Σινέ-MiC
Ο Ridley Scott δίνει την σκυτάλη σε νεότερο σκηνοθέτη. Από τέτοια franchise άλλωστε δουλεύει πια το Χόλιγουντ. Έγινε λοιπόν τελικά 'δικαιοχρησία' του έργου; Του Παναγιώτη Αναστασόπουλου
Όταν κάποιος μιλά για την ταινία Alien (1979), θα πρέπει να είναι πολύ μετρημένα τα λόγια του. Όχι μόνο γιατί απαιτείται ιδιαίτερος αναστοχασμός, αλλά διότι αργά ή γρήγορα σίγουρα θα τα θεωρήσει ανεπαρκή. Η εμβληματική αυτή ταινία, που ακόμα και στις μέρες μας μοιάζει… αυριανή, φέρει την σκηνοθετική υπογραφή του Ridley Scott, ο οποίος κατά τη γνώμη μου στη συνέχεια αποδόμησε εν μέρει το σχετικό μύθο της σκηνοθετώντας το συναφές two-part prequel. Μετά από αυτό ήρθαν δύο ακόμα φιλμ της Alien ανθολογίας, που οι οικονομικοί κανόνες της εποχής επιβάλλουν να αποκαλούμε franchise: το Aliens του James Cameron και το Alien3 του David Fincher. Και τα δύο ήταν πράγματι αξιόλογα, δεδομένων των διαστάσεων που είχε λάβει η πρώτη ταινία, με το Aliens να υπερέχει του Alien3, το οποίο θεωρώ ως τον ουσιαστικό επίλογο της ανθολογίας. Ο ερχομός όμως του Alien: Romulus έχτισε μια δημιουργική προσμονή αμφισβήτησης των έως τώρα δεδομένων, όχι διότι προωθήθηκε σημαντικά και έξυπνα, αλλά επειδή τοποθετήθηκε χρονικά μεταξύ των δύο πρώτων ταινιών και σκηνοθετήθηκε από τον Fede Álvarez.
Προοίμιο ή (για να εξηγούμαστε) κοίτα ποιος μιλάει
Εξαρχής δηλώνω ερωτευμένος με το Alien εις τον αιώνα το άπαντα. Κι όταν λέμε Alien, καλό είναι να θυμόμαστε πως κυριολεκτικά (εντάξει, και μεταφορικά, εγώ θα διαφωνήσω;) ένα είναι το Alien, οπότε δε χρειάζονται διευκρινίσεις. Μπορεί για ευνόητους λόγους να μην έχω ακόμα οικόσιτο Alien-άκι, πλην όμως έχω διάφορα γκάτζετς από μπλουζάκι μέχρι ο,τιδήποτε μπορείτε να φανταστείτε. Πριν άπειρα χρόνια μετρούσα τις φορές που είχα δει την ταινία, αλλά σταμάτησα στον αριθμό δεκατρία (δε θυμάμαι αν τότε ήταν Παρασκευή), γιατί δεν είχε νόημα να συνεχίσω μια καταγραφή που δε θα είχε τέλος.
