Κάτω απ' τις βόμβες, του Philippe Aractingi
[Sous les bombes / Under the bombs, Λίβανος / Γαλλία / ΗΒ / Βέλγιο 2007, 98']
Η Ζεϊνά [Nada Abou Farhat], μια μορφωμένη σιίτισα όχι και τόσο φανατική μουσουλμάνα που ζει στο δυτικότροπο αστικοποιημένο Ντουμπάι, επιστρέφει άρον-άρον στον Λίβανο προς αναζήτηση του εξάχρονου γιου της, ο οποίος αγνοείται μαζί με την αδερφή της μετά τον βομβαρδισμό των 33 ημερών του 2005 από τους ισραηλίτες. Ο μόνος ταξιτζής που δέχεται να τη μεταφέρει στην επικίνδυνη κατεστραμμένη ζώνη του νότου είναι ο μπαγαποντάκος χριστιανός Τόνι [Georges Khabbaz] του οποίου ο αδερφός έχει περάσει αναγκαστικά στο αντίπαλο διαβολικό στρατόπεδο.
Διαφαίνεται καθαρά, λοιπόν, ότι μιλάμε για μια ταινία δρόμου και αναζήτησης καθώς και για κάποια λανθάνουσα σχέση που μπορεί να αναπτυχθεί ανάμεσα στον ερωτιάρη ταξιτζή και την απόμακρη επιβάτιδα. Κι όμως, τα φαινόμενα δεν είναι τόσο μονοδιάστατα αφού η μυθοπλασία αναπτύσσεται με φόντο τα πραγματικά χαλάσματα και το χάος του πολέμου.
Ότι συμβαίνει στο παρασκήνιο ή στο φόντο της προσωπικής όσο και συναρπαστικής αυτής περιπέτειας είναι αληθινό: παντού ερείπια και συντρίμμια, η εκταφή πτωμάτων από τους ομαδικούς τάφους ώστε να αναγνωριστούν και να κηδευτούν κανονικά, η άφιξη των γαλλικών δυνάμεων των Ηνωμένων Εθνών, η εύθραυστη εκεχειρία των 10 ημερών, οι δημοσιογράφοι, οι πρόσφυγες, οι εγκλωβισμένοι.
Ο Αρακτίνγκι είχε την ιδέα του αυτοσχεδιαζόμενου γυρίσματος μιας ταινίας μέσα στη θύελλα του πολέμου, από το 1989 ακόμη. Αντ' αυτού του απονενοημένου τολμήματος προτίμησε να γυρίσει περί τα 40 ντοκιμαντέρ. Τώρα πια δεν άντεχε άλλο αυτόν τον εθνικό σπαραγμό. Το ποτήρι υπερχείλισε κι ο θυμός ξεπέρασε τους φόβους του.
"Αυτή η ταινία αποτελεί την ενστικτώδη έκφραση της οργής μου όταν είδα τη χώρα μου να καταστρέφεται ακόμη μια φορά". Τα γυρίσματα έγιναν τμηματικά με μια κάμερα στο χέρι, "κυριολεκτικά κάτω απ' τις βόμβες", κι απεικονίζουν με τον πλέον γλαφυρό τρόπο το δίλημμα "ανάμεσα στην ανάγκη να δράσω ταχύτατα κι άμεσα (πριν καλά-καλά κατακάτσει η σκόνη από τους βομβαρδισμούς), και στην επιθυμία να παραμείνω αντικειμενικός (ώστε να μη λειτουργεί σαν προπαγανδιστικό φυλλάδιο)"...
Το δίδυμο των πρωταγωνιστών, Ναντά και Ζόρζ, κινείται αριστουργηματικά μέσα στα όρια της ζοφερής πραγματικότητας. Οι σεναριακοί αυτοσχεδιασμοί του Michel Leviant ακροπατούν ιδανικά και οι υποφώσκουσες μουσικές των Rene Aubry και Lazare Boghossian συμπληρώνουν με μικρές πινελιές τις γοητευτικές λεπτομέρειες και τα φευγάτα πλάνα που ενυπάρχουν κυρίως για να "αντιμετωπίσω τους δαίμονες και να ξορκίσω το φόβο και το θυμό". Η χάρη και η απελπισία συμπορεύονται.
"Η πραγματικότητα ήταν απείρως πιο δραματική από οποιαδήποτε τραγωδία θα μπορούσα να έχω εφεύρει, έτσι λοιπόν αποφάσισα να την απαθανατίσω ακριβώς όπως ήταν... Απέφυγα να δείξω τα σώματα των νεκρών. Είδαμε τόσα πολλά, τόσα άψυχα κορμιά ν' αποκαλύπτονται όταν παραμερίζονταν οι πέτρες και τα ερείπια... Γι' αυτούς τους ανθρώπους έκανα αυτήν την ταινία, ως μαρτυρία για τα βάσανα τούτων των αθώων".
Με μάρτυρα την κάμερα