Peter Sellers: 1000 πρόσωπα, 1000 φωνές
Καταξιωμένος και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού, o Πήτερ Σέλερς είναι ο πιο πολύπλευρος και εύστροφος σατιρικός ηθοποιός της γενιάς του. Περνώντας διαδοχικά απ' το ραδιόφωνο στην τηλεόραση κι απ' τη σκηνή στη μεγάλη οθόνη, αναδείχθηκε σε αξεπέραστο σπεσιαλίστα στις μιμήσεις φωνών, προσώπων και ακραίων συμπεριφορών. Οι πολλαπλές ενσαρκώσεις του(σχεδόν μετενσαρκώσεις) έδωσαν στους χαρακτήρες απαράμιλλη γραφικότητα, μοίρασαν στο κοινό ακράτητα γέλια και χάρισαν στον ίδιο τον τίτλο του σπουδαιότερου κωμικού, μετά την εποχή του βωβού κινηματογράφου. Ο ίδιος επισημαίνει ότι αποστολή του στον κόσμο της διασκέδασης είναι "να γελοιοποιεί χωρίς να γελοιοποιείται, να είναι σοβαρός χωρίς σοβαροφάνεια ή τυπικότητες".
Γεννήθηκε με το όνομα Richard Henry Sellers στις 8 Σεπτεμβρίου 1925 στο Southsea του Hampshire. Ο πατέρας του William ήταν πιανίστας και μουσικός διευθυντής, ενώ η μητέρα του Agnes Marks ήταν καρατερίστα του θεάτρου. Το γεγονός ότι οι γονείς του, μια γιαγιά του και οκτώ θείοι του ήταν όλοι άνθρωποι του θεάματος, υποπτεύομαι πως επηρέασε την κατοπινή του επιλογή για θεατρική καριέρα. Βρέθηκε στο σανίδι για πρώτη φορά όταν ήταν δύο εβδομάδων. Ήταν μόλις πέντε χρονών, όταν εμφανίστηκε με τους γονείς του στο "Splash me", μια από τις πρώτες αγγλικές επιθεωρήσεις, σε παραγωγή της γιαγιάς του.
Στο κολέγιο Saint Aloissius στο Highgate, ο Σέλερς ήταν κακός μαθητής σε όλα εκτός απ' την ιχνογραφία. Στα μαθήματα επαγγελματικού προσανατολισμού αποφάσισε να γίνει ντράμερ. Σπούδασε λοιπόν τύμπανα και βρήκε δουλειά σε μια ορχήστρα χορού, στην οποία παρέμεινε ώσπου κατατάχτηκε στη RAF το 1943. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στις Ινδίες, διασκέδαζε τους στρατιώτες με σκετς και μιμήσεις γνωστών προσώπων, ενώ αργότερα περιόδευσε στη Μέση Ανατολή με το RAF Gang Show. Σ' αυτές τις παραστάσεις ξεδίπλωσε πλήρως το ταλέντο του στην μιμική τέχνη.
Απολύεται με τον βαθμό του υποσμηνία το 1946 και εργάζεται για ένα μικρό διάστημα ως υπεύθυνος ψυχαγωγίας σε μια κατασκήνωση. Περνά τα επόμενα χρόνια κάνοντας γκριμάτσες και κωμικές μιμήσεις και παίζοντας γιουκελέλε (σαν αυτό που παίζει η μπεμπέκα Cyndi Lauper) σε μικρές αίθουσες, όπως το Windmill Theater. Το μιμικό του ταλέντο, ειδικά στις φωνές, είναι πλέον ώριμο σε βαθμό τελειότητας. Τηλεφωνεί σε κάποιον διευθυντή προγράμματος του BBC και δίνει συστάσεις για τον εαυτό του, μιμούμενος καταπληκτικά δυο αστέρες του βρετανικού ραδιοφώνου. Ο διευθυντής εντυπωσιάζεται, μένει έκπληκτος από το θράσος και τις ικανότητες του πολλά υποσχόμενου νεαρού κωμικού. Κι έτσι κάνει το πρώτο του ραδιοφωνικό διαφημιστικό κι ένα πέρασμα από το Show Time.
