Ο Julio Medem και οι εραστές του ονείρου
Το ισπανικό σινεμά δεν είναι μόνο ο Αλμοδόβαρ και οι επίγονοί του. Εκτός από τον κιτσαδόρο Alex de la Iglesia (Accion Mutante), διαθέτει τον φαταλιστή Alejandro Amenabar (Abre los ojos) και τον κοινωνικό ρεαλιστή Ventura Pons (Caricies, Actrius, El perque de tot plegat) που επιμένει καταλάνικα. Εσχάτως άλλος ένας ιδιόρρυθμος σκηνοθέτης, ο βάσκος Χούλιο Μέντεμ, κατάφερε να ξεπεράσει τα σύνορα της πατρίδας του. Το βασικό τους - και πιθανώς μοναδικό - κοινό γνώρισμα είναι πως όλοι τους αντιμετωπίζουν τον κόσμο με χιούμορ. Καθένας βέβαια ορίζει διαφορετικά την αίσθηση και τα όρια του αστείου ή του σοβαρού. Αλλά μήπως το ίδιο δεν κάνουν και οι θεατές; Όπως και νάχει, ένα πράγμα είναι βέβαιο: όλοι τους έχουν μια ξεχωριστή κινηματογραφική ταυτότητα, γεμάτη ιδιομορφίες, που τους προσδίδει τα χαρακτηριστικά της άμεσης αναγνώρισης ενός προσωπικού στιλ.
Τον Χούλιο Μέντεμ τον πρωτογνωρίσαμε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης με την ταινία του "Αγελάδες" (Vacas, 1992). "Υπερηφανευόταν για τα πιο ετερόκλιτα πράγματα: για το ότι ήταν Ουρουγουανός· για το ότι προερχόταν από παλιά οικογένεια· για το ότι άρεσε στις γυναίκες· για το ότι ραβόταν σε ακριβό ράφτη· και, ένας θεός ξέρει γιατί, επειδή καταγόταν από τους Βάσκους - ένα λαό που σ' όλη την ιστορία δεν είχε κάνει τίποτε άλλο απ' το να αρμέγει αγελάδες". Η πεζο-ποίηση του Μπόρχες στο "Βιβλίο της άμμου" ταιριάζει γάντι με την εικονο-ποίηση του Μέντεμ. Στα χέρια του ένα τυπικό τοπικιστικό μελόδραμα απογειώνεται. Μέσα από την ζωή δυο αντιπάλων οικογενειών και τα λάθη τους, που επαναλαμβάνονται τραγελαφικά από γενιά σε γενιά, θίγονται ζητήματα εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας. Εύκολα θα μπορούσε κάποιος να μιλήσει για στρατευμένο εθνικό σινεμά. Όμως η γλώσσα είναι ελλειπτική, το χιούμορ σαρδόνιο, οι εικόνες εμπρηστικές και πάλλουσες ζωή. Κι οι αγελάδες βόσκουν ατάραχες, σιωπηλοί μάρτυρες μιας ιστορίας που ανακυκλώνεται και τρώει την ουρά της.
Τον επόμενο χρόνο θα ξαναχτυπήσει με το υβριδικό φιλμ "Ο κόκκινος σκίουρος" (La Ardilla Roja, 1993). Θρίλερ, κωμωδία, μελό και μια κατασκευασμένη ιστορία αγάπης, φέρνουν κοντά έναν ξεπεσμένο ροκά τραγουδιστή και μια κοπέλα που πάσχει από αμνησία. Αστείο και σκοτεινό, ψυχο-σεξουαλικό, ρομαντικά μυστηριώδες, εξερευνά την φύση της ατομικής μας ταυτότητας, ξαφνιάζει και ξεχύνεται σε πολύ απροσδόκητες κατευθύνσεις. Στην "Γη" (Tierra, 1995) αγγίζει τα όρια ενός πρωτοφανούς οπτικού λυρισμού. Ο ήρωάς του λέγεται Άγγελος, είναι εξολοθρευτής εντόμων και καλείται να καθαρίσει μια ανερχόμενη κρασοπαραγωγό περιοχή από τις ενοχλητικές ξυλόψειρες. Όντας μια διχασμένη προσωπικότητα, μισός διάβολος και μισός άγγελος, αποτρελαίνεται τελείως όταν μπλέκει με δυο γυναίκες με εκ διαμέτρου αντίθετους χαρακτήρες. Ερωτευμένος διπλά πρέπει να παλέψει με τον δυισμό του ή να αποδεχθεί στωικά την παρανοϊκή του φύση. Μέσα σε ένα απόλυτα φυσικό περιβάλλον, ο Μέντεμ δημιουργεί μια ατμόσφαιρα γεμάτη ποίηση και φαντασία, γεμάτη γυναικείες μυρουδιές και χήρες που ψάχνουν τους νεκρούς αγαπημένους τους κάπου ανάμεσα στα άστρα. Το ποθούμενο εδώ είναι η υπέρβαση και μια λανθάνουσα κατάσταση γαλήνης και εσωτερικής ηρεμίας.
