Σινέ-MiC
Δύο ταινίες σε κατ' αντιπαράσταση εξέταση (η δεύτερη είναι το "Για πάντα" του Daniel Lamont). Του Κώστα Καρδερίνη
Πρόσφατα είδαμε στην τιβί μια ταινία που δεν προλάβαμε στις αίθουσες γιατί τράκαρε πάνω στην πανδημία. Είναι Ο κύριος Τζόουνς [Mr. Jones, 2019 Πολωνία /ΗΒ /Ουκρανία, 119λ] της Agnieszka Holland, ταινία η οποία αποδείχτηκε προφητική και επίκαιρη παρότι μάλλον μονόπλευρη όσον αφορά την προέκτασή της στο σήμερα. Ο εξαίρετος πρωταγωνιστής Τζέιμς Νόρτον μου χτύπησε καμπανάκι γιατί τον είχαμε προσέξει, όχι στο ασήμαντο μουσικό πέρασμα στον Κο Τέρνερ [Mr. Turner, 2014 ΗΒ/Γερμανία/Γαλλία/ΗΠ, 150λ] του Mike Leigh, μα στον βαρυσήμαντο πατρικό ρόλο του τζαμοκαθαριστή στο ταπεινό και μελαγχολικό Για πάντα κοντά σου [Nowhere Special, 2020 Ιταλία/Ρουμανία/ΗΒ, 96λ] του Uberto Pasolini.
Εδώ κολλάει το Aftersun της πρωτοεμφανιζόμενης Charlotte Wells. Πρωτάρα μεν αλλά αντιλαμβάνομαι ότι τα προσωπικά της βιώματα την οδήγησαν σε αυτό το εντυπωσιακό ντεμπούτο, σε αυτό το υπέροχο φλασμπάκ ταξίδι στα ξένοιαστα παιδικάτα της άγνοιας κινδύνου, με μουσικές εξαίσιες των 80s και των 90s [Queen & David Bowie, Chumbawamba, Blur, Deacon Blue, Los del Río, All Saints] και παλιότερες [Unchained Melody, The Tide Is High], με σιωπές, με μικροδιαφωνίες και ύστερες τύψεις, αποτιμήσεις και αποτίσεις.
Ενώ το Για πάντα κοντά σου ακουμπάει κυρίως στο παρόν στην ληξιπρόθεσμη σχέση πατέρα-γιου, το Aftersun επενδύει στο αξέχαστο παρελθόν πατέρα-κόρης, εκεί όπου η ανάμνηση συναντιέται με την αναπόληση και το παιχνίδισμα της μνήμης με τη λυτρωτική παρέμβαση της λήθης. Δεν ξέρω αν είναι δόκιμη αυτή η αντιπαραβολή που επιχειρώ, αν και στο μυαλό μου έγιναν αρκετές συνάψεις των δύο ταινιών, τηρουμένων των αναλογιών.
Ο πατέρας είναι πρόδρομος και οδηγός αναμνήσεων και εξελίξεων, και η οσκαρική υποψηφιότητα του Paul Mescal τον φέρνει [συστημικά και μόνον] μισό βήμα πιο μπροστά από τον κο Νόρτον. Τα δυο πιτσιρίκια [ο Daniel Lamont του Για πάντα και η Frankie Corio του προκείμενου Aftersun] συναγωνίζονται επίσης σε φρεσκάδα, επίμονες επίπονες ερωτήσεις, σκληράδα και τρυφερότητα. Όμως η Φράνκι Κόριο και πάλι κλέβει την παράσταση, με τσαχπινιά, με χάρη, με σκέρτσο και ιδιαίτερα όταν τραγουδά το Losing My Religion. Δεν ξέρω γιατί είναι απαραίτητο να κάνει αναφορά η σκηνοθέτις στις ερωτικές προτιμήσεις της ενήλικης Σοφίας. Υποθέτω ότι έχει προσωπικούς λόγους περί αυτής.
Μπορεί να έχουν διαφορετικό συναισθηματικό και ουμανιστικό βάρος οι δυο αυτές ταινίες. Μπορεί ο ανθρωπισμός να δείχνει πιο έντονος στο Για πάντα. Ωστόσο το Aftersun κερδίζει στα σημεία λόγω του afterfun και λόγω του πλούσιου και πολυποίκιλου σάουντρακ. Η μουσική εξάλλου είναι παγκόσμια γλώσσα. Η καλή μουσική είναι πανανθρώπινη γλώσσα.
Βαθμός για καθεμιά: οκτώ [8]