Η Φρουτοπία του Χαρίτωνα
Το θέατρο κι ο κινηματογράφος γίνηκαν τα τελευταία 100 χρόνια ξαδελφάκια με δεύτερο και πιο πρόσφατο ξαδελφάκι την τηλεόραση. Ο ρόλος τους ήταν και είναι, κάποτε και ενίοτε, να μας θυμίζουν οικεία κακά, να μας κρούουν κώδωνες και καμπανάκια, να μας αφυπνίζουν - υποψιάζουν - ψυλλιάζουν - εφιστούν την προσοχή - αναταράζουν εν ανάγκη. Ψυχ-αγωγία και επ-ανάσταση έχουν πάντα πολύ καλές σχέσεις, στην αρχή τουλάχιστον. Ιδεολογικά και ιδανικά μιλώντας.
Κι αν η δημόσια κατρακύλα μεταχειρίζεται την κουρτίνα της σοβαρότητας για προπέτασμα, οι καλλιτέχνες είν' εδώ για να σηκώσουν, δήθεν τυχαία, αυτό το παραπέτασμα ώστε να φανεί από κάτω η άκρη της σαπίλας στο κότσι των αρχών και των αρχόντων. Η τρομάρα μας είναι κι αυτή ένα είδος εγρήγορσης. Ένα αντίβαρο στην εθελοτυφλία και τον επίπλαστο κι επιφανειακό καλλωπισμό της ωραίας αρχαιοπρεπούς Ελλάδος.
Η επίθεση στη σοβαροφάνεια ξεκινάει υπόγεια, εκεί στην αίθουσα του κινηματοθέατρου Αριστοτέλειον. Ο δαιμόνιος Πίκος Απίκος μετουσιώνεται σε γιαπωνεζούλα Πίκο Απίκο και η πάλαι πότε τηλεοπτική "Φρουτοπία" μεταλλάσσεται σε ένα μεταμοντέρνο τρας και κιτς μιούζικαλ για παιδιά και μεγάλους. Από μέσα του περνάνε το Rocky Horror Picture Show, οι ραδιο-φονικές γλωσσοπλασιές και οι παιδικές μουσικές παραστάσεις άλλων εποχών και, φυσικά, όλοι οι σύγχρονοί μας αστέρες του άσματος και του χασμουρητού, μεταλλαγμένοι κι αυτοί σε καρικατούρες μιας ιδεατής, πολύχρωμης και αρκούντως γευστικής χώρας.
Το αυτεξούσιον και αδέσμευτον και ανεξάρτητον υπονομεύονται όσο και στην πραγματικότητα. Χάριν και δίκην σφαλιάρας. Τα παιδάκια σοκάρονται αλλά πιο πολύ ταράζονται οι γονείς τους. Μπορεί να πούμε ότι τα παιδιά μας δεν κάνει να βλέπουν τέτοια πράματα για ν' αποφύγουμε να δούμε εμείς οι ίδιοι την κατηφόρα μας.. Δεν μας αρέσουν και δεν μας κολακεύουν όλ' αυτά. Ο καθρέφτης στον όποιο κοιτιόμαστε είναι άσχημος. Το είδωλό μας είναι παρα-μορφωμένο. Κι όταν ανερχόμαστε πάλι στην επιφάνεια, στο επίπεδο του δρόμου επί της Εθνικής Αμύνης, το φως του ήλιου μοιάζει αλλιώτικο. Κι εμείς μοιάζουμε κάπως αλλαγμένοι υπό το μεσημεριάτικο κυριακάτικο φως.
Ο ζιζάνιος και βελζεβούλιος Κωνσταντίνος Ρήγος κλείνει μάλλον θριαμβευτικά τη συνεργασία του με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, που το παραβάλλει με τον καθρέφτη της αυστηρής και κακάσχημης μάγισσας. Κι αυτή είναι σίγουρα μια υπονόμευση που εδράζεται στον υπόγειο, δίπλα στους υπονόμους. Η "Φρουτοπία" όμως φαίνεται πως θα συνεχίσει να επιτίθεται από κάπου αλλού. Πιο σκοτεινή, πιο νυχτερινή κι ίσως πιο τρομακτική από ποτέ.
