Mike Figgis: ένα φεγγάρι τον Αύγουστο
Ο Μάικ Φίγκις είναι ένα ανήσυχο βρετανικό πνεύμα. Πάντα ρηξικέλευθος και πάντα οριακά ακραίος, ώστε να ισορροπεί κάπου ανάμεσα στο φρι σίνεμα και την ανύπαρκτη αβανγκάρντ αγγλοσαξονική σκηνή. Γεννήθηκε σε μια μακρινή αποικία, στην Κένυα, το 1949. Στα νεανικά του χρόνια υπήρξε μουσικός, μέλος της ροκ μπάντας The Gas Board, στην οποία συμμετείχε και ο Bryan Ferry. Πέρασε ολόκληρη τη δεκαετία του '70 περιοδεύοντας με την πειραματική θεατρική ομάδα The People Show. Το 1976 απέτυχε να εισαχθεί στην εν Λονδίνω Εθνική Σχολή Κινηματογράφου. Στα 1986 έκανε την τηλεταινία "The House" κι έτσι τράβηξε την προσοχή του παραγωγού David Puttnam.
Από την πρώτη κιόλας ταινία, το θρυλικό πια "Stormy Monday", μπαίνει δυναμικά στο παιχνίδι. Υποκοσμικό θρίλερ, στιλάτο κι αεράτο, με πλούσια φωτογραφία (παιχνίδι φωτός στο βρεγμένο πλακόστρωτο, παιχνίδι σκιάς νέον επιγραφής σε πόρτα σκοτεινή), ξεχειλίζει από κουλ τύπους και ακόμα πιο κουλ ερμηνείες. Η Melanie Griffith με την βαθιά, πλούσια ηχοχρωματική φωνή, ασθμαίνουσα και με συγκαλυμμένους τόνους αβεβαιότητας. Ο Tommy Lee Jones, τεξανός μπίζνεσμαν του υπόκοσμου, με φωνή επίπεδη, άκαμπτη, γεμάτη σκληράδα αλλά χωρίς εξάρσεις και ξεσπάσματα. Ο Sting, που τον κοιτά στα μάτια και παγώνει την φωνή του όπως και το βλέμμα. Ο Sean Bean, με φωνή μπεσαλίδικη κι αθώα, που πνίγεται σ' ένα λουτρό αίματος. Κι νύχτα να γεμίζει απ' τις μουσικές του σαξόφωνου. Και κάπου στο τέλος ν' ακούγεται παραμορφωμένο το "The Star Spangled Banner" από μια τζαζ μπάντα της Κρακοβίας.
Ακολουθεί το αστυνομικό θρίλερ "Internal Affairs" (1990). Η δράση κι η αγωνία μετακομίζουν απ' τον Newcastle στο LA. Η αντιπαράθεση του διεφθαρμένου βετεράνου μπάτσου Richard Gere και του νέου ιδεαλιστή συναδέλφου του Andy Garcia, θυμίζει μια βρώμικη, σεξοδιαστροφική παραλλαγή της σχέσης Οθέλλου-Ιάγου. Η παρτενέρ του Γκαρσία (Laurie Metcalf), έχουσα λεσβιακές τάσεις, κι η όμορφη γυναίκα του (Nancy Travis) γίνονται πιόνια στα χέρια του Γκηρ, που οδηγεί τον λατίνο αντίπαλό του σε απανωτές εκρήξεις οργής. Ο Άντι Γκαρσία παίζει μ' εκείνο το σπινθηροβόλο βλέμμα που καρφώνει αλλά προδίδει και ακαμψία. Ο Φίγκις υπερπηδάει εύκολα όλους τους σκοπέλους και πετυχαίνει έντονους ρυθμούς, λεπτούς χειρισμούς κι ατμόσφαιρα ανατριχιαστική, που σε απορροφά σιγά-σιγά και σε τυλίγει με εκμαυλιστική γοητεία.
