Ο ξεχωριστός Gus Van Sant
To περίμενε κανείς από κάποιον που ξεκίνησε περίπου σαν τον Αλμοδόβαρ, φτιάχνοντας μικρές gay κωμωδίες, να καταλήξει ο χαϊδεμένος του Χόλιγουντ; Ο κάποτε ανεξάρτητος Γκας Βαν Ζαντ, γεννήθηκε το 1953 και σπούδασε αρχιτεκτονικό σχέδιο στο Ρόουντ Αϊλαντ. Για ένα φεγγάρι υπήρξε βοηθός του Ρότζερ Κόρμαν και συνεργάτης του Κεν Σαπίρο. Αγαπημένος του σκηνοθέτης ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ και συγγραφέας πρότυπο ο Γουίλιαμ Μπάροουζ. Δηλωμένος ομοφυλόφιλος. Εκτός των άλλων είναι και μουσικός, μέλος του συγκροτήματος Kill All Blondes. Ασχολήθηκε με την σκηνοθεσία διαφημιστικών και video-clips (David Bowie, Elton John, Tracy Chapman). Βραβεύτηκε για το "Under the bridge" των Red Hot Chilli Peppers και το "Weird" του Hanson. Έχει εκδώσει επίσης δύο βιβλία, το φωτογραφικό λεύκωμα "108 Portraits" (Twelvetrees Press, 1995) και τη νουβέλα "Pink" (Doubleday, 1997).
Στα 1992 βραβεύτηκε με το μέγα αμερικανικό βραβείο για την ελευθερία της έκφρασης (βαρύγδουπο ε;), διότι οι ταινίες του "μας επιτρέπουν να κοιτάξουμε στον εσωτερικό κόσμο ανθρώπων που συνήθως δεν τους ρίχνουμε ούτε μια φευγαλέα ματιά." Προικισμένος με έναν εκκεντρικό λυρισμό, μας έδειξε μια άλλη αμερική: αυτή που κρύβεται πίσω από τις αφίσες και τα διαφημιστικά σποτ. Τα τοπία του είναι οι αχίλλειες πτέρνες της κοινωνίας: υποβαθμισμένες γειτονιές κατοικημένες από αλήτες, πρεζόνια και άλλους απόβλητους. Η προοπτική του ανανέωσε τις εικόνες του αθέατου αυτού υπο-κόσμου, προσδίδοντάς τους και μια απόλυτη κωμική τιμιότητα. Κι ύστερα ήρθε το Χόλιγουντ.
Πρώτη του μεγάλου μήκους δουλειά είναι το ισπανόφωνο "Mala Noche" (κακιά νύχτα), βασισμένο σε νουβέλα του ποιητή Walt Curtis από το Όρεγκον. Ένα δράμα πολύ χαμηλού προϋπολογισμού, γυρισμένο στα 16mm, κυρίως σε μαυρόασπρο. Είναι η ρομαντική εμμονή κάποιου νεαρού υπαλλήλου καταστήματος ποτών, που ερωτεύεται ένα μεξικανό αγόρι, ένα πειραχτήρι, που από τη μια δέχεται τα μπιλιέτα του κι από την άλλη τον αποκαλεί "ηλίθια αδερφή". Η ταινία διαθέτει εξπρεσιονιστική ματιά, που την οφείλει κυρίως στην περιρρέουσα και χοντρόκκοκη φωτογραφία και στην χειροκίνητη κάμερα του οπερατέρ John Campbell. "Σε στιγμές μας θυμίζει το μικρό αριστούργημα Un Chant d'Amour του Ζαν Ζενέ" μας λέει η διάσημη κριτικός Πωλίν Καέλ. Τον πειραχτήρη υποδύεται ένας ινδιάνος, ο Doug Cooeyate, που δεν μιλάει γρι ισπανικά, αλλά ντουμπλάρεται. Ο Βαν Ζαντ, εκτός από το σενάριο και την σκηνοθεσία, υπογράφει την παραγωγή, το μοντάζ και την μουσική.