Αν αναρωτιέστε για ποιο λόγο ανέφερα όλα αυτά τα φαινομενικά άσχετα με την κριτική της ταινίας, παρακαλώ κάνετε υπομονή και θα βρείτε την απάντηση παρακάτω. Απλά θα ήθελα προς το παρόν να πω ότι μπορεί κάποιος να είναι παράφορα ερωτευμένος, αλλά ταυτόχρονα να μην είναι τυφλός. Εντάξει, εκτός κι αν του έχει πέσει στα μάτια λίγη τοξική γλίτσα από εκείνη που γρασάρει τα σαγόνια του ξέρετε εσείς ποιος. Τώρα είναι η στιγμή που νομίσατε πως θεωρώ το Alien: Romulus ισάξιο του Prometheus, αλλά εγώ δε σας έβρισα…
Μια τόση δα ωδή στο παρελθόν
Τότε που σέβονταν οι θεατές τους διπλανούς τους και δε συζητούσαν κατά τη διάρκεια της ταινίας, ούτε τους στράβωναν με τις οθόνες των κινητών τους, ούτε τους έκαναν την τιμή να ακούνε τα -κατά κανόνα κακόγουστα- αστεία τους μεγαλόφωνα ή τα ουρλιαχτά τους από τον τρόμο (μια φορά σε μια αίθουσα κατά την προβολή του Insidious μια κοπέλα που μάλλον ήταν των αισθηματικών ταινιών, μετά από απανωτές βαθιές εισπνοές και διαρκή επιφωνήματα άγχους είχε αναφωνήσει: «Δε μπορώ άλλο, εξαντλήθηκα»). Ναι, υπάρχει (εντάξει, πού και πού) κι αυτό το σινεμά, που όσοι παρακολουθούμε ταινίες τρόμου ή του ευρύτερου φανταστικού κινηματογράφου αναπολούμε με δάκρυα στα μάτια. Κι όμως αποδείχτηκε παλαιάς κοπής το κοινό στην ίδια παραπάνω αίθουσα που είχα την τύχη να παρακολουθήσω (σιγά μην έβλεπα απλά) το Alien: Romulus και ένιωσα υπέροχα γι’ αυτό το δώρο. Από την άλλη, θα μπορούσε κάποιος άνετα να υποστηρίξει ότι κάτι τέτοιο ήταν αναμενόμενο, αφού σε πρεμιέρα Πέμπτης μόνο κάτι τύποι σαν κι εμένα θα σύχναζαν. Κι αφού τον ευχαριστούσα για το κομπλιμέντο, δε θα μπορούσα βάσιμα να αμφισβητήσω την εκδοχή του.
Για πες, για πες…
Τι να πω; Ας ξεκινήσω με το ότι το franchise έφτασε (όχι και τόσο αισίως) τις συνολικά επτά ταινίες. Όπως ήδη επισημάνθηκε, το Alien: Romulus τοποθετείται χρονικά μεταξύ του Alien και του Aliens, πράγμα καταρχάς πολύ καλό. Κι αν νομίσατε πως υπονοώ ότι διατηρεί το κλίμα και τις συνθήκες της εποχής, πολύ σωστά νομίσατε. Με άλλα λόγια, δεν έχει συναισθηματικά διανοουμενίστικα ανδροειδή, ούτε σκηνοθετική ματιά μέσα από τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον κόσμο ένα ρομπότ. Και, όχι, αυτό δεν είναι μπηχτή για τον κύριο που ενσάρκωσε το ανδροειδές David στο Prometheus, μια και τον εκτιμώ ιδιαίτερα ως ηθοποιό. Εκτός από αυτά τα παραπάνω που δεν έχουμε, μπορούμε να δούμε πως πράγματι έχουμε εμπλεκόμενους με συμβουλευτικό ρόλο στην παραγωγή τους Ridley Scott και James Cameron, δηλαδή τους δύο σκηνοθέτες των ταινιών που οριοθετούν την περίοδο που λαμβάνουν χώρα τα όσα διαδραματίζονται στην ταινία. Οπότε τι περιμέναμε; Να στρέψουν την ταινία προς τις δικές τους, αφού όλοι θεωρούν τις δουλειές τους κορυφαίες.
Αλήθεια, ήταν καλό το σενάριο;
Όχι.
Λίγο απότομα δεν το είπα; Ας προσπαθήσω πάλι.
