Σινε-MiC
Ο σκηνοθέτης που έχει πάρει την σύγχρονη ευρωπαϊκή οικογένεια και την έχει κάνει κομματάκια. Με κάθε τρόπο. Τώρα και με κωμικό (σχεδόν)... Του Κώστα Καρδερίνη
Η κρυφή γοητεία της παρακμιακής μπουρζουαζίας
Η δήλωση του Jean-Louis Trintignant ότι ο Χάνεκε είναι ο σπουδαιότερος εν ζωή σκηνοθέτης κι ότι ευχαρίστως θα παίξει σε οποιαδήποτε επόμενη ταινία του, μικρό ή μεγάλο ρόλο, είναι μια ακόμη απόδειξη του γεγονότος ότι ο παλαίμαχος ηθοποιός επιστρέφει μόνο μέσα από αυτές τις ταινίες. Στην Λευκή Κορδέλα [2009] είχε ντουμπλάρει τη φωνή του αφηγητή στη γαλλική έκδοση. Στην Αγάπη [2012] ήταν ο δράστης πρωταγωνιστής δίπλα στην αλησμόνητη Emmanuelle Riva. Εδώ πια, το εν ζωή τρίο της Αγάπης, Τρεντινιάν, Χάνεκε και Ιζαμπέλ Ιπέρ, αποτίνει φόρο τιμής στη μεγάλη ηθοποιό, η οποία μας άφησε φέτος τον Ιανουάριο λίγο πριν κλείσει τα 90.
Σεναριακά θα λέγαμε ότι ο αυστριακός σκηνοθέτης υπεισέρχεται στα χωράφια του Κλοντ Σαμπρόλ. Η μπουρζουάδική οικογένεια Λοράν έχει πάρει την κάτω βόλτα σε όλα τα επίπεδα. Ο παππούς Ζορζ [Τρεντινιάν σε μεγάλα κέφια] θέλει να αποχωρήσει αλλά δεν τον αφήνουνε οι ατυχίες. Ο μεγαλογιατρός γιος Τομά [Mathieu Kassovitz] έχει δυο γάμους στο ενεργητικό του, δυο παιδιά και μια σχέση εκτός πλαισίου με καλλιτέχνιδα της μουσικής [Hille Perl]. Η κόρη Αν [Huppert] αρραβωνιάζεται με έναν τύπο [Toby Jones] προς το συμφέρον όπως αποδεικνύεται της οικογενειακής επιχείρησης, η οποία πάει για φούντο. Ο γιος της από τον πρώτο της γάμο, Πιέρ [Franz Rogowski], είναι παντοιοτρόπως λούζερ και αντιδραστικό στοιχείο των μεθοδεύσεων της μαμάς.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει το τρυφερό βλαστάρι της οικογενείας, η κόρη του Τομά από τον πρώτο του γάμο. Η ταινία ξεκινάει ανορθόδοξα με αυτήν να καταγράφει στο κινητό της το ενορχηστρωμένο «χάπι εντ» της μαμάς της. Φυσιογνωμικά η εγγονή Εβ [Fantine Harduin] βρίσκεται μεταξύ Μαριόν Κοτιγιάρ και Μπρουκ Σιλντς, με μαλλί αλά Τζόντι Φόστερ. Η αναγκαστική[;] εισβολή της στον οίκο των Λοράν θα πυροδοτήσει εξτρά μηχανισμούς αμφίδρομων αντιδράσεων.
Η κριτική του Χάνεκε εστιάζει στο πατροπαράδοτο οικογενειακό έλλειμα, στην υπέρμετρη κακότροπη χρήση της έξυπνης τεχνολογίας, στη διογκούμενη αποξένωση, στη μεγαλοαστική κατάθλιψη, στον επιχειρηματικό μακιαβελισμό, ακόμη και στο θέμα των μεταναστών που κατακλύζουν το λιμάνι του Καλαί στο οποίο είναι τεχνηέντως τοποθετημένη η ζωή της οικογένειας. Εμμέσως βάλλει και εναντίον των σύγχρονων φετίχ – αρκεί να παρατηρήσετε με τι είδους κινητό τραβάει η μικρή στην αρχή και ποια τεχνολογία ενστερνίζεται στο τέλος.
Πρόκειται ίσως για την πιο βατή ταινία του Χάνεκε, την πιο ευπρόσληπτη, την πιο απολαυστική, ως ένα διάλειμμα γεμάτο ειρωνεία και σαρκασμό για τον κόσμο που μας κουμαντάρει ενόσω βουλιάζει και διαλύεται.
Βαθμός: επτάμισο [7,5]