Marzieh Meshkini: η σκηνοθέτις της χειραφέτησης
Το 2000 ήταν η χρονιά της οικογένειας Makhmalbaf. Ο "Μαυροπίνακας" (Takhte siah) πήρε το μεγάλο βραβείο της επιτροπής στις Κάνες και η σκηνοθέτις του Samira, τιμήθηκε με το βραβείο Francois Truffaut και το μετάλλιο της Unesco εις μνήμην του Federico Fellini. Το χρηματικό της έπαθλο των 5.000 δολαρίων του βραβείου Τρυφώ, το παραχώρησε για την κατασκευή σχολείου για τους 40 κούρδους μαθητές του ακριτικού χωριού Dehbar. Ακολούθησε η βενετσιάνικη μόστρα. Η ταινία "Την ημέρα που έγινα γυναίκα" (Roozi khe zan shodam, 2000) της Marzieh Meshkini προβλήθηκε στην 'Εβδομάδα κριτικής' και η "Η δημοκρατία δοκιμάζεται" του πάτερ-φαμίλιας Mohsen Makhmalbaf στο τμήμα 'Νέες περιοχές'. Ενώ η κορούλα του Σαμίρα ήταν μέλος της διεθνούς κριτικής επιτροπής και παράλληλα είχε και μια τιμητική προβολή του "Πως η Σαμίρα έκανε τον Μαυροπίνακα" (Samira cheghoneh 'Takhte siah' rol sakht).
Η παρουσία τους ήταν έντονη και στο δικό μας Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Με κορυφαία στιγμή το βραβείο σκηνοθεσίας που απέσπασε η Meshkini για "Την ημέρα που έγινα γυναίκα". Όλ' αυτά τα χρόνια είχαν βέβαια αρκετούς θαυμαστές σε πολλές χώρες, με πρώτο και καλύτερο τον διευθυντή των Νέων Οριζόντων κ. Δημήτρη Εϊπίδη, που έγινε ο μέγας πρέσβης του ιρανικού σινεμά σε Ελλάδα, Ευρώπη κι Αμερική. Ο Μοσχέν Μαχμαλμπάφ είναι σήμερα ένα είδωλο στο Ιράν κι ένας θρύλος του παγκόσμιου σινεμά. Το 1999 τιμήθηκε με το μετάλλιο του Τάγματος των Γραμμάτων και των Τεχνών από τη γαλλική κυβέρνηση. Αλλά ο δρόμος του ήταν δύσκολος και γεμάτος εμπόδια. Μην βιαστείτε να τον/τους κρίνετε, πριν διαβάσετε όλες τις περιπέτειες μιας απίθανης κινηματογραφικής οικογένειας.
Η ιστορία ξεκινάει στο Ιράν, την εποχή του Σάχη: ο δεκαεπτάχρονος Μοχσέν, μέλος μιας επαναστατικής ομάδας, μαχαιρώνει έναν αστυνομικό, καθώς προσπαθεί να του κλέψει το πιστόλι. Με το όπλο αυτό σκόπευε να ληστέψει μια τράπεζα και να χρηματοδοτήσει έτσι το κίνημα. Όμως ο αστυνόμος τον πυροβολεί στο στομάχι και ο νεαρός επαναστάτης περνάει επτά χρόνια στη φυλακή. Η απελευθέρωσή του έρχεται το 1979, με την νίκη της επανάστασης, που τον τοποθετεί επικεφαλής του Γραφείου Προπαγάνδας των Ισλαμικών Γραμμάτων και Τεχνών. Ασχολείται παράλληλα με την συγγραφή ραδιοφωνικών έργων και βιβλίων και κάνει μικρά ντοκιμαντέρ. Κατόπιν περνάει σταδιακά στις μεγάλου μήκους ταινίες, ώσπου έρχεται η διεθνής αναγνώριση με τον "Μικροπωλητή" (Dasstforoosh, 1989). Ως τώρα έχει σκηνοθετήσει 15 ταινίες κι έχει γράψει 28 βιβλία. Κι όλ' αυτά από κάποιον που παράτησε το σχολείο στα 11 για να βοηθήσει την οικογένεια. Και που είδε την πρώτη του ταινία μόλις μετά την επανάσταση.
