Ο χαρισματικός Άκι Καουρισμάκι
Δεν είναι τυχαίο ότι το όνομα των αδερφών Καουρισμάκι είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το νέο φιλανδικό σινεμά. Το ένα πέμπτο της συνολικής παραγωγής ταινιών στη χώρα αυτή, από το 1980 και ένθεν, οφείλεται άμεσα ή έμμεσα σ' αυτούς. Σίγουρα δεν πρόκειται γι' ανθρώπους χωρίς παρελθόν. Ζουν πάντα στο παρόν και βλέπουν με μια μελαγχολική - γνήσια φιλανδική - αισιοδοξία το μέλλον. Ο σπουδαγμένος Μίκα στο τιμόνι του σκηνοθέτη κι ο ψημένος Άκι από παραγωγός μέχρι και ηλεκτρολόγος. Ή κι ανάποδα, ο δεύτερος πίσω απ' το φακό κι πρώτος στην παραγωγή. Πάντως είτε μαζί είτε χώρια, κατάφεραν να περάσουν το προσωπικό τους στίγμα στους σινεφίλ όλου του κόσμου. Κέρδισαν το κοινό με την αμεσότητα, την εντοπιότητα (και ενδοποιότητα), το χιούμορ και την ταξιδιάρα ψυχή τους.
Ήτανε 1985 ή '86 όταν πρωτόδαμε το "Rosso" του Μίκα Καουρισμάκι στον Έσπερο. Ακόμα θυμάμαι την εντύπωση που μου προκάλεσε. Κάτι φρέσκο, κάτι διαφορετικό, ψυχρό και θερμό ταυτόχρονα. Μια ταινία δρόμου στην παγωμένη χώρα των 1000 λιμνών. Ένας ιταλός κι ένας φιλανδός να τραγουδάνε παράλληλα το σουξέ "Sono italiano vero", ο καθένας στη γλώσσα του κι ο καθένας για την εθνικότητά του. Συγκίνηση, κιτς, υπαινιγμοί και εύθυμη ατμόσφαιρα χαρμανιάζουν τέλεια και ξεχνάμε την καθημάς διασκευή "Είμαι έλληνας εγώ". Οι καιροί άλλαξαν σίγουρα, αλλά κάθε φορά που βλέπω έναν Καουρισμάκι (είτε Άκι είτε Μίκα) νοιώθω κάτι ανάλογο. Έναν φίλο να μου χτυπάει ταπ-ταπ τον ώμο, έναν γνωστό που μου κλείνει με νόημα το μάτι και με προ(σ)καλεί σ' έναν άλλο κόσμο. Σκληρό μεν - γοητευτικό και πάντα θελκτικό δε.
Έτσι έγινε και με τον "Άνθρωπο χωρίς παρελθόν". Σαν δυο παλιοί γνώριμοι, που δεν τα λέμε συχνά (τα παράπονά σας στα γραφεία διανομής ή στο Φεστιβάλ που τους χρωστάει ένα πλήρες αφιέρωμα), αλλά όποτε και όταν βρισκόμαστε το γλεντάμε. Του δίνουμε και καταλαβαίνει. Μεθάμε από την ευφορία της συνεύρεσής μας, από την δίψα μας για επικοινωνία. Ξεφαντώνουμε με τους καημούς και τους ρυθμούς της ζωής. Της όποιας ζωής μας, βρε αδερφέ!!! Αυτή η απλή (αλλά όχι και αναίμακτη) ανατροπή μέσα από την μετεξέλιξη της καθημερινότητας, αυτή η ήπια επανάσταση του αποκοιμισμένου μας φύλου, αυτή η ασυνείδητη συνομωσία των απλών ανθρώπων, που συντονίζονται άψογα την κατάλληλη στιγμή. Αυτή η χάρη και η εξύψωση του φουκαρά, που απλά ξαποσταίνει πριν συνεχίσει με νέο πάθος το δρόμο της ζήσης. Τέτοια είναι τα μηνύματα που πρέπει να δέχεται ο πελαγωμένος και περιχαρακωμένος εργασιακά κάτοικος αυτού του πλανήτη, ώστε να τραβάει την ανηφόρα και να ψάχνεται στο δρόμο. Να ψυλλιάζεται και να ελίσσεται καταλλήλως.
Ξέφυγα απ' το θέμα μας και καλά έκανα. Θα συμφωνείτε (θέλω να πιστεύω) μαζί μου.