Δυο χρόνια μετά (1987) τον βρίσκουμε να κάνει μικρού μήκους κωμωδίες, περιμένοντας την μεγάλη ευκαιρία. Στο "Ken Death Gets Out Of Jail" καταγράφει τις εμπειρίες ενός νεαρού που μόλις αποφυλακίστηκε. Το "My New Friends" είναι ακόμα μία σκοτεινή κι αστεία αναζήτηση του απλησίαστου αρσενικού. Ο Γκας συναντά έναν μεταλλά, τον κερνάει έναν εσπρέσο, τον πάει για βόλτα και κολύμπι και μετά τον χάνει. Στο "Five Ways To Kill Yourself" στρέφει και πάλι ειρωνικά και ανέκφραστα την κάμερα επάνω του. Με τα δυο αυτά αυτό-σαρκαστικά φιλμάκια κερδίζει τη μικρή χρυσή άρκτο στο Βερολίνο (γνωστή και ως teddy bear). Ακολουθεί το "Junior" στα 1988.
Η μεγάλη ευκαιρία έρχεται και λέγεται "Drugstore Cowboy" (1989). Μια σκληρή ματιά στη ζωή ενός τζάνκι, που κλέβει φαρμακεία μαζί με την παρέα του, για να βρει τη δόση του. Αστείο και δραματικό ταυτόχρονα, διασκεδαστικό και επώδυνο ενίοτε, σίγουρα ανυπόκριτο, χωρίς να ωραιοποιεί τους ναρκομανείς και χωρίς μελοδραματικούς ηρωισμούς, δείχνει να είναι βγαλμένο κατευθείαν από τις αρχές της δεκαετίας του '80. Στο σενάριο ο Βαν Ζαντ συνεργάζεται με τον Ντέιβιντ Γιοστ. Οι διάλογοι είναι γραμμένοι στην γλώσσα των τζάνκις και βρίθουν από αξιομνημόνευτες ατάκες. Ο δημιουργός αφήνει την τελική κρίση στον ίδιο τον θεατή, αφού πρώτα τον παγιδεύσει και τον εμποτίσει με το νοσηρό κλίμα των ηρώων. "Νιότη, σπαταλημένη απ' τα νιάτα" που λέει κι ο Οσκαρ Γουάιλντ.
Κατ' εμέ η καλύτερη ταινία του σκηνοθέτη, αλλά και η καλύτερη ερμηνεία του Ματ Ντίλον στον ομώνυμο ρόλο. Πλαισιωμένος βέβαια από επίσης σπουδαίους ηθοποιούς στις καλύτερές τους στιγμές: Κέλι Λιντς (ως Νταϊάν), Τζέιμς ΛεΓκρος και Χέδερ Γκράχαμ (η υπόλοιπη συμμορία), Τζέιμς Ρέμαρ (ο αστυνόμος), Μαξ Πέρλιχ (ο μικρο-πωλητής), Γκρέις Ζαμπρίνσκι (η μητέρα). Κατακλείδα όλων η εμφάνιση του μπίτνικ πάπα Γουίλιαμ Μπάροουζ, στο ρόλο ενός πρώην ιερέα και νυν εθισμένου, που παίρνει ένα σκονάκι από τον Μπομπ (Ντίλον) και το τοποθετεί μέσα στη βίβλο. Το μουσικό ντεμπούτο του Έλιοτ Γκόλντενταλ δένει θαυμάσια με τα μουσικά θραύσματα μιας παραγκωνισμένης εποχής.
