Julian Schnabel, σήκωσε ένα οχυρό και βάλ' του φωτιά
Σήμερα είναι 46 χρονών, εικαστικός και νεο-εξπρεσιονιστής, παντρεμένος δις, με πέντε παιδιά. Ο αυτοανακηρυχθείς και "λεοντότεχνος της Νέας Υόρκης" ζει στο Λονγκ Άιλαντ [κάτι σαν τη Μακρόνησο]. Η καλλιτεχνική επιμέλεια [ζωγραφιές, φωτογραφίες, σχεδιασμός] του "By the way" [2002] των Red Hot Chili Peppers είναι εξολοκλήρου δική του. Στα 1995 τραγουδούσε "Every Silver Lining has a Cloud". Μετά άρχισε να κάνει ταινίες, σαν το δικό μας Κατζουράκη.
Πρώτη του σκηνοθεσία ένας φόρος τιμής σ' έναν ομότεχνο, ομοϊδεάτη και πρόωρα χαμένο. Στο φιλμ Basquiat [1996] κατάφερε να συσπειρώσει όλες τις ανήσυχες καλλιτεχνικές δυνάμεις. Benicio Del Toro, Claire Forlani, David Bowie, Dennis Hopper, Gary Oldman, Christopher Walken, Willem Dafoe, Elina Lowensohn, Paul Bartel, Courtney Love και Tatum O'Neal μπροστά στο φακό του. Public Image, Van Morrison, PJ Harvey, GrandMaster Flash And Melle Mel, Joy Division, Tom Waits, David Bowie, Pogues, Gavin Friday και John Cale στα ηχεία.
Η ταινία βιογραφία του Μπασκιά έγινε αμέσως καλτ και αγαπήθηκε, όχι μόνο από το φιλότεχνο ή φιλόμουσο κοινό αλλά και από νέους ανθρώπους που ανακάλυψαν μια εικαστική ματιά να πλησιάζει με σθένος το θράσος του καλλιτέχνη και το μεγαλείο της "πρόχειρης" τέχνης του. Ο Μπασκιά πέρασε σαν σούπερ νόβα από το μάταιο τούτο κόσμο αλλά άφησε αυτά τα "εξωφρενικά" "παραληρηματικά" μικροτεχνήματα ως καρτ βιζίτ.
Το 2000 ο Σνάμπελ "μετακόμισε" στην Κούβα και στην "αντιστασιακή" λογοτεχνία του Reinaldo Arenas. Συνέχισε, από την πίσω πόρτα, από το σημείο που έμεινε ανοιχτό το "Φράουλα και Σοκολάτα" του Τόμας Γκουτιέρες Αλέα και του Τάμπιο. Διαχειρίστηκε με ευρηματικότητα και απόλυτη ελευθερία το καταλυτικό και θυμόσοφο χιούμορ του χαρακτήρα κι έδωσε στον Χαβιέ Μπαρντέμ την ευκαιρία ενός πολυσύνθετου και δυναμικά εσωτερικού ρόλου. Η μεγάλη έκπληξη ήταν βέβαια ο Τζόνι Ντεπ που κουβάλησε στους ώμους όλον το σουρεαλισμό ενός υπαρκτού σοσιαλισμού και μιας αναγκαστικής διαφορετικότητας.
Στην επένδυση του "Πριν πέσει η νύχτα" [Before Night Falls] τον κύριο λόγο είχε ο Carter Burwell, αλλά βοήθησαν συμμετοχικά ο Ennio Morricone [Surrounding The Casbah], η Laurie Anderson και ο Lou Reed.
Πέρασαν επτά χρόνια φαγούρας και φέτος ο Τζούλιαν μάς επιφύλαξε ένα διπλό χτύπημα.
Η μουσική ταξιδεύει στο χρόνο μέσα από και προς το Lou Reed's Berlin, το οποίο μας περιμένει σε δυο προβολές στο 48ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Το κόνσεπτ ελπί του 1973 "γεφυρώνει" ιδανικά με τις πέντε ζωντανές εκτελέσεις του 2006 κι όλα γίνονται ένα πάνω στο πανί της σκοτεινής αίθουσας. Ο Λου Ριντ φαίνεται να το διασκεδάζει αλλά περισσότερο και εντονότερα αυτού ο Antony Hegarty. Στο παιχνίδι αυτό συμμετέχουν και οι νεότερες γενιές, ο φακός της κόρης Λόλα Σνάμπελ που φλουτάρει πάνω στην Εμανουέλ Σενιέ και δίνει πάσα στο προαναφερθέν διπλό χτύπημα, με πολλούς σημειολογικούς συνειρμούς.
Η δεύτερη ή και τρίτη διάσταση αυτής της επιστροφής λέγεται "Το Σκάφανδρο και η Πεταλούδα" [Le Scaphandre et le Papillon] και μας πηγαίνει σε μια κυανή αμμουδερή ακτή του Καλαί. Κεντρικό πρόσωπο ο αρχισυντάκτης του γαλλικού περιοδικού μόδας Elle, ο οποίος βρίσκεται καθολικά παράλυτος σε μια πολυτελή κλινική μετά από ένα οξύ έμφραγμα. Η αληθινή και τραγική ιστορία είναι ειδωμένη κυριολεκτικά μέσα από τα μάτια ενός καθηλωμένου ανθρώπου [σαν σε σκάφανδρο] και μιας υπομονετικής γραμματέως [της πεταλούδας] η οποία συνθέτει γράμμα-γράμμα την πλέον πρωτότυπη συγγραφή αυτής της περιπέτειας.
Η ματιά του σκηνοθέτη είναι η ματιά του τετραπληγικού δημοσιογράφου Jean-Dominique Bauby [τον υποδύεται έξοχα ο Mathieu Amalric σ' ένα ρόλο ζωής], γεγονός που στην αρχή της ταινίας ξενίζει. Η αναγκαστική κατάδυση από τον αστραφτερό κόσμο της μόδας στον εσωτερικό κόσμο του εαυτού, δεν είναι ούτε εύκολη ούτε ανώδυνη ακόμη και για τους θεατές. Η θέληση του ανθρώπου να εξωτερικεύσει και να επικοινωνήσει με τους γύρω του προέχει, αλλά αυτό σημαίνει αυτόματα ανισορροπίες και εκφραστικές "θυσίες" από τη μεριά του σκηνοθέτη.
Ο Σνάμπελ επωμίστηκε με χαρά το βάρος του άνισου αποτελέσματος και δεν προσέφυγε σε εύκολες συγκινησιακές κορώνες, ούτε θέλησε να υποβάλλει το θεατή. Ίσα-ίσα τον ξεβολεύει, τον τραντάζει και τον αφήνει μόνο του με το δικό του εαυτό. Κι όταν το θέμα αγγίζει την ψυχή και την ψίχα μας τότε τα λόγια περιττεύουν.
Πάμπολλες οι μικρές συμμετοχές γύρω από το βασικό πρόσωπο, με την απαραίτητη "γέφυρα" Emmanuelle Seigner, την Marie-Josee Croze, την Anne Consigny, τον Niels Arestrup, τον Jean-Pierre Cassel, τον Max von Sydow, τον Isaach De Bankole, τον Jean-Philippe Ecoffey και τον Nicolas Le Riche. Η μινιμαλιστική μουσική ανήκει στον Paul Cantelon αλλά το αυτί κολλάει στο All the World is Green του Tom Waits και στα περάσματα του Rota, των U2 και του Joe Strummer και των Mescaleros του.