Σύρριζα [Jarhead, ΗΠΑ, 2005] του Sam Mendes
Jarheads αποκαλούν εαυτούς οι αμερικανοί πεζοναύτες, με κάποια δόση αυτογνωσίας ομολογουμένως. Μην ακούτε αυτούς που λεν ότι δε σημαίνει τίποτε. Επί λέξει μεταφράζεται "βαζοκέφαλος", αυτός που έχει κουρεμένο το κεφάλι του σύρριζα ευθεία σαν το καπάκι ενός βάζου. Το βάζο φυσικά είναι άδειο. Στα ελληνικά υπάρχει μια κάπως ανάλογη έκφραση και αρκετά συγγενής: μπουζουκοκέφαλος, με οβάλ κεφάλι επίσης άδειο σαν το φερεφωνικό ηχείο του λαϊκού μας οργάνου. Μπορώ όμως άνετα να συνδυάσω τις δυο λέξεις και να συνθέσω μια νέα: βαζιβουζουκοκέφαλος, που θα μπορούσε να αναφέρεται στους χειριστές της "αλάδωτης" κρατικής μας μηχανής.
Εδώ όμως μιλάμε για την ταινία του Σαμ. Πεζοναύτες, λοιπόν, πάνε στον κόλπο για ν' αναχαιτίσουν την εισβολή του Σαντάμ στο Κουβέιτ. Μένουν στην έρημο υπό διαρκώς υποβαθμιζόμενες συνθήκες. Ζέστη, καψώνια, ασκήσεις, αυνανισμοί, μικρά εγκλήματα και μεγάλες ατιμωτικές τιμωρίες, αχρείαστες παράπλευρες απώλειες. Προετοιμάζονται για κάτι μεγάλο αλλά πεθαίνουν από απραξία, χάνοντας σταδιακά τους όποιους δεσμούς με πρόσωπα πίσω στην πατρίδα. Κι όταν έρχεται μια στιγμή που θα μπορούσαν να κάνουν κάτι, βλέπουν μόνο φρίκη και όλεθρο και δεν τους αφήνουν να δράσουν και να ξεσπάσουν.
Δύσκολο θέμα διάλεξε ο Μέντες. Σε μια εποχή μάλιστα που η κατάσταση στο Ιράκ επιδεινώνεται, η εσωτερική κατακραυγή φουντώνει για τον πρόεδρο Βους, τα προσχήματα κατακρημνίζονται παρά τις προσπάθειες του CNN και οι φτωχοί που στέλνουν τα φτωχά παιδιά τους στην καταστροφή αναρωτιούνται ως πότε. Ο Μέντες απαγκιστρώνεται απ' αυτά κι αναρωτιέται για το μετά. Αν έχεις βιώσει με οποιονδήποτε τρόπο την επιστροφή από το Βιετνάμ ή το Αφγανιστάν, δεν είναι δύσκολο να μαντέψεις τη συνέχεια. Όλες αυτές οι φονικές μηχανές που έκαναν καλά τη δουλειά τους κι επέζησαν ή που δεν πρόλαβαν να κάνουν τίποτε κι έμειναν με τη λαχτάρα, έχουν παντρευτεί με το όπλο τους. Έχει γίνει μέλος του σώματος και του μυαλού τους. Το θεωρούν πια φυσική τους προέκταση. Και δεν θα έχουν κανένα ενδοιασμό να χρησιμοποιήσουν το "νέο τους χέρι" για να επιβιώσουν στην τρέλα και τη ζούγκλα της Αμερικής που - φυσιολογικά - δε θα τους θέλει καν στο εσωτερικό της.
Η ιστορία που βλέπουμε είναι αληθινή. Βασίζεται στο βιβλίο ενός επιστρέψαντα, του "ήρωα" και αφηγητή της ταινίας που υποδύεται έξοχα ο Jake Gyllenhaal. Απέναντί του το αντίπαλο δέος, ένας καραβανάς φιλόδοξος, διαβρωμένος οριστικά, άρρωστος πια με το επάγγελμά του, αθεράπευτος, τον οποίο ενσαρκώνει με τρομαχτική φυσικότητα ο Jamie Foxx. Η τεράστια θεατρική παιδεία του σκηνοθέτη τους φέρνει στην έρημο και τους παρομοιάζει με δυο κόκκους άμμου, ασήμαντους κι όμως τόσο ίδιους και τόσο διαφορετικούς κάτω από τον ανελέητο ήλιο, να περιμένουν τον Γκοντό χωρίς να ξέρουν αν και πότε θα 'ρθει.
Παρά τις όποιες αναμενόμενες ομοιότητες με ταινίες αναλόγου ύφους [η αναφορά στην "Αποκάλυψη Τώρα" και στον "Ελαφοκυνηγό" δεν είναι τυχαία αλλά και οι επιρροές στα κάδρα από Full Metal Jacket και Thin Red Line] διακρίνουμε εύκολα μια ανεξάρτητη σκηνοθετική γραφή, μια ολωσδιόλου φρέσκια προσέγγιση και μια ματιά που στέκεται συμπονετικά πάνω στα θύματα αυτού του αδίστακτου πολιτικού παιχνιδιού.
Η φωνή εκτός πεδίου, που ανοίγει και κλείνει την ιστορία, είναι χαρακτηριστικό και των δυο προηγούμενων δουλειών του [Road to Perdition (Ο δρόμος της απωλείας, 2002) και American Beauty (1999)] καθώς και η χρήση της μουσικής που παρεμβαίνει σύγχρονα και δυναμικά. Εδώ την υπογράφει φαρδιά πλατιά ο Thomas Newman, ενώ συνδράμουν απο-φασιστικά και οι T-Rex [Bang a Gong (Get It On)], Public Enemy [Fight the Power], Tom Waits [Soldier's Things] και Nirvana [Something in the way]. Πολύ σημαδιακό είναι και το χριστουγεννιάτικο φανταρίστικο ραπ με τον βρώμικο τίτλο Naughty by Nature.
Μετά απ' αυτό, δεν είναι καθόλου παράξενο αν το νέο σχέδιο του Μέντες "Charlie Wilson's War" [2006] κολλήσει στις διαπραγματεύσεις. Αλλά και το Sweeney Todd [2006] μπορεί να σκοντάψει εξίσου τυχαία.