Απανωτά έρχεται άλλη μια καλή ταινία "Το δικό μου Αϊντάχο" (1991). Ελεύθερη απόδοση του σεξπηρικού Ερρίκου του 4ου, είναι η ιστορία δυο αγοριών πόρνων, που περιπλανιούνται στην αμερικάνικη ενδοχώρα αλλά και στο εξωτερικό. Ο ναρκοληπτικός Μάικ (Ρίβερ Φίνιξ) πάει στην Ιταλία να βρει τη μητέρα του αλλά ματαιοπονεί. Ο φίλος του Σκοτ (Κήνου Ρηβς) για τον οποίο νοιώθει κάποια έλξη, ερωτεύεται μια ιταλίδα. Οι ερωτικές τους περιπτύξεις τον βασανίζουν κι ο Σκοτ του φέρεται πολύ σκληρά. Μια θλιβερή ταινία δρόμου με αρκετά ανοιχτό τέλος, και σε ερμηνείες και σε εκδοχές. Πιθανότατα η καλύτερη στιγμή στην καριέρα του Κήνου Ρηβς. Σε μικρούς ρόλους θα συναντήσετε τον Ούντο Κίερ, τον Flea και την Γκρέις Ζαμπρίνσκι.
Παρά το γεγονός της εκπόρνευσης των ηρώων, η ταινία δεν ασχολείται με το σεξ, ούτε οι χαρακτήρες φαίνεται να νοιάζονται ιδιαίτερα γι' αυτό. Ο Μάικ πέρασε στερημένα κι άσχημα παιδικά χρόνια και τώρα ψάχνει για καταφύγιο. Αναζητά την αγάπη, μια αγκαλιά, έναν άνθρωπο που να νοιάζεται γι' αυτόν. Άσχετα αν θάναι άνδρας ή γυναίκα. Η επιτυχία του φιλμ είναι ότι κατάφερε να μας μεταφέρει την απεγνωσμένη αναζήτηση του ήρωα και να βιώσουμε μια ανάλογη κατάσταση. Η απόστασή της και η αποστασιοποίησή της από τα γνωστά χουλιγουντιανά κλισέ είναι δεδομένη. Οι εύκολες λύσεις και οι "συνταγές" είναι μακριά, ενώ δεν αποκλείω και τον αυτοσχεδιασμό σε κάποιες στιγμές.
Έχοντας τρία καλτ διαμάντια στο ενεργητικό του, επιχειρεί το ακατόρθωτο: να μεταφέρει στην οθόνη την νουβέλα του Τομ Ρόμπινς "Ακόμα κι οι καουμπόισσες μελαγχολούν". Μια φωτομοντέλα με υπερμεγέθεις αντίχειρες (Ούμα Θέρμαν) γίνεται η μεγαλύτερη ωτοστοπατζού του κόσμου και οργώνει την αμερική. Παρά το πλούσιο και ετερογενές καστ (Τζον Χαρτ, Λορέην Μπράκο, Κήνου Ρηβς, Πατ Μορίτα, Αντζι Ντίκινσον, Σων Γιάνγκ, Κρίσπιν Γκλόβερ, Χέδεν Γκράχαμ, Γκρέις Ζαμπρίνσκι, Ούντο Κίερ και Γουίλιαμ Μπάροουζ) και τον ανάλογο προϋπολογισμό, "Οι καουμπόισσες" θεωρούνται το βατερλώ του σκηνοθέτη. Η ταινία έφυγε με τις χειρότερες κριτικές απ' το Τορόντο (1993) και ο Γκας αναγκάστηκε να την ξαναμοντάρει, συντομεύοντάς την, χωρίς να καταφέρει να μας αλλάξει γνώμη. Το μόνο που διασώζεται είναι η εκπληκτική μουσική και τα τραγούδια της K.D. Lang.