Ο φίλος μας ο Άκι λοιπόν, ήρθε στον κόσμο δυο χρόνια μετά τον Μίκα. Μαζί ανακάλυψαν το σινεμά του Γκοντάρ κι ενθουσιάστηκαν με το "Αλφαβίλ" (Alfaville, 1965) και τον Λέμυ Κώσιον. Την πρώτη τους εταιρία την ονόμασαν Villealfa. Βιλεάλφα λεγόταν και ο πρώτος ήρωας που υποδύθηκε ο Άκι στον "Ψεύτη" (Valehtelija, 1981) που σκηνοθέτησε ο αδερφός του. Το σενάριο (του Άκι και του Pauli Pentti) προϋπήρχε, αλλά η χρηματοδότησή του δεν ήταν εύκολη υπόθεση και οι πρώτες προσπάθειες ναυάγησαν. Την άνοιξη του 1980 επέστρεψε ο Μίκα από τις κινηματογραφικές του σπουδές στο Μόναχο κι ένωσε τις δυνάμεις του για την επίτευξη του στόχου. Το 45λεπτο αυτό φιλμ-Άκι έκανε το ντεμπούτο του στο φεστιβάλ του Τάμπερε κι ένας φρέσκος άνεμος φύσηξε στην πόλη. Το νέο αυτό κύμα έμελλε να σαρώσει και τον υπόλοιπο κόσμο.
Οι δυο αδερφοί λειτούργησαν ως συγκοινωνούντα δοχεία. Άρχισε δειλά η ανταλλαγή γνώσης και τεχνογνωσίας. Το καλοκαίρι του '81 δουλεύουν μαζί το ροκιμαντέρ "The Saimaa Gesture" (Saimaa-ilmio) που χρεώνεται σκηνοθετικά και στους δύο. Ο Βιλεάλφα ξαναχτυπά με τον "Άχρηστο" (Arvottomat, 1982), όπου οι 'ρόλοι' των αδερφών παραμένουν ίδιοι. Ο αγαπημένος τους πρωταγωνιστής, ο Μάτι Πελόμπαα, βρίσκεται στο πλάνο τους από την αρχή. Και στον "Ψεύτη" και στον "Άχρηστο" και στο "Jackpot 2" (1982). Το 1983 ο Άκι σκηνοθετεί την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του. Λέγεται "Έγκλημα και τιμωρία" (Rikos ja rangaistus) και βασίζεται στο συνταρακτικότερο νεανικό του ανάγνωσμα, το ομώνυμο βιβλίο του Ντοστογιέφσκι. Ως πρώτη του προσπάθεια κρίνεται εκπληκτική, πέραν του απλώς καλού σινεμά, και διαπνέεται από μια σπάνια όσο και αξιοσημείωτη ποιότητα.
Κάπως έτσι τέθηκαν οι βάσεις και τα πρότυπα συνεργασίας μεταξύ τους. Η δουλειά μοιράζονταν στα δυο, ακολουθώντας πιστά το προδιαγεγραμμένο πλάνο και εξοικονομώντας πόρους, χρόνο και χρήματα. Συχνά εναλλάσσονται στην καρέκλα του σκηνοθέτη για λόγους οικονομίας. Μόλις ολοκληρωνόταν τα γυρίσματα στο σχέδιο του Μίκα όπου ο Άκι έκανε παραγωγή, ο εξοπλισμός και το συνεργείο 'μετακόμιζαν' στο σχέδιο του Άκι που μόλις άρχιζε. Και τούμπαλιν. Συνήθως κάνει μόνο μια λήψη, χωρίς πρόβες ηθοποιών και τα συναφή. Οτιδήποτε φιλμάρεται, χρησιμοποιείται στο μοντάζ. Τα πάντα ξεκινούν από ένα άδειο πλάνο με το σκηνικό. "Προηγούνται τα σκηνικά και τα χρώματα, μετά τα φώτα και οι ηθοποιοί, και τέλος ο διάλογος". Ο Άκι είναι ιδιαίτερα σχολαστικός και καινοτόμος με τους φωτισμούς. Τα φώτα παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην ολοκλήρωση ενός σεναρίου.
