Patrice Leconte
πατρίκιος ο ερωτιδεύς και παράξενος σαν κόντες
Μοιάζει να θέλει να μας προκαλεί συνεχώς και θέλει να μη μοιάζει με κανέναν άλλο. Είναι ακούραστος αριβίστας και ανεβαίνει το ρεύμα ανάποδα, προς τις πηγές της ζωής. Πίνουμε τον πηγαίο του αισθησιασμό και αισθανόμαστε όμορφα. Η κάθαρση δεν τον απασχόλησε ποτέ, το τέλος τον ενδιαφέρει πάντα σε συνάρτηση με την αρχή. Αν ζούσε στην Αμερική, οι ταινίες του θα λέγονταν μπάντι-μπάντι-μπάντι.
Γέννημα θρέμμα του Παρισιού (εν έτει 1947), αποφάσισε από νωρίς να γίνει σκηνοθέτης. Αποφοίτησε από την πιο διάσημη σχολή σινεμά της πόλης (IDHEC) το 1969. Μέχρι τα μέσα του '70 ζούσε σχεδιάζοντας για το περιοδικό κόμικ "Πιλότος". Παράλληλα έκανε μικρού μήκους γεμάτες φαντασία και χιούμορ. Το 1975 σκηνοθετεί την πρώτη μεγάλη ταινία του "Les veces etaient fermes de l'interieur" (Οι τουαλέτες ήταν κλειδωμένες από μέσα) με πρωταγωνιστή τον Ζαν Ροσφόρ, η οποία δεν χαίρει εκτιμήσεως λόγω του ιδιόμορφου και σουρρεαλίζοντος χιούμορ της.
Κατόπιν μπλέκει με την πρωτοπόρα θεατρική ομάδα Le Splendid, όπου θα γνωρίσει και θα δουλέψει με τους Ζοσιέν Μπαλασκό, Μισέλ Μπλαν, Τιερί Λερμίτ και Κριστιάν Κλαβιέ. Το πρώτο κινηματογραφικό πόνημα αυτής της ομάδας, λέγεται "Les Bronzes" (Διακοπές αλά γαλλικά, 1978), μια σάτιρα των κυριλέ διακοπών, με σεξουαλικά υπονοούμενα και σόκιν αστεία. "Sea, sex and sun", τα τρία "s" που τραγουδάει εύστοχα ο Σερζ Γκέϊνσμπουργκ. Η επιτυχία της ταινίας στους καλτ κύκλους, έφερε και μια δεύτερη συνέχεια, "Les Bronzes font du ski" (οι Μπρονζέ πάνε για σκι, 1979) και έκανε ευρέως γνωστό τον νεαρό αντι-φορμαλιστή σκηνοθέτη.
Το επόμενο σχέδιο είναι η απαρχή της μακράς συνεργασίας Λεκόντ και Μπλαν. Ο έξοχος ηθοποιός συνυπογράφει το σενάριο και πρωταγωνιστεί στο "Viens chez moi, j'habite chez une copine" (Έλα στο σπίτι μου, μένω με μια φίλη, 1981). Ο Γκι (Μπλαν) γίνεται τσιμπούρι σε κάποιο νεαρό ζευγάρι (Μπερνάρ Ζιροντό και Τερέζ Λιοτάρ) και κουβαλάει στο σπίτι τους όλες τις γκόμενές του. Τα λαμπάκια χτυπάνε κόκκινο, προκαλείται ερωτικό βραχυκύκλωμα και η ταινία γνωρίζει μεγάλη επιτυχία. Διαδέχονται άλλες δύο πετυχημένες συνεργασίες, "Ma femme s'appelle reviens" (Τη γυναίκα μου τη λένε "γύρνα πίσω", 1981) και "Circulez y'a rien a voir" (Κάνε πέρα, δεν τρέχει τίποτα, 1983), γνωρίζοντας ανάλογη εισπρακτική επιτυχία, χωρίς όμως να στέκονται ποιοτικά στο ύψος της πρώτης.
