Swing Kids (1993)
Παραμονές του Δευτέρου Παγκόσμιου Πολέμου, στο Αμβούργο και στο Βερολίνο, κάποιοι νεαροί αντικαθεστωτικοί έκαναν τη δική τους αντίσταση στο ναζισμό με όπλο το swing. Άκουγαν swing σε ημι-παράνομα μπαρ και αίθουσες χορού, και χόρευαν έξαλλα προσπαθώντας να ξεχάσουν τη φρίκη των εικόνων που τους παραμόνευαν καθημερινά. Ήταν από 14 έως 18 ετών, μαθητές και μαθήτριες γυμνασίου της μεσαίας τάξης, και ονομάζονταν Swing Judend, η Νεολαία του Swing, παρωδώντας τις διάφορες ομάδες της Νεολαίας των Εθνικοσοσιαλιστών. Αυτό δεν είναι προϊόν μυθοπλασίας, ήταν αληθινό γεγονός το οποίο απαθανάτισε στον κινηματογράφο η ταινία Swing Kids.
Η ταινία εκτυλίσσεται το 1939 στο Αμβούργο, κι ένας από τους ήρωες, ο Πέτερ, γιος ενός βιολονίστα που πέθανε κατά την ανάκρισή του στα χέρια των ναζί, συχνάζει σ' ένα δισκάδικο, το οποίο πουλάει και μουσικά όργανα και γραμμόφωνα. Καθώς ακούει κλεισμένος στην καμπίνα ακροάσεων ένα τρίο για πιάνο, βιολί και τσέλο του Μπετόβεν (στο οποίο παίζει βιολί ο πατέρας του), βλέπει μια ξανθιά και χαριτωμένη κοπέλα, την Έβι, να ψάχνει τους δίσκους της jazz. Σπεύδει να τη βοηθήσει και κάνει επίδειξη των γνώσεών του. Η κοπέλα έχει διαλέξει το "Bugle Call Rag", και ο Πέτερ της εξηγεί ότι ο δίσκος είναι του Benny Goodman, παρότι το όνομά του δεν αναφέρεται στην ετικέτα. Ο Goodman είναι εβραίος, κι επειδή οι αρχές θα απαγόρευαν τους δίσκους του, στις ετικέτες αναγράφεται το όνομα του Gene Krupa. Συμπληρώνει ότι το ίδιο συμβαίνει με τους δίσκους του Count Basie, επειδή είναι μαύρος, και πολλών άλλων μουσικών της jazz, για παρόμοιους λόγους.
Στη συνέχεια, μπαίνουν μαζί στην καμπίνα ακρόασης και ο Πέτερ ενθουσιασμένος αναγνωρίζει τον κάθε σολίστα καθώς μπαίνει στο κομμάτι (ο Bunny Berigan στην τρομπέτα!), και ενθουσιασμένος, της κάνει μια μικρή επίδειξη των χορευτικών του ικανοτήτων, ξεσπώντας σ' ένα έξαλλο swing. Ο ιδιοκτήτης του δισκάδικου τον επαναφέρει στη τάξη κι αναρωτιέται γιατί έχει στοκάρει δίσκους swing, αφού κανείς δεν τους αγοράζει.
Το αστραφτερό γραμμόφωνο με το βαρύ βραχίονα ακουμπάει απαλά πάνω στους χοντρούς μαύρους δίσκους των 78 στροφών. Οι δίσκοι δεν έχουν εξώφυλλα με φωτογραφίες, παρά μόνο το χοντρό χάρτινο εσώφυλλο με το όνομα της εταιρείας: Columbia, Polydor, Blue Bird και RCA Victor.