Τον Ιανουάριο του 1952, μαζί με τους Spike Milligan (που γράφει και παίζει), Richard Lester και Harry Secombe, δημιουργεί το περίφημο Goon Show, μια ραδιοφωνική παρλάτα που γνωρίζει γρήγορα απίστευτη επιτυχία και προκαλεί έντονες διαμάχες για την αξία του παραλογισμού της. Παίζοντας με εκατοντάδες φωνές, οι τρεις Goons (μάπες) κατάφεραν επί οκτώ συναπτά έτη να συντρίβουν κάθε στόμφο, κάθε μεγαλοστομία και κάθε φλεγματικό συντηρητισμό. Η εκπομπή αφήνει εποχή για την εφευρετικότητα, την παλαβομάρα της και την εκρηκτική εκμετάλλευση του ραδιοφώνου ως μέσου επικοινωνίας. Σήμερα το BBC υπερηφανεύεται γι' αυτό, αλλά τότε θεωρούνταν πολύ προκλητικό και είχε λογοκριθεί ουκ ολίγες φορές, ακόμη και κατά την διάρκεια της εκπομπής. Η επιρροή του στο τρίτο κύμα βρετανικής κωμωδίας - τους λεγόμενους πανεπιστημιακούς κωμικούς - θεωρείται εξίσου καθοριστική (Monty Python's Flyin Circus, Dudley Moore και Peter Cook μεταξύ άλλων).
Αργότερα ο Σέλερς κάνει και κάποιες τηλεοπτικές εμφανίσεις σε σόου όπως τα Gently Bentley, Saturday Spectacular, Saturday Night at the Palladium και Saturday Showtime. Κι όταν πια, αυτός κι ο Milligan παρουσιάζουν τα δικά τους σκετς στο A Show Called Fred, Son of Fred (σε σκηνοθεσία του Lester) και Yes, It's the Cathode Ray Tube Show, εκατομμύρια αφοσιωμένοι ακροατές τους, εστιάζουν την προσοχή τους στις τηλεοπτικές τους συσκευές. Εντωμεταξύ, ο ραδιοφωνικός τους θρίαμβος Goon Show, ταξιδεύει κι αναμεταδίδεται στον Καναδά και τις ΗΠΑ. Παράλληλα έχει κάνει και το σκηνικό του ντεμπούτο ως πρωταγωνιστής, στην φάρσα "Brouhaha" του George Tabori, που ξεκινάει τον Αύγουστο του 1958 στο Aldwitch Theater του Λονδίνου. Υποδύεται έναν σουλτάνο που προκαλεί μια μικρή αναταραχή στο πάμπτωχο κρατίδιό του στη Μέση Ανατολή, προκειμένου να ζητήσει την έξωθεν παρέμβαση και να έλξει το ξένο κεφάλαιο για επενδύσεις. Οι κριτικές που λαμβάνει είναι πολύ κολακευτικές.