Εδραιώνεται οριστικά, σκηνοθετώντας στα 1985 την κωμωδία δράσης "Les specialistes" (Οι σπεσιαλίστες) που κυριολεκτικά σπάει τα ταμεία με 4 εκατομμύρια εισιτήρια. Εδώ, με πρωταγωνιστή τον Μπερνάρ Ζιροντό, οι καλοί αστυνομικοί κλέβουν τους έμπορους ναρκωτικών και ληστές του καζίνο. Μετά από τέτοια "καταξίωση" νιώθει έτοιμος να πραγματοποιήσει ένα παλιό του σχέδιο, το "Tandem" (Δίδυμο ποδήλατο, 1987). Ένα ραδιοφωνικό σώου που περιοδεύει αδιάκοπα και η τρέλα που επακολουθεί όταν ο σταθμός αποφασίζει να το σταματήσει. Ένας Ζαν Ροσφόρ που παραληρεί στα όρια της παράνοιας και του εφιάλτη. Εδώ συναντάμε όλα τα κλασικά στοιχεία των μετέπειτα ταινιών του Λεκόντ: μια μελέτη πάνω στην ανδρική φιλία, η τρέλα ως καταλυτικό στοιχείο, μια τραγικωμωδία και μια ταινία δρόμου μαζί. Κι από πίσω να ελλοχεύει πάντα μια λεπτή ειρωνεία, άλλοτε υπερρεαλιστική και άλλοτε σουρεαλιστική.Και κάπου εδώ αρχίζει η ώριμη περίοδος του δημιουργού που εγκαινιάζεται με δυο ταινίες μελέτες του ακραίου ερωτικού πάθους και των αναπόφευκτων συνεπειών του. "Ο κύριος Υρ" (Monsieur Hire, 1989) είναι ένας μοναχικός ράφτης που παρακολουθεί την ωραία του γειτόνισσα Αλίς. Όταν εκείνη το καταλαβαίνει, αρχίζει ένα επικίνδυνο παιχνίδι έρωτα και θανάτου. Η ευτυχία μοιάζει κοντά αλλά γρήγορα απομακρύνεται. Η κοινωνία δεν συγχωρεί τους ασυμβίβαστους. Η αστυνομία παρακολουθεί τον ματάκια Υρ. Ο Μισέλ Μπλαν, επανακάμπτει ακμαίος, ντύνεται στα μαύρα και δίνει ρεσιτάλ ερμηνείας. Η Σαντρίν Μπονέρ τον σιγοντάρει και μοιάζει να τον ακολουθεί με δέος. Ο Υρ ξέρει να λέει πάντα την τελευταία λέξη. Ο δαιμόνιος μπάτσος είναι για κλάματα.
Στα 1990 ακολουθεί "Ο εραστής της κομμώτριας" (Le mari de la coiffeuse), όπου ένας μεσήλικας πελάτης (Ζαν Ροσφόρ) που ερωτεύεται παράφορα μια νεαρή κομμώτρια (Άννα Γκαλιένα), και την παντρεύεται, εκπληρώνοντας το παιδικό του απωθημένο. Αυτή με τη σειρά της, αφού στροβιλιστεί στη δίνη του απόλυτου έρωτα, χάνεται στη δίνη της βροχής, μη θέλοντας να δει μια παθιασμένη σχέση να ξεθωριάζει. Τα κύματα ηδονής επενδύονται μουσικά από τον Μάικλ Νάιμαν και ο Ροσφόρ χορεύει σε ρυθμούς ΡΑΙ, σαγηνεύοντας τους πάντες εντός και εκτός πεδίου, προσδίδοντας στον εσωτερικό χώρο δράσης μια εξωτική ατμόσφαιρα. Ο αέρας του μυρίζει κολόνιες και βρόχινο νερό. Η απόλαυση βρίσκεται στις λεπτομέρειες.
Κατόπιν αποφασίζει να κινηθεί "Ενάντια στη λήθη" (Contre l'oubli, 1991) μαζί με άλλους τριάντα γάλλους σκηνοθέτες, που θέτουν την τέχνη τους στην υπηρεσία της διεθνούς αμνηστίας, προσπαθώντας να αποτρέψουν και να ανατρέψουν την δυσχερή θέση των πολιτικών κρατουμένων ανά τον κόσμο. Ανάμεσά τους ο Αλαίν Ρεναί και ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, ο οποίος επικεντρώνεται στον ακτιβιστή Τόμας Βάνγκαϊ από την Δυτική Παπούα, που τελικά πέθανε στην φυλακή.
