Σινε-Mic
"Μεγάλη η αναμονή (κι ας προστέθηκε μόνο στην ελληνική μετάφραση), μεγάλη και η ανατριχίλα. Με τη σιωπή και με το βλέμμα της Ζυλιέτ Μπινός". Του Κώστα Γ. Καρδερίνη
Ο άνθρωπος μέσα στη θλίψη του γραπώνεται μερικές φορές από γήινα πράγματα κι άλλες πάλι αναζητά αποκούμπι στη μεταφυσική των πραγμάτων. Η τέλεια αυθυποβολή και η ιδανική διαδρομή βρίσκεται κάπου ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα, σαν ένας φιδίσιος ανηφορικός δρόμος, μας λέει/δείχνει μιας εξ αρχής ο σκηνοθέτης Πιέρο Μεσίνα, μαθητής του Paolo Sorrentino [Η τέλεια ομορφιά, Εκεί που χτυπά η καρδιά μου].
Πανέμορφη και επιβλητική ανοιξιάτικη φύση [που ξυπνάει] περιβάλλει το αρχοντικό της Άννας [Juliette Binoche] στην ενδοχώρα της Σικελίας. Διανύουμε την Εβδομάδα των Παθών και το σπίτι της βρίσκεται σε πένθος, τα παράθυρα είν' κλειστά κι οι καθρέφτες καλυμμένοι. Μέσα σ' αυτό το βαρύ κλίμα καταφθάνει η νεαρά Ζαν [Lou de Laage], μνηστή του γιου της Άννας, η οποία βιώνει με υποβλητικό τρόπο τη σιωπή και τη θλιμμένη διάθεση της οικοδέσποινας. Αμφότερες φαίνεται ότι περιμένουν την άφιξη του μονάκριβου υιού ενώ το παρακείμενο χωριό ετοιμάζεται για τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος της Παναγίας κλαίουσας και δεομένης.
Η Άννα-μάνα βρίσκει στο πρόσωπο της Ζαν έναν απεσταλμένο άγγελο, έναν αγγελιαφόρο του απόντος γιου της. Η κόρη Ζαν νιώθει ότι εξιλεώνεται απέναντι στον αγαπημένο της πλησιάζοντας την μητέρα του, πρέσβειρα καλής θελήσεως, η οποία θα δεηθεί στην κατάλληλη στιγμή υπέρ της συγχωρέσεώς της. Ανάμεσά τους ένα κινητό, ένας οικονόμος ντόπιος σικελός και δυο περαστικοί νεαροί. Στα ενδιάμεσα κυριαρχεί η μητέρα Φύση με την καθαρτήρια λίμνη και στο υπόβαθρο υποφώσκουν οι ακολουθίες του Μυστικού Δείπνου, με κορωνίδες το Τρισάγιον του Arvo Part και το Waiting for the Miracle του Leonard Cohen.
Η Μεγάλη Αναμονή -ω! του θαύματος- βρίθει συμβολισμών, παύσεων και σορεντίνιων αναφορών, καλοχωνεμένων όμως και σερβιρισμένων με μαγειρική τέχνη. Η Μπινός είναι θεϊκή και αποκαλυπτική, η δε Λου ντε Λαζ κάνει σπουδαίο βήμα προς την ενηλικίωσή της ως ηθοποιού και ως ρόλου. Όχι μόνον αποφεύγει σκοπέλους και υφάλους που θα μπορούσαν να βυθίσουν άμεσα το σκάφος, αλλά κινείται με έξοχους ελιγμούς στα όρια των συναισθημάτων και των αισθήσεων, πρεσβεύοντας ότι "το αγαθόν μεν εύκτητον, το δε δεινόν ευεκαρτέρητον". Το "άφοβον" και το "ανύποπτον" εξυπακούονται.
Βαθμός: επτάμισο [7,5]