Προηγουμένως έχει κάνει και αρκετούς μικρούς κινηματογραφικούς ρόλους, στις ταινίες "Penny Points to Paradise", "Orders Are Orders" και "Down Among the Z-Men". Η τελευταία αυτή δουλειά είναι μια προσπάθεια κινηματογραφικής μεταφοράς του Goon Show, μια αντιπολεμική φάρσα, μια ανελέητη σάτιρα των νέων υπερόπλων (ατομική βόμβα και χημικά όπλα). Ο πρώτος όμως μεγάλος ρόλος ήταν ως αδίστακτος ληστής της συμφοράς στην "Συμμορία των πέντε" (The Ladykillers, 1955) του Alexander MacKedrick. Στα τέλη της δεκαετίας του '50 είχε πια αναδειχθεί σε σπουδαίο καρατερίστα κωμικό με μια πλατιά γκάμα απόδοσης χαρακτήρων. Συχνά αποκαλούμενος από τους δημοσιογράφους ως 'ο άνθρωπος χωρίς πρόσωπο με τις 1000 φωνές', ο ίδιος τρέφει αυτήν την εντύπωση δηλώνοντας: "Ενσυνείδητα δεν μου ανήκει καμιά προσωπικότητα. Κι αυτό διότι δεν έχει προσωπικότητα να προσφέρω στο κοινό. Πώς να προβάλω κάτι που δεν έχω;" Παρά το αυτοσαρκαστικό του χιούμορ, είχε ένα μοναδικό ταλέντο να μεταμορφώνεται στο πρόσωπο που υποδύονταν. Γνώστης 20 περίπου 'σελερικών διαλέκτων', είχε μια αλάνθαστη ικανότητα σε κάθε είδους προφορά της αγγλικής μετα-γλώσσας.
Συνήθιζε να προετοιμάζει κάθε καινούργιο ρόλο αναζητώντας πρώτα την κατάλληλη φωνή. Μετά 'έραβε' πάνω στη φωνή το κουστούμι του ρόλου. Συχνά συγκρινόμενος με τον κολοσσό Alec Guinness, επεσήμανε μια διαφορά μεταξύ τους: "Ο Άλεκ θέλει να δουλεύει όλο τον ρόλο πριν αρχίσει να τον υποδύεται. Εγώ πάλι ... θέλω να μπω στον ρόλο αμέσως - να τον νοιώσω από μέσα." Επίσης θεωρούσε τον εαυτό του περισσότερο καρατερίστα και λιγότερο κωμικό. Ένας αναγνώστης της Guardian έκανε γι' αυτόν μια πολύ ταιριαστή περιγραφή: "Τον φέρνω στο μυαλό μου, αστειότερο τώρα παρά ποτέ άλλοτε - ακριβώς επειδή έχει καταφέρει να προσεγγίσει με έναν σπάνιο ανθρωπισμό τα ανθρώπινα πάθη. Από γελωτοποιός τους μιούζικ-χολ, εξελίχθηκε σε έναν σοβαρό κωμικό".
Το 1959 είχε μια τρελή ιδέα για ένα φιλμ χωρίς υπόθεση, με σκηνοθέτη τον Lester. Ως πεπειραμένος φωτογράφος, ο Σέλερς ανέλαβε την παραγωγή και την καλλιτεχνική διεύθυνση. Γυρίστηκε σε μια μόνο μέρα στα λονδρέζικα προάστια, χρησιμοποιώντας φιλμ και υλικό που είχε περισσέψει από τα τηλεοπτικά του σόου. Ηθοποιοί είναι μερικοί άνεργοι φίλοι του. Το αποτέλεσμα ονομάζεται "The running, jumping and standing still film" και διαρκεί 11 λεπτά. Αρχίζει αρκετά κοινότυπα, μ' ένα κορίτσι να τρίβει ένα γήπεδο με νερό και σαπούνι. Στην συνέχεια η δράση μεταφέρεται στο χωράφι, πεδίον της τρέλας, όπου συναντάμε ανθρώπους-χαρταετούς, κυνηγούς-αμφίβια, απίθανους σκηνοθέτες και ακόμη πιο παλαβούς φωτογράφους (ο ίδιος). Κι έναν τρελό, τρελό μουσικό που βλέπει τις παρτιτούρες με το κιάλι για να παίξει και πηγαίνει με το ποδήλατο κάθε φορά που θέλει να γυρίσει σελίδα. Το φευγάτο αυτό σουρεαλιστικό φιλμάκι κέρδισε τη Χρυσή Πύλη του φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο και προτάθηκε για βραβείο όσκαρ.