Προετοιμάζεται στον ρυθμό του μπολερό (Le batteur du bolero, 1992) για να ακολουθήσει τα βήματα σ' ένα "Ερωτικό ταγκό" (Tango, 1993), την επόμενη μεγάλη του δουλειά. Στηριζόμενος και πάλι στους άνδρες με βίτσια (Τιερί Λερμίτ, Ρισάρ Μπορινζέ, Φιλίπ Νουαρέ) δημιουργεί ένα μωσαϊκό, μια ιδιόρρυθμη ταινία δρόμου που μιλά για τον έρωτα, την απουσία της γυναίκας (Μιου-Μιου) και την παρουσία της (Τζουντίθ Γκοντρές), την απελπισία μακριά της και την ασφυξία κοντά της. Απολαυστικές ερμηνείες, μακάβριο χιούμορ, παραλογική αίσθηση και διασκέδαση χωρίς προκαταλήψεις και τελικές ενοχές. Ξεχωρίζει ο "κύριος κομψός" Φιλίπ Νουαρέ που λειτουργεί ως αντίβαρο στον συναισθηματισμό των δύο άλλων. Ευρηματικό το επεισόδιο με την ανικανοποίητη Καρόλ Μπουκέ και τον ματάκια σύζυγο Ζαν Ροσφόρ.Με "Το άρωμα της Υβόννης" (Le parfum d'Yvonne, 1994), κάνει ένα βήμα παραπάνω, αισθητικά και κινηματογραφικά. Διαλέγει την Ελβετία του '50, όπου καταφεύγει ένας συγγραφέας (Ιππολύτ Ζιραρντό) για να αποφύγει τον πόλεμο της Αλγερίας. Εκεί εμπλέκεται σε μια ακραία ερωτική ιστορία με την αέρινη και "άπιαστη" Υβόννη και ξεκινάει ένα ταξίδι αισθησιασμού και αυτοπροσδιορισμού. Ρεσιτάλ ερμηνείας και παραξενιάς από τον Ζαν-Πιερ Μαριέλ. Έναν εκκεντρικό ομοφυλόφιλο που, αφού αποκαταστήσει την τύχη της ανιψιάς του, αποχωρεί με τον πλέον θεαματικό τρόπο, για να μην ταράξει την μέλλουσα ζωή της. Εκπληκτική σε σύλληψη και εκτέλεση η αρχική σεκάνς που αποκαλύπτει στο τέλος της ταινίας ένα τραγικό και εκρηκτικό κρεσέντο.
Το 1995 συμμετείχε στο πειραματικό "Λιμιέρ και Σία" (Lumiere et compagnie), μια ταινία όπου 40 διεθνείς σκηνοθέτες γυρίζουν ένα φιλμάκι με την μηχανή των αφών Λιμιέρ και τις συνθήκες λήψης του 1895. Τηρήθηκαν οι εξής τρεις κανόνες: α) διάρκεια το πολύ 52 δεύτερα, β) χωρίς ήχο και γ) το πολύ τρεις λήψεις. Το αποτέλεσμα είναι εικαστικά και αισθητικά πολύ ενδιαφέρον και δείχνει την πρόοδο και την στασιμότητα του βλέμματος και της σκέψης του κινηματογραφικού αιώνα που έφυγε.
"Οι αρχιδούκες" (Les grands ducs, 1996) είναι μια απολαυστική κωμωδία με ένα εξίσου απολαυστικό και ανατρεπτικό τρίδυμο. Φιλίπ Νουαρέ, Ζαν Ροσφόρ και Ζαν-Πιερ Μαριέλ ξανανιώνουν και ανατινάζουν μια αποτυχημένη θεατρική παράσταση, μετατρέποντάς την σε επιτυχία άνευ προηγουμένου. Ο θεατρικός τους παραγωγός (Μισέλ Μπλαν) είχε σκοπό να την κατεβάσει άρδην για να εισπράξει την ασφάλεια και να σωθεί από τα χρέη. Όμως το αχτύπητο τρίο πάει κόντρα στα σχέδιά του και το γέλιο βγαίνει αβίαστο και χοντρό. Σαρκασμός και ειρωνεία καταπέλτης για το θεατρικό στάτους. Οι αδερφοί Μαρξ σίγουρα καμαρώνουν από μια γωνιά του ουρανού.