Τρίτο χτύπημα είναι το μυστηριώδες κι αινιγματικό "Liebestraum" (1991). Η επίσκεψη στην ετοιμοθάνατη μητέρα, φέρνει τον ήρωα αντιμέτωπο μ' ένα ξεχασμένο ερωτικό σκάνδαλο, την αποπλάνησή του και την κατεδάφιση του σημαντικότερου κτιρίου της μικρής του γενέθλιας πόλης. Ο τίτλος "Ερωτική καταιγίδα" νομίζω πως τα λέει όλα. Ψάξτε την ταινία στο βιντεοκλάμπ και χαρείτε την κατ' οίκον. Ακολουθεί ο υποεκτιμημένος "Mr. Jones" (1993), με τον Richard Gere να επιστρέφει ως παλαβός τύπος που βρίσκεται σε κατάσταση υστερικής ευφορίας. Και την πανέμορφη Lena Olin, ειδική ψυχολόγο, να προσπαθεί έντονα να τον καλμάρει και να μην τον ερωτευτεί. Ο Γκηρ δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας, σκαμπανεβάζοντας ιδανικά ανάμεσα στην ευφροσύνη και την κατάθλιψη. Αποδίδει άψογα την εσωτερική λογική μιας εξωτερικής παρέκκλισης και διαθέτει μια παράξενη παρανοϊκή ποιότητα, μια εκθαμβωτική πειστικότητα, που ιδανικά εκλογικεύει τα πάντα και προκαλεί την ζήλια των φυσιο-λογικών.
Με το εσωτερικό δράμα "The Browning Version" (1994), επιστρέφει στην Αγγλία και στο θέατρο, στηριζόμενος στο έργο του Terence Rattigan. Ο Albert Finney, η Greta Scacchi, ο Matthew Modine, ο Julian Sands, ο Michael Gambon, ο Ben Silverstone και η Maryam d'Abo είναι σπουδαίοι στους ρόλους τους, αλλά το θέμα και η σκηνοθεσία είναι χαμηλών τόνων. Η ταινία υποκύπτει στο σύνθημα του ήρωα, του καθηγητή λατινικών-ελληνικών (Φίνεϊ): "Παίρνεις ακριβώς αυτό που αξίζεις - ούτε λιγότερα και σίγουρα ούτε περισσότερα". Ο ίδιος εξομολογείται πικρά στον διάδοχό του: "Έπρεπε να είχα καταλάβει πως τους είμαι όχι απλά μη αρεστός αλλά και δυσάρεστος επίσης".
Ακολουθεί το "Leaving Las Vegas" (1995), που του ανοίγει το δρόμο για την ακαδημία των όσκαρ. Ο αλκοολικός Nicholas Cage θέλει ν' αφήσει το Λας Βέγκας και τον μάταιο τούτο κόσμο, πίνοντας μέχρι θανάτου. Η αναγεννημένη Elizabeth Sue, μια πόρνη πολυτελείας, του παραστέκεται στην επίπονη προσπάθειά του. Λίγη παρεούλα πριν το τέλος δεν είναι κι άσχημη. Φόντο η πόλη του τζόγου, όπου ο εκ-μηδενισμός είναι μια μορφή αξιοπρέπειας, ίσως και η μοναδική. Το αλκοολίκι παρουσιάζεται αφτιασίδοτο, σχεδόν γκροτέσκο. Οι χαρακτήρες των δύο 'εραστών' είναι απαλλαγμένοι από κλισέ και εύκολες γενικεύσεις. Η Ελίζαμπεθ Σου τσιμπάει το όσκαρ γυναικείας ερμηνείας κι ο Φιγκις είναι υποψήφιος σκηνοθεσίας.
Μετά το Λας Βέγκας, σειρά έχει η Νέα Υόρκη (;) και το "One Night Stand" (1997). Το σχέδιο είναι πολύ φιλόδοξο, αλλά μετά από ένα καταθλιπτικό, εσωστρεφές δράμα που σου σκίζει τα σπλάχνα, θάπρεπε να καταπιαστεί με κάτι πιο άχρωμο και ουδέτερο. Η επιλογή του καστ είναι μάλλον ατυχής: ο Wesley Snipes νομίζει ότι παίζει σε ταινία του Γούντυ Άλεν (που πα ρε Καραμήτρο), η Nastassja Kinski είναι ψυχρή σαν μονόλιθος κι ο Kyle MacLachlan ζει ακόμα στον αστερισμό των διδύμων (εννοώ το Twin Peaks και όχι τους δίδυμους πύργους της συμφοράς). Η Ming-Na Wen δίνει ρέστα στις ερωτικές σκηνές με τον Σνάιπς, κάτι που σίγουρα χρειάστηκε γιγάντια προσπάθεια. Στο περιθώριο του ερωτικού μπερδέματος των τεσσάρων, υπάρχει κι ένας Robert Downey Jr. που πάσχει από aids, η μόνη συμπαθής φιγούρα στην ταινία.