Χρειάστηκε να μεσολαβήσουν εννιά χρόνια για να δούμε στη χώρα μας μια ταινία του δαιμόνιου εουσκάδιου. "Οι εραστές του Αρκτικού Κύκλου" (Los Amantes del Circulo Polar, 1998) είναι ένα ρομαντικό έπος που απλώνεται σχεδόν σε δύο δεκαετίες. Δυο πιτσιρίκια, ο Ότο και η Άνα, ανακαλύπτουν μια ιδιόμορφη μεταξύ τους χημεία που ξεπερνάει τις απλές συμπτώσεις και τα καρκινικά τους ονόματα. Ο πατέρας του Ότο ερωτεύεται και παντρεύεται τη μητέρα της Άνα. Η σχέση τους γίνεται ένα ερωτικό παιχνίδι που υπερβαίνει προκαταλήψεις, και οδηγεί σε κόσμους παράλληλους και συχνά αντιδιαμετρικούς. Το σύμπαν περιστρέφεται γύρω τους σαν ένα ερωτικό περιπαιχτικό γαϊτανάκι και η αίσθηση της αντιδιαστολής τους συνοδεύει, άλλοτε συμπληρωματικά και άλλοτε παραπληρωματικά. Η μοίρα θα τους παίξει μια ατέλειωτη πατρίδα μπριτζ, γεμάτη εκπλήξεις, απροσδόκητες συμπτώσεις, μεταπτώσεις και σπειροειδείς εξελίξεις.
Ο ιδιοφυής Χούλιο Μέντεμ επιβεβαιώνει ξανά το συγγραφικό του ταλέντο, με ένα σενάριο ώριμο και μεστό, γεμάτο λεπτές πτυχώσεις και πανέξυπνες ελλειπτικές διηγήσεις μιας φαινομενικά απίστευτης ιστορίας. Για άλλη μια φορά εγγράφει ένα λυρικό ποίημα σε ένα απόλυτα ρεαλιστικό τοπίο. Μας μεταθέτει συνεχώς σε άτακτα χρονικά ή τοπικά γεγονότα, συνθέτοντας ένα μωσαϊκό μιας ιδανικής (κατ' εαυτόν) σχέσης μεταξύ δύο ανθρώπων. Χρησιμοποιεί τρία σετ πρωταγωνιστών, με εμφανείς χαρακτηριολογικές αναστροφές, μεταχειρίζεται αριστοτεχνικά τα δίπολα (άντρας-γυναίκα, μητέρα-πατέρας, γιος-κόρη, αδερφός-αδερφή, θάνατος-αναγέννηση, απώλεια-ξανασμίξιμο, απόκρυψη-αποκάλυψη, γη-αέρας, νότος-βορράς κ.α.) και ξεπλέκει όμορφα τα διαπλεκόμενα πεπρωμένα του νεαρού ζεύγους. Παραπέμπει με μεγάλη ταπεινοφροσύνη στον πρώιμο Ρεναί, στον Λυντς, στον Μπονιουέλ αλλά και στον Κισλόφσκι. Η προφανής συσχέτισή του με τον Μπόρχες έχει ήδη επισημανθεί και παραπάνω. Ακόμη εμπεριέχει και μια συγκαλυμμένη αυτοβιογραφική διάθεση που θυμίζει Πωλ Όστερ.