Στον "Περίγελο της αυλής" (Ridicule, 1996) φτιάχνει μια τραγελαφική κωμωδία εποχής Λουδοβίκου 16ου, στις Βερσαλλίες της παρακμής και του απόλυτου εκτραχηλισμού. Ένας ιδεαλιστής βαρόνος της επαρχίας (γελοίον εν εαυτή) εμπλέκεται σε φραστικό πόλεμο-μονομαχία κι ένα επικίνδυνο παιχνίδι γοητείας και κυριαρχίας, που σκοπό έχει την τελική του διαφθορά. Ο Ζαν Ροσφόρ είπε για την ταινία ότι μοιάζει με γουέστερν όπου "τα ευφυολογήματα αντικατέστησαν τα εξάσφαιρα". Η Φανί Αρντάν και οι μηχανορραφίες της αναδίδουν τέλεια μια αίσθηση συγκαλυμμένης "μούχλας" και μεσαίωνα σε αντίθεση με τον επαρχιώτη ευγενή που μυρίζει χώμα και αναγέννηση. Τα βραβεία Σεζάρ έπεσαν βροχή για τον σκηνοθέτη, οι Κάννες τον τίμησαν δεόντως και βρέθηκε πολύ κοντά σ' ένα ξενόγλωσσο όσκαρ. Αλλά τελικά δεν διεφθάρει.
Για αποτοξίνωση αποφάσισε να καταφύγει στο άλλο άκρο, κάνοντας μια κωμική περιπέτεια. "Ανάμεσα σε δυο μπαμπάδες" (Une chance sur deux, 1998) βρέθηκε η τραγουδίστρια - λολίτα Βανέσα Παραντί. Και τι μπαμπάδες μάλιστα: τον Αλαίν Ντελόν και τον Ζαν-Πωλ Μπελμοντό, που συναντήθηκαν ξανά στα πλατό μετά από πολύ πολύ καιρό. Η έριδά τους που κρατάει από την εποχή του "Μπορσαλίνο και Σία", συνεχίστηκε κι εδώ. Πλακώθηκαν κανονικά κατά την διάρκεια των γυρισμάτων, με τον δημιουργό να παίζει τον ρόλο του διαιτητή. Το αποτέλεσμα ήταν μια εκρηκτική περιπέτεια που απευθύνεται στους φίλους του είδους.
Μετά το διάλειμμα επανήλθε με "Το κορίτσι στη γέφυρα" (La fille sur le pont, 1999), που σώζεται από έναν μαχαιρορίχτη ζογκλέρ και γίνεται παρτενέρ του σε άλλο ένα ακραίο ερωτικό παιχνίδι. Πρωτότυπη, αισθησιακή, γεμάτη ρίσκο, σχόλιο για την αγάπη, την εμπιστοσύνη, την δύναμη της τύχης, του έρωτα και της ζωής, μια σπεσιαλιτέ του σκηνοθέτη. Ο Ντανιέλ Οτέιγ ερμηνεύει, ως άλλος χορευτής μπαλέτου, μια μοντέρνα χορογραφία σουρεαλιστική, και η Βανέσα Παραντί συνοδεύει πιασμένη στα επιδέξια δίχτυα του μεγάλου ντιζέρ. Κλείνει ένας πλήρης κύκλος για να αφήσει ανοιχτή την αρχή για κάποιον επόμενο.Με τον "Δήμιο του Σαν-Πιέρ" (La veuve de Saint-Pierre, 2000), ο Λεκόντ επιχειρεί να ανασυνθέσει μια άγνωστη πτυχή της δραματικής περιόδου που ακολούθησε τη γαλλική επανάσταση. Στηριζόμενος απόλυτα στις εκπληκτικές ερμηνείες των ηθοποιών (η Ζυλιέτ Μπινός εύθραυστη και τραγικά συναισθηματική, ο Ντανιέλ Οτέιγ να παίζει με το βλέμμα και ο Εμίρ Κουστούριτσα να αποκαλύπτει το ερμηνευτικό του ταλέντο) και στην στιβαρή φωτογραφία, πετυχαίνει ένα σπάνιο κλίμα εποχής, τροπικής ιδιομορφίας και απαράμιλλης φρεσκάδας. Τα σχόλιά του για την πολιτική αβεβαιότητα και τα εγκλήματα της "μετεπαναστατικής πολιτείας" ενδύονται μια φινέτσα και μια αρχοντιά, τονίζοντας τις μικρότητες και την στενοκεφαλιά των πολιτικών ανδρών, σε αντιδιαστολή με την "πελαγίσια λογική" κάποιων ονειροπόλων στρατιωτικών. Η ειρωνεία είναι πάλι παρούσα, υποδερμική και υφέρπουσα, μέσα στα μάτια του Οτέιγ, στα σφιγμένα χείλη της Μπινός, στο κατεβασμένο κεφάλι του σωματώδους Εμίρ.