Παράλληλα ο Φίγκις κάνει κι ένα ντοκιμαντέρ με την σπανιόλα χορεύτρια Eva La Yerbabuena. Το "Flamenco Women" (1997) είναι ένα ευχάριστο διάλειμμα, μια πολύ προσωπική κατάθεση για έναν μοναχικό χορό που πηγάζει απ' την καρδιά κι όχι απ' το μυαλό. Η ανάπαυλα του πολεμιστή ακολουθείται από στροφή 180 μοιρών. "Το τέλος της σεξουαλικής αθωότητας" (1999) σηματοδοτεί το νέο προσωπικό του στιλ, είναι ένα ριζοσπαστικό έργο τέχνης που παράγεται εξ ολοκλήρου από τον εξαίρετο χρωστήρα ενός πραγματικού καλλιτέχνη. Η συγκεχυμένη αφηγηματική γραμμή και οι εικαστικές του παρεμβάσεις θυμίζουν κάτι από το τρελό πνεύμα του Greenaway. H Saffron Burrows, που έκανε ένα πέρασμα ως μοντέλλα στο "Μόνο για μια νύχτα", παίρνει εδώ τα σκήπτρα ενός διπλού πρώτου ρόλου. Προκαλεί και ηλεκτρίζει με την φυσικότητα και τον ανεπιτήδευτο νατουραλισμό της.
Ο Αύγουστος, καυτός και βασανιστικός
Μέσα στην ίδια χρονιά διπλασιάζει τα ντιρέκτ με την "Δεσποινίδα Τζούλια" του Στρίνγκμπεργκ. Παντρεύει έξοχα τον παλμό ενός υπέροχου θεατρικού έργου με την οπτική αισθητική μιας ταινίας. Έτσι η ιστορία παραμένει ένα δράμα καλοκαιρινής νύχτας τοποθετημένο στη Σουηδία του 19ου αιώνα, αλλά αποκτά έναν αέρα πειραματισμού και ακατάπαυστων ζυμώσεων, που προσιδιάζει σε αβανγκάρντ δημιουργία. Η μις Τζούλια (Saffron Burrows), κόρη κόμη, συνεχίζει την ταραγμένη σχέση της με το ιπποκόμο Ζαν (Peter Mullan), αγνοώντας επιδεικτικά την ερωμένη του, καμαριέρα Κριστίν (Doyle Kennedy).
Ο Αύγουστος Στρίνγκμπεργκ, εξώγαμο τέκνο μιας σερβιτόρας κι ενός ναυτιλιακού πράκτορα, γεννήθηκε το 1849 στην Στοκχόλμη. Έγραψε την "Δεσποινίδα Τζούλια" στα 1888, τρία χρόνια πριν το τέλος του θυελλώδους γάμου του με την γυναίκα της ζωής του, Siri Von Essen. Η σχέση τους υπήρξε αβάσταχτη επί σειρά ετών. Υποπτευόταν πως η σύζυγός του είχε εραστές αμφοτέρων των φύλων κι είχε περιπέσει σε μια βασανιστική κατάσταση υπερ-καχυποψίας που απείχε ελάχιστα από τη μανία καταδιώξεως. Είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός πως μια τέτοια περίοδο οξυτάτου στρες, κατάφερε να γράψει μερικά από τα καλύτερά του έργα. Η φήμη του ως θεατρικού συγγραφέα παραμένει ακεραία, 100 χρόνια μετά τον θάνατό του, απλά διότι εισέδυσε στην ανθρώπινη φύση βαθύτερα από οποιονδήποτε άλλο της εποχής του. Έτσι δεν είναι διόλου παράξενο ότι οι ρόλοι της δίδος Τζούλιας και του Ζαν είναι από τους πιο ποθητούς στους κύκλους των θεατρικών ηθοποιών. (Οι πρώτοι υποψήφιοι του σκηνοθέτη ήταν ο Nicholas Cage και η Juliette Binoche).
