε την πρώτη αγγλόφωνη ταινία του επί αμερικανικού εδάφους. Ήταν απολύτως φυσικό να του την πέσει από δίπλα και το Χόλιγουντ και να θελήσει να επωφεληθεί. Το "Arizona Dream" (1993) παρά το πλούσιο και αλλοπρόσαλλο επιτελείο ηθοποιών (Τζώνι Ντεπ, Τζέρι Λιούις, Φαίη Ντάναγουέι, Λίλι Ταίηλορ, Βίνσεντ Γκάλο, Πωλίνα Πορίζκοβα, Michael J. Pollard, και Kim Keo), παρέμεινε θολό και ασαφές στις προθέσεις του. Ούτε η υψηλή του αισθητική και η υπέροχη φωτογραφία αλά "Παρίσι - Τέξας", ούτε η μουσική, ούτε και οι κινηματογραφοφιλικές αναφορές του (Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων, Μπαγκντάτ καφέ), κατάφεραν να δώσουν ένα δεμένο σύνολο. Η έλλειψη οράματος, η σαστιμάρα της νέας ηπείρου ή η περίσσεια χρημάτων, σκεφτείτε ότι σας βολεύει.
Πάντως ο Κουστούριτσα έφυγε τρέχοντας και γύρισε πίσω στην αντίσταση και στα υπόγεια βαλκανικά δώματα. Χρωστούσε μια τραγικωμωδία για την εποχή της ναζιστικής κατοχής. Μια καυτή σάτιρα σπονδυλωτή, ένα υπόγειο πέρασμα από τα λαγούμια της ιστορίας ως το τούνελ του χθες και του αύριο, ως το σημερινό χάλι της χώρας του. Μια ταινία-κόμικ που δείχνει τους παλιούς αντιστασιακούς να γίνονται λαθρέμποροι, τους ιδεολόγους να τρώνε τις σάρκες τους, τους νεκρούς παλιόφιλους - ευτυχείς που δε ζουν πια. Το "Underground" (1995) δεν είναι μόνο ένα αντιπολεμικό έπος, είναι μια ταινία καθαρά αντι-γερμανική, καθαρά αντι-υμπεριαλιστική, εξολοκλήρου κατά της παγκοσμιοποίησης και υπέρ της διαφοράς των ανθρώπων, των γενεών, των εθνών και των λαών. Είναι το σάουντρακ των βαλκάνιων παθών, ο γολγοθάς των ανυπόταχτων ψυχών.
Τολμάει να δείχνει την κηδεία του Τίτο υπό τους ήχους της "Λιλί Μαρλέν", τολμάει να δείχνει όλους αυτούς τους ευαγγελιστές της ενωμένης Ευρώπης, που σφάζουν στο όνομα της 'συνοχής', που άφησαν τους δικούς του ανθρώπους να κατακρεουργηθούν, χωρίς καν να έχουν τύψεις συνένοχης. Τολμάει να χρησιμοποιεί τα σύμβολα με τρόπο μαγικό, τραγικό και ταυτόχρονα ποιητικό. Ο ανάποδα κρεμασμένος Χριστός και το φλεγόμενο αναπηρικό καροτσάκι που τον περι-κυκλώνει, ο απαγχονισμός από ντροπή μέσα στην παλιά εκκλησία, το άρμα που υπομένει και περιμένει την απελευθέρωση, η υποβρύχια νύφη, το γλέντι του γάμου πάνω σ' ένα κομμάτι γης που τελικά αποσπάται από την ήπειρο - όλα είναι σοφά και τραγελαφικά τοποθετημένο στο μωσαϊκό της πατρίδας του. Κι όλα είν' εκεί μπροστά στα μάτια υποψιασμένων και μη θεατών. Όσο κουλτουριάρης, στριγκός κι εσωστρεφής είναι ο Αγγελόπουλος στο 'Βλέμμα του Οδυσσέα" άλλο τόσο καθάριος κι ακόμη πιο υπαινικτικός και δεικτικός είναι εδώ ο αστείρευτος Εμίρ.
Κι όσοι περίμεναν με το φτυάρι στο χέρι για την επόμενή του δουλειά, δεν ξέρω πως ένοιωσαν με το λαϊκό παραμύθι "Μαύρη γάτα Άσπρος γάτος" (Crna macka beli macor, 1998). Αυτό που ξέρω είναι η αγαλλίαση και η χαρά του κοινού που είδε μια τόσο απολαυστική, γελαστική και εξω-φτώχεια-και-καλή-καρδιά ταινία, με υπέροχη μουσική, με παλμό, με μπρίο και ζωντάνια αξεπέραστη. Με δυο παππούδες απίθανους, αχτύπητους, ακλώτσητους, αμίμητους, αθάνατους. Με την Μπράνκα Κάτιτς μήλον της έριδος, τη γιαγιά Λιούμπιτσα Άτζοβιτς (η ίδια του Καιρού των τσιγγάνων) εξίσου θαλερή, τον Μίκι Μανόλοβιτς (Unterground. Μπαμπάς) τρελό μαρξιστή παπά, τους τσιγγάνους γελαστούς και πάντα πολυμήχανους, την μπάντα των χάλκινων να κρέμεται απ' τα δέντρα, τον σταθμάρχη να κρέμεται απ' τη μπάρα της γραμμής κρατώντας ομπρέλα και το γουρούνι να καταβροχθίζει απτόητο ένα τράμπαντ από πεπιεσμένο χαρτόνι.