Η Σαμίρα Μαχμαλμπάφ πρωτοεμφανίζεται στον "Ποδηλάτη" (Bicycleran, 1987) του πατέρα της, όντας μόλις οκτώ ετών. Στα δεκαπέντε της δοκιμάζει να κάνει τη δική της επανάσταση: παρατάει το σχολείο στην τελευταία τάξη κι αποφασίζει να σπουδάσει σκηνοθεσία. Σε ποια σχολή όμως να πάει; Δεν υπάρχει καμιά και να βγει απ' τη χώρα ούτε λόγος. Ο πατέρας Μοχσέν υποβάλει μια πρόταση στο υπουργείο Πολιτισμού και ζητάει άδεια και χρηματοδότηση για την πρώτη σχολή κινηματογράφου της χώρας, με δυναμικότητα εκπαίδευσης 100 σπουδαστών. Η θέση του είναι ήδη δυσμενής, γιατί όσο ανεβαίνει η φήμη ενός ιρανού στο εξωτερικό, άλλο τόσο και περισσότερο κατεβαίνει στα μάτια των επισήμων της χώρας του. Έφτασε δε να θεωρείται ένα αγκάθι στο σώμα της πολιτιστικής επανάστασης. Του λένε λοιπόν, πως 'ένας επικίνδυνος σκηνοθέτης είναι αρκετός για τη χώρα' και πως 'δεν ανέχονται άλλους 100 σαν κι αυτόν'.
Έτσι η Σχολή Κινηματογράφου Μαχμαλμπάφ έγινε στο σπίτι του!!! Πρώτοι του μαθητές είναι τα παιδιά του, η δεύτερη σύζυγος Marzieh Meshkini και τέσσερις φίλοι. Νεότερο μέλος η οκτάχρονη Hana, της οποίας το μικρού μήκους "Την ημέρα που αρρώστησε η θεία" παίχτηκε ένα χρόνο μετά (1997) στο Λοκάρνο (αλλά και στην Θεσσαλονίκη). Ο μεγαλύτερος σε ηλικία ήταν ο εικοσάχρονος Ebrahim Ghafori, που έκανε φωτογραφία στο "Μήλο" και τον "Μαυροπίνακα" της Σαμίρα. Ο Μαχμαλμπάφ έβαλε υποθήκη το σπίτι του, για να χρηματοδοτήσει τη σχολή και την ταινία του "Μια στιγμή αθωότητας" (Noon-o Goldoun, 1996). Στην οποία ο σκηνοθέτης εμφανίζεται μαζί με τον αστυνόμο, θύμα και θύτη της νιότης του, θέλοντας να εξιλεωθεί για τα σφάλματά του. Το περίεργο είναι πως ο ίδιος ο πρώην αστυνόμος τον βρήκε και του ζήτησε να παίξει σε μια ταινία του.
Το φιλμ έγινε παγκόσμια επιτυχία για τα ουμανιστικά και ανθρωπιστικά του μηνύματα, αλλά αποπέμφθηκε από το υπουργείου Πολιτισμού του Ιράν. Την ίδια τύχη είχε και "Η σιωπή" (Sokhout, 1998) διότι ο σκηνοθέτης αρνήθηκε να κόψει 54 επίμαχα δευτερόλεπτα που ερμηνεύτηκαν ως 'ρυθμικό κίνημα'. Φυσικά απαγορεύτηκε η διανομή τους και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια του πατρικού του σπιτιού. Για τα επόμενα χρόνια ο Μοχσέν αφοσιώθηκε στη διδασκαλία. Δυο μόλις χρόνια από την λειτουργία της σχολής, η Σαμίρα έκανε "Το μήλο" (Sib), την ιστορία δυο δίδυμων κοριτσιών που ζουν επί 11 χρόνια φυλακισμένες στο σπίτι τους, μαζί με την τυφλή μητέρα τους. Αναπόφευκτα η επίδραση του σκηνοθέτη ήταν καταλυτική. "Είναι φυσικό να είναι διάχυτη η παρουσία του. Είναι ο μοντέρ, ο σεναριογράφος κι ο πατέρας μου. Η επιρροή του πάνω μου είναι απόλυτη" εξανίσταται η σκηνοθέτις.
Το επόμενό της φιλμ, "Ο μαυροπίνακας", έγινε στο ιρανικό Κουρδιστάν, σε μοντάζ του μπαμπά και σενάριο που υπέγραψαν αμφότεροι. Οι οποιεσδήποτε αμφιβολίες για τις ικανότητες και το ταλέντο της Σαμίρα, εξανεμίζονται αυθωρί βλέποντας το ντοκιμαντέρ του αδερφού της Maysam, "Πως η Σαμίρα έκανε τον Μαυροπίνακα". Γυρισμένη με κάμερα χειρός, με λίγους επαγγελματίες ηθοποιούς και πολλούς ντόπιους ερασιτέχνες, μας αφηγείται τις συνοριακές περιπέτειες δυο δασκάλων που κουβαλάνε τον μαυροπίνακα στην πλάτη τους και ψάχνουν για μαθητές, ανάμεσα στους έφηβους κούρδους, εκκολαπτόμενους λαθρέμπορους. Η σκηνοθέτις αναγκάστηκε να αντικαταστήσει έναν επαγγελματία ηθοποιό με ερασιτέχνη, αφού ο πρώτος δεν υπάκουσε στις οδηγίες της να χαμηλώσει τους τόνους του. Σε μια άλλη σκηνή την βλέπουμε να μπαίνει σ' ένα παγωμένο ποτάμι για να πείσει τους ηθοποιούς να κάνουν το ίδιο. Γι' αυτήν το σινεμά 'βρίσκεται στα σύνορα ονείρου και πραγματικότητας' και είναι ζήτημα 'έσχατης απλότητας και ζωτικότητας των διαλόγων'.
