O David Lynch ξανά στο Χόλιγουντ!
Οι ενημερωμένοι θεατές σίγουρα γνωρίζουν τον δημιουργό των καλτ αριστουργημάτων "Eraserhead" (1977), "Ο άνθρωπος ελέφαντας" (1980) και "Μπλε βελούδο" (1986). Οι κουτσομπόληδες θυμούνται οπωσδήποτε τον θυελλώδη έρωτά του, μετά της Ισαβέλλας Ροσελίνι. Οι τηλεορασόπληκτοι έφαγαν πολλές βραδιές τα νύχια τους διερωτώμενοι 'ποιος σκότωσε την Λώρα Πάλμερ;' στον μυστικοπαθή και ελλειπτικό "Ύποπτο κόσμο του Τουίν Πικς" (1990). Μετά τη νυχτερινή περιπλάνηση στην "Χαμένη λεωφόρο" (1997) και την αργή και απολαυστική οδύσσεια του κου Στρέιτ (1999) με ένα μικρό τρακτεράκι, ο Ντέβιντ Λιντς επιστρέφει με μια νέα μυστηριώδη νυχτερινή διαδρομή στην "Οδό Μαλχόλαντ" (2001).
Ας δούμε όμως πως δημιουργήθηκε αυτός ο περίεργα καχύποπτος κόσμος του κυρίου Λιντς. Πριν από 56 χρόνια, στις 20 Ιανουαρίου, γεννήθηκε ένα μικρό αγοράκι σε μια επαρχιακή πόλη της Μοντάνα, παρόμοια με όλες αυτές τις ασήμαντες κωμοπόλεις που βλέπουμε στις ταινίες του. Ο μπαμπάς του, φινλανδικής καταγωγής, μετακινούνταν πολύ συχνά από πολιτεία σε πολιτεία, γιατί ήταν ερευνητής, επιστήμων δενδρολόγος. Ο Ντέιβιντ σπούδασε καλές τέχνες σε διάφορες σχολές, στην Ουάσιγκτον, στη Βοστόνη και στη Φιλαδέλφεια, αλλά αντί να γίνει ζωγράφος άρχισε ν' ασχολείται με κινούμενα σχέδια, κόμικς και βινιέτες. Η πρώτη του κινηματογραφική προσπάθεια, "Six Figures Getting Sick" (1966), είναι μια 'υπερ-εικαστική πρόταση' όπου έξι πρόσωπα ξερνάνε ποικιλοτρόπως και το αποτέλεσμα διαστρεβλώνεται προβαλλόμενο πάνω σε μια ανάγλυφη οθόνη.
Κάπου στα 1968 κάνει το πεντάλεπτο "The Alphabet", που συνδυάζει καρτούν και ζωντανή δράση. Με το φιλμάκι αυτό κερδίζει μια υποτροφία από το Αμερικάνικο Ινστιτούτο Κινηματογράφου, ώστε να κάνει την 34λεπτή ταινία "The Grandmother" (1970). Δουλεύοντας μανιωδώς επί μια πενταετία στο κέντρο ανωτέρων κινηματογραφικών σπουδών του ινστιτούτου στο Λος Άντζελες, και επηρεασμένος από την βίαιη και υποβαθμιζόμενη Φιλαδέλφεια, κατάφερε να τελειώσει το μαυρόασπρο και χαοτικό "Eraserhead" (1978). Πρόκειται για μια διαστροφική διαδρομή στα άδυτα του υποσυνείδητου, ένα εφιαλτικό όραμα που συμπράττει με αλλόκοτες δυσπλαστικές μορφές, μια ασυνήθιστη αναζήτηση πνευματικής καθαρότητας, μέσω αβανγκάρντ εικόνων και μιας ακραίας ιντάστριαλ ηχητικής εμπειρίας. Η ταινία γίνεται αμέσως καλτ και διαπρέπει σε μεταμοσονύχτιες προβολές πρώτα στην Αμερική και μετά στην Ευρώπη.
