Η Εβίτα δεν κοιμάται πια εδώ
Η μυθική περιπέτεια του λειψάνου μιας Πρώτης Κυρίας της Αργεντινής. Του Κώστα Καρδερίνη
Η πρώτη κυρία Εύα Περόν εκοιμήθη αναπάντεχα το 1952 σε ηλικία 33 χρονών, όσο κι ο Χριστός. Ο δικτάτορας σύζυγός της διέταξε να την ταριχεύσουν κι έκτοτε ξεκίνησε η μυθική περιπέτεια του λειψάνου της, η οποία συνέβαλε τα μάλα στην μετά θάνατον μυθοποίησή της.
Ο Πάμπλο Αγουέρο χωρίζει αυτήν την περιπέτεια σε τρία ανεξάρτητα επεισόδια.
Το πρώτο αφορά την άκρως μυστική αποστολή αποκομιδής της νεκρής από έναν οργισμένο ναύαρχο ονόματι Εμίλιο Μασέρα [Gael Garcia Bernal], πρωτοστάτη του κινήματος του '76, ο οποίος την αποκαλεί "σκύλα" και καταριέται κι αυτήν και τις "τσούλες της" εννοώντας τις σουφραζέτες που γεννήθηκαν εξαιτίας των πύρινων λόγων της περί σοσιαλιστικής ανεξαρτησίας και ισότητας δικαιωμάτων.
Το δεύτερο είναι η διαδικασία της ταρίχευσης από έναν επιστήμονα και ερωτοχτυπημένο θαυμαστή της, τον Δρ. Αρά [Imanol Arias]. Ο οποίος χρειάζεται πάνω από δυο χρόνια [ως το 1955] για να πετύχει το τέλειο αποτέλεσμα φροντίζοντας σχολαστικά και την παραμικρότερη λεπτομέρεια, μετατρέποντας ένα άψυχο κορμί σε φετίχ μιας ολόκληρης χώρας. Τόσο πολύ άργησε που ο ανατραπείς δικτάτωρ δεν πρόλαβε να το πάρει μαζί του στο άτακτο φευγιό του στη φρανκική Ισπανία.
Στο τρίτο μέρος, μεταφερόμαστε 15 χρόνια μετά και βλέπουμε το επτασφράγιστο φέρετρο με το πολύτιμο φορτίο του να επιστρέφει, μυστικά και πάλι, και να γίνεται ξανά μήλον της έριδος μεταξύ της απελευθερωτικής επανάστασης και του στρατού. Όλα αυτά αντικατοπτρίζονται κυρίως σε δύο πρόσωπα: του κέρβερου συνταγματάρχη Κένιγκ [Denis Lavant] όπου Κένιγκ [Koenig] θα πει βασιλιάς και του στρατηγού Αραμπούρου [Daniel Fanego] που απήγαγαν και εκτέλεσαν οι Μοντονέρος.
Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί αυτήν την περίπλοκη δομή για να μας δείξει παράλληλα τις διαφορετικές φάσης και αναταράξεις της πολιτικής ζωής της χώρας του. Ανακατεύει με μαεστρία τις εικόνες του με αρχειακά επίκαιρα του παρελθόντος, δημιουργώντας ένα κράμα ιστορίας, προσωπικής οπτικοακουστικής αφηγηματικότητας [σε επίπεδο μετά-γλώσσας], γκροτέσκου και μακάβριου χιούμορ, μπουρλέσκου θεάτρου του παραλόγου [σε κάθε ιστορία υπάρχει ένα κλειστό θεατρικό "δωμάτιο" ως χώρος δράσης], τραγικωμικής υπερβολής στα όρια του γελοίου και μεταμοντέρνας ειρωνείας. Ταυτόχρονα στοχάζεται πάνω σε αξίες και τις αντιπαραβάλλει με την ειδωλοποίηση μιας ουτοπικής φυσιογνωμίας. Η οποία φυσιογνωμία, παρεμπιπτόντως, μοιάζει πολύ πιο ανθρώπινη τώρα που είναι μούμια παρά τότε που ζούσε πραγματικά.
Παραδοξότητα και μοναδικότητα αποκτούν εδώ νέα κινηματογραφική διάσταση! Σκοτεινή, λερωμένη και συνάμα διαφωτιστική για όποιον εμβαθύνει.
Μπορεί η εν ζωή Εβίτα να έγινε καλογυαλισμένο χολιγουντιανό μιούζικαλ, όμως η μετά θάνατον Εβίτα "μεταβίωσε" εδώ πολλά "τρελά Σαββατοκύριακα αλά Μπέρνι".
Βαθμός: επτά και μισό [7,5]