Σινέ-MiC
Μαθήματα σινεμά, επιμονής κι ανταρσίας στο πορτραίτο μιας σπουδαίας κυρίας. Του Κώστα Καρδερίνη
Θυμάμαι ακόμη με πολλή συγκίνηση την έκπληξη που νιώσαμε όταν είδαμε στο σινέ Ναυαρίνο την πρώτη ταινία της Κάμπιον, Ένας άγγελος στο τραπέζι μου [1990], διάρκειας δύο ωρών και τριανταοχτώ λεπτών. Χορταστική κι επεισοδιακή. Ήταν διπλή συγκίνηση, πρώτον λόγω περιεχομένου και θέματος και δεύτερον λόγω αδημονίας. Η προβολή της είχε αρχικά προγραμματιστεί στην κρατική τηλεόραση. Χαρήκαμε. Στρωθήκαμε να τη δούμε λοιπόν, φάγαμε στη μάπα τις διαφημίσεις και, την ώρα που ήταν ν’ αρχίσει η ταινία, εμφανίστηκε καρτέλα που έλεγε ότι αναβάλλεται για τεχνικούς λόγους. Την ίδια εκείνη εβδομάδα βγήκε εσπευσμένα στις αίθουσες ενώ πριν δίσταζαν οι διανομείς της. Τυχαίο ή μοιραίο;
Τρία χρόνια μετά ήρθε ένα δεύτερο μεγαλύτερο σοκ με τα εξωτικά Μαθήματα πιάνου [1993] και την περίφημη τρύπα στο χοντρό αδιάφανο καλσόν της Χόλι Χάντερ. Τα τρία Όσκαρ της ταινίας [οι δυο πρωταγωνίστριες και το σενάριό της] μας φάνηκαν λίγα αλλά ήταν μια σημαντική αρχή για να πέσει το ανδρόκαστρο του Χόλυγουντ. Μεσολάβησαν αρκετές ακόμη σκηνοθεσίες [Το πορτραίτο μιας κυρίας, Ιερός καπνός, Η σκοτεινή πλευρά του πάθους, Το μυστικό της λίμνης] μέχρι που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και Η εξουσία του σκύλου [2021] της χάρισε το Όσκαρ σκηνοθεσίας. Ήταν η πέμπτη γυναίκα που το κατάφερε ιστορικά, έναντι τριακοσίων ανδρών, όπως δήλωσε η ίδια χαρακτηριστικά.
Τι κρύβει όμως πίσω της αυτή η 40χρονη νικηφόρα διαδρομή στα φεστιβάλ και τις κινηματογραφικές αίθουσες; Ποιες και πόσο σημαντικές θυσίες, πόσα δάκρυα, πόσο πείσμα, πόση επιμονή και πόσες ανταρσίες; Η έμπειρη Ζυλί Μπερτουτσελί [Όταν έφυγε ο Οτάρ, Το δέντρο που ψιθύριζε] αναλαμβάνει να μας το δείξει με τρόπο γλαφυρό και εξομολογητικό, μαζί με τα μενταγιόν και τις καρφίτσες, τα φετίχ της Τζέιν. Ταυτόχρονα η αναδρομή αυτή είναι μια ευκαιρία απολογισμού, καταμέτρησης ουλών και ενατένισης περί των επόμενων ανταρσιών. Και για τους σινεφίλ είναι πρώτης τάξης ευκαιρία να επανεκτιμήσουμε το έργο της Κάμπιον βλέποντάς το συνολικά.
Είναι εντυπωσιακή η διαχείριση που έκανε η σκηνοθέτις στο αρχειακό υλικό του πορτραίτου αυτής της μεγάλης κυρίας του σινεμά. Ταξιδεύουμε, συνομιλούμε, μελαγχολούμε, ακούμε/παρατηρούμε τους πρωταγωνιστές εκτός πλαισίου, ξανακούμε διάσημες μουσικές [ο Νάιμαν αξεπέραστος], «ξαναζούμε» άγριες χαρές και δύσκολες στιγμές, εκτιμούμε πόσο μεγάλο, χρονοβόρο, σαρκοβόρο και δύσκολο ήταν το άλμα από τα Μαθήματα πιάνου μέχρι την υπέρβαση στην Εξουσία του σκύλου. Και στο τέλος χαλαρώνουμε πια με το σαξόφωνο του Olivier Goinard και το μουσικό θέμα The cinema woman.
Σπουδαίο πορτραίτο, άξιο θέασης και πολλών κινηματογραφοφιλικών συζητήσεων.