Σινέ-MiC
Σαν την αγάπη (αυτής) της μάνας, δεν έχει... Του Παναγιώτη Αναστασόπουλου
Τω καιρώ εκείνω…
…για να δεις την πρεμιέρα του “Evil Dead” (1981) έπρεπε να περιμένεις περίπου ένα εξάμηνο από τότε που η ταινία θα άνοιγε στο εξωτερικό. Ουσιαστικά όμως, δε μπορούσες εύκολα να μάθεις ότι παίζεται νωρίτερα, κι έτσι δε σε πείραζε πολύ. Στις μέρες μας όμως, που μπορείς να ζήσεις τον πηγαιμό για την Ιθάκη της κάθε ταινίας, θα σε πείραζε. Γι’ αυτό, ως αποζημίωση για τη μακροχρόνια αυτή ηθική βλάβη, εδώ στα χώματα των προγόνων που δίδαξαν στην οικουμένη τη μίμηση της σπουδαίας και τελείας πράξεως, μπορέσαμε να δούμε το “Evil Dead Rise” μία ολόκληρη ημέρα νωρίτερα από τους «βαρβάρους» (έβαλα εισαγωγικά για να μη… συμπεριληφθεί η λέξη). Τώρα κάνω μια μικρή παύση, για να μου περάσει η ανατριχίλα της αποζημιωτικής συγκίνησης, αλλά και για να δώσω στον εαυτό μου χρόνο να θυμηθώ την άλλη ανατριχίλα -ξέρετε εσείς ποια- που σε κάνει να κοιτάς πίσω από τον ώμο σου. Γι’ αυτήν που θα μιλήσουμε παρακάτω.
Η χαρά του να είσαι κινηματογραφικά… politically incorrect
Ναι, ο αξιολάτρευτος χώρος του ευρύτερου (ακόμα και μεταφορικά εννοούμενου) φανταστικού κινηματογράφου ανέκαθεν αντιμετωπιζόταν από τους ειδικούς ως μίασμα (ούτε καν ως the turgid miasma of existence). Γιατί δηλαδή να πρέπει να ντραπώ, που πήγα στην πρώτη -μα πρώτη ακόμα και από πλευράς ώρας, όχι μόνο ημέρας- προβολή του “Evil Dead Rise”; Θα με ρωτήσεις τώρα: νιώθεις περήφανος; Σκύβω στο αυτί σου και σιγοψιθυρίζω ένα απλό «ναι». Ο έρωτας και ο βήχας, δεν κρύβονται. Αν και μέσα στην πανδημία, πολλοί προσπάθησαν να κρύψουν τον τελευταίο. Κι έτσι, φτάνουμε στη στιγμή που θα γράψω -με τα ελάχιστα δυνατά και αναπόφευκτα σπόιλερ- για τη νέα αυτή ποιοτικότατη ταινία. Αν κάποιος γέλασε, του προτείνω να μην κοιτάξει από το ματάκι της πόρτας του, γιατί θα δει μια επίσης χαμογελαστή, μα όχι και τόσο καλοπροαίρετη κυρία. Κι αν είναι πολύ βιαστικός, μπορεί να τη δει χωρίς να αφήσει τον υπολογιστή του, στο τρέιλερ της ταινίας. Μάλιστα, έχοντας αναφέρει τις περί ων ο λόγος ποιοτικές συντεταγμένες στο αφιέρωμα “The Evil Dead” (1981) vs “Evil Dead” (2013), κάθε περαιτέρω πρόλογος μοιάζει περιττός.
Καλά, πάλι Evil Dead; Δεν είχαμε τελειώσει με αυτό;
Ναι. Δηλαδή, όχι ακριβώς, αλλά… Το παίρνω αλλιώς: το “Evil Dead Rise” τυπικά δεν ανήκει στην ομπρέλα του “Evil Dead”, διότι υποτίθεται ότι είναι ένα νέο franchise (γιούπι, ουρά), μόνο που ουσιαστικά είναι franchise με τον αρχέγονο ορισμό του, όπως τον δίδαξαν οι ορεσίβιοι πρόγονοί μας. Αυτό διότι, όχι μόνο διαδραματίζεται στο ίδιο (ε, χμμμ) φανταστικό σύμπαν, αλλά και διότι έχει ως αφετηρία την ίδια ακριβώς σεναριακή βάση: τύπος βρίσκει καλά καταχωνιασμένη δαιμονική βίβλο και, παρά τα εμπόδια και τις προειδοποιήσεις, αποφασίζει (έχει μεταφυσική σημασία αυτό) να την ανοίξει.