Ο Mel Brooks βλέποντας το "Eraserhead", αντιλαμβάνεται την παράνοια και την μεγαλοφυία του Λιντς, και τον θεωρεί ιδανικό να σκηνοθετήσει τον "Άνθρωπο ελέφαντα" (The Elephant Man, 1980). Η αληθινή ιστορία ενός ανθρώπου, που πάσχει από βαριάς μορφής ελεφαντίαση, μετατρέπεται σε μια ελεγεία της τερατώδους ανθρωπότητας και της απανθρωπότητας, μασκαρεμένη και καμουφλαρισμένη μέσα από ένα βικτωριανό θέατρο ηθών. Μεταφυσικές αγωνίες, παραλογικές φοβίες, ένα πεδίο παρανοϊκής τρέλας στην προέκταση ενός eraserhead κόσμου, αλλά και μια λυτρωτική ανθρωπιά, μια καταλυτική ευαισθησία, από ένα τέρας με τρυφερή καρδιά. Ο John Hurt είναι το τέλειο τέρας, αντίβαρο σ' έναν άθλιο κόσμο. Ο Anthony Hopkins, η Anne Bancroft και ο John Gielgud ενισχύουν το αποτέλεσμα. Η ταινία κερδίζει οκτώ υποψηφιότητες όσκαρ, μεταξύ των οποίων είναι η σκηνοθεσία και η διασκευή σεναρίου, αλλά δεν κατορθώνει να δρέψει ούτε ένα επίχρυσο αγαλματίδιο, παρά τις δάφνες και την τεράστια εισπρακτική της επιτυχία.
Του γίνεται πρόταση να σκηνοθετήσει την τρίτη συνέχεια του "Πόλεμου των άστρων" (Return of the Jedi, 1983), αλλά αυτός αρνείται θέλοντας να προωθήσει κάποιο σενάριό του στα στούντιο του Φράνσις Φορντ Κόπολα, σχέδιο που τελικά ναυαγεί. Επανέρχεται όμως το οργουελικό 1984 με το επικό "Dune", που βασίστηκε στην ομώνυμη σειρά βιβλίων του Frank Herbert. Είναι η πρώτη του έγχρωμη δουλειά και ως ταινία επιστημονικής φαντασίας δεν μοιάζει με καμιά άλλη. Πρόκειται για μια υπερπαραγωγή του Dino De Laurentiis, με λαμπερό καστ και χιλιάδες κομπάρσους που πήγε άπατη. Παρά τα περίφημα αρτ-ντεκό σκηνικά, τα κοστούμια και τις κατασκευές στο απώτατο διάστημα, διασώζονται μόνο οι κωμικές σκηνές. Ο Λιντς διαφώνησε με το συντομευμένο μοντάζ και την χαρακτήρισε ως 'σκουπιδοφάγο'. "Θάπρεπε να είναι μυστηριώδης κι όχι να προκαλεί σύγχυση", συμπληρώνει.
Λένε πως δέχτηκε το τελικό αποτέλεσμα του "Dune" για χάρη του επόμενου σχεδίου, του "Μπλε βελούδου" (1986), στο οποίο ο Ντε Λαουρέντις τον εξουσιοδότησε εν λευκώ. Έτσι προέκυψε ένα αλλόκοτο ερωτικό θρίλερ ή ένα ηδονοβλεπτικό, μυστηριακό φιλμ νουάρ, γεμάτο διαστροφικές μονοχρωματικές σκηνές. Η κυρίαρχη ψυχωτική φιγούρα του Ντένις Χόπερ έδωσε μια απόλυτα μανιακή ερμηνεία και έδεσε τέλεια την ιδιόρρυθμη αυτή συνταγή, σαν να ξαναβρήκε ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ. Το σενάριο διαθέτει αυτοβιογραφικές πινελιές και στηρίχτηκε αποκλειστικά σε ένα και μοναδικό όνειρο που είδε στο ύπνο του ο Λιντς. Η ταινία συζητήθηκε έντονα και θεωρήθηκε δίκαια μία από τις 10 κλασικές καλτ δημιουργίες τις 7ης τέχνης, με εκατομμύρια φανατικούς θαυμαστές. Δεν ήταν ποτέ στις λίστες των box-office και απέφερε άλλη μια υποψηφιότητα σκηνοθεσίας για τον δημιουργό της. Σηματοδότησε επίσης την αρχή της φιλίας και της συνεργασίας του με τον Angelo Badalamenti, που έγραψε μια θαυμάσια μουσική επένδυση.
Ακολούθησε η "Ατίθαση καρδιά" (Wild at Heart, 1990) και ο χρυσός φοίνικας στις Κάνες. Με τον Nicolas Cage να παριστάνει τον Έλβις (μπλιαχ στο τετράγωνο) και την Laura Dern (ξανά-μπλιαχ στον κύβο) να κλαψουρίζει φάλτσα και να στραβώνει το στόμα της, σαν να την πέταξαν από την σκηνή κλωτσηδόν οι αδερφοί Μαρξ. Μια 'Μέριλιν' πιο ψεύτικη κι απ' την αληθινή και απείρως πιο ατάλαντη. Ο σκηνοθέτης την έκανε ως παιάνα στον "Μάγο του Οζ" (The wizard of Oz, 1939) ή ως αυτο-παρωδία, ένα γοτθικό μελόδραμα, μιούζικαλ μιας εικονικής πραγματικότητας. "Η κάθοδος στην κόλαση προς ανεύρεση της αγάπης, είναι ένας κοινός θεματικός άξονας σε όλες μου τις ταινίες" δηλώνει ευθαρσώς.
