Μάικλ Μαν, μια νυχτερινή διαδρομή
Collateral: παράπλευρος, παράλληλος πλάγιος <συγγενής> δευτερεύων, έμμεσος, βοηθητικός πρόσθετος, συμπληρωματικός. Συμπληρωματικοί και παραπληρωματικοί είναι οι δυο ήρωες αντιήρωες αυτής της νυχτερινής περιπλάνησης με ταξί στο L.A. Παράπλευροι και παράλληλοι είναι οι δρόμοι τους, οι πορείες τους, οι διαδρομές τους. Πλάγιοι, δευτερεύοντες και βοηθητικοί αισθάνονται στο χάος της μεγαλούπολης. To live and die in a night on earth. Ενορχηστρωτής και διευθυντής του τρόμου τους/μας ο Μάικλ Μαν. Ας τον φωτογραφίσουμε από κοντά.
Γεννημένος στο Σικάγο, ξεκίνησε να σπουδάζει σινεμά στη Διεθνή Κινηματογραφική Ακαδημία του Λονδίνου [London International Film School], σε μια εποχή όπου η νουβέλ βαγκ μεσουρανούσε και οι ταραχές μαίνονταν στο Παρίσι. Η ιδέα του σκηνοθέτη - δημιουργού είχε πια ωριμάσει. Δοκίμασε τις δυνάμεις του σε διαφημίσεις υψηλού γούστου, ντοκιμαντέρ κι ένα μικρό πειραματικό φιλμάκι, το "Juanpuri" [1970], που κέρδισε το βραβείο της επιτροπής στις Κάνες το '71. Συμφοιτητές και συντρόφια του στη δουλειά οι Άλαν Πάρκερ, Άντριαν Λην, Ρίντλεϊ και Τόνι Σκοτ, οι επιλεγόμενοι "εξόριστοι", διότι όλοι αργότερα 'αυτομόλησαν' στο Χόλιγουντ.
Είχε προηγηθεί το ντοκιμαντέρ "Insurrection" [Εξέγερση] για το Μάη του '68, για λογαριασμό του NBC. Ακολούθησε άλλο ένα, το "17 Days Down the Line", που αναφέρεται σε κάποιον ανταποκριτή του Newsweek που επιστρέφει στην πατρίδα του μετά από 5 χρόνια απουσίας. Μην ξεχνάμε ότι κι ο ίδιος ήταν ομοιοπαθής για άλλο λόγο: έλλειπε επτά χρόνια για σπουδές στην Αγγλία.
Η 20th Century Fox τον προσέλαβε ως εκτελεστή παραγωγής ενώ παράλληλα δημιούργησε και δική του εταιρία παραγωγών. Είχε και διάφορα μικρά ρολάκια σε κάποιες απ' αυτές: "Smokey and the Bandit" [1977] του Hal Needham, "House Calls" [1978] του Howard Zieff, "Every Which Way But Loose" [1978] του James Fargo, "Coma" [1978] του Michael Crichton και "The China Syndrome" [Το σύνδρομο της Κίνας, 1979] του James Bridges.
Εκεί όμως που διέπρεψε πραγματικά ήταν η τηλεόραση. Καθιερώθηκε με τα σήριαλ "Police Story" [1973-1977] και "Starsky and Hutch" [1975-1979] και ανοίχτηκε με το μεγαλεπήβολο "Vega$" [1978]. "Τόγραψα έχοντας στο μυαλό μου τον Κέρουακ και τα σκίτσα του Φόβου και Τρόμου στο Λας Βέγκας του Χάντερ Τόμσον". Απ' τον δρόμο και τις φυλακές είναι εμπνευσμένη και η πρώτη του τηλεταινία, "Jericho Mile" [1979], που γυρίστηκε όμως σε φιλμ και γνώρισε εξίσου σημαντική επιτυχία στις αίθουσες, ενώ του χάρισε κι ένα Emmy για το σενάριο. Ο ρεαλισμός του, η αλήθεια των χαρακτήρων του και το στήσιμο σκηνών σε πραγματικές συνθήκες καθόρισαν από τότε και το προσωπικό του στιλ.
Μετά ακολούθησε το "Swan Song" [Κύκνειο άσμα, 1980] και η πρώτη του κινηματογραφική δουλειά "Thief" [Βίαιοι δρόμοι, 1981] με πρωταγωνιστές τον Τζέημς Κάαν και την μουσική των Tangerine Dream, η οποία τον έμπασε στα χωράφια του νέο-νουάρ που μέχρι τότε εκπροσωπούσε ο Μάρτιν Σκορτσέζε. Κατόπιν κάνει στροφή 180 μοιρών. Αφήνει το "Breathless" του Jim McBride και σκηνοθετεί το δικό του σενάριο "The Keep" [1983], ένα ψευδο-ιστορικό θρίλερ γκραν γκινιόλ τοποθετημένο σ' ένα φρούριο του 2ου παγκοσμίου στα Καρπάθια. Παρά το πλούσιο καστ [Scott Glenn, Ian McKellen, Jurgen Prochnow, Robert Prosky, Gabriel Byrne] η ταινία εκτιμήθηκε μόνο από κάποιους οπαδούς του αλλόκοτου.