"Ένα σκυλί μπορεί να ξαπλώνει νωχελικά στον σοφά της κοντέσας, ένα άλογο μπορεί να δεχτεί τα χάδια της νεαρής κυρίας. Αλλά ένας υπηρέτης..." Στον 'πρόλογο για την δίδα Τζούλια' ο Στρίνγκμπεργκ φανερώνει έναν απύθμενο μισογυνισμό. Στον έργο όμως, που ακολουθεί, τον υποσκάπτει και ξεδιπλώνει μια ηρωίδα απόλυτα ανθρώπινη και εκτεθειμένη, αποδεικνύοντας πως η δύναμη της διάπλασης των χαρακτήρων του είναι τόσο μεγάλη που υπερβαίνει οποιαδήποτε αρχική του θέση. Στον πρόλογό του διαφαίνεται επίσης και η θεωρία του περί του θεάτρου βεριτέ και της φυσικότητας στις ερμηνείες. Και πραγματικά, η καθολική του αντίληψη και κατανόηση της αμφιθυμίας και των εσωτερικών συγκρούσεων του ανθρώπου, έθεσαν τα θεμέλια του σύγχρονου ψυχολογικού δράματος.
Ο Φίγκις κινηματογραφεί το έργο τολμηρά. Μένει πιστός στο πνεύμα και το γράμμα, αλλά καινοτομεί με τα ντοκιμαντερίστικα κοντινά του πλάνα. Χρησιμοποιεί τους φυσικούς φωτισμούς και γράφει ο ίδιος μια μινιμαλιστική ορχηστρική μουσική, κλασική και νεωτερική εν τω αυτώ. Η πνευματική κληρονομιά των Greenaway και Nyman αξιοποιείται δημιουργικά κι αυτό είναι προς τιμήν του. Το αποτέλεσμα μας φυτεύει κατευθείαν στο κέντρο του στριγκμπεργκικού σύμπαντος. Η σκηνή του υποθετικού βιασμού κινηματογραφείται διπλά: η οθόνη χωρίζεται σε δυο γκρο πλάνα, δείχνει κατάματα το ερωτικό ψυχορράγημα δυο βασανισμένων θνητών.
Η Σάφρον Μπάροουζ είναι εκπληκτική, διαθέτει κάτι από την εσωτερική δύναμη - και το φυζίκ - της Λένα Όλιν, όπως την θυμόμαστε από την ταινία "Μετά την πρόβα" του Μπέργκμαν. Ο Πίτερ Μούλαν είναι εξίσου φανταστικός. Ως υπηρέτης νοιώθει υποτιμημένος απ' την μοίρα, αλλά ως 'αριστοκράτης' της εργατικής τάξης συμπεριφέρεται με υπεροψία. Οι δυο τους αλληλο-προβοκάρονται και αλληλο-αναιρούνται. Η ήπια εξωτερική τους μορφή κρύβει επιμελώς μια βραδυφλεγή και υποβόσκουσα εσωτερική ταραχή. Η συναισθηματική τους περιδίνηση προκαλεί αλυσιδωτές πυρηνικές αντιδράσεις. Τα σώματα πάλλονται και βαθμιαία φτάνουν στο μέγιστο σημείο ταλάντωσής τους, κάτω από ένα φαινομενικά ήρεμο, αλλά διάφανο δέρμα.
Οι θεατρόφιλοι θεατές θα ξαφνιαστούν ευχάριστα, με τον τρόπο που ένας κινηματογραφιστής κατάφερε να προσεγγίσει τον σύγχρονο σουηδό δραματουργό. Ο Στρίνγκμπεργκ σίγουρα θα είναι περήφανος για τον βρετανό Μάικ Φίγκις.