Ας δούμε όμως τι γράφει ο φάκελός του. Ο καστανομάλλης και καστανομάτης ηθοποιός είχε ύψος 1,78 και βάρος 79,5 κιλά (με τις απαραίτητες μετατροπές μονάδων). Παντρεύτηκε με την ηθοποιό Anne Howe και απέκτησαν δυο παιδιά, τον Michael Peter Antony και την Sara Jane. Είναι εβραϊκής καταγωγής και πολιτικά φιλελεύθερος. Είναι δεινός τζουντόκα και αντιπρόεδρος του London Judo Society. Μέλος του Merrylebone Cricket Club και του Royal Automobile Club. Στο σπίτι του διατηρεί αρκετές συλλογές: πολύπλοκα φωτογραφικά παρελκόμενα, στερεοφωνικούς δίσκους (κυρίως τζαζ), ένα μεγάλο σύνολο από τύμπανα, ένα σιδηροδρομικό δίκτυο μινιατούρα μήκους 150 μέτρων (στον παλιό στάβλο του σπιτιού) και τέλος, καμιά πενηνταριά οχήματα διαφόρων τύπων, συμπεριλαμβανομένης και μιας Rolls Royce. Βέβαια, οδηγεί μόνο τα τρία ή τέσσερα από αυτά. Όταν έχει κέφια, οδηγεί κι έναν τεράστιο μηχανοκίνητο ελέφαντα που αγόρασε το 1958, κι ο οποίος εκφράζει απόλυτα το πάθος του για γκατζετιές. Το 1966 αναγορεύεται Διοικητής του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Δεύτερη σύζυγος η σεξοβόμβα Britt Ekland, τρίτη η Miranda Quarry και τελευταία η Lynne Frederick.
Στις δεκαετίες του '60 και του '70, συνεργάζεται με όλους σχεδόν τους άγγλους ηθοποιούς και σκηνοθέτες, αλλά και με πολλούς ξένους και γυρίζει ταινίες με τους αδελφούς Boulting, τον Stanley Kubrick, τον Vittorio De Sica, τον John Houston κ.α. Πρώτη του επιτυχία στην αμερική με "Το ποντίκι που βρυχάται" (The Mouse That Roared, 1959). Μοιραία μετακόμισε κι αυτός από τα βρετανικά Ealing Studios στο Χόλιγουντ. Εκεί θα επιβληθεί πλέον ολοκληρωτικά με το "Πάρτι" και τον αμίμητο επιθεωρητή Κλουζώ του Blake Edwards. Έκανε συνολικά έξη "Ροζ Πάνθηρες" - πέντε εν ζωή και έναν μετά θάνατον - ενώ το φάντασμά του στοίχειωσε για τα καλά τον σκηνοθέτη (Curse of the Pink Panther επιτυχώς το 1983, The Son of the Pink Panther ανεπιτυχώς το 1993).
Πολύ σπουδαία η ερμηνεία του στη "Lolita" του Kubrick, ως ο διαβολικός Clare Quilty. Ευτύχησε επίσης να είναι δις υποψήφιος για όσκαρ ερμηνείας, μια για τον δόκτορα Strangelove στο ομώνυμο αντιπολεμικό αριστούργημα του Κιούμπρικ, και μια δεύτερη για τον επίσης αντιπολεμικό κύριο Τσανς, στο "Being There" (1979) του Hal Ashby. Έχασε μάλιστα το αγαλματίδιο, αλλά το πήρε ο δευτεραγωνιστής του Melvyn Douglas. Πέθανε στις 24 Ιουλίου 1980 από έμφραγμα. Μετά θάνατον έκανε το τελευταίο του αστείο. Είχε ζητήσει να ακουστεί το τραγούδι "In the mood", το οποίο σιχαινόταν. Έτσι οι υπόλοιποι Goons έπρεπε να παλέψουν με τον εαυτό τους, ώστε να μη γελάνε στην κηδεία του.