Για τις ανάγκες της τηλεόρασης μετριάζει λίγο τις ανωμαλίες και τις διαστροφές του, αλλά ανεβάζει κάθετα την μυστηριακή γοητεία και τους υπαινιγμούς. "Ο ύποπτος κόσμο του Τουίν Πικς" (Twin Peaks, 1990) βρίθει ελλείψεων, φάσεων και αντιφάσεων, σκοτεινών σημείων και ανεκμετάλλευτων προσώπων. Η τεράστια επιτυχία του πρώτου κύκλου επεισοδίων ξεφουσκώνει άδοξα όταν ο Λιντς υποκύπτει στον πειρασμό και στις ανένδοτες πιέσεις των παραγωγών να συνεχίσει τη σειρά και να δώσει λύση στο μυστήριο. Νιώθοντας ασφυξία και πιθανώς αηδία από την υπερβολική πίεση, ξεχειλώνει σουρεαλιστικά την ανύπαρκτη δράση και βυθίζει αύτανδρο το 'σκάφος'. Η περιέργεια των θεατών για την ταυτότητα του δολοφόνου και τα γεγονότα που προηγήθηκαν του φόνου της Λώρας Πάλμερ, ικανοποιείται μόνο στην ταινία "Twin Peaks: Fire walk with me" (1992). Όπου και πάλι καταλύονται οι τηλεοπτικές δεσμεύσεις και συμβάσεις και η ατμόσφαιρα ξαναγίνεται επικίνδυνη και ερεβώδης. Και όπου θριαμβεύει πάλι η Julee Cruise με το αισθησιακό "Falling".
Η τηλεόραση τον κερδίζει ολοκληρωτικά για την επόμενη πενταετία, ώσπου να επιστρέψει θριαμβευτικά με την "Χαμένη λεωφόρο" (Lost Highway, 1997). Είναι ένα ψυχολογικό νουάρ θρίλερ με αβανγκάρντ μουσικές προεκτάσεις. Η Πατρίτσια Αρκέτ έξοχη σε διπλό ρόλο κι ο Μπιλ Πούλμαν στην καλύτερη και ωριμότερη φάση της καριέρας του. Η μουσική του παιδεία τον έφερε πολύ κοντά στο ρόλο και στο πνεύμα του ήρωα. Στους μικρούς ρόλους συναντάμε και δυο μουσικούς που τα καταφέρνουν και στο σινεμά: τον Marilyn Manson και τον Henry Rollins. Η αγάπη του Λιντς για τους μουσικούς είναι γνωστή. Αρκεί να θυμηθούμε τη συμμετοχή του Sting στο "Dune" και των Chris Isaak και David Bowie στην ταινία "Twin Peaks". Ο ίδιος έχει σκηνοθετήσει και το βιντεοκλίπ "Wicked Game" του Chris Issak.
Δυο χρόνια μετά, μας ξαφνιάζει ευχάριστα με μια ταινία αλλιώτικη, αργή κι απολαυστική, σαν μακρύ πούρο που σιγοκαίει. Το "Straight Story" περιγράφει το ταξίδι του γηραιού κυρίου Στρέιτ (που σημαίνει ευθύς, ντόμπρος άνθρωπος), που αποφασίζει να διασχίσει μια πολύ μεγάλη απόσταση με ένα μικρό αγροτικό όχημα για να επισκεφτεί τον άρρωστο αδερφό του (Χάρι Ντην Στάντον). Τα δυο αδέρφια είναι μαλωμένα κι έχουν χρόνια πολλά να μιλήσουν. Παρότι η υγεία του ήρωα (Ρίτσαρντ Φάρνσγουωρθ) είναι κλονισμένη (και στην πραγματικότητα ο ηθοποιός πάσχει από καρκίνο), αυτός αψηφάει τους γιατρούς και την κόρη του (Σίσυ Σπέισεκ) και οδεύει προς την Ιθάκη του απολαμβάνοντας την μακριά διαδρομή και τα Swisser Sweets του. Η παρακολούθηση της πορείας του και των περιπετειών που συνεπάγεται, μου έφεραν μια ανείπωτη γαλήνη που με συνοδεύει ακόμα, όταν αναπολώ το ταξίδι. Όλες οι ερμηνείες είναι απίθανες και καταπληκτικές, αλλά ξεχωρίζει ιδιαίτερα αυτή του Farnswarth. Ο συμπαθής παππούλης αποχαιρέτησε τα εγκόσμια ένα χρόνο μετά, αυτοκτονώντας.