"Η ταινία απλά στερείται λόγο ύπαρξης. Είναι βαρετή, επιπόλαιη, ενώ το μυθιστόρημα του Ρόμπινς είναι πολύ διασκεδαστικό, ποιητικό, φεμινιστικό, έξυπνο, φιλοσοφημένο, αστείο. Η μεταφορά είναι αρκετά πιστή, αλλά η κινηματογράφηση ήταν πρόχειρη, βολική και κακόγουστη. Απογοητευτικά απογοητευτικό" μας λέει ένας κριτικός. "Επαναπροσδιορίζει τα κατώτατα όρια της αποτυχίας. Δεν είναι απλώς κακή, είναι το απόλυτο μηδέν" θάβει κάποιος άλλος. "Αποφύγετέ την με οποιοδήποτε γήινο κόστος" αποφαίνεται έτερος. Να συμπληρώσω εδώ ότι ήταν υποψήφια και για δυο βατόμουρα (ο αντίποδας των όσκαρ, τα χειρότερα της χρονιάς).
Στα 1995 επιστρέφει δριμύτερος με την Νικόλ Κίντμαν να δηλώνει "Έτοιμη για όλα", ταινία-όχημα για την φέρελπι νέα, αλλά και η μοναδική της αξιόλογη ερμηνεία ως σήμερα. Η διαδρομή από τον ασήμαντο τοπικό σταθμό μέχρι τα μεγάλα κανάλια δεν είναι εύκολη. Και η αδίστακτη ηρωίδα θα κάνει τα πάντα για να ανέλθει τηλεοπτικά: ψεύδη, εξαπάτηση, φόνο. Ότι ανεβαίνει γοργά μπορεί να καταβυθιστεί ακόμη γρηγορότερα. Παρά τα μικρά σεναριακά κενά και τους προβλέψιμους χαρακτήρες, διαθέτει αρκετό σασπένς, σατιρική ματιά και μια γοητευτική παραξενιά. Εδώ οι ερμηνείες λειτουργούν θετικά (Ματ Ντίλον, Καρτγουντ Σμιθ) και ενίοτε υπερθετικά (Γιόακιν Φίνιξ). Οι ισόποσες δόσεις και οι εναλλαγές μαύρου χιούμορ και τρόμου, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα κλειστοφοβική που εκτονώνεται προσωρινά πολλές φορές, μέχρι την τελική σαρδόνια έκρηξη.
Εμβόλιμα κάνει άλλη μια μικρού μήκους, το "Ballad of the Skeletons" (1996). Ντύνει εικονοκλαστικά την φωνή του Allen Ginsberg, συνοδευόμενη από την μουσική του Philip Glass. "Δε θα υπογράψω τον λογαριασμό" είπε ο Προεδρικός σκελετός. "Ω ναι θα το κάνεις!" είπε ο σκελετός του Ομιλητή. "Ενίσταμαι!" είπε ο σκελετός του Εκπροσώπου. "Τι περίμενες;" είπε ο σκελετός του Ανώτατου Δικαστηρίου. "Αγοράστε αστροβόμβες!" είπε ο Στρατιωτικός σκελετός. "Πεινάστε ανύπαντρες μαμάδες!" είπε ο σκελετός της Ανώτερης Τάξης. "Σταματήστε την βρώμικη τέχνη!" είπε ο Κτηνώδης σκελετός. "Ξέχνα την καρδιά σου!" είπε ο Δεξιός σκελετός.
