Σινέ-MiC
'Η χαμένη τιμή της Έμι', θα μπορούσε να είναι ένας εναλλακτικός τίτλος. Από τα χρόνια της Καταρίνας Μπλουμ λίγα άλλαξαν, με κυριότερο ίσως ότι οι σκανδαλοθήρες με τα κατακεραυνωτικά 'cancel' δάχτυλα είμαστε πια δυνητικά οι πάντες
2015: Άφεριμ [Aferim!] εφέντη, ούλοι εμείς εφέντη ’μ οι τσιγγάνοι είμαστε για ευνουχισμό και για σφάξιμο! Ή όπως πολύ «σωστά» λέει ο «ορθόδοξος» παπάς [ήθελα να ’ξερα ποιος τρελός τον βάφτισε]: κάθε έθνος έχει τον προορισμό του× οι Εβραίοι να κλέβουν, οι Τούρκοι να ρημάζουν, εμείς οι Ρουμάνοι να αγαπάμε και να υποφέρουμε σαν τον Χριστό.
2018: Îmi este indiferent daca în istorie vom intra ca barbari [I do not Care if We go down in History as Barbarians /Αδιαφορώ αν καταγραφούμε στην Ιστορία ως Βάρβαροι], λέγεται ότι δήλωσε ο στρατηγός Αντονέσκου στο συμβούλιο των υπουργών το 1941, όταν αποφάσισε και διέταξε τον ρουμανικό στρατό να αναλάβει την εκκαθάριση του έθνους και του ανατολικού μετώπου από τις προσμίξεις και τις μειονότητες.
2020: Αληθινή ιστορία ΜΕ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ [Uppercase Print / Tipografic Majuscul] από την εποχή του Τσαουσέσκου. Έταξε ότι θα μας την πει ο σκηνοθέτης, ενόσω γύριζε την προηγούμενη ταινία [Αδιαφορώ αν καταγραφούμε στην Ιστορία ως Βάρβαροι]. Τότε κάποιοι προβοκάτορες τον είχαν κατηγορήσει ευθέως για πολιτική μεροληψία και στραβισμό. Η αντίδρασή του μέσα από την ταινία εκείνη [πλαγίως] ήταν ότι μας «χρωστάει» αυτήν εδώ.
2021: Η ταινία-κόλαφος κατά της κοινωνικής υποκρισίας, Ατυχές πήδημα ή παλαβό πορνό, τιμάται με τη Χρυσή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου. Σάτιρα του σύγχρονου μικροαστικού και μεσοαστικού τρόπου ζωής, σάτιρα κατάντιας, αρρωστημένης νοοτροπίας και στρεβλού τρόπου σκέψης. Σάτιρα τίτλου και σεμνοτυφίας. Ξεκινά από το τοπικό και το μερικό και σταδιακά ανοίγει τη βεντάλια στο διαδικτυακό και στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Κυκλώνει το θέμα και το αγκαλιάζει ως βόας ο συσφιγκτήρ.
Οι ταινίες του Ζούντε είναι από κάθε άποψη πολιτικές. Αφετηρία τους μοιάζει να/και είναι η Ιστορία της χώρας του, όχι όπως την λένε τα επίσημα βιβλία. Όμως μ’ έναν μαγικό, ρεαλιστικό, δικό του τρόπο αναφέρεται στη βαλκανική Ιστορία, στην ευρωπαϊκή Ιστορία, εντέλει και στη δυτική και στην παγκόσμια. Ο ίδιος, όντας εβραϊκής καταγωγής, βλέπει αλλιώς τα γεγονότα και τα πρόσωπα. Και απορεί που άλλοι κλείνουν τα μάτια σε πράματα που τον καθόρισαν πριν καν ακόμα γεννηθεί. Συνηθίζει να χωρίζει τα θέματά του σε κεφάλαια, ενίοτε σε κεφάλια, ενίοτε κεφαλαία.
Εδώ, με την πρώτη ματιά, βλέπουμε ότι ασχολείται με την ιστορία της πορνογραφίας. Βλέπουμε σε πρώτο-πρώτο πλάνο την επίδραση μιας θρυλικής ταινίας του είδους [Βαθύ λαρύγγι, 1972] στην κουλτούρα και την ιδιωτική ζωή της πατρίδας του. Μετά συνειδητοποιούμε ότι το θέμα είναι η ιδιωτικότητα του βίου και η κρίση που συνεπάγεται όταν αυτή δημοσιοποιείται χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Διαλέγει μια πιπεράτη ιδιωτική στιγμή μιας καλής δασκάλας και την αφήνει να γίνει βούκινο στη διαδικτυακή ζούγκλα, επαναληπτικά μάλιστα.
Η δημόσια εικόνα μιας διαβασμένης λειτουργού της δημόσιας παιδείας κινδυνεύει να αμαυρωθεί από την προσωπική της σεξουαλική ζωή που δημοσιοποιείται ακουσίως. Πρέπει τώρα να συνέλθει από το αρχικό σοκ, να περάσει από ιερά εξέταση γονέων [εξαίσια αντιπαραβολή!], να υπερασπιστεί ολομόναχη τα δικαιώματά της, τα βιώματά της και να... μετά τι; Να ξεστραβώσει γονείς και κηδεμόνες;
Όλοι αντιλαμβάνονται ότι αυτά είναι εφήμερα κι ότι ο ντόρος θα καταλαγιάσει αργά αλλά σταθερά. Όμως «δικάζεται» από φαρισαίους υποκριτές, επίλεκτα μέλη μιας αστικής κοινωνίας γεμάτης παθογένειες. Άνθρωποι-απάνθρωποι που κρύβονται στο δάκτυλό τους, αυτό με το οποίο δείχνουν την δακτυλοδεικτούμενη. Αυτοί που έχουν στραβώσει τα παιδιά τους με τις συμπεριφορές τους, τα στέλνουν κάθε μέρα στο σχολείο να τα ξεστραβώσει, να τα ισιώσει, ενώ εξακολουθούν να τα στραβώνουν πάλι κάθε που επιστρέφουν στο σπίτι.
Οι ιδιωτικές ιστορίες είναι κι αυτές Ιστορία. Ίσως όχι «επίσημη», αλλά δίνουν ένα κάποιο μέτρο για το πως γράφεται και λέγεται η επίσημη. Όποιος εκτίθεται πια παύει αυτοστιγμεί να ιδιωτεύει. Κι αν είναι βολικό να σκεφτούμε ότι η ιστορία αυτή δεν μας αφορά, ο Ζούντε μας στερεί αμέσως αυτήν την ευκολία. Η αναγωγή στην ελληνική κοινωνία και ακόμη χειρότερα η αναγωγή στη μονάδα [στο άτομό μας] φτιάχνει αυτόματα ένα προσωπικό θρίλερ σκηνοθετημένο εφιαλτικά μέσα στο κεφάλι μου. Άιντε και στα κεφαλάκια σας.
Κι έχετε κατά νουν το σχόλιο του Ροβήρου Μανθούλη: ιδιώτης ήταν βρισιά στην αρχαία Ελλάδα, ήταν αυτός που δεν ασχολούνταν με τα κοινά, idiot όπως λέμε σήμερα στ’ αγγλικά. Δάνειο γλωσσικό που διατήρησε την αρχική σημασία.
Βαθμός: εννιά [9]