Στο Alien σεναριογράφοι ήταν οι Dan O'Bannon και Ronald Shusett, ενώ στο Alien: Romulus οι Fede Álvarez και Rodo Sayagues. Κατά βάση -κι αυτό δεν το λέω υποτιμητικά- οι δεύτεροι προσπάθησαν να μείνουν πιστοί στην ιστορία των πρώτων. Μόνο που, προφανώς επειδή έπρεπε κάτι να αλλάξουν, έθεσαν ως βάση μια διαφορετική αφετηριακή ιστορία, που κατά τη γνώμη μου σε αποσυντόνιζε πλήρως από το κλίμα της ταινίας. Αντιθέτως, η διαφορετική εισαγωγή στο ριμέικ του Evil Dead (2013), την οποία συνυπέγραψε και πάλι το δίδυμο Álvarez και Sayagues ήταν πολύ πιο εύστοχη και αληθοφανής από εκείνη του πρωτότυπου. Κι αν είχαν κάνει κάτι τόσο καλά πριν δέκα χρόνια, τότε, με την εμπειρία που απέκτησαν στο χρόνο που μεσολάβησε, σίγουρα θα μπορούσαν να το είχαν καλύτερο αποτέλεσμα στο Alien: Romulus.
Η δράση της νέας ταινίας τοποθετείται μια εικοσαετία από τα γεγονότα στο USCSS Nostromo. Κάπου στον 22ο αιώνα σε ένα δυστοπικό περιβάλλον, η ζωή των ανθρακωρύχων της Weyland-Yutani είναι δύσκολη. Οι εργάτες δουλεύουν πολύ σκληρά σε συνθήκες δουλείας, για να αποκτήσουν το δικαίωμα να ταξιδέψουν σε άλλους λιγότερο σκοτεινούς πλανήτες. Όταν η πρωταγωνίστρια συμπληρώνει τις απαιτούμενες εργατοώρες για να φύγει, οι αρχές αρνούνται να της χορηγήσουν άδεια, οπότε συναποφασίζει με μερικούς φίλους να κλέψουν ένα διαστημόπλοιο για να φύγουν για τον πλανήτη Yvaga. Αφού καταφέρουν να απομακρυνθούν χωρίς καμία αντίσταση εκ μέρους των αρχών (sic), προσκολλώνται και επιβιβάζονται στον εγκαταλελειμμένο ερευνητικό διαστημικό σταθμό The Renaissance, προκειμένου να παραμείνουν σε κρυογονικούς θαλάμους επί εννέα χρόνια μέχρι να ξυπνήσουν ασφαλείς στον μακρινό προορισμό τους. Ο σταθμός αυτός αποτελείται από δύο τμήματα το Romulus και το Remus, με τους φυγάδες να επιλέγουν να επισκεφθούν το πρώτο. Μόνο που, όπως αποδείχτηκε, το Romulus δεν το έλεγες με τίποτα εγκαταλελειμμένο…
Το σενάριο και κυρίως το κάπως -αλλά όχι ασυνήθιστα- εκτενές εισαγωγικό του μέρος παρουσιάζει μερικά οφθαλμοφανή κενά ή απλοποιήσεις, που δε θα μπορούσαν να δικιολογηθούν ούτε από το ότι η ταινία ανήκει στον ευρύτερο φανταστικό κινηματογράφο, αλλά αντιθέτως θα καλύπτονταν με ελάχιστες παρεμβάσεις, τις οποίες σκόπιμα δε θα αναφέρω, μιας και θα αποτελούσαν περιττά σπόιλερ και θα υπερτόνιζαν μια όχι τόσο σημαντική αδυναμία της ταινίας.
Ο σκηνοθέτης (ή ο προπονητής της μεγάλης οθόνης)
Στην αρχή ο σκηνοθέτης είναι οραματιστής. Μετά μεταμορφώνεται σε εκείνον που προσπαθεί να κάνει πράξη όσα φαντάστηκε πως είναι εφικτά. Βέβαια, χρειάζεται να έχει καλή μαγιά ηθοποιών, για να βγάλει καλό καρβέλι ψωμί. Και τέλος, είναι αυτός που ακόμα κι αν δε φταίει, έχει την ευθύνη. Όπως και ο προπονητής.