Αντίσταση κατά της αρχής στη σοβαροφάνεια επιχειρεί να κάνει και ο Γρηγόρης Καραντινάκης με τη "Χορωδία του Χαρίτωνα". Ο Χαρίτων είναι ένας "ντελικανής", ένας ογκώδης ήρως κάποιου πιπεράτου ρωσικού μυθιστορήματος [Ντοστογιέφσκι; Τσέχωφ; όποιος ξέρει να μου πει]. Είναι ένας αστάθμητος παράγων στη μικρή συντηρητική Κέρκυρα. Είναι ο "πρίγκιπας" που "πεθαίνει" για να "αναστηθεί" και πάλι [όπως ακριβώς και στο σήριαλ]. Πιστεύοντας-προσδοκώντας την αναγέννηση των συνανθρώπων του μέσω της δικής του ανάστασης.
Πρίγκιπας ήτανε και φάνηκε / κι από τη μύτη του κρεμάστηκε. Η αριστοκρατική του καταγωγή δεν του έχει ανυψώσει τη μύτη αλλά το βλέμμα. Η αριστοτελική του μόρφωση συμπορεύεται με την αριστοφανική του συμπεριφορά. Ο δάσκαλος με τον "επαναστάτη ποπολάρο". Ο ερωτιάρης με τον γιατρό των τρελών. Μοιάζει με τον "τρελό" σε μια παρτίδα σκάκι: πηδάει από κλαράκι σε κλαράκι, φλερτάροντας με τον έρωτα και το θάνατο. Και φυλάει μόνο στο στόμα.
Το όνειρο συνεχίζεται και στον ξύπνιο σαν ρώσικο παραμύθι. Σαν μπάμπουσκα που κρύβει μικρές μικρότερες εκπλήξεις. Κι είναι γλυκιά η κουβερτούρα της θεάς Αφροδίτης Ο έρως γλυκίζει κάπως επικίνδυνα κι η ωραία Ελένη περνάει σαν μελωδία, σαν την Monica Bellucci στην ταινία "Μαλένα" [2000]. Εδώ όμως δεν ενυπάρχει το τραγικό στοιχείο στο πέρασμά της, υπάρχει μόνο ο έρωτας και η αύρα του.
Κατά τα άλλα, όλα μοιάζουν τόσο τέλεια και καλοβαλμένα - τόσο καλοκουρντισμένα - τόσο εμφανώς "καθαρά" και εσκεμμένα συμμαζεμένα, γιατί ακόμη κι αυτό είναι μια επίθεση αλά Peppermint στη σοβαροφάνειά μας. Θέλετε κι άλλες αναφορές κι άλλες επιρροές; Ιοσελιάνι και Ντε Σίκα βολτάρουν ελεύθερα. Το ποδήλατο της Μπελβίλ ή του Σινεμά ο Παράδεισος φιγουράρει στην μια ή στην άλλη αφίσα [διαλέξτε μόνοι σας]. Ο υιός Λογοθέτης αντιγράφει ασύστολα το στιλ του Πάντζα, κυρίως από την ταινία "Ο αδερφός μου ο λόρδος" του Βαγγέλη Σειληνού.
Δια ταύτα, έχουμε και κλαίμε. Ρήγος και Χωραφάς, Καραζήσης και Τσακίρογλου. Τριβιζάς και Πλατύραχος, Κόλα κόκα, μπάρμπα-Στάθης και βότκα Καλασνίκοφ. Οι εσκεμμένοι αναχρονισμοί που βολεύουν και τους χορηγούς και οι εστεμμένοι αυτοχορηγοί που βολεύουν εαυτούς. Κι ο Καραντινάκης ποιος είναι τότε; Ο θεός; Ο Σωκράτης-ισοκράτης-Καραντινός; Ο διδάκτωρ δικτάτωρ; Ή μήπως ένας απλός λαλίστατος αλέκτωρ; Τάξη και χάος, χορωδία και κοροϊδία, ετυμολογία και ετοιμολογία, Σεραφείμ Δράκος και χερουβείμ Χαρίτων, ταγματάρχης Ιωάννου και γυμνασιάρχης Ουλιάνωφ, μανάβηδες και ζαρζαβατικά, χρώμα και φρρρρρρ-ουτοπία, πνεύμα και ηθική.
Θα μπορέσουν άραγε να φέρουν την άνοιξη εν μέσω χειμώνος; Κούκος μονός σε δύο ταμπλώ.