Οι συνεργάτες τους είναι επίσης σταθεροί, σχεδόν σε όλες τις ταινίες τους. Ο κάμεραμάν Timo Salminen (από την πρώτη ταινία), ο μηχανικός ήχου Jouko Lumme, ο μοντέρ (και σκηνοθέτης) Timo Linnasalo και τελευταία ο σκηνογράφος Markku Patila, είναι όλοι τους φορείς και ζωοδότες του καουρισμακικού θαύματος. Κι ακόμη περισσότερο οι ηθοποιοί τους. Από τον μακαρίτη Matti Pellonpaa (η μποέμικη πλευρά του καλλιτέχνη) και την Κάτι Ούτινεν (ο έρωτας στα χρόνια της ξηρασίας). Τους Tomi Salmela, Martti Syrja, Esko Salminen, Elina Salo, Esko Nikkari και Sakari Kuosmanen. Ως τον διεθνή πια Κάρι Βαανάνεν (τυπικό δείγμα φιλανδού πότη) και τον πιο πρόσφατο 'άνθρωπο της τριλογίας χωρίς παρελθόν' Μάρκου Πέλτολα (ο άστεγος που ξαναθυμάται το μέλλον του).
Ο Άκι αποδεικνύεται ένας γνήσιος δικτάτορας καλλιτέχνης. Εμπιστεύεται το υποσυνείδητό του, γιατί εκεί αποθηκεύονται σχέδια και οράματα, τα καλύτερα των οποίων αναδύονται στην κατάλληλη στιγμή, έτοιμα προς χρήσιν. Όταν όλα είναι έτοιμα στο μυαλό του, τότε γίνονται ένα σφιχτό σενάριο, που ακολουθείται πιστά ως απαύγασμα πνεύματος. Αυτή η 'διαδικασία' μπορεί να οδηγήσει στο άλλο άκρο. Σχεδόν σε κάθε δεύτερη ή τρίτη ταινία, δεν υπάρχει καν σενάριο. Εκεί αναλαμβάνει ο αυτοσχεδιασμός. "Όταν λέω αυτοσχεδιασμό, εννοώ του σκηνοθέτη, όχι των άλλων!!! Οι ηθοποιοί δεν αυτοσχεδιάζουν ποτέ!!! Δεν πρόκειται για ομαδική εργασία" μας κατακεραυνώνει.
Ο ίδιος βέβαια δηλώνει 'μέτριος σκηνοθέτης' κι ότι "μπορεί ποτέ να μην καταφέρω να κάνω ένα αριστούργημα, αλλά κάνοντας πολλές απλώς καλές ταινίες, θα έχω πετύχει ένα καλό άθροισμα". Πιστεύει ότι η διάρκεια μιας ταινίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 90 λεπτά. Και τηρεί τον κανόνα αρκετά πιστά. Λέει ότι το φιλμ "Leningrad Cowboys Go America" (από τα πιο δημοφιλή του) είναι "η χειρότερη ταινία στην ιστορία του σινεμά, εκτός εάν υπολογίσουμε και τις ταινίες του Σταλόνε". Κι ακόμη ανησυχεί για το αύριο. "Γιατί θα 'πρεπε οι θεατές να πληρώνουν για να δουν κακές ταινίες, όταν μπορούν να μείνουν σπίτι τους και να δουν τζάμπα κακή τηλεόραση;" Τώρα πού σταματάει η μετριοφροσύνη και πού αρχίζει η αυτογνωσία, η αυτοκριτική, η αυτοειρωνία και, μέσω αυτών, η άποψή του για το μέλλον της 7ης τέχνης, ε αυτό ψάξτε το μόνοι σας.
Από μορφολογικής απόψεως, μπορούμε τελείως προσχηματικά να κατατάξουμε τις ταινίες του σε τρεις ""κατηγορίες"" (με μπόλικα εισαγωγικά).
Πρώτα οι 'τραγελαφικές διασκευές' κλασικών έργων: το προλεχθέν "Έγκλημα και τιμωρία" (1983), "Rocky VI" (1986), "Ο Άμλετ κάνει μπίζνες" (Hamlet liikemaailmassa, 1987), ο "Άριελ" (Ariel, 1988), "Το κορίτσι με τα σπίρτα" (Tulitikkutehtaan tytto, 1989), η βρετανική "Προσέλαβα έναν επαγγελματία δολοφόνο" (I hired a contract killer, 1990) και η γαλλική "Μποέμικη ζωή" (La vie de boheme, 1992). Η παρουσία του Ζαν Πιέρ Λεό στις δυο τελευταίες, πραγματοποίησε έναν κρυφό πόθο του Άκι να δουλέψει μαζί του. Η ακατέργαστη ποίηση συμβαδίζει με το πνεύμα και η φτώχια λειτουργεί ως κίνητρο, όχι μόνο βιοποριστικό αλλά και καλλιτεχνικό. Η ανέχεια οιστρηλατεί την δημιουργία και η σάτιρα κατατρώει τις σάρκες του 'κινήματος'. Όπως οι μεταξοσκώληκες που πρέπει να φάνε τα πάντα και να 'αυτοκαταστραφούν' για να γνέσουν οι 'παραγωγοί' το μετάξι τους.
