Σινέ-MiC
Αν και ο τίτλος της στήλης θα πρέπει να αλλάξει σε ΤιΒί-MiC. Εκεί κάνει πρεμιέρα η βραβευμένη αυτή ταινία, ένα φιλόδοξο ελληνοκυπριακό αστικό western που ακροβατεί στην... πράσινη γραμμή. Του Κώστα Καρδερίνη
Περιπέτεια χολιγουντιανού τύπου θα μπορούσε κάποιος θετικά να χαρακτηρίσει την ταινία ετούτη, φορτωμένη με βραβεία: τέσσερα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης [TiFF] μεταξύ αυτών και των ενώσεων κριτικών [FIPRESCI, ΠΕΚΚ] και το καλύτερης ταινίας στο ανάλογο Φεστιβάλ του Λος Άντζελες [LAGFF]. Η πρώτη ελληνική ταινία που πραγματοποιεί παγκόσμια ψηφιακή πρεμιέρα ελέω κεκλεισμένων αιθουσών.
Το σπίτι μιας τυπικής ελληνοκυπριακής οικογένειας εφάπτεται της Πράσινης Γραμμής της [μοναδικής παγκοσμίως ακόμα] διηρημένης Λευκωσίας, σπίτι το οποίο κινδυνεύει να απαλλοτριωθεί λόγω κόκκινου δανείου και «δυναμικής» ρευστοποίησης [τρε sic και πολύ επίκαιρο]. Ο πάτερ φαμίλιας αυτής [Κων/νος Μαρκουλάκης] καλείται να επιστρατεύσει όλη του τη φαντασία και όλη του την απελπισία προκείμενου να το σώσει πάση θυσία. Μη βιάζεστε να κουνήσετε επιτιμητικά το κεφάλι γιατί θα βρεθείτε προ πολλών ευχάριστων εκπλήξεων και απρόσμενων εξελίξεων.
Μέγα ατού αυτού του και χαρακτηρισμένου ως «αστικού γουέστερν» είναι το σενάριο που υπογράφει ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Σενάριο δαιδαλώδες που βρίθει σύγχρονων αδιεξόδων, συμπληγάδων, λαμιών, σκυλλών και χαρύβδεων. Σενάριο όμως που διαθέτει επάλληλες ρωγμές και χαραμάδες οι οποίες εμφανίζονται από μηχανής στα κρίσιμα σημεία και εντείνουν το σασπένς και προχωράνε την ιστορία λίγο παρακάτω και λίγο παραμέσα και λίγο παραλίγο. Κι όπως κάθε τίμιος Χίτσκοκ που σέβεται το κοινό του, ο Σταύρος Παμπαλλής υφαίνει σταδιακά και αριστοτεχνικά τον ιστό του, κλείνει διαρκώς πονηρά το ένα μάτι και μας αφήνει να αποφασίσουμε αν πιαστήκαμε στα βρόχια του ή αν σηκώνουμε λίγους ακόμα ελιγμούς για να εγκλωβιστούμε έτι περεταίρω.
Δεν είναι τυχαίο που καταφέρνει να συνδυάσει και να συγκεράσει την τραυματική ιστορία του νησιού με την προσωπική μνήμη και τη μεταμοντέρνα δράση. Ούτε είναι τυχαίο το όνομα της οδού που παραπέμπει στην πολυπόθητη ελευθερία, έννοια που επικαλείται και δοκιμάζεται εκ νέου στις μέρες μας, μπολιάζοντάς μας εναλλάξ με μηνιαίες δόσεις ελπίδας και απόγνωσης. Εξάλλου ως σεναριογράφος ο Παμπαλλής έχει καταθέσει διαπιστευτήρια [Το αγόρι στη γέφυρα, Turbulence] και αναμένονται, συναρπαστικές εικάζω, οι επόμενες κινήσεις του [Rift, The First Cypriot Astronaut]. Από τους τίτλους αυτούς καταλαβαίνουμε αμέσως ότι δεν του λείπει το χιούμορ, χιούμορ που τόσο έχουμε ανάγκη «μια βραδιά στο λούκι».
Πέραν του Μαρκουλάκη, που καταφέρνει να είναι πολύ πειστικός, την παράσταση κλέβει ο θεσσαλονικεύς Ακύλλας Καραζήσης. Δεύτερος ρόλος μεν, ταξίστας-καταλύτης δε, ακούει σκληρές ροκιές και μεταλλιές κι έχει αναρτημένο παοκτζήδικο σημαιάκι στο εντός μπροστινό καθρεφτάκι. Μετανάσταση τώρα και βενσερέμος!