Πριν από όλα αυτά όμως είναι ο «κράχτης» μιας αναγγελλόμενης ταινίας. Και, τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά, το όνομα του Fede Álvarez ήχησε υπέροχα. Είναι ο τύπος από την Ουρουγουάη που πήρε το αξεπέραστο cult classic The Evil Dead (1981) του Sam Raimi και το απογείωσε εικοσιδύο χρόνια αργότερα. Εκείνος που, μεταξύ άλλων, υπέγραψε το ακόμα και εμπορικά πολύ επιτυχημένο Don't Breathe και το Don't Breathe 2, καθώς και το Texas Chainsaw Massacre (2022). Με άλλα λόγια, είχα τοποθετήσει τον πήχη πολύ ψηλά, θεωρώντας ότι μόνο ο ίδιος ή ο Alexandre Aja θα ήταν κατάλληλος για να σκηνοθετήσει μια ταινία της ανθολογίας Alien. Ακόμα κι αν δεν πήγαιναν για ρεκόρ, σίγουρα θα έδειχναν τα δόντια τους. Εντάξει, όσο γι’ αυτό, ο Fede τα έδειξε, δε λέω…
Το κοστ (που αν δεν έχει αρνητική επίπτωση, λέγεται καστ)
Το σοκ ήρθε από το τρέιλερ. Προς στιγμή, μου κόπηκε η μιλιά. Παρόλα αυτά αναρωτήθηκα βουβά: «Δε μπορεί, για δες μήπως μπερδεύτηκες και έγραψες κατά λάθος στην αναζήτηση το Final Destination ή το I Know What You Did Last Summer… Όχι, ε;»
Όταν βρήκα την εξωτερική μιλιά μου, δεν ήθελα να πω τίποτα. Απλά σκέφτηκα «Κάτσε πρώτα να δεις την ταινία. Μπορεί να παίζουν καλά κι ας μην κολλάνε». Την είδα λοιπόν και δε θα έλεγα πως το συγκεκριμένο καστ ήταν πολύ κακό. Μόνο που το ηλικιακό πλαίσιο των ηθοποιών δε συνέβαλε παρά ελάχιστα στη δυναμική ταινίας, όπως και η κατά κανόνα αδυναμία τους να ανταποκριθούν στις ειδικότερες απαιτήσεις των ρόλων ενός sci-fi horror φιλμ. Η πολυπροβαλλόμενη Cailee Spaeny μπορεί να ξεδιπλώνει το ταλέντο της σε ταινίες σαν την Priscilla, αλλά η απόπειρα να ενσαρκώσει την Rain, μια δυναμική ηρωίδα αντίστοιχη της Ellen Ripley (για πείτε μου τώρα, πόσοι θυμόσασταν το μικρό της όνομα;) απέτυχε πλήρως, παρά τα κοντινά πλάνα και την ελάχιστη αυτοπεποίθηση που έδειξε λίγο πριν τους τίτλους τέλους. Χωρίς να θέλω να γίνω δηκτικός, πιστεύω ότι η Sigourney ακόμα και σε αυτήν την ηλικία θα έβγαζε κάτι πιο ταιριαστό με το ρόλο. Ακόμα και καθιστή. Να το τερματίσω τώρα; Την παρακαλούσαν από το Νοέμβριο του 2022 να πάρει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ούτε τη Mia Goth δε σκέφτηκαν;
Μια επίσης όχι εύστοχη επιλογή αποδείχτηκε αυτή του David Jonsson, ο οποίος είχε το ρόλο του Andy, δηλαδή ενός ευαίσθητου συναισθηματικά ανδροειδούς που η Rain θεωρεί ως αδερφό (ευτυχώς εδώ ουσιαστικά δεν είχαμε -ούτε καν κατά προσέγγιση μπορούσαμε να έχουμε, για να λέμε την αλήθεια- αναβίωση της Michael Fassbender προσέγγισης του ρόλου), τον οποίο ποτέ δε μπόρεσε να υποστηρίξει πειστικά. Κατά τη γνώμη μου, οι δύο καλύτερες ερμηνείες ανήκουν στην μόνη με τσαγανό Aileen Wu και στον Archie Renaux. Κατά τα λοιπά, τόσο η Isabela Merced όσο και ο Spike Fearn με οδήγησαν να ξαναθυμηθώ τα καστ των παλιότερων ταινιών και να μελαγχολήσω. Δείτε ποιοι δεν είχαν πρωταγωνιστικούς ρόλους και θα καταλάβετε.
