Σινέ-MiC
Από τον Μίμη Φωτόπουλο στον... Σονγκ Κανγκ-χο, εκλεκτικές συγγένειες μεταξύ άλλων εποχών και άλλων πολιτισμών. Του Κώστα Καρδερίνη
Όπως έχω ξαναγράψει, η θεματική των ταινιών του Κόρε-έντα κινείται στη σφαίρα της ξανακερδισμένης παιδικότητας και της παρένθετης στοργής, συναισθήματα και καταστάσεις που τα θέλει να φωλιάζουν κυρίως μέσα σε «ανορθόδοξες οικογένειες» εκτός συγγενικών δεσμών και αρκετές φορές εκτός νόμου. Οι ιστορίες που διηγείται είναι καλογραμμένες και καλοφτιαγμένες, γοητευτικά εξωφρενικές, τραμπαλίζουν το δράμα με στοιχεία κωμωδίας και μας ωθούν να δούμε τα πράγματα από διαφορετικές οπτικές γωνίες, χωρίς μεροληψία και με δέουσα συμπάθεια προς τους χαρακτήρες.
Ο θεσμός των βρεφοδόχων στην Κορέα, ειδικοί κάδοι όπου μπορεί κάποιος αναξιοπαθής γονιός να εγκαταλείψει το νεογέννητό του, φαίνεται ότι κινητοποίησε παράλληλους παράνομους μηχανισμούς διακίνησης και συνάμα κέντρισε το ενδιαφέρον του σκηνοθέτη να διαχειριστεί μια ακόμη ιδιαίτερη ιστορία αφοσίωσης και αγάπης, σε μια χώρα άλλη από τη δική του. Τολμηρό εγχείρημα και τολμηρή διαπραγμάτευση, με αρκετές συναισθηματικές εναλλαγές και πολυεπίπεδο σενάριο. Με σκαμπανεβάσματα και λοξοκοιτάγματα.
Μου έφερε στο μυαλό μια πολύ παλιά ελληνική ταινία με τον Μίμη Φωτόπουλο σε ρόλο "παραμάνας" [Νταντά με το ζόρι, 1959] η οποία πραγματεύεται με ιδιαίτερο κέφι ανάλογη ιστορία σε μεταπολεμική εποχή φτώχειας και ανέχειας. Οι ομοιότητες δεν σταματούν εδώ: ταινίες δρόμου και οι δυο, εξω-οικογενειακές περιπέτειες, διφορούμενα ηθικά ζητήματα, διλήμματα μετάβασης σε νέα εποχή από ανθρώπους πιο ανοιχτόμυαλους και ουμανιστές. Εντάξει, υπάρχουν και διαφορές, κυρίως ως προς το πώς βλέπουν οι δυο σκηνοθέτες την παραβατικότητα και το αίσιο τέλος και ποιο νόημα προσδίνουν σε αυτό, τηρουμένων των αναλογιών πάντα.
Ο Στέλιος Ζωγραφάκης κάνει ντεμπούτο τότε, έχοντας διαθέσιμο και ευδιάθετο έναν σπουδαίο πολυτάλαντο ηθοποιό [Φωτόπουλος]. Όμως κι ο πολύπειρος Κόρε-έντα έχει την ίδια ευτυχία, να διαθέτει στον βασικό ρόλο έναν επίσης σπουδαίο ηθοποιό του κορεάτικου κινηματογράφου, πολλών αστέρων.
Ο Σονγκ Κανγκ-χο [Song Kang-ho], περί ου ο λόγος, έχει συνεργαστεί με την αφρόκρεμα των σκηνοθετών της χώρας του: Χονγκ Σανγκ-σου [Τη μέρα που ένα γουρούνι έπεσε στο πηγάδι], Λι Τσαν-ντονγκ [Πράσινο ψάρι, Κρυφή ηλιαχτίδα], Κιμ Τζι-γουν [Μια ήσυχη οικογένεια, Στημένος βασιλιάς, Ο καλός ο κακός κι ο παράξενος, The Age of Shadows, Cobweb], Παρκ Τσαν-γουκ [Joint Security Area, Η τελευταία εκδίκηση, Η εκδίκηση μιας κυρίας, Δίψα], Μπονγκ Τζουν-χο [Μνήμες εγκλήματος / Μνήμες φόνων, Ο ξενιστής / Ο επισκέπτης, Snowpiercer: Ο φονικός παγετώνας, Παράσιτα].
Βέβαια, το Τυχερό αστέρι δεν είναι ούτε Κλέφτες καταστημάτων ούτε Παράσιτα. Φλερτάρει με την Little Miss Sunshine, αλλά πηγαίνει το οδοιπορικό σε ατραπούς πιο δύσβατες και πιο κακοτράχαλες από ότι το ανεξάρτητο αμερικάνικο ξαδελφάκι του. Όμως παραμένει μια γοητευτική αινιγματική ταινία δρόμου μιας άλλης, από τη δική μας, κουλτούρας, καταφέρνοντας να αποσπάσει καλές και απολαυστικές ερμηνείες από ηλικιακά ευρεία γκάμα ηθοποιών, με ταπεινότητα, γλυκύτητα και λεπτές ισορροπίες. Καταφέρνει να υποστηρίξει τα διλήμματα που θέτει κι ας τα μπουρδουκλώνει μεταξύ τους. Δεν στέκεται κριτικά ούτε επικριτικά κι αυτό δίνει πόντους στο δαιδαλώδες τέλος.