Ακολουθούν οι αυτό-σχεδιαστικές οδύσσειες, γεμάτες μουσική ροκ, όπως την αντιλαμβάνονται οι φιλανδοί και οι Leningrad Cowboys. "Calamari Union" (1985) με το γκρουπ του Μάτι, τα μικρά "Thru the Wire", "Rich Little Bitch", "L.A. Woman" (όλα του 1987), "Leningrad Cowboys Go America" (1989), "Leningrad Cowboys Meet Moses" (1993), τα μικρά "These Boots", "Those Were the Days" (1992) και το ζωντανό "Total Balalaika Show" (1994). Το τελευταίο είναι η κινηματογράφηση ενός κονσέρτου των Κάουμπόις με την Χορωδία του Κόκκινου Στρατού στο Ελσίνκι. Η μουσική, η παραγωγή και η προώθησή της, σίγουρα δεν ήταν ίδιες μετά από ένα τέτοιο καταιγιστικό πακέτο από ιδέες, βλέμματα, χτενίσματα, ντυσίματα, σκέρτσα, φερσίματα και κουνήματα. Κάπως έτσι θα 'πρεπε να κρίνονται τα κινήματα, μουσικά και μη. Το Μεξικό δεν 'έφαγε' μόνο τον Γουέλς και τον Μπονιουέλ!!! Έφαγε και τους Λένινγκραντ Κάουμπόις.
Τέλος, έχουμε μια πιο ρεαλιστική, σκληρή και άκρως ενδιαφέρουσα κατηγορία, τα πορτραίτα και οι 'τοπιογραφίες' της εργατικής τάξης. Που είναι ολοένα και πιο άνεργη. Προπομπός η ταινία "Σκιές στον παράδεισο" (Varjoja paratiisissa, 1986) όπου ο σκουπιδιάρης Μάτι και η ταμίας σούπερ μάρκετ Κάτι δίνουν ρέστα. Πολύ μετά έχουμε το "Θα το φας το κεφάλι σου, Τατιάνα" (Pida huivista kiinni, Tatjana, 1994). Και καταλήγουμε στην ποιητική τριλογία "Μακριά πετούν τα σύννεφα" (Kauas pilvet karkaavat, 1996), "Γιούχα" (Juha, 1999) και "Ο άνθρωπος χωρίς παρελθόν" (Mies vailla menneisyytta 2002).
Η κατάληξη είναι ευτυχής. Όχι μόνο για τα βραβεία στις Κάνες 2002 και το πολύ τιμητικό βραβείο Luis Bunuel στο Huesca Film Festival. Αυτά δεν κάνουν την ταινία. Ούτε καλύτερη ούτε χειρότερη. Κυρίως γιατί ο Άκι διατηρεί ακέραιη την ανθρωπιά του. Γιατί μπορεί πάντα να αφηγείται απλές ιστορίες επιβίωσης, με απλούς ανθρώπους, με τρόπο απλό και μοναδικό, χωρίς γιρλάντες και φτιασίδια, χωρίς υποκρισία και παραφουσκωμένα εφέ. Με στατικά πλάνα και ελάχιστα κοντινά. Αλλά με σεβασμό στο άνθρωπο και στο άτομο. Με πάθος για τη ζωή και συμπάθεια για όσους παλεύουν να βγουν από τη μιζέρια. Με τρόπο φυσικό, με μικρά αστεία πράγματα που γίνονται σοβαρά και με κάποια 'σοβαρά' να παραμένουν αστεία. Όλα είναι έρωτας και η ελπίδα ζει μέσα μας.