Ανοιχτή επιστολή
Ανοιχτή επιστολή προς τον (πάντα για εμένα) αξιότιμο κύριο Fede Álvarez: Ναι κύριέ μου, ίσως να μην ευθύνεσαι εσύ για το κάστινγκ, αλλά θα πρέπει να γνωρίζεις πως ούτε το «δεν ήξερες, δε ρώταγες;» μπορείς να επικαλεστείς. Αφού έχεις δις συνεργαστεί με την Jane Levy (Evil Dead 2013, Don’t Breathe), πώς την ξέχασες; Εντάξει, μπορεί να μη θέλεις να σε πουν δεύτερο Λάνθιμο, διακινδυνεύοντας να έχεις κι εσύ μια «μούσα» (ω μοντιέ, τι χαρακτηρισμός κι αυτός), αλλά είναι δυνατόν να μην επιμείνεις να πάρει η συγκεκριμένη ηθοποιός αυτόν το ρόλο; Και παρακαλώ μην αποπροσανατολίζεις τη συζήτηση κάνοντας ότι δεν τη θυμάσαι και λέγοντας «Jane Levy; Ααα, αυτή που μοιάζει στην Emma Stone;», γιατί, αν θέλεις να ξέρεις, η Emma Stone μοιάζει στην Jane Levy.
Τι μας άρεσε
Ξεκινώ από το υπέροχο σάουντρακ του Benjamin Wallfisch (It, It - Chapter Two, The Invisible Man, A Cure for Wellness, Blade Runner 2049, Shazam!). Απλά νομίζω πως καλύτερο δε γινόταν. Γενικά, παρά το βαρίδι του μέτριου καστ, αναμφισβήτητα είναι μια άξια να ασχοληθείς μαζί της sci-fi horror ταινία. Μας άρεσε επίσης το ότι σέβεται καταρχάς το Alien, όπως και τις λοιπές της ανθολογίας ταινίες, έχοντας εμφανή δάνεια από αυτές. Εδώ συνειδητά επιλέγω να μην αναφερθώ σε λεπτομέρειες, προς αποφυγή σπόιλερ. Θα δώσω όμως κάτι τις, λέγοντας πως έχει έναν παραλληλισμό με ένα εκτός της ανθολογίας εκπληκτικό φιλμ, το The Fly, και ο νοών νοείτο. Από την είσοδο των νεαρών στο The Renaissance η ταινία γίνεται πράγματι πολύ ατμοσφαιρική, με αρκετό σασπένς, τις απαιτούμενες κλειστοφοβικές λήψεις και μερικά έτσι για το καλό jump scares να εναλλάσσονται με εξωγήινες φιγούρες στο background που κινούνται αργά προς τους ανυποψίαστους σε πρώτο πλάνο ταξιδιώτες. Επίσης είναι επιτυχημένη η χρήση των διάφορων εφέ και CG.
Τι μας χάλασε
Θα μπορούσα να επαναδιατυπώσω σε τι με χάλασε, μιας και οι άλλες δύο horror flick lovers που παρακολούθησαν την ταινία μαζί μου τα βρήκαν όλα τέλεια. Έστω κι έτσι, δε με κάνουν ούτε στο ελάχιστο να νιώσω μειονεκτικά.