Πες μου τον υπότιτλο, να σου πω τι είναι
“Mommy loves you to death”. Η μαμά σ’ αγαπά μέχρι θανάτου. Και ο νοών νοείτο… Ευτυχώς η δική μου μαμά δε με αγαπούσε τόσο παθιασμένα. Ουφ…
Λεβέντης ο σκηνοθέτης, έτσι; Σενάριο όμως έχει;
Μόνο λεβέντης ο αναθρεμμένος στην πατρίδα της Guinness Lee Cronin; Φονιάς σκέτος. Δεν καταλαβαίνει ούτε από πρωταγωνιστές ο τυπάς, άρα είναι δικός μας. Πολύ πιο ευρηματικός από την εποχή του “Ghost Train” και πολύ πιο ώριμος από το “The Hole in the Ground”. Ο κακεντρεχής αναγνώστης, για να μπαίνει σιγά - σιγά στο κλίμα της ταινίας, αναρωτιέται άμεσα: σιγά μην είναι καλύτερος κι απ’ τον Alexandre Aja… Μα, υποστήριξα εγώ κάτι τέτοιο; Ούτε καν Fede Alvarez δεν έχει γίνει ακόμα, δεν το συζητώ καν για Sam Raimi - λίγο σέβας, βρε παιδιά! Δεν ξέρω όμως τι θα απογίνει όταν μεγαλώσει, γιατί τα σημάδια είναι πραγματικά καλά ή, τουλάχιστον, καλύτερα από το σενάριο. Βέβαια, μη νομίσετε ότι ο επίσης σεναριογράφος λεβέντης μας δεν είχε έμπνευση. Απλά δεν έπρεπε να του ξεφύγουν κάποια κενά, που θα μπορούσε αβίαστα να είχε καλύψει. Για παράδειγμα, όταν καταρρέει μια οικοδομή και γενικά γίνεται χαμός, δεν είναι δυνατό να μην αντιλαμβάνονται τίποτα οι ένοικοι των παρακάτω ορόφων και να πάνε να φύγουν από το υπόγειο γκαράζ, το οποίο έχει μια τεράστια ρωγμή λόγω σεισμού. Καταραμένα σπόιλερ, δε με αφήνετε να συνεχίσω…
Το σενάριο ξεκινά με την αρρωστούλα κοπέλα του γκαράζ (όχι του αυστραλέζικου των ‘80s) που στο μεταξύ έχει πάει σε μια Cabin in the Woods με δύο φίλους. Γρήγορα όμως η δράση τηλεμεταφέρεται στο πρόσφατο παρελθόν, όπου ξανασμίγουν δύο παρεξηγημένες αδερφές, που αμφότερες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Σύντομα όμως συνειδητοποιούν ότι ήταν ευτυχισμένες και δεν το γνώριζαν, αφού τα πραγματικά δύσκολα μόλις έχουν έρθει. Η ιστορία επιβίωσης αυτή τη φορά δε διαδραματίζεται στην εξοχή, αλλά σε μια παλιά πολυκατοικία στο Λος Άντζελες, που κάποτε στέγαζε μια τράπεζα, της οποίας μία «θυρίδα» είχε κάπως ασυνήθιστο περιεχόμενο. Οι φανς του Mic.gr σίγουρα θα ενθουσιαστούν, όταν μάθουν πως τούτη τη φορά η επίκληση του κοιμισμένου κάτω από χιλιάδες σταυρουδάκια ξενιστή δε γίνεται με απαγγελία ή από μπομπινόφωνο, αλλά από δίσκους βινυλίου μαθητευόμενου dj. Φίλε Lee, σου βγάζω το καπέλο, χωρίς να σου πάρω το σκαλπ. Ουπς, δεν το έγραψα αυτό…
Προάγει τα ιδεώδη;
Για προσέξτε λίγο: η ταινία δεν έχει καμία σκηνή με γυμνό. Μόνο σε μια μακρινή λήψη φαίνεται κάτι ζωγραφισμένο σε ένα βιβλίο, αλλά δε νομίζω να μπορέσει κάποιος να το αντιληφθεί ως ερωτική αναφορά. Ακολουθεί υπόκλιση. Τι μας περάσατε; Σλασεράδες; Εδώ δεν έχει σκηνές με κοπέλες σε ντουζιέρες, ούτε καν όπως της Janet Leigh στο Ψυχώ. Πώς να το κάνουμε; Είμεθα ποιοτικοί και δε θέλουμε να μας βλέπουν επειδή δείχνουμε γάμπες. Παρακαλώ. Εντάξει, ακούγονται κάποιες κακές λεξούλες, αλλά τι περιμένατε κάτω από τέτοιες καταστάσεις; Απαγγελία Ομηρικών επών; Ούτε αλκοολικοί προβάλλονται, ούτε φανατικοί καπνιστές. Μέχρι και η καταστροφολόγος γιαγιά που δε χάνει ευκαιρία να κάνει παρατηρήσεις κουνώντας το δάχτυλο, δε θα βρει τίποτα να πει, ακόμα κι αν τελικά τη σκαπουλάρει από το εγκεφαλικό. Που δε νομίζω…