Η Μαρζιγιέ Μεσκινί είναι θεία της Σαμίρα και θετή της μητέρα. Πήρε τη θέση της αδερφής της, της πρώτης συζύγου του Μαχμαλμπάφ, όταν η άτυχη κοπέλα σκοτώθηκε πολύ νέα, σ' ένα τραγικό δυστύχημα. Είναι 30 χρονών, έχει σπουδάσει γεωλογία και βιολογία, και ήταν βοηθός σκηνοθέτη στην "Σιωπή", στο "Μήλο" και τον "Μαυροπίνακα". Με "Την ημέρα που έγινα γυναίκα" έκανε ένα πολύ επιθετικό και απόλυτα πετυχημένο ντεμπούτο. "Θέλω ia iee?ou aea oeo ?uYo oui aoiaee?i ?io a?iiii?iiioae ooi o??oe, u?e a?aea? ie Ueeie oeo ieoiyi aeeU aiaeo?ao oco o?anaieee?o aaU?co ?io onYoae ae' aooYo i ?an?aonio oioo" aicaa? c oeciieYoιo. Το στιβαρό σενάριο είναι και πάλι του Μοχσέν και αφηγείται την ιστορία των γυναικών, σε τρία διαφορετικά στάδια της ζωής στο σημερινό Ιράν.
Η πρώτη ηρωίδα είναι η μικρούλα Havva (Εύα), που μόλις κλείσει τα εννιά πρέπει να μαζευτεί στο σπίτι και να μην παίζει με τ' αγόρια. Είναι πια 'γυναίκα σε ηλικία γάμου'. Η δεύτερη, η μικροπαντρεμένη Ahoo (γαζέλα), θέλει να κερδίσει έναν ποδηλατικό αγώνα γυναικών. Αλλά ο άντρας της διαφωνεί με τη συμμετοχή της. Τ' αδέρφια του κι ο πατέρας της αλλά και άλλοι χωριανοί, καβαλάνε τ' άλογα και κάνουν το παν για να σταματήσουν 'τον αγώνα της προς την ελευθερία'. Τρίτη στο χορό, είναι η Houra (μαυρομάτα κούκλα), μια γριούλα καθισμένη σε αναπηρικό καροτσάκι που κέρδισε το λαχείο και θέλει ν' αγοράσει ότι ποθούσε τόσα χρόνια η ψυχή της. Με βοηθό έναν μικρό ντόπιο νησιώτη αγοράζει ηλεκτρικά σκεύη, νυφικό και μια κρεβατοκάμαρα και τ' απλώνει στην άμμο της παραλίας. Χειρίζεται την ελευθερία της με τρόπο σχεδόν αλαζονικό και τελικά αυτοπεριοριστικό, εγκλωβισμένη στους πανάρχαιους κανονισμούς ενός πατριαρχικού θρησκευτικού συστήματος, που την κατέστησαν 'παροπλισμένη' και τελικά ανελεύθερη.
Η ματιά της δημιουργού είναι ποιητική και συμπαθητική προς όλες τις γυναίκες του Ιράν. Οι περισσότερες εξ αυτών αγνοούν ακόμα την έννοια της ελεύθερης διάθεσης του εαυτού τους, σε δραστηριότητες που θεωρούνται απλά καθημερινά πράγματα στον δυτικό πολιτισμό. Ο τρόπος που βιώνουν οι ηρωίδες την καταπίεση του κοινωνικού τους συστήματος, είναι σοκαριστικός και αδιανόητος για μας τους 'προχωρημένους'. Η φωνή διαμαρτυρίας που υψώνει, θεωρείται βλαστήμια και προδοσία προς την πατρίδα της. Χωρίς να θέλω να αιτιολογήσω ένα απαράδεκτο καθεστώς, δεν μπορώ να μην κάνω και την ανάποδη σκέψη. Είναι αυτή η καταπίεση που παράγει ως αντίδραση τέτοια μικρά αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου. Για άλλη μια φορά φαίνεται πως η τέχνη πηγάζει από την ανέχεια και την έλλειψη ελευθερίας. Η ειρωνεία της τέχνης και της ζωής σε πλήρη φάση και αντίφαση.
Πηγές
Η ταινία στη σελίδα του Φεστιβάλ
H σελίδα της στο Shoting Gallery Film Series
Κριτική στο The onion
Κριτική στο FilmWritten
Η οικογένεια Μαχμαλμπάφ
Κι άλλες λεπτομέρειες γι' αυτήν
ΥΓ: "Η σιωπή" πήρε τελικά άδεια προβολής στο Ιράν, τον Σεπτέμβριο του 2000.