Στο "Murder by Death" (Πρόσκληση σε γεύμα από έναν υποψήφιο δολοφόνο, 1976) του Robert Moore, είναι πια στη ωριμότερη φάση της ζωής του. Κωμωδία, παρωδία μυστηρίου, γραμμένη από τον παιχνιδιάρη θεατράνθρωπο Neil Simon. Όλοι οι διάσημοι ντετέκτιβ της αστυνομικής λογοτεχνίας έχουν μια καρικατούρα στην ταινία αυτή: ο Hercule Poirot (ο James Coco ως Milo Perrier), η Miss Marple (η Elsa Lanchester ως Jesicca Marbles), ο Sam Spade (ο Peter Falk ως Sam Diamond), ο Nick και η Nora Charles (οι David Niven και Maggie Smith ως Dick και Dora Charleston) και φυσικά, ο Charlie Chan (ο Peter Sellers ως Cidney Wang). Όλοι τους είναι καλεσμένοι στο δείπνο μετά φόνου, του παρανοϊκού Lionel Twain που τον υποδύεται ο συγγραφέας Truman Capote. Κι έχουν ν' αντιμετωπίσουν έναν τυφλό μπάτλερ (Alec Guinness) και μια κουφή μαγείρισσα (Nancy Walker). Σοφέρ του Μίλο Περιέ είναι ο μετέπειτα πολύ διάσημος James Cromwell ("Babe" και "L.A. Confidential").
Τα παιχνίδια του Σάιμον αρχίζουν με την εξαφάνιση του πτώματος και την εμφάνιση των ρούχων του και συνεχίζονται με την εξαφάνιση των ρούχων και την εμφάνιση του γυμνού πτώματος. Οι καλεσμένοι, χορτάτοι πια, πρέπει να βρουν το δολοφόνο πριν τους εξαφανίσει όλους. Το τέλος φυσικά, είναι σουρεαλιστικό, παρανοϊκό και ακατάληπτο. Μην προσπαθήσετε οπωσδήποτε να βγάλετε άκρη, απλά αφεθείτε στην τρέλα και το ντελίριο μιας οργιώδους φαντασίας. Οι Πήτερ Σέλερς και Ντέιβιντ Νίβεν κλέβουν την παράσταση. Ιδιαίτερα ο ημέτερος Πήτερ που κάνει τον κινέζο ντετέκτιβ και νοιώθει σα να βρίσκεται στο στοιχείο του. Κολυμπάει σαν χρυσόψαρο που γεννήθηκε μέσα σ' αυτήν την πισίνα του μπουρλέσκ και του παραλόγου. Μπορεί να μην είναι η καλύτερη φαρσοκωμωδία που έχετε δει αλλά σίγουρα θα περάσετε μια ωραία καλοκαιρινή βραδιά σε κάποιον θερινό σινεμά.
Σας αφήνω με μια συνομιλία του Cidney (Sellers) Wang με τον βοηθό (και ανιψιό;) του Willie Wang (Richard Narita).
Willie: Και ποιός πιστεύεις πως είναι ο δολοφόνος;
Cidney: Πρέπει να το κοιμηθώ. Θα ξέρω το πρωί όταν ξυπνήσω.
Willie: Κι αν δεν ξυπνήσεις;
Cidney: Τότε εσύ τόκανες.
Sellers-mania
Goons but not forgotten, μια συλλογή για το Goon Show
Peter Sellers fan page
Darla's Peter Sellers tribute page
The Pink Panther page: αφιερωμένη στον επιθεωρητή Clouseau
Η σελίδα του Sellers στο imdb
ΥΓ: Ιστορικά θα αναφέρω πως υπήρξε και μια προσπάθεια αναβίωσης του κλίματος "Murder by death". Μια νέα συνεργασία Moore και Simon με τίτλο "The Cheap Detective" (1978) και πρωταγωνιστή τον Peter Falk. Που εδώ επιχειρεί να παρωδήσει μόνο το "Γεράκι της Μάλτας" και την σκληρή περσόνα του Bogart.