Έχοντας πια για τα καλά μπει στον κόσμο της σόου-μπίζνες, σκηνοθετεί το πόνημα δύο νέων ταλέντων, των Ματ Ντέιμον και Μπεν Αφλεκ, με τίτλο "Ο ξεχωριστός Γουίλ Χάντινγκ" (1997). Τον πρωτεύοντα ρόλο κρατάει ο ταλαντούχος κύριος Ματ, ενώ τους ρόλους των καθηγητών επωμίζονται ο λίγο πολύ τρελούτσικος Ρόμπιν Γουίλιαμς και ο θηριοδαμαστής των κυμάτων Στέλαν Σκάργκαρντ. Η ιστορία του νεαρού επιστάτη-φύλακα (Ντέιμον) του ΜΙΤ που έχει μια κλήση στα μαθηματικά και βρίσκει τον μέντορά του στο πρόσωπο του τρελού επιστήμονα Σων Μαγκουάιρ (Γουίλιαμς) είναι απίθανη και συνάμα αρκετά πειστική. Η εξόρυξη και αξιοποίηση του συσσωρευμένου δυναμικού του Γουίλ, γίνεται με μεγάλη μαεστρία και αρκετή συγκίνηση. Ενδιαφέρουσες δεύτερες παρουσίες από τον κολλητό του Μπεν και την Μίνι Ντράιβερ, το απαραίτητο ερωτικό αλατοπίπερο, για μια επιτυχημένη συνταγή. Οκτώ οσκαρικές υποψηφιότητες και ένα όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου, ξαναβάζουν τον Γκας Βαν Ζαντ στην τροχιά της επιτυχίας.
Έπεται άλλο ένα τολμηρό κατόρθωμα, το ρημέηκ πλάνο προς πλάνο του "Ψυχώ" (1998) του βρετανού μαιτρ Αλφρεντ Χίτσκοκ. Πάρτε το καθαρά σαν ένα πείραμα, μια πρόκληση-μάθημα του ταλαντούχου Γκας πάνω στα πατήματα του σκοτεινού βαρόνου με το πνευματώδες φλέγμα. Ίδιες γωνίες λήψης, ίδιοι φωτισμοί, ίδιοι φακοί, αλλά η μαγεία μάλλον πήγε περίπατο. Οι υποστηρικτές του πειράματος λένε ότι απευθύνεται στις νέες γενιές που δεν θέλουν να δουν τα κλασσικά πρωτότυπα, λόγω παλαιότητος και λόγω αχρωματοψίας (των πρωτοτύπων, όχι των ματιών τους). Εγώ λέω ότι η σεναριακή δυστοκία οδηγεί μερικές φορές στα όρια της παραφροσύνης. Το τελευταίο σενάριό του ήταν οι "μελαγχολικές καουμπόισσες" και μάλιστα αποτυχημένο. Ο νοών νοείτω.
Και φτάνουμε στην τελευταία του δουλειά, ένα ανάποδο αποτύπωμα του "Ξεχωριστού Γουίλ Χάντινγκ" με τίτλο "Ανακαλύπτοντας τον Φόρεστερ". Εδώ ο φωστήρας είναι ένας δεκαεξάχρονος μαύρος (Ρομπ Μπράουν) που ζει στο Μπρονξ και θέλει να γίνει συγγραφέας. Μέντοράς του γίνεται ο Γούιλιαμ Φόρεστερ (Σων Κόνερι), ένας
αποτραβηγμένος σκοτσέζος, που κάποτε κέρδισε το Πούλιτζερ με το μοναδικό του βιβλίο. Στο πρόσωπο του νεαρού φιλόδοξου Τζαμάλ, ο ερημίτης εκκεντρικός δάσκαλος θα βρει έναν φίλο και μια πόρτα στον κόσμο και στην ζωή. Η ακεραιότητα και η τιμιότητα του πιτσιρικά θα ξαναδώσουν στον γηραιό Φόρεστερ την ψυχική δύναμη να αντιμετωπίσει ξανά τον κόσμο.