Από την μέχρι τώρα πορεία του Λεκόντ ένα είναι σίγουρο: δεν επαναπαύεται και δεν κατηγοριοποιείται. Κινείται πάντα στα όρια των ειδών ή και στα ενδιάμεσα, χωρίς να επαναλαμβάνεται και δίχως να εγκαταλείπει τα στοιχεία που αγαπά. Η πρωτοτυπία δεν του λείπει και η φαντασία του δουλεύει ασταμάτητα. Βασικοί του άξονες είναι βέβαια ο έρωτας και ο θάνατος, αλλά οι ισορροπίες που πετυχαίνει ανάμεσα τους, είναι μοναδικές. Οι "καθημερινές" του ιστορίες έχουν πάντα κάτι τραγικό, ειρωνικό και απόκοσμο, σχεδόν αφύσικο κι όμως τόσο γοητευτικό, όσο και βαθιά αληθινό.
Ταινίες απ' την ανάποδη
Felix et Lola (2000)
Ο δήμιος του Σαν-Πιέρ (La veuve de Saint-Pierre, 2000)
Το κορίτσι στη γέφυρα (La fille sur le pont, 1999)
Ανάμεσα σε δυο μπαμπάδες (Une chance sur deux, 1998)
Ο περίγελος της αυλής (Ridicule, 1996)
Οι αρχιδούκες (Les grands ducs, 1996)
Le fils de Gascogne (κάνει μια εμφάνιση, 1995)
Λιμιέρ και Σια (Lumiere et compagnie, 1995)
Το άρωμα της Υβόννης (Le parfum d'Yvonne, 1994)
Ερωτικό ταγκό (Tango, 1993)
Le Batteur du bolero (μικρού μήκους, 1992)
Κόντρα στη λήθη (Contre l'oubli, 1991)
Ο εραστής της κομμώτριας (Le mari de la coiffeuse, 1990)
Ο κύριος Υρ (Monsieur Hire, 1989)
Toi, si je voulais, επισόδειο από την τηλεσειρά "Sueurs froides" (1988)
Tandem (1987)
Οι σπεσιαλίστες (Les Specialistes, 1985)
Moi vouloir toi (σενάριο του Leconte, 1985)
Circulez y'a rien a voir (1983)
Ma femme s'appelle reviens (1981)
Viens chez moi, j'habite chez une copine (1981)
Les Bronzes font du ski, (1979)
Les Bronzes (French Fried Vacation, 1978)
Les Veces etaient fermes de l'interieur (1975)
La famille heureuse (1973)
Ονόματα απ' την καλή
Jean Rochefort, Michel Blanc, Josiane Balasko, Thierry Lhermitte, Christian Clavier, Anna Galiena, Sandrine Bonnaire, Richard Bhoringer, Judith Godreche, Miou-Miou, Philippe Noiret, Jean-Pierre Marielle, Catherine Jacob, Fanny Ardant, Vanessa Paradis, Alain Delon, Jean-Paul Belmondo, Daniel Auteuil, Juliette Binoche, Emir Kusturica, Philippe Torreton, Charlotte Gainsbourg και Alain Bashung, Demetre Georgalas, Charles Berling, Bernard Giraudeau, Hyppolyte Girardot, Jacques Villeret, Anemone, Jane Birkin, Jean-Claude Dreyfus, Gerard Jugnot, Carole Bouquet, Michael Nyman.
Πηγές
http://www.filmref.com/directors/dirpages/leconte.html
http://us.imdb.com/Name?Leconte,+Patrice
http://www.filmunlimited.co.uk/interview/interviewpages/0,6737,348483,00...
http://movies.yahoo.com/shop?d=hc&cf=bios&id=1800024229
http://www.checkout.com/movies/artist/info/0,7684,1005710,00.html