Όπως σαφώς έχει καταδειχτεί, με χάλασε το πρώτο λίαν επιεικώς ημίωρο της ταινίας, όχι επειδή ήταν λίγο βραδυφλεγές (κάτι καθόλου ασυνήθιστο), αλλά επειδή ήταν τόσο δυστοπικό που κατέληγε ξένο προς το λοιπό σενάριο. Επίσης, όπως είπαμε αρνητικό ήταν το ότι σχεδόν όλο το καστ και ιδιαίτερα η Cailee έπαιξε το ρόλο σαν την Kylie (Minogue). Εντάξει, αυτό ακούγεται κάπως υπερβολικό, το ομολογώ. Αφήστε δε που ξαναδιαβάζοντας αυτά που έγραψα, με όσα έχω εν προκειμένω πει, πιθανότατα θα σας οδηγήσω στο να βρείτε not bad την ερμηνεία της. Για δε την περίπτωση που η Cailee εφάρμοσε κατά γράμμα τις υποδείξεις του σκηνοθέτη αφαιρώντας κάθε ίχνος της έως τώρα δομημένης υποκριτικής προσωπικότητάς της, blame it on the boogie. Μη μου πειράζετε τον Fede με υποθετικά σενάρια. Επίσης, κάπως περίεργο, ήταν το ότι οι -ξέρετε εσείς ποιοι- φίλοι μας μεγάλωναν πάρα πολύ γρήγορα. Βέβαια, ομολογώ ότι το έτρωγαν όλο μα όλο το… φαγητό τους, αλλά και πάλι…
Κάτι ακόμα που με ξένισε ήταν η σεναριακή ή σκηνοθετική προσέγγιση -για να μην κατηγορηθώ ότι τα ρίχνω όλα στους ηθοποιούς- κατά την οποία όλοι ανεξαιρέτως φοβόντουσαν τόσο πολύ. Πριν προλάβετε και πείτε «Γιατί, εσύ δε θα φοβόσουν;», παρακαλώ σκεφτείτε λίγο όλες τις προηγούμενες ταινίες, αλλά και το horror δέον γενέσθαι. Κι αν τα σκεφτείτε όλα αυτά και πάλι μου κάνετε την ερώτηση θα σας απαντήσω «Όχι, δε θα φοβόμουν» για σπάσιμο, επειδή πιστεύω ότι μου το λέτε επειδή δεν προσκύνησα την Priscilla (aggressive προσέγγιση, που αρνούμαι ως δική μου και αποδίδω στο δαίμονα του τυπογραφείου). Ακούγοντας το όνομα αυτό, θα πεταγόταν ο Elvis από το Ακαπούλκο και θα μου έλεγε “Don't Be Cruel” κι εγώ θα του απαντούσα “I Don't Want To”. Όταν όμως έγραψα πως όλοι φοβόντουσαν τόσο πολύ, καθόλου τυχαία πρόσθεσα τη λέξη «ανεξαιρέτως». Εντάξει, ακολουθεί σπόιλερ, αλλά πάρα πολύ μικρό, πλην όμως σημαντικό: ακόμα και οι Xenomorphs όταν έβλεπαν όπλο… έκαναν πίσω! «Για σιγά, για σιγά» που έλεγε συνεχώς κι ο Μιχαλακόπουλος στο The Caretaker του Harold Pinter. Αφήστε δε που κάποιες φορές μέχρι να πάρουν την απόφαση να επιτεθούν, πόζαραν στο φακό σα να θέλουν να τους θαυμάσεις και όχι να τους φοβηθείς. O tempora, o mores! Ναι, ξέρω, για μια εμφάνιση ζούμε και για όλα φταίει το Tik Tok…
Ύστερα από όλα αυτά, τι;
Μα φυσικά και να το δεις το Alien: Romulus αγαπητέ constant horror freak. Κι εσύ όμως που δεν είσαι horror freak, μην το φοβηθείς. Πιστεύω πως θα σου αρέσει ακόμα περισσότερο. Κι αν ψάχνετε στο κείμενο αυτό για αντιφάσεις, θέλω να πιστεύω πως δε θα βρείτε. Είναι φορές που ο έρωτας δε σε κάνει μεν τυφλό, αλλά απλά πιο απαιτητικό, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι παύεις έστω και τόσο δα να εκτιμάς όσα έχεις.
“In space no one can hear you scream”
Έτσι γράφει και η μεταλλική στρατιωτικού τύπου ταυτότητα που έχω με την εικόνα του εκκολαπτόμενου αυγού από την πρώτη ταινία. Προφητικό, έτσι; Μόνο που δε διευκρινίζει για ποιο λόγο ουρλιάζεις…