Η κινηματογράφηση είναι καθηλωτική και σιγοντάρεται από την σπουδαία φωτογραφία του "δικού" μας Χάρη Σαββίδη (ουδεμία σχέση με τα παραγοντικά). Η δύναμη των εικόνων, οι ερμηνείες των δύο βασικών πρωταγωνιστών και η συμπληρωματική μουσική του Bill Frisell συγκαταλέγονται στα θετικά. Όμως οι ήρωες του Γκας είναι πια προφανείς, τόσο "καθαροί", κάποιοι καλοί, κάποιοι κακοί, κάποιοι κακομοίρηδες και κάποιοι αδιάφοροι. Εκτός των δύο βασικών οι άλλοι απλά συμμετέχουν, μοιάζουν σχεδόν καρικατούρες. Απλά γεμίζουν το χώρο. Αξίζει βέβαια να τους αναφέρουμε: Φ. Μάρεϊ Άμπραχαμ, Άννα Πάκουιν (η μικρούλα του Πιάνου μεγάλωσε), Μάικλ Νούρι και Μπάστα Ράιμς. Ο Σων Κόνερι συμμετέχει και στην παραγωγή. Καλή σας θέαση.
Μικρού μήκους
Alice in Hollywood σκηνοθεσία
The Discipline of DE σκηνοθεσία, από διήγημα του Μπάροουζ
Thanksgiving Prayer σκηνοθεσία, κι άλλη συνεργασία με τον Μπάροουζ
Five Ways To Kill Yourself (1987) σκηνοθεσία
Ken Death Gets Out Of Jail (1987) σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή
My New Friends (1987) σκηνοθεσία
Junior (1988) σκηνοθεσία
Ballad of the Skeletons (μικρού μήκους, 1996) σκηνοθεσία
Μακρού μήκους
Mala Noche (1985) σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή, μοντάζ, τραγούδια
Drugstore Cowboy (1989) σκηνοθεσία, σενάριο
My Own Private Idaho (Το δικό μου Αϊντάχο, 1991) σκηνοθεσία, σενάριο, εκτέλεση παραγωγής
Even Cowgirls Get The Blues (Ακόμα και οι καουμπόισες μελαγχολούν, 1993) σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή
To Die For (Έτοιμη για όλα,1995) σκηνοθεσία
Good Will Hunting (O ξεχωριστός Γουίλ Χάντινγκ, 1997) σκηνοθεσία
Psycho (Ψυχώ, 1998) σκηνοθεσία
Finding Forrester (Ανακαλύπτοντας τον Φόρεστερ, 2000) σκηνοθεσία
Brokeback Mountain (2000) σκηνοθεσία, παραγωγή
Τα ρέστα
Property (1978) έκανε τον ήχο
Kids (1995) εκτέλεση παραγωγής
Speedway Junky (1999) εκτέλεση παραγωγής
Standing Room Only (2001) παραγωγή
Πηγές
O Gus Van Sant στο imdb
Βιογραφικό
Αφιέρωμα στον Gus
Gus Van Sant Fan Page
Gus Van Sant Fan Dedication Page
Gus Van Sant chat festival
Ballad of the skeletons
Πρώτη στροφή της μπαλάντας
ΥΓ: Ο Flea, εκτός από μπασίστας των Red Hot Chilli Peppers, είναι και αρκετά καλός ηθοποιός. Πλην του "Αϊντάχο" έχει εμφανιστεί και στο ρημέηκ "Ψυχώ".
ΥΓ2: Οι θεατές του "Forrester" ας έχουν τα μάτια τους ανοιχτά. Κάπου στην σκιά εμφανίζεται ο Ματ Ντέιμον.
ΥΓ3: Οσοι νομίζουν ότι η προσφορά του σπάνιου υπογεγραμμένου αντιτύπου του μοναδικού μυθιστορήματος του Φόρεστερ, από τον Τζαμάλ στην αγαπημένη του, είναι σεναριακό εύρημα, μάλλον γελιούνται. Ο Νίκολας Κέιτζ έπεισε την Πατρίτσια Αρκέτ να τον παντρευτεί, χαρίζοντάς της ένα σπάνιο αντίτυπο του "Φύλακα στην σίκαλη", υπογεγραμμένο από τον ίδιο τον Ντέιβιντ Σάλιντζερ, τον συγγραφέα φάντασμα απ' τον οποίον πιθανότατα έχει προέλθει ο χαρακτήρας του Φόρεστερ.