Η τηλεόραση και οι αστυνομικές σειρές τον σώζουν και πάλι. Οι παραγωγές του πασίγνωστου "Miami Vice" [1984-89] και του πιο προχωρημένου "Crime Story" [1986-88] αφήνουν εποχή. Ο Ντον Τζόνσον και ο Ντένις Φαρίνα γίνονται σταρς, ενώ η ιδέα της 'έκτακτης εμφάνισης' σκίζει και καθιερώνεται: όλοι συνωστίζονται για να κάνουν έστω και κάποιο μικρούτσικο πέρασμα απ' αυτές. Ακολουθούν κατά πόδας τα "L.A. Takedown" [1989], "Drug Wars: The Camarena Story" [1990] και "Drug Wars: The Cocaine Cartel" [1992]. Υπογράφει επίσης και την παραγωγή του "Band of the Hand" [Ενωμένοι σαν γροθιά, 1986] του Paul Michael Glaser.
Κάπου στο μέσο αυτού του τηλεοπτικού παραληρήματος θα γυρίσει την πρώτη του σοβαρή ταινία, τον "Manhunter" [Ανθρωποκυνηγός, 1986]. Θα ξέρετε ασφαλώς ότι βασίστηκε στο μυθιστόρημα "Κόκκινος Δράκος" του Τόμας Χάρις και ότι αποτέλεσε προπομπό της "Σιωπής των Αμνών" και του "Χάνιμπαλ" του Τζόναθαν Ντέμι. Το μοτίβο του αστυνομικού που προσπαθεί να μπει στο πετσί του δολοφόνου για να τον πιάσει, και του παρανοϊκού ιδιοφυούς κανίβαλου που τον βοηθάει στο ψυχολογικό προφίλ του σήριαλ κίλερ, είναι πια γνωστό. Όμως ο Μαν κάνει μόνος του τις κρίσιμες λήψεις με την κάμερα, διαλέγει χτυπητά χρώματα, ευρείες παραμορφωτικές γωνίες και εφαρμόζει ένα κοφτό μοντάζ σοκάροντας με την αμεσότητά του. Η αντίστροφη εισβολή και η τελική μονομαχία υπό τους ήχους του "In-A-Gadda-Da-Vida" των Iron Butterfly ανεβάζει την αδρεναλίνη στα ύψη.
Έξι χρόνια θα περάσουν μέχρι τον "Τελευταίο των Μοϊκανών" με τον Ντάνιελ Ντέη Λιούις. Η αρχική εκδοχή του 1936 ήταν η πρώτη ταινία που θυμάται να είδε ως πιτσιρικάς και τούχε κολλήσει στο μυαλό από τότε. Παρά το μέγεθος της υπερπαραγωγής αυτής η Ακαδημία θα τον τιμήσει μόνο με ένα όσκαρ ήχου. Πάλι καλά γιατί ο Σκορτσέζε έκλαψε περισσότερο με τις πιο πρόσφατες "Συμμορίες της Νέας Υόρκης".
Ο 92 λεπτών τηλεοπτικός πιλότος του "L.A. Takedown" θα μετασχηματιστεί στην ταινία "Heat" [1995] διάρκειας 164 λεπτών. Πατσίνο και Ντε Νίρο διασταυρώνουν τα πυρά τους και τα ταλέντα τους κάτω από τα υποβλητικά πανοραμικά τοπία του Λος Άντζελες. Συμπαθείς και αντιπαθείς εναλλάξ, βίαιοι, βρώμικοι και κακοί, μοναχικοί ρεμπέτηδες του τεράστιου άστεως. Η τηλεοπτική του πείρα στήνει άψογα μια μάχη στους δρόμους, μια ενέδρα χορογραφημένη από ψηλά και μια τελική μονομαχία στο αλώνι του αεροδρομίου. Οι Michael Brook, Brian Eno, Elliot Goldenthal, Moby και Terje Rypdal βάζουν μουσική.
Στο άκρως ρεαλιστικό και καθηλωτικό "The Insider" [1999] είδαμε έναν άλλο πιο ώριμο Michael Mann, έναν άλλο πιο επιστήμονα Russell Crowe κι έναν άλλο πιο διττό Al Pacino που ανέτρεψε διπλά τον εαυτό του. Είδαμε μια βιο-ηθική υπόγεια να αντίκειται στα άλλοθι των καπνοβιομηχανιών. Τα αστικά σκηνικά να θεριεύουν ακόμη πιο πολύ και ν' αναλαμβάνουν μια ιδιόμορφη δράση. Είδαμε την κάμερα να γράφει και πάλι. Ακούσαμε επίσης μοναδικές ηχητικές εμπειρίες από τους Lisa Gerrard & Pieter Bourke, Jan Garbarek και Massive Attack. Τα όσκαρ και πάλι δεν συγκινήθηκαν.