Αφοί Καουρισμάκι, όλα ή τίποτα
Valehtelija (The Liar, 1981) μικρού μήκους του Mika
Saimaa-ilmio (The Saimaa Gesture, 1981) ροκιμαντέρ των Mika και Aki
Jackpot 2 (1982) μικρού μήκους του Mika
Arvottomat (The Worthless, 1982) του Mika
Rikos ja rangaistus (Crime and Punishment, 1983) του Aki
Klaani - tarina Sammakoitten suvusta (The Clan - The Tale of the Frogs, 1984) του Mika
Calamari Union (1985) του Aki
Rosso (1985) του Mika
Rock'y VI (1986) μικρού μήκους του Aki
Varjoja paratiisissa (Shadows in Paradise, 1986) του Aki
Hamlet liikemaailmassa (Hamlet Goes Business, 1987)του Aki
Thru The Wire (1987) μικρού μήκους του Aki
Helsinki Napoli - All Night Long (1987) του Mika
Rich Little Bitch (1987) μικρού μήκους του Aki
L.A. Woman (1987) μικρού μήκους του Aki
Ariel (1988) του Aki
Yotyo (Night Shift, 1988) τηλεοπτικό μικρού μήκους του Mika
Cha Cha Cha (1989) του Mika
Likaiset kadet (Les mains sales / Dirty Hands, 1989) τηλεοπτικό μικρού μήκους του Aki
Leningrad Cowboys Go America (1989) του Aki
Paperitahti (Paper Star, 1989) του Mika
Tulitikkutehtaan tytto (The Match Factory Girl, 1990) του Aki
I Hired a Contract Killer (1990) του Aki
Amazon (1990) του Mika
Zombie ja kummitusjuna (Zombie and the Ghost Train, 1991) του Mika
Those Were The Days (1991) μικρού μήκους του Aki
Boheemielamaa (La vie de boheme, 1992) του Aki
These Boots (1992) μικρού μήκους του Aki
The Last Border - Viimeisella rajalla (The Last Border, 1993) του Mika
Pida huivista kiinni, Tatjana (Take Care of Your Scarf, Tatjana, 1994) του Aki
Leningrad Cowboys Meet Moses (1994) του Aki
Tigrero - elokuva joka ei valmistunut (Tigrero - A Film That Was Never Made, 1994) ντοκιμαντέρ του Mika
Total Balalaika Show (1994) ροκιμαντέρ του Aki
Kauas pilvet karkaavat (Drifting Clouds, 1996) του Aki
Valittaja (1996) μικρού μήκους του Aki (περίσσεψε από μια σκηνή του Kauas pilvet karkaavat)
Oo aina ihminen (1996) μικρού μήκους του Aki (για την tango orchestra του Markus Allan)
Condition Red - Halytystila (Condition Red, 1996) του Mika
Sambolico (1996) μικρού μήκους του Mika (προπομπός του Moro No Brazil)
Bubble Struggle (1996) μικρού μήκους του Mika
Rytmi (The Rhythm, 1996) του Mika (από το Danske piger viser alt / Danish Girls Show Everything)
LA Without a Map (1998) του Mika
Juha (1999) του Aki
Highway Society (2000) του Mika
Moro No Brazil (Sound of Brazil, 2002) του μουσικό ντοκιμαντέρ Mika
Mies vailla menneisyytta (The Man without a Past, 2002) του Aki
Dogs Have No Hell (2002) του Aki (από το Ten minutes older: the trumpet)
Honey Baby (2002) του Mika
ΔιαΤρέξτε κι αλλού
Βιογραφικό του Άκι
Aki x 3 στο FilmRef
Ριζωμένοι βαθιά στον ρεαλισμό
Kaurismaki music
O φάκελος Καουρισμάκι στο FilmOnLine
Siunattu teknologia! The Kaurismaki Web Site
Μια σύντομη ιστορία του φιλανδικού σινεμά
Σκανδιναβοί σκηνοθέτες
ΥΓ1: "Siunattu teknologia!" θα πει "Ευλογημένη τεχνολογία!" Το λέει από τηλεφώνου ο Μάτι Πελόμπαα, στην ταινία "Ο άχρηστος".
ΥΓ2: Το 1987 ο Άκι ίδρυσε την δική του εταιρία, την Sputnik Oy. Που κρατεί καλά ως σήμερα.
ΥΓ3: Στο μπαρ, πάνω από τον "άνθρωπο χωρίς παρελθόν" που πίνει τη μπίρα του, μας κοιτάει ο Μάτι Πελόμπαα με βλέμμα ειρωνικό κι ευθυτενές. Είναι σαν να μας λέει 'εγώ την έκαναα γιαα αλλού. Εσείς κάντε καλάαα μόνοι σας'.
ΥΓ4: Μέγα και ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι μουσικές των ταινιών τους. Συχνά εκκεντρικές, ολίγον trush, με καταβολές από ροκ'ν'ρολ και την ποπ κουλτούρα.