Παραγγελιά x3: Τάσιος, Κοεμτζής και Γώγου
Αν είσαι μάγκας πάρε με
στα ίσια και με μία
Χάρε το παραδέχομαι
δεν έχω ψυχραιμία.
Έτσι τραγουδάει στο ρεφρέν ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, σε μουσική Χατζηνάσιου και στίχους Παύλου Τάσιου. Δυστυχώς δεν του 'καμε τη χάρη ο χάροντας. Η επάρατος τον καθάρισε στα εξηνταεννιά!
Τι μέρος του λόγου ήταν ο εκλιπών; Χαλκιδικιώτης γεννημένος την πρωταπριλιά του '42 σε πείσμα των δυνάμεων κατοχής. Όμως στα λόγια τα καταφέρνει καλύτερα από μένα η Καίτη Γώγου:
Ε, Τάσιε; Ο αγαπημένος, ο φίλος, ο σύντροφος, ο άντρας μου, ο πατέρας της Μυρτώς. Κυρίες και κύριοι, πιτσιρικάδες, δημοσιογράφοι, σκηνοθέτες, φίλοι, εχθροί, πολιτικοί: Ο Παύλος Τάσιος.
Και πώς βρεθήκατε οι δυο σας, τη ρωτάω νοερά κι απαντάει από το υπερπέραν:
Γυριζότανε τότε λοιπόν, με σκηνοθέτη τον Γιάννη Δαλιανίδη, η Ψεύτρα. Στην πρωταγωνίστρια δεν άρεσα ποτέ, παρόλο που δεν ήμουνα ξανθιά... Κάπου είχα αργήσει για πρόβα ή γύρισμα κι ήμουνα στο καμαρίνι, όπου ήμαστε στριμωγμένες αρκετές. Ήρθε λοιπόν ο βοηθός του Δαλιανίδη να με φωνάξει.
Τον φωνάζανε Παυλάκη, ήτανε και πιτσιρικάς και μικροκαμωμένος. Δεν ξέρω, αυτό το Παυλάκης που άκουγα μου τη βάραγε άσχημα.
Αρχή έρωτα; Δεν ξέρω. Κολλήσαμε χωρίς να πάρουμε είδηση και φιλιόμαστε ώρα, αλλά δε μας ένοιαζε που μας περίμεναν. ΕΡΩΤΑΣ. Είχε πολύ ευγενική φυσιογνωμία κι εμένα μου άρεσε εκτός από τον Τζέιμς Ντην κι ο Μοντγκόμερυ Κλιφτ. Ο Παύλος μού έμοιαζε κάπου σαν συμπεριφορά στον Ντην, στο χάσιμο στον Κλιφτ.
Είχα σοκαριστεί από τη δουλειά που έριχνε, δούλευε από τα χαράματα, ερχόταν αργά τη νύχτα, ήμαστε ερωτευμένοι, δεν κοιμόμαστε. Χαράματα, δουλειά πάλι.
Μού 'λεγε πως δούλευε λαμόγια, έκανε δηλαδή πως ψωνίζει γραβάτες για να μασήσουνε οι περαστικοί. Μού 'λεγε για κάποια βάρκα, μού 'λεγε πως κοιμότανε σε ταράτσα, μου είπε πως την είχε κοπανήσει πιτσιρίκι να φύγει έξω απ' τα σύνορα και βέβαια Θεσσαλονίκη.
Αγαπηθήκαμε, ε, Τάσιε;
Το '65 ξεκινά η πρώτη σκηνοθετική του διαδρομή που απαριθμεί πέντε ταινίες με το Χρήστο Νέγκα και τα δακρύβρεχτα στάνταρ του παλιού λαϊκού δράματος. Τέλη δικτατορίας [1972] και περνάει το χαντάκι. Η ταινία Ναι μεν αλλά... κερδίζει Βραβείο Σεναρίου με πρωταγωνιστή τον Φάνη Χηνά. Σκαμπανεβάζει με τους Προστάτες [1973], σχεδόν λιποψυχά, παρά το βραβείο δεύτερου ρόλου στην Ζωρζ Σαρρή.
Ο διαχύτης που λέγεται Κατερίνα Γώγου παίρνει αμπάριζα και βραβείο ερμηνείας. Το βαρύ... πεπόνι [1977] γίνεται φράση σταθμός κι η ταινία σαρώνει τα βραβεία του πάλαι τότε Αντιφεστιβάλ: Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Σεναρίου και Βραβείο Κριτικών. Η τριλογία Γώγου κλείνει θριαμβευτικά με την Παραγγελιά [1980]. Δεύτερο Βραβείο ταινίας μεγάλου μήκους και Βραβείο ΕΚΚΑ [Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου Αθηνών] καλύτερης ταινίας.
Εκεί συναντάνε τον Νίκο Κοεμτζή που βρίσκεται στη φυλακή ισόβια επειδή το '73 μαχαίρωσε τρεις μυστικούς που χάλασαν εσκεμμένα την παραγγελιά του αδερφού του. Η ιστορία του παλικαρά Κοεμτζή γίνεται ταινία [με τον Αντώνη Αντωνίου πρωταγωνιστή] κι η Γώγου σκίζει τα σωθικά της με την στεντόρεια φωνή της απόγνωσης.
Το '79 κατακεραυνώνει τον Αλέξη Ν. Δεμεντζόγλου στο 2ο μόλις Φεστιβάλ Δράμας και ζητά να μη δίνονται βραβεία. Το Στίγμα [1982] δίνει μισό βραβείο στην Όλια Λαζαρίδου και Τα βαποράκια [1983] διασώζουν μόνο τη φιγούρα του Άσιμου. Κι εκεί που όλα δείχναν μάταια, ο Φάνης Χηνάς επιστρέφει να σιγοντάρει τον Γιώργο Κιμούλη σ' αυτό το ροκάδικο εξαρχειώτικο Νοκ-Άουτ [1986]. Που μαζεύει όχι μόνο βραβεία ερμηνείας αλλά και Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας. "Να η κουλτούρα σας ρεεε!!! Φάτε κουλτούρα" ξεσπαθώνει ο Τάσιος που γιουχάρεται.
Μετά ήρθε η τιβί κι ύστερα ο ιππόδρομος. Η συγκυρία τον παραφύλαγε στην έξοδο. Στα εννιάμερα του θανάτου του Κοεμτζή [23/09] ο παγερός θεριστής του χτύπησε την πόρτα [02/10]. Η κηδεία του Τάσιου έγινε μια μέρα αργότερα, ανήμερα του αυτοκτονικού θανάτου της Γώγου, 18 χρόνια πριν. Οι τρεις τους τα πίνουν τώρα με ξυνόμαυρα Μελιτζανή.
Π(λ)ηγές
Παύλος βέρσους Αλέξης
μέ λένε ΟΔΥΣΣΕΙΑ ακόμη
Νεκρός βρέθηκε ο Κοεμτζής