Σινε-MiC
Αυτές τις ημέρες έχει ουρές στα σινεμά για αυτή την ταινία. Στην προκειμένη περίπτωση ο κόσμος έχει δίκιο. Συμφωνεί και ο Κώστας Καρδερίνης
Οι μυθοπλασίες που ενδιαφέρουν τον πολλαπλά καταξιωμένο Κόρε-έντα είχαν πάντα στη σύνθεσή τους ένα ή περισσότερα παιδιά.
Στο Μαμπορόζι [=ψευδαίσθηση, 1995] ένα ορφανό παιδί «μεταναστεύει» από την πόλη σ’ ένα ψαροχώρι, μεταξύ ορατού και αοράτου. Στην Μετά θάνατον ζωή [1998] ένα κοριτσόπουλο απαρνιέται την Ντίσνεϊλαντ για μια άλλη πιο ισχυρή αιώνια ανάμνηση. Στο αριστουργηματικό Κανείς δεν ξέρει [2004] ο 12χρονος Ακίρα πρέπει να φροντίσει τα μικρότερα αδέρφια του σ’ ένα διαμέρισμα χωρίς να ξέρει πότε κι αν θα γυρίσει η μαμά τους.
Στο οικογενειακό Είμαστε ακόμη όρθιοι [2008] δυο γενιές παιδιών μοιράζονται καλά κρυμμένα μυστικά κι ενηλικιώνονται μ’ αυτά. Εύχομαι... [2011] λέει ο μικρός Κοΐτσι και παρασέρνει μια ομάδα επτά ομηλίκων εκεί που συναντιούνται δυο τρένα-βολίδες για δει και πάλι την οικογένειά του ενωμένη. Πατέρας και γιος [2013] επί δύο, αλλάζουν ρόλους καθώς οι ζωές τους αντιθετοαναστρέφονται. Η μικρή μας αδελφή [2015] είναι δεκατριών κι είναι καταλύτης στο σπίτι της γιαγιάς. Μετά τη θύελλα [2016] μιας καλοκαιρινής νύχτας οι δεσμοί πατέρα γιου σφυρηλατούνται ξανά.
Φέτος είδαμε Το τρίτο έγκλημα [2017] όπου ένας ενοχικός πατέρας θυσιάζεται για να σώσει την κόρη ενός άλλου, πιο ανάξιου απ’ αυτόν. Αλλά και στις ταινίες που δεν ανέφερα ή που δεν έγιναν ακόμη [Απόσταση, Χάνα, Φουσκωτή κούκλα, Η αλήθεια], η παιδικότητα παίζει ρόλο σημαντικό και ουχί παρασκηνιακό.
Εδώ λοιπόν, στους Κλέφτες καταστημάτων, οικογένεια και παιδικότητα επαναπροσδιορίζονται στη βάση των «μοντέρνων» αξιών και του σύγχρονου τρόπου ζωής μιας μεγαλούπολης. Σ’ ένα παρακατιανό προάστιο αυτής ζει μια πολύτεκνη φαμίλια με δεσμούς αίματος κι ακόμη ισχυρότερους. Επιστρέφοντας από μια εξόρμηση βρίσκουν σ’ ένα παγερό μπαλκόνι ένα κοριτσάκι μπλαβό να μυξοκλαίει και το περιμαζεύουν. Παρά τις όποιες αρχικές αντιρρήσεις και τους λιγοστούς πόρους γίνεται μέλος της οικογενειακής «επιχείρησης» η οποία κλέβει μαγαζιά για να εξασφαλίζει τα προς το ζην.
Το νέο μέλος της οικογένειας θα φέρει κάποια αναστάτωση που θα ωθήσει τις σχέσεις των υπολοίπων στα όριά τους. Η έμμεση αυτή «υιοθεσία» δεν νομιμοποιείται από το σύστημα κι ο νόμος συνήθως κυνηγάει αυτόν που εφαρμόζει τον δικό του ηθικό κανόνα κι όχι αυτόν που «έχει δικαίωμα» να αμελεί επανειλημμένα. Η αμφισβήτηση της θεσμοθετημένης ηθικής από τους απόκληρους και η ηθική της πλάγιας ένταξης σ’ έναν κόσμο που συνεχίζει υποκριτικά σα να μην υπάρχει πρόβλημα, είναι υπό συνεχή διαπραγμάτευση στην ταινία.
Ο Κόρε-έντα εστιάζει όλο και πιο στενάχωρα στην επικούρεια ηθική της επιβίωσης [δι’ αλλήλων σώζεσθαι] και την αντιπαραβάλλει με το κλασικό χρεωκοπημένο μοντέλο της επιβολής ρόλων. Εξάλλου το συστημικό παιχνίδι στεγανών ρόλων φαίνεται να τον απασχολεί έντονα και επικριτικά σε όλες του τις δουλειές. Η υπέρβαση των συμβατικών ορίων κάθε εμβληματικού μυθοπλαστικού χαρακτήρα είναι η προϋπόθεση-έκπληξη για να σχολιάσει την μετάλλαξη που έχουν υποστεί οι παραδοσιακές αξίες και οι θεσμοί που τις στηρίζουν. Ο καθένας που συλλογάται ελεύθερα μπορεί να κρίνει αν το σύστημα κανόνων χωλαίνει και αν είναι ανεπαρκές όταν οι καταστάσεις οδηγούν στα [όποια] άκρα.
Από την άποψη αυτή, το σινεμά του Κόρε-έντα συναντά το όραμα και το κοινωνικό συμβόλαιο του Ζαν-Ζακ Ρουσώ, του Μάικ Λη και του Κεν Λόουτς. Στο φόντο των προβληματισμών του υποφώσκει η άσια-τζαζ επένδυση του διανοούμενου Haruomi Hosono, κάποτε μέλους των Yellow Magic Orchestra.
Βαθμός: εννέα μισό [9,5]