Ουκ επιθυμήσεις τη γυναίκα του πλησίον σου [Brodre, Δανία, 2004] της Susanne Bier
Η Σουζάνε Μπίερ άφησε κατά μέρος τις εννέα εντολές του Δόγματος 95, τις οποίες είχε ασπαστεί στην προηγούμενη ταινία της "Θα σ' αγαπώ για πάντα" [Dogme #28 - Elsker dig for evigt (2002)], κι έπιασε μια απ' τις δέκα της Παλαιάς Διαθήκης. Βέβαια ο πρωτότυπος τίτλος είναι "Αδέρφια" [παρόλο που δε συνδέεται το θέμα της άμεσα με τον Κάιν και τον Άβελ], αλλά αυτή είναι μια από τις σπάνιες περιπτώσεις όπου οι προσαρμογείς της ελληνικής εταιρίας διανομής έκαναν πολύ καλή εκλογή. Αν και οι μακρόσυρτοι τίτλοι είναι συνήθως απωθητικοί και αποφεύγονται, εντούτοις εδώ έχουμε να κάνουμε με μία εκ των εντολών του Θεού, οπότε είναι άμεσα αναγνωρίσιμη από το ευρύ κοινό.
Το "Ουκ επιθυμήσεις" παραμένει μια αντιπολεμική ταινία παρόλο που διαφέρει ριζικά από το "Σύρριζα" [Jarhead] του βρετανού Σαμ Μέντες. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με φτωχαδάκια που δεν έχουν που την κεφαλήν κλίναι. Εδώ βλέπουμε όχι μόνο το κατά-τη-διάρκεια αλλά και το μετά. Ο πόλεμος και όσα αναγκάζουν οι Ταλιμπάν τον Μίκαελ [Ulrich Thomsen] να κάνει, επιδρούν καθοριστικά στη μετέπειτα σχέση του με την οικογένεια που άφησε πίσω. Έφυγε ένας ήρεμος ισχυρός και σίγουρος άνθρωπος και γύρισε μια φοβισμένη σκιά, γεμάτος καχυποψία κι ενοχές.
Δεν τολμάει να ομολογήσει τα όσα πέρασε. Θεωρήθηκε για ένα διάστημα αγνοούμενος κι αρκετοί πίστεψαν πως είναι νεκρός. Η γυναίκα του [Connie Nielsen] και οι κόρες του [Sarah Juel Werner και Rebecca Logstrup] μετά από λίγο καιρό, δεν τον αναγνωρίζουν πια. Ο αδερφός του [Nicolaj Lie Kaas], ο άσωτος υιός της οικογένειας, αισθάνθηκε για λίγο υπεύθυνος απέναντι στην φαμίλια του αδερφού, αλλά κράτησε χαρακτήρα και τώρα πρέπει επιπλέον ν' αντιμετωπίσει τη μήνη και τη βίαιη συμπεριφορά του. Δε μπορεί να καταλάβει τι τον οδηγεί στην τρέλα. Δε θέλει όμως να βασανίζονται άλλο οι οικείοι του.
Αυτό που κάνει μεγαλύτερη εντύπωση είναι όλα αυτά τα ετερόκλιτα στοιχεία που ανακατεύονται με μαεστρία σ' αυτήν την πολύ διαφορετική δανέζικη παραγωγή. Καταρχήν δεν είναι Δόγμα αλλά διαθέτει ένα πολύ στιβαρό σενάριο από τα χέρια του μαιτρ Anders Thomas Jensen. Δέκα χρόνια μετά, "το Δόγμα σε απελευθερώνει κατά έναν περίεργο τρόπο, γιατί σε αναγκάζει να εστιάσεις στην αφήγηση. Σου διδάσκει πειθαρχία στο σενάριο και σε μαθαίνει να χτίζεις επάνω της", λέει η δημιουργός.
Κατά δεύτερον έχουμε την κληρονομιά από το "Λόγο" του Ντράγιερ που είναι βαριά κι ασήκωτη κι όλοι [μα όλοι ανεξαιρέτως] θέλουν είτε να την αποτινάξουν είτε να την υπερβούν αποδομώντας την. Σχολιάζουν όμως κατά βάση τα ίδια ηθικά ζητήματα που έθεσε ο μέγας δάσκαλός τους. Τρίτον έχουμε τις πολύ καλές και φυσικές ερμηνείες όλων των πρωταγωνιστών που έχουν φάει τις ταινίες του Δόγματος με το κουτάλι της σούπας. Ακόμη και η χολιγουντιανή Connie Nielsen δέχεται να ερμηνεύσει αμακιγιάριστη και στέκεται επάξια έναντι των υπολοίπων.
Από την άλλη βέβαια, παρά την αποχογουντοποίηση που ευαγγελίστηκε και πέτυχε το Δόγμα 95, βλέπουμε να ενσωματώνονται εδώ κάποιες μη δογματικές τεχνικές [φλας μπακ, αργή κίνηση, εκπληκτικά οπτικά εφέ, σκηνές ωμής βίας]. Χρησιμοποιούνται δε με τόση σύνεση, οικονομία κι εφευρετικότητα που μένουμε κυριολεκτικά άναυδοι από το πόσο ρεαλιστικά λειτουργούν και προωθούν την εξέλιξη και την αλήθεια της ιστορίας και των συναισθημάτων των χαρακτήρων. Ειδικά για τη σκηνή της πτώσης του ελικοπτέρου, αιστάνθηκα σα να ήμουν κι εγώ μέσα κι αναπαράστησα στο μυαλό μου τον εφιάλτη αυτών που έπεσαν με το Σινούκ στα ανοιχτά του Αγίου Όρους.
Ένα ακόμη οξύμωρο στοιχείο είναι ότι ενώ πρόκειται για μια δύσκολη και άβολη κατάσταση που σου σφίγγει σα μέγγενη την καρδιά και την ψυχή, εντούτοις λειτουργεί καθαρτήρια σαν αρχαία τραγωδία και σου αφήνει συγκρατημένη αισιοδοξία για το μέλλον. Κι ενώ είναι μια περιπετειώδης ταινία με ανατροπές και εκπλήξεις, καταφέρνει να διεγείρει έναν προσωπικό ηθικό προβληματισμό και να συλλογάται ελεύθερα πάνω στις ανθρώπινες σχέσεις.