Εργογραφία
The House (1984) τηλεταινία, σκηνοθεσία,
Stormy Monday (Θυελλώδης Δευτέρα, 1988) σκηνοθεσία, σενάριο, μουσική
Internal Affairs (Εσωτερικές υποθέσεις, 1990) σκηνοθεσία, μουσική, κι ένα πέρασμα ως Ολλανδός
Women & Men 2: In Love There Are No Rules (1991) τηλεταινία, σκηνοθεσία, σενάριο
Liebestraum (Ερωτική καταιγίδα, 1991) σκηνοθεσία, σενάριο, μουσική
Mr. Jones (Ο κος Τζόουνς, 1993) σκηνοθεσία
The Browning Version (Υπόθεση Μράουνινγκ, 1994) σκηνοθεσία
Leaving Las Vegas (Αφήνοντας το Λας Βέγκας, 1995) σκηνοθεσία, σενάριο, μουσική, τρομπέτα, πλήκτρα, κι ένα πέρασμα ως μαφιόζος
Foxfire (1996) εκτέλεση παραγωγής
One Night Stand (Μόνο για μια νύχτα, 1997) σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή, μουσική, κι ένα πέρασμα ως υπάλληλος ξενοδοχείου
Flamenco Women (1997) ντοκιμαντέρ, σκηνοθεσία
The Loss of Sexual Innocence (Το τέλος της σεξουαλικής αθωότητας, 1999) σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή
Miss Julie (Δεσποινίς Τζούλια, 1999) σκηνοθεσία, παραγωγή, μουσική
Timecode (2000) σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή, φωτογραφία, μουσική
Hotel (2001) σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή, φωτογραφία, μουσική
Πηγές
Η επίσημη σελίδα της δίδος Τζούλιας
H miss Julie στο imdb
H miss Julie στο BBC
Συνέντευξη της Burrows
Συνέντευξη του Mullan
Κουβεντούλα με τον Figgis
ΥΓ1: Αναζητήστε επειγόντως το cd "Figgis on Figgis" αν θέλετε να εμβαθύνετε στις μουσικές που έχει συνθέσει για τις ταινίες του.
ΥΓ2: Είναι μάλλον αδύνατο να εκτιμηθεί πόσο βαθιά επηρέασε η προσωπικότητα του Στρίνγκμπεργκ, την πορεία του σύγχρονου θεάτρου. Η δραματουργική του τεχνική επεξέτεινε αρκούντως τις σκηνικές δυνατότητες. Η τολμηρότητα, οι ιδέες και η πρωτοτυπία του στον χειρισμό ερωτικών σχέσεων, ανασκεύασαν άρδην πολλές θεατρικές συμβάσεις. Υπήρξε και εξακολουθεί να είναι ισχυρή επίδραση για όλους τους νεότερούς του θεατρικούς συγγραφείς. Ο Sean O'Casey τον αποκάλεσε 'μέγιστο όλων'. Ο Ευγένιος Ο'Νηλ τον θεωρεί 'πρόδρομο του μοντέρνου θεάτρου' και τον μεγαλύτερο δάσκαλό του, μακράν των άλλων. Ο Τζωρτζ Μπέρναρ Σω τον περιγράφει ως τον 'μόνο, αληθινά σεξπηρικό, μοντέρνο δραματουργό'.
ΥΓ3: Στο "Timecode", o Φίγκις ξαναγυρίζει στο LA και παίζει με τις νέες τεχνολογίες, τον κατακερματισμό της οθόνης και τις σύγχρονες αισθητικές αντιλήψεις, επεκτείνοντας τις εμπειρίες των δύο προηγούμενων ταινιών του. Το καστ είναι πλούσιο και βρίθει καλλονών: Saffron Burrows, Valeria Golino, Salma Hayek, Danny Huston, Lucy Liu, Mia Maestro, Chiara Mastroianni, Ornella Muti, Burt Reynolds, Stefania Rocca, Julian Sands.
ΥΓ4: Η Saffron Burrows παίζει και στο "Hotel" (2001;) Τι μας μαγειρεύει πάλι ο μάστορας του ατμοσφαιρικού θρίλερ;