Και να που ο δημιουργός ξαναπαίρνει τους δρόμους και φτάνει στο "Mulholland Dr." (2001) από σπόντα. Μια ποιητική ιστορία αγάπης και τύψεων μεταξύ δυο γυναικών, με φόντο το Χόλιγουντ, που ήταν προορισμένη για την μικρή οθόνη, γίνεται ταινία. Αρχικά γύρισε δύο επεισόδια ως πιλότο για μια τηλεοπτική σειρά στο κανάλι ABC, αλλά η πρότασή του απορρίφθηκε (έλα!!!). Έτσι τα πρώτα 105 λεπτά κινούνται μάλλον ήπια για Λιντς και υπακούουν στα τηλεοπτικά ηθικά πρότυπα. Είναι ένα περίεργο φιλμ νουάρ με ένα μυστηριώδες αίνιγμα που ζητάει λύση. Ο φαν του σκηνοθέτη θ' αναγνωρίσει αμέσως πολλά λιντσεϊκά στοιχεία: η αίσθηση της επικείμενης καταστροφής, οι αλλόκοτοι δεύτεροι χαρακτήρες (προσέξτε τον Dan Hedaya), η ένταση που μας ξεβολεύει, μια αίσθηση 50ς σχεδόν αδιόρατη, και το περίφημο λιντσεϊκό χιούμορ που ελλοχεύει παντού.
Μετά την απόρριψη, με την υποστήριξη του Alain Sarde και του Studio Canal (βλέπε canal+), ο σκηνοθέτης ξεσαλώνει πλήρως και στα τελευταία 40 λεπτά η μπάλα χάνεται ολωσδιόλου. Βέβαια, αυτό δεν είναι ενοχλητικό, αφού η φιλοσοφία του είναι 'να ζούμε τις στιγμές'. Αυτές τις μικρές, απειροελάχιστες χρονικές φέτες που μόνες τους είναι ανεκτίμητες και όλες μαζί χάνουν το νόημά τους (αν είχαν κάποιο συγκροτημένο νόημα). Όμως η συνολική αίσθηση είναι πως όλα αυτά κάπου τα έχουμε ξαναδεί, σε παλιότερες δουλειές του. Πολύ "Τουίν Πικς", αρκετό "Μπλε βελούδο" και "Χαμένη λεωφόρος", λίγο "Ατίθαση καρδία", μια ατμόσφαιρα "Ελέφαντα" και μια αμηχανία αλά "Eraserhead". Έχω την αίσθηση του very best of, μιας αναδρομής κι ενός φόρου τιμής στον εαυτό του. Στο ίδιο μήκος κύματος εκπέμπει και ο Άντζελο Μπανταλαμέντι, οι μουσικές του οποίου παραπέμπουν έντονα σε προηγούμενα θέματα. Δεν ξέρω αν απευθύνεται στους νοσταλγούς ή σε όσους δεν τον γνώρισαν ποτέ.
Παραπομπές
Το επίσημο site του σκηνοθέτη;
Το επίσημο site της Οδού Μαλχόλαντ
James Berardinelli Dr.
BZine Dr.
Arrow in the Head Dr.
offoffoff Dr.
ΥΓ1: Στο κολέγιο είχε συγκάτοικο τον Peter Wolf, τον τραγουδιστή των J. Geils Band. Αλλά ο Λιντς τον πέταξε έξω γιατί 'ήταν πολύ παράξενος'. Είπ' ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα κι αυτός τον βάρεσε με την σκούφια του.
ΥΓ2: Η κόρη του, Jennifer Chambers Lynch, έκανε ένα εντυπωσιακό ντεμπούτο ως σεναριογράφος-σκηνοθέτης με το θρίλερ "Τεμαχίζοντας την Έλενα" (Boxing Helena, 1993).
ΥΓ3: Η Julee Cruise μας έχει χαρίσει και μια νοσταλγική εκδοχή του "Summer Kisses, Winter Tears" στο soundtrack "Until the End of the World" της ταινίας του Wim Wenders.