Αρκετά χρόνια πριν (1986) είχε αρχίσει να παίζει μπάσο σε μια μπάντα της πόλης του, τους Zabranjeno Pusenje, γνωστούς διεθνώς ως The No Smoking Orchestra. Ιδρύθηκαν το 1980 κι αποτέλεσαν βασικό εκπρόσωπο του κινήματος των 'νέο-πρωτόγονων' στην πρώιμη μετά-Τίτο εποχή, ενός μουσικού ρεύματος (gypsy techno-rock) που αντιδρούσε στα καλούπια του κράτους. Οι No Smoking αναγκάστηκαν να διαλυθούν υπό το βέρος της λογοκρισίας, αλλά επανασυστάθηκαν στο Βελιγράδι με νεότερα μέλη, μεταξύ των οποίων κι ο υιός Stribor Kusturica στα ντραμς. Αυτούς τους μουσικούς επιστράτευσε για να επενδύσει το γλέντι των "Μαυρόασπρων γάτων". Στο διάστημα 1999-2001 περιόδευσε μαζί τους και παράλληλα τους κινηματογράφησε σε σούπερ 8. Κάπως έτσι προέκυψε το "Super 8 Stories" (2001), μισό ντοκιμαντέρ μισό οδοιπορικό των τσιγγάνων μουσικών, κάτι ανάλογο του "Buena Vista Social Club". Τηρουμένων των αναλογιών και των αποστάσεων βεβαίως-βεβαίως.
Σήμερα πια ο Εμίρ ζει στο Παρίσι, αλλά πηγαινοέρχεται στο Βελιγράδι και το Μαυροβούνιο. Τα μικρά περάσματα από τις ταινίες του ήταν κάτι συνηθισμένο, αλλά εσχάτως πέρασε σε πρώτο πλάνο υπό την καθοδήγηση άλλων σκηνοθετών. Σας θυμίζω την αξιόλογη ερμηνεία του στον "Δήμιο του Σαν-Πιέρ" (La veuve de Saint-Pierre, 2000) του Πατρίς Λεκόντ και σας παραπέμπω στο άρθρο μου γι' αυτόν με κλικ εδώ. Άλλους δυο ρόλους του εμπιστεύτηκαν ο Giovanni Robbiano στην ταινία "Hermano" κι ο Νηλ Τζόρνταν στο "Double Down" (αμφότερα του 2001). Το 2002 είναι γι' αυτόν μια έντονη χρονιά αφού φαίνεται να ασχολείται με τρία σχέδια ταυτόχρονα. Καιρός ήταν να δούμε κάτι φρέσκο από τον άρχοντα του παραμυθιού.
Ταινιολόγιο
One part of the truth (μεταξύ 1973-1977) μικρού μήκους
Fall (μεταξύ 1973-1977) μικρού μήκους
Gernika (1978) μικρού μήκους
Nevjeste dolaze (The brides are coming, 1979) τηλεταινία μεσαίου μήκους
Bife Titanik (Cafe Titanic, 1980) τηλεταινία μεσαίου μήκους
Sjecas li se, Dolly Bell (Θυμάσαι την Ντόλυ Μπελ;, 1981)
Otac na sluzbenom putu (Ο μπαμπάς λείπει σε ταξίδι για δουλειές, 1985)
Strategija svrake (The magpie strategy, 1987) σενάριο
Zivot radnika (1987) σενάριο
Dom za vesanje (Ο καιρός των τσιγγάνων, 1989)
Arizona dream (1993)
Underground (Bila jednom jedna zemlja, 1995)
"Bila jednom jedna zemlja" (1995) Το Underground ως τηλεοπτική μίνι-σειρά
Sept jours dans la vie d'un oiseau (1996) μικρού μήκους για το κανάλι France 2
Crna macka beli macor (Μαύρη γάτα Άσπρος γάτος, 1998)
Super 8 stories (2001) ροκιμαντέρ για τους No Smoking Orchestra
Gladno srce (Hungry heart, 2002)
The nose (Η μύτη, 2002)
White Hotel (200;)
Δείτε κι εδώ
Ο Εμίρ και η άκαπνη ορχήστρα
Οι γάτοι στην κομούνα
Σούπερ 8 ιστορίες στη Σόφια
Κουστούριτσα για γαλλομαθείς 1
Κουστούριτσα για γαλλομαθείς 2
Τί εστί Αμπνταλά Ζιντράν;