Από ηθοποιούς πώς πάμε;
Ανέλπιστα υπέροχα! Σιγά, μη με παρεξηγείτε. Έχοντας κατά νου την ανεπανάληπτη (ακολουθούσαν άλλα οχτακόσια κοσμητικά επίθετα που σκέφτηκα και ξεκίνησα να γράφω, αλλά υπαναχώρησα) ερμηνεία της πρώην αρχηγού της ποδοσφαιρικής ομάδας του γυμνασίου Jane Levy (Ευγενία, θα θέλατε να με παντρευτείτε;), όχι στο Don't Breathe, για το “Evil Dead” μιλάμε, όταν μπήκα στην αίθουσα κρατούσα μικρό καλάθι. Τελικά έφυγα με μεγάλο πανέρι, που χωρούσε όλα τα άπλυτα που αποφάσισα να μη βγάλω στη φόρα όσων είχαν προτείνει η ταινία να προβληθεί μόνο στο HBO Max. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο της μανούλας Ellie παίζει η Princess Aslaug του παλιού Vikings και καταξιωμένο μοντέλο Alyssa Sutherland, η οποία έχει προϋπηρεσία στο χώρο λόγω του Don't Look Up. Η ερμηνεία της είναι πολύ καλή, συχνά υπερκεράζει το έντονο μακιγιάζ και κατά καιρούς δίνει μια φρέσκια διάσταση στο πόσο πειστική μπορεί να γίνει η εικόνα του τρομακτικού, αν δεν υποκύπτει στα καθιερωμένα κλισέ και στις κατ’ επανάληψη ακρότητες. Αξίζει να μελετήστε τη στάση του σώματός της όταν μπαίνει στην κουζίνα και βγαίνει από τη μπανιέρα (είπαμε, ντυμένη, δε δείχνουμε εμείς προστυχιές…) και θα δείτε πόσο σημαντική μπορεί να αποβεί για μια τρομακτική σκηνή. Την ανυπότακτη αδερφή της Beth, κατά κάποιους guitar technician και κατ’ άλλους groupie, ερμηνεύει πειστικά η επιρρεπής στο φανταστικό κινηματογράφο Lily Sullivan, που κρατά το ρόλο με τις περισσότερες συναισθηματικές και μη εναλλαγές. Από τα τρία παιδιά μακράν καλύτερη αποδείχτηκε η μικρή κόρη Kassie, δηλαδή η εκφραστικότατη Nell Fisher, που χάνει το όσκαρ ερμηνείας από τη μαμά της. Αξιοπρεπώς στέκονται και τα αδερφάκια της στο έργο, η Gabrielle Echols (Bridget) και ο dj Morgan Davies (Danny), ο οποίος δε θα παίξει ποτέ ούτε στο Studio 54 ούτε στο CBGB. Εσείς σκεφτήκατε ότι δε θα επιβιώσει, εγώ δεν είπα κάτι τέτοιο. Άλλωστε, πώς θα έπαιζε αφού τα κλαμπ αυτά έχουν κλείσει;
Σωστά νομίζω πως η ταινία είναι κατάλληλη για τα παιδιά;
Βέβαια. Αρκεί να έχουν αποκοιμηθεί σε άλλη πόλη από εκεί που προβάλλεται. Εντάξει, έχει κάπως περισσότερο αίμα από το γενικό μέσο όρο, αλλά όχι τόσο όσο στο “Evil Dead” του 2013, άντε, δείχνει κι ένα μηχάνημα τατουάζ να πλησιάζει έναν βολβό (όχι από αυτούς για φύτεμα). Καλά όμως, εσείς μπατονέτες στ’ αυτιά δε βάζετε; Το ίδιο επικίνδυνο δεν είναι; Λοιπόν, ανακεφαλαιώνουμε: φυσικά και είναι μια τρομακτική ταινία, μόνο που δεν είναι με τίποτα όσο τρομακτική την περιμένει κάποιος που είναι εξοικειωμένος με το χώρο. Αν όμως μέχρι χτες έβλεπε τη Julie Andrews στο “Mary Poppins” (εδώ ξυπνούν τα προσωπικά μου φονικά ένστικτα) ή τη Reese Witherspoon στο “Legally Blonde”, τότε καλύτερα να μείνει με την άποψη ότι αληθινά τρομακτικές είναι οι αιματοβαμμένες γροθιές του Jason Statham. Μην κλονίζουμε έτσι αβασάνιστα εδραιωμένες πεποιθήσεις.
Κολλημένοι, rejoice!