Κάποιοι πεζοί και κινηματογραφικά αναλφάβητοι είπαν πως υπονομεύει την ιστορία της πατρίδας του κατά τον 2ο παγκόσμιο. Κόλλησαν σε ένα ακραιφνή ρεαλισμό που ούτως ή άλλως απεμπολείται ευθύς εξαρχής από το φιλμικό (και όχι μόνο) σώμα. Είναι δυνατόν να φαντάζονται ότι μπορεί ένας βάσκος να είναι τόσο πεζά ρηξικέλευθος; Κατά πάσα πιθανότητα δεν έτυχε να γνωρίσουν από κοντά αυτήν την χώρα και να χαθούν μέσα της. Ο σκηνοθέτης απαντάει έμμεσα, εστιάζοντας σε πιο απλές ερωτήσεις. Μπορεί ένα μοντέρνο ρομάντζο να ξεφύγει απ' την πεπατημένη, να αναπτυχθεί μη γραμμικά, να αρέσει, να συναρπάσει; Που μπορεί να φτάσει το συναισθηματικό παλιρροιακό κύμα που προκαλεί ένας ναζί πιλότος που πέφτει με το αεροπλάνο του κάπου στην Εουσκάδη; Χρόνια πολλά μετά, μπορεί να φτάσει στη Φιλανδία ή στην Αυστραλία; Πόσο μικρός είναι αυτός ο μέγας κόσμος;
Για νάρθουμε όμως και στα λόγια του ιδίου. "Με τους Εραστές είχα στο μυαλό μου μια ιστορία αγάπης και είχα σκοπό να αλλάζω συνεχώς τον αφηγητή, βλέποντας πότε την δική του οπτική και πότε την δική της. Τότε μου ήρθε στο νου η εικόνα ενός αγώνα δρόμου μεταξύ δύο παιδιών. Και σκέφτηκα πως ήταν κάτι που μ' ενδιέφερε. Αλλά δεν ήξερα που θα με βγάλει. Η κούρσα ήταν σαν μια απόδραση, ένα είδος πτήσης, όπου οι δυο χαρακτήρες αποδρούν από μια πραγματικότητα σε μία άλλη. Την έγραψα αγνοώντας ποια θα είναι η επόμενη σκηνή, θέλοντας να διατηρώ συνεχώς την αβεβαιότητα για το που και πως θα καταλήξω". Ο 43άχρονος πια, δημιουργός ετοίμασε απτόητος το επόμενο εσωτερικό μας ταρακούνημα. Είναι μια νέα ιστορία αγάπης με τίτλο "Lucia y el Sexo". Προς το παρόν αφεθείτε στην γλυκιά γοητεία των "Εραστών" γιατί το μεγαλείο του κόσμου είναι κρυμμένο στα μικρά του υποκείμενα.
Φιλμογραφία
El Ciego (1974), μικρού μήκους Super-8, σενάριο και σκηνοθεσία
El Jueves Pasado (1977), μικρού μήκους Super-8, σενάριο και σκηνοθεσία
Fideos (1979), μικρού μήκους Super-8, σενάριο και σκηνοθεσία
"Si yo fuera un poeta..." (1981), μικρού μήκους Super-8, σενάριο και σκηνοθεσία
Teatro en Soria (1982), μικρού μήκους Super-8, σενάριο και σκηνοθεσία
Patas en la Cabeza (1985), μικρού μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
Las Seis en Punta (1987), μικρού μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
Cronica de la Segunda Guerra Carlista (1987), μεγάλου μήκους 35mm, βοηθός σκηνοθέτη και μοντάζ
La Espalda del Cielo (1988), μικρού μήκους 35mm, μοντάζ
Martin (1988), μεσαίου μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
El Diario Vasco, μεσαίου μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
El Puente (1990), μικρού μήκους 35mm, μοντάζ
Vacas (1992), μεγάλου μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
La Ardilla Roja (1993), μεγάλου μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
Hola, estas sola? (1995), μεγάλου μήκους 35mm, μοντάζ
Tierra (1995), μεγάλου μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
"Airbag" (1997), μεγάλου μήκους 35mm, ερμηνεία
Los Amantes del Circulo Polar (1998), μεγάλου μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
Lucia y el Sexo (2000), μεγάλου μήκους 35mm, σενάριο και σκηνοθεσία
Πηγές
Για τους εραστές του Χούλιο
Σχόλια για τρεις ταινίες του Μέντεμ
Ο Medem στο κινηματογραφικό αρχείο του Χάρβαρντ
Οι εραστές του Berardinelli
Οι εραστές του Guardian
Οι Αγελάδες στο διαγωνιστικό του 33ου διεθνούς φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
ΥΓ1: Θα σκάσω αν δεν τα πω. Είναι δυνατόν οι ισπανοί να συνεργάζονται με τους φιλανδούς, οι αλβανοί και οι ρουμάνοι με τους γάλλους, οι δε φυρομιανοί με τους άγγλους, κι εμείς οι ψωροκωσταίοι να βράζουμε στο ζουμί μας;
ΥΓ2: Είναι δυνατόν η Βενετιά ν' ανοίγει με τη "Σκόνη" του Μίλτσο Μαντσέφσκι κι εμείς να στέλνουμε ατάραχοι το "Μόνον της ζωής μας ταξείδιον" στο Τορόντο;
ΥΓ3: Αχ η αγάπη, η αγάπη, που χάθηκε στη σκόνη !!!