Επόμενο εγχείρημα η βιογραφία του πρωτοπυγμάχου Κάσιους Κλέι. Ο πρωταγωνιστής Will Smith επέμενε στην επιλογή του Μάικλ Μαν. Ο Σπάικ Λη είχε πολλές πολλές αντιρρήσεις για την ικανότητα ενός λευκού να αποδώσει τα αισθήματα ενός μαύρου. Οι δυο υποψηφιότητες πρωταγωνιστή και δευτεραγωνιστή δεν τελεσφόρησαν.
Με τη φετινή "Διαδρομή" [Collateral, 2004] ο Μαν επιστρέφει στον "Ταξιτζή", στον Πέκινπα, στον Λεόνε, αλλά δέχεται και τις ευεργετικές επιδράσεις των απωανατολίτικων φιλμ δράσης. Το Λος Άντζελες είναι και πάλι το γνώριμο πεδίο δράσης. Υποβόσκει ως φόντο και εμποτίζει κάθε 'ακούσιο' πλάνο. Οι φοίνικες της Μπέβερλι Χιλς στρητ, τα ακριβά ξενοδοχεία, οι ταράτσες, οι δρόμοι με τα γνώριμα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, τα κλαμπ, τα μπαρ, οι φωτεινές επιγραφές, τα φανάρια, το μετρό, οι διασταυρώσεις.
Ο καλός ταρίφας [Jamie Foxx] και ο κακός εκτελεστής [Tom Cruise] δεν είναι απόλυτα όντα, είναι ιδιαζόντως συμπαθείς. Είναι ιδιαίτερα καλλιεργημένοι ώστε να προτάσσουν τις φιλοσοφίες τους, να λογομαχούν και ν' ανταλλάσσουν επιχειρήματα για τη ζωή, το θάνατο, τον έρωτα, το επόμενο βήμα, το αύριο που δεν ξημέρωσε. Αποκτούν ή έχουν επίγνωση της αποστολής τους, κινούνται αυτοματοποιημένα αλλά και αυτοσχεδιάζουν προς θραύσιν της ρουτίνας τους και προς χάριν των θεατών.
Η πόλη τους αλέθει είτε αργά είτε γρήγορα. Θέλει να τους καταπιεί, να τους αποπροσωποποιήσει όπως πιστεύει ο χίτμαν. Ο ταξίστας αντιστέκεται ως τελευταίο γρανάζι αυτής της καλολαδωμένης μηχανής, ως αιμοσφαίριο που κυκλοφορεί σχεδόν χαοτικά μέσα στις αρτηρίες της. Ο χρόνος τρέχει αλλ' αυτός τον ξεπερνάει. Ο θάνατος τρέχει αλλ' αυτός τον προσπερνάει όταν πρόκειται για ένα αγαπημένο του πρόσωπο. Η ωρολογιακή βόμβα σκάει στα χέρια του τρομοκράτη. Η πόλη εξακολουθεί να κοιμάται ήσυχη.
Ο Μάικλ Μαν γίνεται κυνικός γιατί η πόλη τον σαγηνεύει, τον μεθάει για να ξεχάσει τον προορισμό του. Οι σειρήνες της λειτουργούν εκμαυλιστικά. "Παίρνω την κάμερα στον ώμο κάθε φορά που θέλω να έχω άμεση επαφή μ' αυτά που καταγράφει ο φακός. Συνήθως έρχεται μόνο του πάνω στην δράση των γυρισμάτων, δεν έχει να κάνει με κάποια ιδιαίτερη τεχνική... Βέβαια δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι δουλεύω με την ίδια ομάδα καμεραμάν, τον ίδιο διευθυντή φωτογραφίας [τον Ντάντε Σπινότι] ακόμη και με τους ίδιους βοηθούς από τον Ανθρωποκυνηγό και δώθε. Είμαστε πια μια οικογένεια. Κι όποτε ξαναβρισκόμαστε, κάθε τρία με τέσσερα χρόνια, συνεχίζουμε από κει που είχαμε σταματήσει".
Ο Τζέημς Νιούτον Χάουαρντ υπογράφει μια απ' τις καλύτερες μουσικές επενδύσεις της καριέρας του. Τα όσκαρ αυτή τη φορά θα χαμογελάσουν σε όλους καταπώς φαίνεται.
Mann to Mann
Mann vs. The Gods of Filmmaking
The Mann-hunter εργο-βιογραφικό
Collateral, η δικτυακή διαδρομή
Mann Fan site για κολλημένους
Mann in the Senses-Of-Cinema