Έχω καλά νέα για σας, τα οποία θα πω όσο πιο αινιγματικά γίνεται, για να αποφύγω τα (πολλά) σπόιλερ, αλλά να μπορούν να κατανοηθούν από τους έχοντες υποστηρίξει τις διατριβές τους στο πανεπιστήμιο του τρόμου.
Καταρχάς, ο σκηνοθέτης - σεναριογράφος έδειξε το δέοντα σεβασμό στο παρελθόν. Συμπεριέλαβε όλα τα κύρια χαρακτηριστικά του franchise (είπαμε ποιου), δίνοντας όμως μια νέα ανανεωτική πνοή αιθαλομίχλης, σε αντίθεση με τα μέχρι τώρα δεδομένα εξοχικά πεδία δράσης.
Και, ναι, η ταινία δεν έχει κινούμενη κάμερα. Δε σου βγάζει τα μάτια (δεν κρατιέμαι, τελικά) με ατελείωτα πλάνα χοροπηδηχτών κάμεραμεν, που αυξάνουν μεν τις πωλήσεις σε δραμαμίνες, αλλά συχνά είναι δηλωτικά μέσα της ακατανόητης από εσένα πλευράς της κινηματογραφικής κουλτούρας. Όμως έχει μια απολύτως ευπρόσδεκτη ελαφρώς διαφοροποιημένη επανάληψη της κλασικής σκηνής από την ταινία του 1981 με τη racing camera, που τρυπώνει στην πολυκατοικία και φτάνει στο ασανσέρ.
Ο πρώην κοιμισμένος δαίμων (πολύ μακρινός ίσως εξάδελφος εκείνου του τυπογραφείου) εμφανίζεται με μία αναπάντεχη και πρωτότυπη μορφή, ίσως εμπνευσμένη από τα Re-Animator και From Beyond, με κάποιες πινελιές από το καλύτερο έβερ Alien, δηλαδή το πρώτο (φτάνουν πια οι προδότες που δίνουν την πρωτιά στο δεύτερο).
Το οπλοστάσιο της ταινίας περιλαμβάνει κάποια αυτοσχέδια όπλα, που δε θα βρείτε στο νόμο περί οπλοκατοχής - οπλοχρησίας. Άρα, νόμιμα.
Ναι, υπάρχει κι εδώ μακάβριο και κάποιες φορές ξεκαρδιστικό χιούμορ με άλλο βολβό που τη δόξα του τένις εζήλεψε, με έναν τρίφτη που ξέφυγε από τα χέρια του Πετρετζίκη, με ένα αδέσποτο ψαλίδι, με ένα αποπροσανατολισμένο drone και με ένα φαγώσιμο ποτήρι. Η εφευρετικότητα δεν έχει όρια. Jason Lives.
Κανείς δεν έχει ασυλία. Αν όμως είσαι ροκ μη φοβάσαι, αλλά αν είσαι παιδί, ηλικιωμένος ή ζώο, δε μπορείς αυτόματα να είσαι στην απέξω. Τέρμα τα ρατσιστικά που ξέρατε.
Κολλημένοι, μη στενοχωριέστε
Πράγματι, η ταινία δε σε υποβάλλει με κλειστοφοβικές σκηνές όσο θα περίμενες, προτιμώντας την ανοιχτή κάμερα με μη ευρυγώνιες λήψεις, που τελικά μοιάζουν να δικαιώνουν το σκηνοθέτη, όχι όμως κάποιες από τις προσδοκίες μας. Χάθηκε να δείξει λίγο περισσότερο φωταγωγό, βρε αδερφέ;
Τι ξέραμε μέχρι σήμερα; (πάμε όλοι μαζί;) Ότι οι Deadites δεν είναι zombies. Σωστό, δε λέω. Μόνο που στην ταινία αυτή μου τα θύμισαν περισσότερο. Ειλικρινά, δεν ξέρω γιατί, αλλά ήθελα να το γράψω. Κύριε Cronin: δε μπορεί να σκοτώνονται τόσο εύκολα. Σιγά - σιγά θα τους δούμε να περπατάνε αργά με τα χέρια στην πρόταση και να κάνουν γυμναστικές επιδείξεις. Για ξαναδείτε το παρακαλώ στην επόμενη ταινία.
Υπάρχουν πολλές ωραίες σκηνές σε ανελκυστήρα, αλλά μία από αυτές είναι αντιγραφή εκείνης του, κατά τον Stephen King, αποκηρυγμένου Shining του Stanley Kubrick. Καλά, νόμισες ότι δε θα το προσέχαμε, αγαπητέ Lee; Δε λέω όμως, καλή ήταν.
Τα τρέιλερ και τα συναφή είναι περισσότερο από ό,τι θα έπρεπε περιεκτικά, αλλά δεν πειράζει (και πάρα πολύ).
Τι λες, να το δω τελικά;
Άλλη ερώτηση;